η-πλαστελίνη-και-μια-εξομολόγηση-μέ-1400547

Θέατρο

Η «Πλαστελίνη» και μια εξομολόγηση μέσα από την ύλη

Ο σκηνοθέτης Στέλιος Βραχνής μιλάει στην Parallaxi για τον νέο κύκλο παραστάσεων στο Θέατρο Αυλαία, με το εμβληματικό δράμα ενηλικίωσης του Vassily Sigarev

Parallaxi
Parallaxi

Λέξεις – Συνέντευξη: Ελένη Χατζηστέργου

Το έργο του Στέλιου Βραχνή —και ο ίδιος— έχουν ήδη χαράξει μέσα μου μια βαθιά θεατρική μνήμη. Από το Sanatorium ως το Γράμμα στον Πατέρα, από την Επιστροφή και το Μαιευτήριο έως το Duende, μετακινούμαι μαζί του — ως θεάτρια και ως άνθρωπος. Κάθε παράσταση αλλάζει μέσα μου το κέντρο βάρους του βλέμματος.

Τον γνώρισα πρώτη φορά μέσα από τις παραστάσεις του. Τότε ένιωθα πως κάποιος, χωρίς να τον ξέρω, μου απευθύνεται με έναν επικίνδυνα προσωπικό και ειλικρινή τρόπο. Από τότε, κάθε συνάντηση με τη δουλειά του μοιάζει με πρόσκληση να σταθώ πιο κοντά στην αλήθεια — όχι τη ρεαλιστική, αλλά εκείνη που πηγάζει από την ευθραυστότητα.

Η φιλοσοφία του, επάνω και έξω από τη σκηνή, σε συνεπαίρνει. Άπαξ και έρθεις σε επαφή με τον κόσμο που δημιουργεί, δύσκολα μπορείς να επιστρέψεις σε κάτι πριν από αυτό. Η σκηνοθετική του έρευνα για κάθε παράσταση, η προσοχή στη λεπτομέρεια και τα βαθιά άλυτα ερωτήματα που θέτει, σε παρασέρνουν να δεις τα έργα του και τον κόσμο γύρω σου με ένταση και ευαισθησία που δύσκολα ξεχνάς. Ως θεάτρια, με συγκινεί η σιωπή που αφήνει ανάμεσα στις λέξεις και στις κινήσεις του σώματος. Με προκαλεί ο τρόπος που τοποθετείται απέναντι στο σήμερα, χωρίς να το περιγράφει ευθέως.

Αυτή η δεύτερη συνάντησή μας, με αφορμή την «Πλαστελίνη», δεν ήταν απλώς μια συνέντευξη. Ήταν μια συνομιλία γύρω από το τι σημαίνει να επιστρέφεις σε ένα έργο που αλλάζει μαζί σου — και να ξανακοιτάζεις τον κόσμο όπως κοιτάς το χώμα μετά τη βροχή: το ίδιο, αλλά αλλιώς. Όταν ο Στέλιος μιλά για την «Πλαστελίνη», δεν το κάνει σαν για ένα έργο που επαναλαμβάνει. Μιλά σαν για έναν οργανισμό που μεταμορφώνεται μαζί του.

«Ήθελα να κάνω ένα reload και άρα ένα restart. Αυτό νομίζω ανά δύο χρόνια πρέπει οι άνθρωποι να το κάνουν, και στη ζωή και στην τέχνη. Ο χρόνος μάς καθιστά διαρκώς παλαιότερους του», λέει. Η Πλαστελίνη στάθηκε το σημείο που του επέτρεψε να ξαναδεί τη δημιουργία του από την αρχή, πιο επικίνδυνα, πιο ανατρεπτικά. «Ίσως είναι η πιο προσωπική μου εξομολόγηση», παραδέχεται, προετοιμάζοντας όσους θα την δουν στο Αυλαία μέχρι τις 2 Δεκέμβρη για μια αποκαλυπτική ανάγνωση του έργου μέσα από τα μάτια του.

Η πρεμιέρα της Πλαστελίνης συνέπεσε συνειδητά με την επέτειο του Πολυτεχνείου, σαν ένα θεατρικό συμπόσιο μετά τις εξεγέρσεις. Για αυτόν, η εξέγερση αυτή «σηματοδοτεί ότι μία γενιά ανθρώπων σηκώνει το ανάστημά της απέναντι σε αυτό που άλλοι δεν είχαν τη δύναμη ή την τόλμη να διαπράξουν». Η παράσταση όμως μιλά για μια γενιά ηττημένη, που δεν εξεγείρεται, και το Πολυτεχνείο γίνεται το ιδανικό δραματουργικό πλαίσιο για να αναδειχθεί η απουσία φωνής: «Ο άνθρωπος που δεν καταφέρνει να μιλά, δεν καταφέρνει να ακουστεί. Αυτό που βιώνει, αυτό που φέρει, μένει αδιατύπωτο. Αυτός είναι ο άξονας των παραστάσεων μου φέτος.»

