η-ρένια-λουιζίδου-στην-parallaxi-ζητάω-λίγη-δ-1295463

Θέατρο

Η Ρένια Λουιζίδου στην Parallaxi: «Ζητάω λίγη δικαιοσύνη στα πράγματα…»

Η αγαπημένη ηθοποιός μιλάει για την παράσταση στη Θεσσαλονίκη, την εποχή των «Απαράδεκτων» και δίνει τη δική της απάντηση αν θα δούμε νέο κύκλο στο «Σόι σου»

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Μετά από τέσσερα χρόνια αμέτρητων sold out παραστάσεων στην Αθήνα, το απολαυστικό «Sexy laundry» με τον Σπύρο Παπαδόπουλο και την Ρένια Λουιζίδου έρχεται στη Θεσσαλονίκη και συνεχίζει την επιτυχία του, δείχνοντας τελικά πως μία καλή παράσταση για πάντα και παντού θα μπορεί να αφορά και να ελκύει ένα μεγάλο κοινό.

Οι δύο αγαπημένοι ηθοποιοί υποδύονται ένα παντρεμένο ζευγάρι που αποφασίζει να αναζωπυρώσει τη σεξουαλική του ζωή, μετά από 25 χρόνια γάμου, τρία παιδιά, πολλή γκρίνια, πολλή ανασφάλεια, πολλή αγάπη και… λίγο σεξ. Είναι ο Λάρι και η Άλις που βρίσκονται σ’ ένα δωμάτιο πολυτελούς ξενοδοχείου αγκαλιά με το εγχειρίδιο “Σεξ για αρχάριους”, προσπαθώντας να βρουν ξανά τη χαμένη ερωτική επιθυμία και το το περασμένο μεγαλείο του πάθους τους.

Η χημεία τους υποδειγματική και η συνεργασία τους όχι μόνο ευχάριστη, αλλά και γεμάτη αναμνήσεις από το παρελθόν, ακόμα από τον καιρό στις αρχές του ’90 όταν ήταν μέρος μίας υπέροχης ομάδας ανθρώπων που δημιούργησαν μία από τις πιο επιτυχημένες και διαχρονικές κωμικές σειρές της ελληνικής τηλεόρασης.

Η Ρένια Λουιζίδου, με αφορμή την παράσταση επιστρέφει στην πόλη της, τη Θεσσαλονίκη. Μιλάει στην Parallaxi για το «Sexy laundry», τους «Απαράδεκτους», δίνει την  δική της απάντηση για τον καινούριο κύκλο στο «Σόι σου» και αφήνει ανοιχτό ένα παραθυράκι για τη συνέχεια της σειράς «Φόνοι στο καμπαναριό» που επίσης αγάπησε το κοινό.

Πώς νιώθετε που έρχεστε στην πόλη σας, τη Θεσσαλονίκη;

Πάντα ίδιο είναι το συναίσθημα. Είναι μια χαρά ανάμικτη με ένα «τσικ» άγχους ας πούμε. Υπάρχει μία αμηχανία όταν γυρίζεις στο μέρος από το οποίο κατάγεσαι. Εντάξει, έχουμε μία παράσταση που έχει παιχτεί πολύ καιρό στην Αθήνα αλλά υπάρχει ένα χαρούμενο άγχος.

Υπάρχει δηλαδή ακόμα σε εσάς μετά από τόσα χρόνια αυτό το μικρό άγχος;

Υπάρχει έτσι και αλλιώς. Νομίζω ότι όσο περνάνε τα χρόνια, είναι μεγαλύτερο κιόλας το άγχος γιατί με έναν τρόπο μεγαλώνει και η ευθύνη για αυτό που περιμένει το κοινό από σένα εφόσον θα σε ακολουθήσει και θα έρθει να σε δει. Υπάρχει λοιπόν αυτή η επίγνωση ότι οι άνθρωποι κάτι περιμένουν και πρέπει να είναι στο ύψος η παράσταση και να επικοινωνήσει αυτό που έχεις φανταστεί, να επικοινωνηθεί με τον κόσμο από κάτω. Συγκεκριμένα για τη Θεσσαλονίκη, αυτό είναι ο παιδικός μου εαυτός, ας πούμε, που γυρίζει στην πόλη στην οποία γεννήθηκα και έφυγα πολύ μικρή, παιδί σχεδόν. Πάντα έχω μεγαλύτερη ανυπομονησία, αλλά και άγχος όταν παίζω στη Θεσσαλονίκη.

Σας ενοχλεί μια γενικότερη τοξικότητα που υπάρχει, που νομίζω ότι έχει προωθηθεί και από τα social media τα τελευταία χρόνια;

Υπάρχει όντως, αλλά εγώ δεν έχω social media. Παρότι βρίσκω ότι σαν τεχνολογική δυνατότητα έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον να μπορεί να υπάρχει ένα δημόσιο βήμα λόγου για τον καθένα μας ή το να μπορείς να επικοινωνήσεις με άλλους ανθρώπους, ο τρόπος που τα χρησιμοποιούμε είναι πολύ τοξικός. Και παρότι με δελεάζει πάρα πολύ, έχω επιλέξει να μην έχω social media γιατί νομίζω ότι θα είναι περισσότερο μπελάς στη ζωή μου παρά ευχαρίστηση ή διευκόλυνση. Θέλω να ελπίζω ότι είναι στην παιδική τους ηλικία και περνούν τις παιδικές τους ασθένειες, επειδή είναι ένα καινούριο πράγμα που δόθηκε προς χρήση απότομα και χωρίς δεν υπάρχει κάποιο σκεπτικό από πίσω για το πού θα οδηγήσει η χρήση του, καταλήξαμε να είναι πολύ έντονα και ακραία, σχεδόν υστερικά τα πράγματα. Άλλο έχω γνώμη και την διατυπώνω και άλλο βάζω τέτοιο φορτίο πάνω στη γνώμη μου. Και το λέω ακόμα και για αυτόν που εκφράζεται καλά αλλά υπάρχει μία υπερβολή. Δηλαδή, κάθε ερμηνεία που αρέσει στην τηλεόραση είναι για όσκαρ, υποκλινόμαστε, ριγούμε! Τεραστίων διαστάσεων υπερβολές είναι αυτές. Πόσο μάλλον στα αρνητικά, όπου όλος ο θυμός και η ταλαιπωρία της καθημερινότητας πηγαίνει από τον έναν στον άλλον. Ελπίζω ότι ένα τόσο χρήσιμο εργαλείο θα βρει την πραγματική του λειτουργία μέσα στην κοινωνία. Να πάρουμε τα οφέλη του δηλαδή και όχι την επικινδυνότητα ή την τοξικότητα του.

Τι σας έκανε να πείτε το ναι σε αυτό το έργο;

Παρακολουθούσα τις παραστάσεις που έκανε ο Σπύρος πολλά χρόνια και σκεφτόμουν πάντα μέσα μου ότι ανεβάζει τις κωμωδίες με μια ματιά και έναν τρόπο που μου αρέσει πολύ.Aισθητικά μου αρέσει αυτό που βλέπω, ο τρόπος δηλαδή που προσεγγίζει ο Σπύρος την κωμωδία. Για περίπου 10 χρόνια έτυχε ό, τι δουλειές έκανα να ήταν δραματικές στο θέατρο και ήθελα πάρα πολύ να βρω να κάνω μια κωμωδία. Έτυχε λοιπόν αυτή η συγκυρία και διάβασα το έργο και βρήκα μια πολύ γλυκιά ισορροπία μεταξύ της κωμωδίας και της συγκίνησης. Και ήταν σαν να το παράγγειλα κάπως, όπως το είχα φανταστεί να γίνει. Και πραγματικά με τον Σπύρο νομίζω ότι έχουμε πετύχει μια σκηνική επικοινωνία από αυτές που δεν συναντάς πολύ συχνά στη πορεία σου την επαγγελματική. Είναι θέμα χημείας αυτό, ούτε εξηγείται, ούτε περιγράφεται. Με τον Σπύρο τυχαίνει να γνωριζόμαστε και καλά από το παρελθόν αλλά δεν είναι αυτός ο κυρίως λόγος. Είναι καθαρά υποκριτικός. Είναι πράγματα που αφορούν τη σκηνική δράση και τα εκφραστικά μέσα του καθενός.

Με αφορμή τη συνάντηση με τον Σπύρο Παπαδόπουλο, πώς εξηγείτε αυτή την διαχρονική αγάπη του κόσμου – και νεότερων – στους «Απαράδεκτους»;

Ξέρετε, όλο αυτό δεν είναι κάτι που ούτε το περιμέναμε να συμβεί ποτέ. Δεν ξέραμε καν όταν κάναμε τους «Απαράδεκτους» ότι κάποτε θα υπάρχει κάτι που θα λέγεται YouTube και στο οποίο θα μπορεί να σε βλέπει κανένας με δική του πρωτοβουλία, δηλαδή με το να το ψάχνει για να το βρει. Γιατί αυτό συνέβη στους «Απαράδεκτους». Δεν ήταν μία από τις σειρές που επαναλαμβάνονταν συστηματικά στην τηλεόραση. Ξαναβγήκαν πριν από ένα-δύο χρόνια. Για κάποιο λόγο, που δεν έχω ιδέα ποιος είναι, ο κόσμος μόνος του το αναζήτησε να το δει στο διαδίκτυο και συνέχισε να το βλέπει και έγινε με τα χρόνια αυτό που λέμε cult ή δεν ξέρω τι άλλο, με αποτέλεσμα πλέον να το βλέπουν και να λένε ατάκες του, άνθρωποι που ήταν εντελώς αγέννητοι τότε που παίχτηκε. Αλλά όπως καταλαβαίνετε εμείς δεν είχαμε καμία συναίσθηση αυτού του πράγματος. Ούτε τότε, ούτε όταν ξεκίνησε να συμβαίνει. Το βλέπουμε σαν αποτέλεσμα γιατί δεν είμαστε εμείς αυτοί που θα μπαίναμε στο YouTube να δούμε τη σειρά μας. Εμείς το βλέπουμε να συμβαίνει με πολλή  χαρά. Σημαίνει ότι με κάποιο τρόπο υπήρξε για άλλους σημαντικό, για άλλους σημάδευσε μια εποχή της ζωής τους, την εφηβεία τους, τα νιάτα τους ή τους γνώρισε τη γενιά των γονιών τους για τους νεότερους. Δεν ξέρω. Είναι πολύ γλυκό, είναι πολύ συγκινητικό, εντελώς απρόσμενο για μένα, τουλάχιστον, και δεν έχω απολύτως καμία εξήγηση για τι μπορεί να συμβαίνει.

Έχει να κάνει και με το ότι ο κόσμος ψάχνει καλές κωμωδίες στην τηλεόραση και ίσως τις αναζητά τελικά στο παρελθόν, βλέποντας ακόμα τα νούμερα που κάνει το «Σόι σου» αλλά και το «Παρα Πέντε»;

Των «Απαράδεκτων» η διαδικτυακή πορεία είχε ξεκινήσει πολύ πριν από αυτό το φαινόμενο που περιγράφετε τώρα.  Βεβαίως, αυτό δεν το καταφέρνουν όλες οι παλιές κωμωδίες που παίζονται, αλλά κάποιες που είναι εμβληματικές. Τώρα μιλάμε ας πούμε για το «Παρα πέντε», μια σειρά που ήταν καταπληκτική. Συμβαίνει λοιπόν για αυτά τα σίριαλ που όντως ταρακούνησαν τα νερά και τότε, είχαν επιδραστικότητα και τότε και κρατάνε ένα μέρος αυτής της επιδραστικότητας τους τόσο γιατί ακόμα διατηρεί το περιεχόμενό τους τη δυναμική του αλλά και γιατί πρόκειται για αυτή τη νοσταλγικότητα που ένιωθε η δική μου γενιά όταν έβλεπε ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Ήξερες ότι αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να παραχθεί και σήμερα με τον ίδιο τρόπο, γιατί σήμερα μπορεί και να δείχνει παλιό. Αλλά αυτό το ίδιο, όταν το έβλεπες στην εποχή του φτιαγμένο, ήταν γλυκό και αγαπησιάρικο και ήθελες να το βλέπεις. Γιατί βλέπουμε ακόμα τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, ας πούμε. Και αυτό σε κάτι παρόμοιο αντιστοιχεί, φαντάζομαι, μέσα μας. Βεβαίως, από τον καιρό των «Απαράδεκτων» έχει αλλάξει μορφή και η τηλεόραση. Μπήκε ο κόσμος σε άλλη διαδικασία. Όλες αυτές οι σειρές που αναφέρεστε ήταν εβδομαδιαίες. Αυτό θα πει, είχαν άλλο χρόνο στη διάθεσή τους για να παραχθούν. Μεγαλύτερο περιθώριο για πρόβες. Η δουλειά γινόταν με διαφορετικό τρόπο. Σήμερα, αναγκαστικά με το  να γίνουν οι σειρές καθημερινές, τις οδήγησε να γίνουν και δραματικές γιατί δεν μπορείς να κάνεις μιάμιση ώρα επεισόδιο κωμωδίας κάθε μέρα. Είναι αδύνατο να γραφτεί αυτό το σενάριο. Έτσι πήρε η τηλεόραση έναν άλλο δρόμο, απ’ τον οποίο πραγματικά λείπει η κωμωδία. Και όταν παίζονται φόνοι, βιασμοί, κακοποιήσεις, νόθα παιδιά, τα χίλια μήνυμα, για τρεις και τέσσερις ώρες κάθε μέρα σε όλα τα κανάλια, δεν είναι επόμενο;  Αλλά είναι δύσκολο με την σημερινή μορφή που έχει το πρόγραμμα στην τηλεόραση να χωρέσει μια κωμωδία. Είναι και θέματα προγραμματισμού που την κάνουν δύσκολη την παρουσία της. Φέτος ας πούμε, το «Έχω παιδιά» είναι μια πολύ χαριτωμένη δουλειά, ο κόσμος ανταποκρίνεται και φαίνεται ότι το έχει ανάγκη.

Εγώ βέβαια θα θυμηθώ ότι κάτι παρόμοιο κάνατε εσείς πριν πολλά χρόνια, την «Παιδική χαρά».

Ναι, ναι. Παρόμοιο concept είναι η αλήθεια. Η «Παιδική χαρά» ήταν μια πολύ γλυκιά σειρά, η οποία είχε απλώς την ατυχία να πέσει ακριβώς πάνω στην οικονομική κρίση. Είναι μια σειρά που σταμάτησε δηλαδή γιατί σταμάτησαν οι εβδομαδιαίες σειρές στην τηλεόραση και γίνανε καθημερινές. Αλλιώς νομίζω ότι θα ήταν μια σειρά που και αυτή θα παιζότανε δύο τρία χρόνια στην εποχή της. Εντάξει, οποιαδήποτε κωμική σειρά με οικογένεια και παιδιά θα έχει μια παρόμοια δομή.

Πρόσφατα βέβαια, ήσασταν και σε μία άλλη πολύ καλή κωμωδία, τους «Φόνους στο Καμπαναριό» που ενώ μας αφήσατε να πιστεύουμε πως μπορεί και να συνεχιστεί τελικά δεν έγινε αυτό

Δεν ήταν δικό μας θέμα. Και θα σας πω πως ακόμα γίνονται συζητήσεις για δεύτερο κύκλο των «φόνων». Είναι αλλιώς τα πράγματα τώρα. Μπορεί να προκύψει δεύτερη σεζόν κάποια στιγμή. Αλλά περνώντας ο καιρός, δημιουργούνται διάφορα θέματα. Μέχρι τώρα υπήρχε αμηχανία με το τι θα συμβεί με το ΕΚΟΜΕ.

Τελικά τι γίνεται με το «Σόι σου» και τις φήμες ότι ξεκινάτε πάλι καινούριο κύκλο;

Από τη χρονιά που σταμάτησε, κάθε χρόνο για ένα διάστημα βγαίνει αυτή η φήμη ότι ξαναγίνεται το «Σόι» και πρέπει να απαντήσουμε σε αυτό. Η αλήθεια είναι, ότι φέτος αυτή η συζήτηση πήρε περισσότερο σάρκα και οστά μήπως και το καταφέρουμε. Ξεκίνησε νωρίτερα δηλαδή και είμαστε ακόμα διαθέσιμοι οι περισσότεροι για να το συζητήσουμε. Γιατί τα προηγούμενα χρόνια, όταν προέκυπτε αυτή η συζήτηση, πάντα κάποιος από εμάς είχε κλείσει κάτι άλλο να κάνει. Υπάρχουν πολλά διαδικαστικά προβλήματα για να γίνει, γιατί στο «εμείς» δεν είμαστε μόνο οι άνθρωποι που παίζουμε, αλλά είναι και οι άνθρωποι που έγραφαν τη σειρά ή τη σκηνοθετούσαν. Πρέπει λοιπόν όλο αυτό το σύστημα να συντονιστεί και αυτό δεν είναι πολύ εύκολο. Εκεί κολλάει πάντα και δε ξέρω αν πάλι κολλήσει κι αυτή τη φορά. Είναι κάτι που όντως συζητιέται αλλά δεν έχει καταλήξει ακόμα. Εγώ είμαι θετική εφόσον πετύχουμε τις συνθήκες που θέλουμε. Συναισθηματικά ωστόσο, επειδή με αυτούς τους ανθρώπους περάσαμε πέντε υπέροχα χρόνια με δέκα ώρες βάρδια και έχουμε συνδεθεί μεταξύ μας, είμαι σίγουρη πως κανένας μας δεν θα έλεγε όχι. Και μόνο για την ανθρώπινη σχέση που αναπτύξαμε μεταξύ μας. Αλλά επαγγελματικά, ακριβώς και για τους παραπάνω λόγους, είναι ακόμα πιο σημαντικό να την υπερασπιστούμε αυτή τη δουλειά και να απαιτήσουμε να γίνει με τον σωστό τρόπο ακριβώς επειδή κι εμείς την αγαπήσαμε πολύ. Πρέπει λοιπόν να γίνει καλό, όχι απλά να ξαναγίνει.

Το «Sexy Laundry» μιλάει για τους ρόλους που καλείται μία γυναίκα να έχει σήμερα. Γιατί συζητάμε ξανά και ξανά αυτά τα θέματα;

Έλα ντε… Νοοτροπίες που τις έχουμε ενσωματώσει από γενιές και γενιές πίσω μας, δεν αλλάζουν στην ουσία τόσο γρήγορα όσο θα ελπίζαμε, ακόμα και νομοθετώντας τα με τον σωστό τρόπο. Είναι άλλο το ανέχομαι και άλλο το έχω αποδεχτεί κάτι και βαδίζω επειδή το πιστεύω με βάση αυτό. Οι γυναίκες, χρόνια αγωνιζόμαστε για την ισότητα και ακόμα και σήμερα που μιλάμε δεν έχει αυτό το πράγμα επιτευχθεί εντελώς. Ξέρετε, είναι πάρα πολύ δύσκολη η καθημερινότητα μιας γυναίκας, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στην επαγγελματική της ζωή, στην οικογενειακή της ζωή και στο ανελέητο πρότυπο της τελειότητας που της υποδεικνύεται καθημερινά από εξωτερικούς παράγοντες, όπως ότι πρέπει να είναι όμορφη, πρέπει να είναι αδύνατη, πρέπει να είναι στην τρίχα. Όλα αυτά δηλαδή που πρέπει να κάνει μια γυναίκα στην καθημερινότητά της και πρέπει να τα κάνει και πάνω σε δωδεκάποντο. Από την άλλη, θα πω πως όπως ψάχνουμε εμείς τον ρόλο μας στην κοινωνία, με άλλον τρόπο νομίζω πως και οι άντρες ψάχνουν τον δικό τους στη σημερινή εποχή. Ούτε και γι’ αυτούς είναι εύκολο.

Τι ζητάει η Ρένια Λουιζίδου από τους γύρω της και από τον εαυτό της;

Ζητάω λίγη δικαιοσύνη στα πράγματα. Επίσης, θέλω λιγότερο θυμό και λιγότερη βία στην καθημερινότητα μας. Θα ήμουν ικανοποιημένη αν είχα λίγο από αυτά τα δυο.

Σας ενδιαφέρει το πώς σας βλέπει ο κόσμος και αν σας λένε καλή ηθοποιό;

Νομίζω πως όποιος πει ότι δεν τον ενδιαφέρει καθόλου, δεν είναι ειλικρινής, πρωτίστως με τον εαυτό του. Φυσικά και με ενδιαφέρει, φυσικά και το παρακολουθώ. Αλλά, όχι στον βαθμό να αλλάζω αυτό που είμαι ή αυτό που κάνω προκειμένου να συμβαίνει. Είναι μία δύσκολη διαδρομή, είναι ένα σλάλομ που χρειάζεται να κάνεις αλλά νομίζω τους ενδιαφέρει όλους τους ανθρώπους, ακόμα κι αυτούς που δεν είναι σε επαγγέλματα που αφορούν τη δημόσια σφαίρα. Όλους τους ενδιαφέρει ας πούμε, τι νομίζει ο γείτονας του γι’ αυτόν. Άλλωστε εγώ, κάνω και μία δουλειά που αν δεν έρθει κάποιος να με δει, δεν υπάρχει. Άρα, δεν μπορώ να τον αγνοήσω, θα ήταν αναίδεια.

*Η Παράσταση Sexy Laundry στη Θεσσαλονίκη, στο Θέατρο Αριστοτέλειον (Εθνικής Αμύνης 2, Κέντρο, Θεσσαλονίκη) | Τηλ. 2310 262 051 / Διάρκεια παράστασης: 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα) / Εισιτήρια -τιμές εισιτηρίων: προπώληση από 18€ -25€ /Προπώληση εισιτηρίων: More.com και στο ταμείο του θεάτρου

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα