Η παράσταση που «ξαναδιαβάζει» τη Μήδεια δίνοντας φωνή στον Ιάσονα, ξεκινά στη Θεσσαλονίκη
Ο ηθοποιός Πάνος Αναγνωστόπουλος μιλά στην Paralllaxi για μία ενδιαφέρουσα παράσταση που θα δούμε στη Μικρή Σκηνή
Η Μήδεια επιστρέφει στη σκηνή, αυτή τη φορά μέσα από το βλέμμα του Ιάσονα. Ο ηθοποιός Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος παρουσιάζει την πρώτη του σόλο performance με τίτλο «Μήδειας τόπος», μια σύμπραξη ανεξάρτητων καλλιτεχνών που θα παρουσιαστεί στη Μικρή Σκηνή Θεσσαλονίκης στις 13, 14 και 20, 21 Οκτωβρίου. Μια παράσταση που επιχειρεί να ξαναδιαβάσει τον αρχαίο μύθο, δίνοντας φωνή σε εκείνον που συνήθως μένει σιωπηλός: τον Ιάσονα.
Ύστερα από μια μακρά πορεία στο θέατρο, ο Αναγνωστόπουλος επιλέγει να σταθεί μόνος στη σκηνή, υπογράφοντας μια προσωπική, βιωματική πρόταση που κινείται ανάμεσα στην περφόρμανς, το σωματικό θέατρο και την τελετουργία. Με τη βοήθεια ενός μουσικού, χειροποίητων μασκών και ζωντανής μουσικής, δημιουργεί έναν κόσμο ωμό, απογυμνωμένο και συνάμα ποιητικό, όπου το σώμα γίνεται το ίδιο τόπος μνήμης και μαρτυρίας.
Στο «Μήδειας τόπος», ο Ιάσονας εμφανίζεται χρόνια μετά την πτώση του, εγκλωβισμένος σε έναν κύκλο αναμέτρησης με το παρελθόν. Μέσα σε ένα «κολαστήριο» που στήνεται επί σκηνής, ο ήρωας και ο μουσικός συνοδοιπόρος του επανεξετάζουν το τραύμα, την ενοχή και την ευθύνη, ενώ το κοινό, σαν σιωπηλός χορός, παρακολουθεί τη διαδρομή τους. Μια παράσταση-εμπειρία που φωτίζει αλλιώς την ιστορία της Μήδειας, αναζητώντας όχι την κάθαρση, αλλά την ανθρώπινη κατανόηση.
Με αφορμή την πρεμιέρα της παράστασης, ο Πάνος Αναγνωστόπουλος μιλά στην Parallaxi για όσα θα δούμε στη Μικρή Σκηνή
Έρχεσαι στη Μικρή Σκηνή με μια προσωπική καλλιτεχνική πρόταση με έντονο βιωματικό και σωματικό χαρακτήρα. Ποια ανάγκη σε οδήγησε να το κάνεις;
Η όλη ιδέα γεννήθηκε τον περασμένο Μάρτιο, ήταν μια περίοδος που βίωνα την βαθιά απόρριψη και πάλευα με την σκέψη , «τι μπορώ να κάνω μόνος μου σε καλλιτεχνικό επίπεδο» και η απάντηση ήταν «όχι πολλά». Μετά από την ισχυρότατη παρότρυνση ενός πολύ αγαπημένου προσώπου που αποτέλεσε το εναρκτήριο λάκτισμα για αυτή την παράσταση βούτηξα στις προσωπικές μου εμμονές: τη βία ως αποτέλεσμα βίας, την τιμωρία για το “είμαι” των ανθρώπων, τη μάνα τροφό και το θέατρο μάσκας. Έπρεπε να βρω ένα κειμενοδοχείο που θα περιέκλειε όλα τα προηγούμενα και θα με πήγαινε παραπέρα. Η πρώτη μου σκέψη ήταν η Μήδεια του Ευριπίδη. Έχω ένα τεράστιο θέμα με αυτό το κείμενο, δεν με πείθει καθόλου ότι η Μήδεια μετά από όλα όσα έκανε απλώς έφυγε πετώντας με το άρμα του ήλιου. Για μένα είτε αυτοκτόνησε είτε βρήκε το τέλος της από τα χέρια του Ιάσονα. Όπως και να ‘χει η συγκεκριμένη τραγωδία με εξιτάρει και με ενοχλεί αφόρητα. Πώς έφτασε μια μάνα σε αυτό το σημείο; Τι είμαστε ικανοί ως άνθρωποι να κάνουμε βιώνοντας την προδοσία και την απόρριψη; Τι έκανε ο Ιάσονας ανάμεσα σε αυτά τα τρία «Σιωπή» που είναι γραμμένα στο τέλος του κειμένου; Ειδικά αυτό το τελευταίο ερώτημα καρφώθηκε πολύ γερά μέσα στο κεφάλι μου. Στο κενό ανάμεσα από αυτά τα τρία «Σιωπή» γραμμένα από τον Ευριπίδη γεννήθηκε η παράσταση μας. Αμέσως σήκωσα το τηλέφωνο και κάλεσα τον μόνο άνθρωπο που στις 3 τα μεσάνυχτα θα απαντούσε θετικά σε μια τελείως παρορμητική πρόταση, τον Άρη Παραπούρα, μουσικό και καρδιακό μου φίλο και κάπως έτσι ξεκίνησε αυτό το ταξίδι, αργότερα στην δημιουργική ομάδα μπήκε και ένα φανταστικό πλάσμα που με την φαντασία της και την ικανότητα της αλλά και την εικαστική της ματιά έδωσε πρόσωπο στο όραμά μου φτιάχνοντας τις μάσκες για την παράσταση η Σταυρούλα Ταρταμπούκα.
Τι ακριβώς είναι το «Μήδειας Τόπος» και ποια στοιχεία του, σε «κερδίζουν»;
Το «Μήδειας Τόπος» είναι ένα κολαστήριο με μουσική υπόκρουση. Ένας τόπος που η Τιμωρία γίνεται θέαμα και το κοινό παρακολουθεί έναν άνθρωπο να βασανίζεται ενώ εκείνοι τρώνε και πίνουν. Αυτό που νομίζω πως θα κέρδιζε κάποιον είναι η αντικειμενική δυσκολία και το τεράστιο ρίσκο που ενέχει αυτό το εγχείρημα, δεν υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας, είναι μια ευθεία σχέση ανάμεσα στον μουσικό, στον ερμηνευτή και στο κοινό. Νομίζω πως βαθιά μέσα μας αυτό είναι που μας εξιτάρει στις σχέσεις μας, η προοπτική της απόλυτης συντριβής. Γιορτάζουμε και χαιρόμαστε όσο αυτή δεν έρχεται, φοβόμαστε και παλεύουμε για να μην έρθει και όταν τελικά όταν μας χτυπήσει είναι η φορά που το περιμένουμε λιγότερο και είναι αυτό που μας διαλύει.
Πώς θα έλεγες πως μπορεί να βγει ο Ιάσονας από αυτόν τον φαύλο κύκλο αναμέτρησης του με το παρελθόν;
Δεν μπορεί γιατί δεν θέλει. Ο Ιάσονας υπάρχει μόνο για όσο βρίσκεται μέσα σε αυτή την φαυλότητα δεν έχει τίποτα εκτός από την μνήμη που αν και οδυνηρή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος που τον ορίζει. Μέσα από την εξιστόρηση των γεγονότων, την αναβίωση των προσώπων και την υποταγή σε αυτή την αιώνια τιμωρία ως άλλος Σίσυφος είναι, αν όχι κάποιος, τουλάχιστον κάτι. Υπάρχει. Ο μόνος τρόπος να ξεφύγει είναι να περάσει στην λήθη και με αυτό το άλμα να πάψει να είναι. Είμαστε οι πληγές μας και είτε εκούσια είτε ακούσια δρούμε σε σχέση με αυτές. Αν με κάποιο τρόπο τις αποτινάξουμε ολοκληρωτικά, πράγμα αδύνατο, τότε είμαστε εντελώς ελεύθεροι γιατί δεν είμαστε τίποτα.
Τι μπορεί να είναι «πτώση» για έναν άνθρωπο σήμερα;
Έχουμε την πτώση, για μένα εσφαλμένα, ταυτόσημη με κάτι βαθιά αρνητικό, ενώ στην πραγματικότητα είναι πολύ σπουδαίο μέρος της διαδικασίας της ανέλιξης. Είναι μια λέξη πολύ κοντά στην πτήση με την μοναδική διαφορά ότι η δεύτερη χρειάζεται μια κάποια προσπάθεια ενώ η πτώση συμβαίνει και όσο παλεύουμε να την γλιτώσουμε τόσο πιο επώδυνη είναι. Μέσω της πτώσης ερχόμαστε σε επαφή με τα πιο μύχια και σκοτεινά μας χαρακτηριστικά. Λερωνόμαστε και συναντιόμαστε με ό,τι καταπιέζουμε και νομίζω πως είναι αποκαλυπτικό. Νιώθω ότι αρνούμαστε και αποστρεφόμαστε τόσα πολλά, στον βωμό της κοινωνική αποδοχής, που τελικά σπρώχνουμε εμείς οι ίδιοι τους εαυτούς μας σε πτώσεις αυτοκαταστροφής. Και αν με ρωτάτε αυτό είναι μια χαρά, αρκεί να έχουμε συνείδηση πρώτον ότι πέφτουμε και δεύτερον ότι οφείλουμε να ξανά σηκωθούμε, απλώς σοφότεροι.
Τι νομίζεις πως θα πάρει το κοινό από αυτή την παράσταση;
«Ποιος καθαρίζει μετά την καταστροφή;» Αυτό το ερώτημα με βασανίζει πολύ. Τι συμβαίνει με αυτούς που μένουν στα συντρίμμια, στον απόηχο; Μένουν έχοντας κάποιου είδους άσυλο επειδή βίωσαν το τραγικό ή έχουν την υποχρέωση να πάρουν σκούπα και φαράσι και να ξαναρχίσουν από το μηδέν; Πώς θα διδάξουμε στα παιδιά μας να βλέπουν τα βήματα που θα οδηγήσουν στην ίδια αθλιότητα και να τα αλλάξουν για να φτιάξουν κάτι νέο και υγιές; Τι μπορούμε να κάνουμε με τα λερωμένα χέρια μας τέλος πάντων για να πάμε τα πράγματα ένα βήμα παραπέρα; Με τέτοιου είδους σκέψεις και αγωνίες συναντήθηκα δουλεύοντας αυτό το κείμενο και θα ήθελα να βασανιστεί και ο θεατής αν βέβαια το θέλει και αυτός.
Νιώθεις πιο «δημιουργικός» και ελεύθερος σε έναν μονόλογο και τι διαφορετικό σου δίνει όταν εντάσσεσαι σε μία ομάδα;
Νιώθω εξίσου δημιουργικός με διαφορετικό τρόπο. Ένας σκηνοθέτης ή μια σκηνοθέτρια τυπικά είναι αυτοί που διαλέγουν το κείμενο, τον κώδικα και την αισθητική μιας παράστασης αποτελούν την πρώτη και βασική ανάγνωση και λειτουργούν ως συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα σε κοινό και ηθοποιούς. Ο ηθοποιός το μόνο που μπορεί να διαλέξει είναι σκηνοθέτη. Καλείται να βρει το προσωπικό του στίγμα και να υποστηρίξει με αυτό ολόκληρο το έργο, να υποταχθεί στους κανόνες του και μέσα από αυτή τη διαδικασία να βρει την ελευθερία του. Αυτό το εγχείρημα είναι ακριβώς το αντίθετο, ξεκίνησε από μια προσωπική ανάγκη έκφρασης επιλέχθηκε ένα κείμενο που λειτούργησε ως βάση και μετά γεννήθηκαν οι περιορισμοί που ελπίζω να φέρουν την ελευθερία. Ήταν μια πολύ μοναχική διαδικασία τουλάχιστον στην αρχή της και το μεγαλύτερο ζόρι μου ήταν η Πειθαρχία που πολλές φορές δεν είχα. Είναι πολύ εύκολο να πεις “τα παρατάω” όταν είσαι μόνος. Η μεγάλη τέχνη έρχεται από τον περιορισμό οπότε νομίζω πως κάθε καλλιτέχνης έχει να απαντήσει στο εξής ερώτημα “θα εμπιστευτώ και θα υποστηρίξω με ό,τι έχω το όραμα ενός άλλου ανθρώπου αφήνοντας το προσωπικό μου να ανθίσει ή θα επιχειρήσω να συγκρουστώ με τον εαυτό μου και να αυτοπεριοριστώ δίνοντας ό,τι έχω για να ανιχνεύσω το προσωπικό μου όραμα”;
Νιώθεις να αλλάζει καλλιτεχνικά κάτι στη Θεσσαλονίκη τον τελευταίο καιρό;
Νιώθω πως είμαι τυχερός γιατί συναναστρέφομαι με ανθρώπους που αναζητούν την αλλαγή, δεν εφησυχάζονται και παλεύουν να κάνουν μια τέχνη αιχμηρή και βαθιά που ενοχλεί και επιζητά την αλλαγή. Όσο υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι κάτι ωφέλιμο και ζωογόνο θα κυκλοφορήσει σε αυτή την πόλη που καμιά φορά κοιμάται μέσα στον συντηρητισμό και την απάθεια άθελά της. Ας είμαστε όλοι λίγο πιο συνειδητοί σε σχέση με το τι παράγουμε και ας μην κάνουμε πράγματα απλώς για να κάνουμε. Και όπως λέει και ένας φίλος και συνεργάτης μου αν δεν έχεις να πεις κάτι τότε καλύτερα να μην πεις τίποτα.
*Συντελεστές: Δραματουργική επιμέλεια:Πηνελόπη Χατζιδημητρίου, Δήμητρα Μήττα, Μαρία Παπαδοπούλου | Σύνθεση συρραφή κειμένου: Πάνος Αναγνωστόπουλος | Πρωτότυπη Μουσική :Άρης Παραπούρας | Μουσική επι σκηνής: Άρης Παραπούρας | Μάσκες/ κοστούμια : Σταυρούλα Ταρταμπούκα | Φωτογραφία/ βιντεο: Gmatic Creative Agency | Επικοινωνία: Gmatic Creative Agency | Ερμηνεύει: Πάνος Αναγνωστόπουλος
*Πληροφορίες: Μικρή σκηνή Επταλόφου 14, Θεσσαλονίκη 544 54 | Ημερομηνίες: 13,14 & 20,21 Οκτωβρίου 2025, στις 21:30 | Διάρκεια:55´ | Τιμή εισιτηρίου: 12€ (κανονικό) 10€ (μειωμένο) | Προπώληση εισιτηρίων: more.com | Πληροφορίες- κρατήσεις:6944503542 | Προπώληση εισιτηρίων: more.com