Το έργο τον ενέπνευσε από την αρχή, αλλά η σχέση του με αυτό ήταν συνάμα προσωπική και αποστασιοποιημένη. Ο Μαξίμ, το κεντρικό πάσχον σώμα που ενσαρκώνεται από τον Βασίλη Βασιλείου, βιώνει βία, προδοσία, μοναξιά και ορφάνια· τις νύχτες όμως αποτοξινώνεται δημιουργικά. Ο Στέλιος, σε αντίθεση με το έργο του Vassily Sigarev, δεν απεικονίζει την πλαστελίνη, αλλά μετατρέπει την ανάγκη επικοινωνίας με το άφατο σε «μια χειρωνακτική διαδικασία της πνευματικής του δίψας».

Η αλήθεια και η ταπεινότητα στο θέατρο είναι καθοριστικές. Το έργο του Sigarev, αυτοβιογραφικό, παρουσιάζει τον Μαξίμ — τον αδερφό του. «Δεν είμαστε εμείς αυτοί οι άνθρωποι και ποτέ δεν θα γίνουμε. Όλα είναι λίγο μια επίσκεψη στο ίδιο το αίσθημα, στην ίδια κατάσταση. Θέλει ταπεινότητα. Και αυτό το έχω πάντοτε με έργα που διακρίνω ότι είναι άβατα. Έχουν ένα άβατο, έχουν ένα ιερό. Το ιερό είναι πάντοτε το πραγματικό. Ό,τι είναι πραγματικό είναι ιερό. Και για να είναι ιερό έχει μαρτυρήσει.»

Το Χ της σκηνής και της κοινωνίας

Η παράσταση ακολουθεί ένα μοτίβο που αναδεικνύει την τομή ανάμεσα στο προσωπικό και το συλλογικό, στο σώμα και την κοινωνία. Σκηνοθετικά οργανώνεται γύρω από πέντε βασικούς δραματουργικούς τόπους, που σχηματίζουν ένα σκηνικό Χ. Η μια διαγώνιος αναπαριστά την κοινωνία: από τη δημόσια εικόνα του πλήθους μέχρι τον δρόμο και την περιθωριοποίηση. Η αντίθετη διαγώνιος φέρνει τον θεατή στον ιδιωτικό χώρο: το καταφύγιο των δύο αγοριών, όπου κλείνουν τις βαριές πόρτες της κοινωνίας και πειραματίζονται, και τέλος μια σχολική τουαλέτα, εκτεθειμένοι αλλά μόνοι μεταξύ τους. Στο κέντρο, μια μαύρη πισίνα λειτουργεί ως δέκτης όλων των απόνερων, συγκεντρώνοντας προσωπικές και κοινωνικές εντάσεις. Το Χ της σκηνής γίνεται έτσι μια γεωμετρία που αντιπαραθέτει το δημόσιο και το προσωπικό, προσδίδοντας την αίσθηση ενός κόσμου όπου το ακραία προσωπικό συναντά το συλλογικό.

«Το θέατρο δεν αναπαριστά τη ζωή, αλλά προσφέρει άλλη οπτική, ένα ενδεχόμενο ζωής· δημοσιοποιεί τις πληγές όχι ως reality show, αλλά ως ποίηση, μια συμπυκνωμένη, ενεργειακή, ωρολογιακή βόμβα εμπειρίας». Έτσι, η Πλαστελίνη γίνεται μια τολμηρή αλλά ταπεινή ανάγνωση της ζωής, της κοινωνίας και της αίσθησης του ανείπωτου.

Η τέχνη ως πράξη ευθύνης

Μέσα από αυτή τη γεωμετρία, η Πλαστελίνη ανοίγει και σε έναν άλλο άξονα συζήτησης: την καλλιτεχνική ευθύνη και το προσωπικό ήθος.

Κάθε καλλιτέχνης επιλέγει για το έργο του μια ταυτότητα και μια πορεία· «είναι σαν η ευθύνη ενός συγγενή σου». Ο Στέλιος Βραχνής περιγράφει τη σχέση του με το έργο σαν κάτι ολιστικό και αλτρουιστικό, αλλά εύκολα γίνεται πνιγερό, τοξικό· όπως η σχέση ενός γονιού με το παιδί του. «Όλα επηρεάζονται από ταξικότητα, κοινωνικές-θρησκευτικές επιταγές, που μένουν σαν ταφόπλακες χωρίς συζήτηση.»

Στο θέατρο θέτει ερωτήματα: πόσο ελεύθερος είναι ο άνθρωπος να ζήσει το βαθύτερο ποθούμενο κάτω από φτερούγες δυο γονιών που δεν επέλεξε; Πόσο εξαρτημένος είναι; Τι είναι η ηθική; «Η ηθική πηγάζει από το ήθος που θα πει χαρακτήρας. Και το έθος, δηλαδή οι εθισμοί μας, οι συνήθειες μας δημιουργούν το χαρακτήρα μας· ο χαρακτήρας μας είναι οι συνήθειες μας, και όταν κλονίζονται, μένει το ερώτημα τι είναι φυσικό και τι ηθικό.» Η τέχνη οφείλει να εξερευνά αυτόν τον πυρήνα, ακόμα και αν οι ανακαλύψεις δεν συμφωνούν με τις δυτικές «ασφαλείς» αντιλήψεις. Το γήρας, η φθορά, η ερωτική αλληλεπίδραση με το σώμα που έχει ζήσει καθώς και η μνήμη που αυτό φέρει, γίνονται πεδία βαθιάς αμφισβήτησης και προβληματισμού στα έργα του Στέλιου.

«Επαναδιαχείριση» του τέρατος

Το Γράμμα στον Πατέρα επιστρέφει για πέμπτη χρονιά στις 26 Ιανουαρίου, με νέα μουσική του Παλαιογιάννη και τρεις μουσικούς επί σκηνής μαζί με τους τρεις ηθοποιούς. Ο Στέλιος επαναδιαχειρίζεται το προσωπικό του βάρος, το γράμμα που για χρόνια υπήρξε μάρτυρας των δαιμονίων του. «Επιστρέφω στο γράμμα με το βλέμμα που απέκτησα πια», λέει. Η νέα προσέγγιση δεν είναι μόνο σκηνική ανανέωση· είναι μια πιο γενναία συνάντηση με τον εαυτό και τις αναμνήσεις που κουβαλά. Το προσωπικό μνημείο γίνεται εργαλείο αυτογνωσίας, μια άκρως διαφωτιστική ματιά που αναδεικνύει την ώριμη στάση του απέναντι στο παρελθόν, στον εαυτό του και στον σκηνοθετικό του κόσμο.

Με τον ίδιο τρόπο που το θέατρο του Στέλιου Βραχνή αναζητά την αλήθεια μέσα από τη φθορά και την ευθύνη απέναντι στο ίδιο το βίωμα, έτσι και η σκέψη του για την κοινωνία παραμένει στραμμένη στο ουσιώδες: στο πώς στεκόμαστε ο ένας απέναντι στον άλλο, πώς θυμόμαστε, πώς αντιδρούμε.

Μετέωροι, παρόντες και υπεύθυνοι

Η συζήτηση μας δεν έμεινε μόνο στο θέατρο. Στάθηκε πάνω στην εποχή — στον άνθρωπο που ζει μέσα της. Μίλησε χωρίς μεγάλα συνθήματα, με μια ήρεμη καθαρότητα που ίσως είναι πιο πολιτική από οποιονδήποτε λόγο.

«Αν υπάρχει ένα πράγμα μόνο που χρειάζεται η επαφή του ανθρώπου με τον άνθρωπο είναι η βαθιά παιδεία και η γνώση», είπε. Όχι η τεχνική, αλλά εκείνη η παιδεία που ανοίγει τον νου και το βλέμμα, που μας επιτρέπει να συναντιόμαστε αληθινά — στο θέατρο, στην τέχνη, στη ζωή. Η έλλειψη παιδείας, για εκείνον, γεννά φόβο, στασιμότητα και έναν συλλογικό κομπλεξισμό· «οι άνθρωποι συχνά αρκούνται στο μέσο όρο και δεν παλεύουν να σηκώσουν το επίπεδο. Μένουν στην πεπατημένη για να είναι αρεστοί».

Μέσα σε αυτό το τοπίο, η ανασφάλεια δεν είναι ελάττωμα· είναι δείγμα ζωής. «Ευτυχώς αισθάνομαι ανασφάλεια», είπε χαμογελώντας, «γιατί σημαίνει ότι διαρκώς εξελίσσομαι». Η ανικανοποίητη φύση του ανθρώπου, το μόνιμο αίσθημα του μετέωρου, είναι για εκείνον η ίδια η απόδειξη της ύπαρξης· «το κενό είναι αυτό που επιβεβαιώνει την ανάγκη μας για ζωή». Ακόμα και πολιτικά, επιμένει, «ο άνθρωπος είναι πάντοτε ανασφαλής — σε ποια κυβέρνηση δεν είχαμε ανασφάλεια;». Η σταθερότητα είναι ψευδαίσθηση· εκείνο που μένει είναι η κίνηση, η παροντικότητα, η προσπάθεια να ζούμε με ανοιχτές τις αισθήσεις. Η ανθρώπινη θνητότητα και φθορά δεν αφήνουν περιθώρια για ψεύδη αισιοδοξία.

Από αυτή την ανάγκη γεννιέται και η πίστη του σε μια πολιτική με ανθρώπινο πρόσωπο. Οραματίζεται ένα κοινωνικό κράτος που συνυπάρχει με την ατομική ευθύνη και τη συλλογική δράση. «Αν κάτι δεν είναι δικό σου, δεν το πονάς με τον ίδιο τρόπο», λέει, υπερασπιζόμενος την αυτονομία στη δημιουργία. Μιλώντας για τον δικό του κλάδο, ο ίδιος τονίζει πως δεν έχει λάβει ποτέ κρατική επιχορήγηση· «έχω βάλει τα δικά μου λεφτά, γιατί είναι δικά μου έργα, εγώ τα πονάω, εγώ ξέρω πώς θα ταξιδέψουν». Δεν απορρίπτει το κράτος, αλλά τις ασφάλειες που διαλύουν την ανάγκη του ανθρώπου να σταθεί αυτοδύναμος. «Όταν κάποιος δεν έχει δυνάμεις, τότε ενώνεται με άλλους. Δημιουργεί συλλογική φωνή, συντεχνίες, κολεκτίβες.»

Η ίδια ευθύνη απαιτείται και απέναντι στη μνήμη. Οι τραγωδίες στα Τέμπη, η Παλαιστίνη, το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη δεν είναι, για εκείνον, απλά ιστορικά συμβάντα· είναι πληγές που ζητούν διαχείριση, όχι εκδίκηση. «Ζούμε σε μια εποχή που ο Άγνωστος Στρατιώτης είναι γνωστός· έχουμε ονόματα. Και υποπτεύομαι ότι στην ιστορία αυτής της χώρας υπάρχουν χιλιάδες ακόμη που έχουν χαθεί.» Η οργή, λέει, χρειάζεται καθοδήγηση· η αντίδραση πρέπει να είναι ψύχραιμη, όχι εκδικητική. «Τρέμω τη βία σαν απάντηση στη βία· αυτό δεν έχει πολιτισμό, δεν εκπέμπει πουθενά.»

Ο τρόπος που μιλά για αυτά δεν είναι ποτέ διδακτικός. Μιλά σαν να κρατά ένα φως μικρό, ικανό όμως να δείξει τον δρόμο. Αυτό είναι η πολιτική παιδεία, όπως λέει ο ίδιος, που με ταπεινότητα, ενσυναίσθηση και πράξη σέβεται και ξεδιπλώνει το μετέωρο ανθρώπινο είναι. «Να είμαστε εκεί με τον τρόπο που μπορούμε· το πάσχον σώμα μπροστά, εμείς βολεμένοι — αλλά με παρουσία.»

Από την πλαστελίνη της ύλης έως τη φθορά του χρόνου, ο Στέλιος Βραχνής δείχνει πως η τέχνη και η πολιτική δεν είναι ξεχωριστές περιοχές. Είναι τρόποι να στέκεσαι απέναντι στη ζωή. Με ευθύνη, με ρίσκο, με φροντίδα. Όχι με οργή, αλλά με φωνή.

*Πληροφορίες Παράστασης «ΠΛΑΣΤΕΛΙΝΗ» | Για 6 μόνο παραστάσεις: 17,18,19 & 23, 24,25 Νοεμβρίου | Θέατρο Αυλαία 

Συντελεστές: Συγγραφέας: Βασίλι Σιγκάρεφ | Μετάφραση: Γιώργος Κουτλής | Σκηνοθεσία: Στέλιος Βραχνής | Βοηθός σκηνοθέτη: Αλεξάνδρα Μαγιοπούλου | Μουσική σύνθεση: Θωμάς Λαζάρου | Δραματουργική επεξεργασία: Αλεξάνδρα Μαγιοπούλου, Στέλιος Βραχνής | Φωτιστής: Κυριάκος Αλεξιάδης | Σκηνική εγκατάσταση: Στέλιος Βραχνής | Φωτογραφίες-Γραφιστικά: Απόστολος Λινάρδος | Επικοινωνία: Ρεβέκκα Ρουμελιώτη | Οργάνωση παραγωγής: Χαρά Σβάνου | Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου Πρόταση

Ερμηνεύουν οι: Βασίλης Βασιλείου, Φιλίππα Καραμολέγκου, Δήμητρα Κούρτη, Απόστολος Λινάρδος, Χαρά Σβάνου, Παύλος Τάνης

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα