Μαρία Νέτσικα, πώς πίνει κρασί ο Έλληνας;
Η καταξιωμένη χημικός-οινολόγος μιλάει για τη ζωή της, την επιλογή να ασχοληθεί με το κρασί και αποκαλύπτει μυστικά του 'Χάρτη των Γεύσεων" που μας υποδέχεται αυτό το Σαββατοκύριακο γιορτάζοντας 20 χρόνια.
Πάνε μερικά χρόνια, όταν για πρώτη φορά έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο που μιλούσε για το κρασί στη χώρα μας, με έναν τρόπο μαγικό που με έκανε να θέλω μετά να αναζητήσω ακόμα περισσότερες πληροφορίες και να ανακαλύψω μυστικά του κρασιού.
Το βιβλίο αυτό, ήταν το «Κρασιά της Ελλάδας» (Εκδόσεις IANOS) της Μαρίας Νέτσικα, της γυναίκας που αργότερα έμαθα πως είναι από τα σπουδαιότερα ονόματα στον χώρο του κρασιού, με όλη της τη ζωή να την αφιερώνει στην αγάπη της για το κρασί και τους ανθρώπους του.
Τα επόμενα χρόνια, το όνομα της Μαρίας Νέτσικα το έβρισκα πίσω από κάθε σπουδαία διοργάνωση που γινόταν στη Θεσσαλονίκη και είχε σχέση με το κρασί. Διάβαζα τα βιβλία της, αναζητούσα άρθρα της, ξεφύλλιζα το περιοδικό που κυκλοφορεί για το κρασί, ενισχύοντας ένα όνομα που για την πόλη αλλά και όχι μόνο, αποτελεί σημείο αναφοράς για την ποιότητα και την προώθηση ενός ολόκληρου κλάδου.
Η συνάντηση μας για να μιλήσουμε για την Parallaxi έγινε ενδιάμεσα σε πόρτες που χτυπούσαν, τηλέφωνα και άγχος λόγω των ετοιμασιών για την 20η διοργάνωση του Χάρτη των Γεύσεων στο Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο το ερχόμενο Σαββατοκύριακο (2 και 3 Δεκεμβρίου). Είναι σπουδαίο να πρέπει να υποδεχτείς ανθρώπους που τιμάς και σε τιμούν και αυτό η Μαρία Νέτσικα το γνωρίζει καλά στα χρόνια που αφιέρωσε σε όσα αγάπησε πολύ. Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που τις τελευταίες μέρες πριν ανοίξουν οι πύλες του Χάρτη των Γεύσεων θέλει να γνωρίζει πως θα είναι όλα τέλεια για τους φίλους που θα υποδεχτεί.
Στη συζήτηση μας με την Μαρία Νέτσικα, μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του χώρου του κρασιού στην Ελλάδα, μιλήσαμε για τα παιδικά χρόνια της, τα φοιτητικά, την ενασχόληση με την οινοποιία , την πορεία του ελληνικού κρασιού και, ασφαλώς, για την γαστρονομία στη Θεσσαλονίκη.
Τι αναφορές θα μπορούσατε να βρείτε στην παιδική σας ηλικία που να έχουν σχέση με τα μετέπειτα χρόνια στην οινοποιία;
Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι αυτές στις συχνές αλλαγές πόλης που κάναμε λόγω της δουλειάς του πατέρα μου, εγώ έπρεπε κάθε φορά να εγκλιματίζομαι στο καινούργιο σχολικό περιβάλλον. Αυτό κατά κάποιο τρόπο με μετέτρεψε από ένα πολύ ντροπαλό παιδί που όποτε του απηύθυναν το λόγο κοκκίνιζε, σε ένα παιδί πιο εξωστρεφή και λίγο πιο άνετο. Όλο αυτό λοιπόν, κατά κάποιο τρόπο μπορεί να έπαιξε ρόλο στη μετέπειτα πορεία και να με βοήθησε. Έπρεπε τότε να βρίσκω τρόπους να ενσωματώνομαι, να καταλαβαίνω γρήγορα τι συμβαίνει και να μην φοβάμαι. Κάτι που το χρειάστηκα τα μετέπειτα χρόνια στη δουλειά μου.
Πώς επιλέξατε το κρασί ως επάγγελμα;
Οι σπουδές μου ήταν χημικός Θεσσαλονίκης. Πολύ ωραία χρόνια, ωραίες αναμνήσεις. Ούτως ή άλλως ήταν μία σχολή που ήθελα να περάσω. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου στο δημοτικό, όταν ο δάσκαλός μας είχε πει για ποιο λόγο φεύγουν οι στέγες των σπιτιών όταν φυσάει δυνατός αέρας, με τη δημιουργία δηλαδή υποπίεσης, είχα εντυπωσιαστεί. Είπα τότε ότι αυτή είναι μία επιστήμη που μπορείς να εξηγήσεις τον κόσμο. Και είναι πάντα πολύ εντυπωσιακό το να εξηγούνται τα πράγματα. Επίσης θυμάμαι ότι είχα εντυπωσιαστεί στο πρώτο εργαστήριο χημείας που κάναμε στο γυμνάσιο, πού τότε το βασικό εργαστήριο ήταν η διάσπαση του νερού σε οξυγόνο και υδρογόνο. Το χημικό λοιπόν ήταν κάτι που το ήθελα. Πριν ακόμα τελειώσω το χημικό, είχα ένα μάθημα επιλογής, την οινολογία. Αφενός λοιπόν ο καθηγητής οινολογίας που ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος, αφετέρου γιατί τα γαλλικά ήταν η πρώτη γλώσσα που έμαθα, πήρα την απόφαση να κάνω κάποια μετεκπαίδευση στη Γαλλία. Εκεί ξεκίνησα με κάποιες σπουδές στο Στρασβούργο και στη συνέχεια εξειδίκευση στο εμπορικό κομμάτι του κρασιού.
Η επιστροφή στην Ελλάδα πώς ήταν;
Όταν επέστρεψα από τη Γαλλία, τον Σεπτέμβριο του 1988, αμέσως ξεκινώ να δουλεύω στην εταιρεία Μπουτάρη. Τότε ήταν μία ενιαία, μεγάλη εταιρεία, από τις μεγαλύτερες τότε στην Ελλάδα μαζί με τον Τσάνταλη. Ήταν ακριβώς η φάση που μεγάλωνε κατά πολύ το οινολογικο της τμήμα, οπότε υπήρχε ενθουσιασμός, πολλοί πειραματισμοί. Για μένα ήταν ένα πολύ μεγάλο σχολείο ο Γιάννης ο Μπουτάρης, γιατί είναι γενικά ένας άνθρωπος που δίνει ευκαιρίες στους ανθρώπους και από κει και πέρα αν εσύ μπορείς να ανταποκριθείς συνεχίζεις. Κάτι που έγινε τότε, γιατί ήμασταν μία γενιά από οινολόγους που εκείνη την εποχή μπήκαμε στην εταιρεία Μπουτάρη και στη συνέχεια ο καθένας με τον δικό του τρόπο εξελίχθηκε. Ήταν χρόνια ενδιαφέροντα και γεμάτα, με πολλή δουλειά και πολύ ενθουσιασμό. Εκεί λοιπόν εγώ ήμουν υπεύθυνη για το κρασί Γουμένισσα αλλά επίσης είχα το κομμάτι που είχε να κάνει με την εκπαίδευση του προσωπικού, ενώ τότε μόλις ξεκινούσε και η εκπαίδευση των καταναλωτών και των επαγγελματιών. Έγιναν κάποια σεμινάρια στο πρώτο Wine Club στη Θεσσαλονίκη από αποφοίτους του Ανατόλια. Οπότε είχα μπει εκ των πραγμάτων σε αυτό το κομμάτι του κρασιού της εκπαίδευσης. Από την εταιρεία Μπουτάρη έφυγα το 1996 και αμέσως πήγα στον Νίκο Στεφανίδη και του πρότεινα να κάνουμε στον Μύλο το Wine Club. Το οποίο έγινε και είχε φοβερή επιτυχία και να σκεφτείτε ότι τώρα τρέχει το Wine Club Thessaloniki’96 όπως λέγεται, εκτός Μύλου πλέον, και είμαστε στην 28η χρονιά. Είμαστε από τα παλαιότερα Wine Club στην Ελλάδα και ένα από τα λίγα που δεν έχει εμπορική σχέση για τα κρασιά, δηλαδή εμείς δεν πουλάμε κρασί, απλώς τα προωθούμε.
Συνεχίζω μετά με διάφορες διοργανώσεις που έχουν σχέση με το κρασί. Τότε ένα μεγάλο κομμάτι της δραστηριότητας μου ήταν και να γράφω σε πολλά περιοδικά της πόλης και όχι μόνο. Το 2002, δημιουργούμε μαζί με την Ελένη τη Σωτηρίου την Wine Plus. Μία εταιρεία προώθησης, ό, τι δηλαδή έκανα μόνη μου μέχρι τότε, να το κάνουμε πλέον μέσα από μία εταιρεία. Ξεκινάμε να διοργανώνουμε κάποια δείπνα, κάποια μαθήματα μαγειρικής, διάφορες γευστικές δοκιμές, να εκδίδουμε το free press περιοδικό μας Wine Plus magazine και από το 2003 και τον Χάρτη των Γεύσεων. Ο πρώτος Χάρτης των Γεύσεων έγινε στον Μύλο, επειδή ήδη υπήρχε συνεργασία.
Πώς τον εμπνευστήκατε;
Είχαμε στο μυαλό μας, κάτι σαν Φεστιβάλ κρασιού, που γίνονται σε κάποιες πόλεις της Ιταλίας, και για αυτό θέλαμε από την αρχή να έχουμε έστω μία μικρή σχέση με τα εδέσματα γιατί το κρασί συνοδεύεται από αυτά, με το κρασί φυσικά να έχει το μεγαλύτερο μέρος. Καταλάβαμε τότε ότι ήταν κάτι που έλειπε από την πόλη. Επίσης ήταν η εποχή που τέτοιου είδους διοργανώσεις είχαν αρχίσει να πρωτοφαίνονται τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Κάπως έτσι λοιπόν ξεκίνησε και ο Χάρτης των Γεύσεων. Την επόμενη χρονιά το 2004, μετακόμισε στο λιμάνι, στην αποθήκη Γ, που τότε το μόνο άλλο που συνέβαινε εκεί, ήταν το Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Μέχρι τότε δεν υπήρχε άλλη χρήση του χώρου. Που τώρα βέβαια γίνονται άπειρα πράγματα στην αποθήκη Γ. Την πρώτη φορά που το κάναμε εκεί θυμάμαι είχα βγει από την είσοδο της αποθήκης και κοίταξα προς την είσοδο του λιμανιού, και είδα να έρχεται ένας απίστευτος κόσμος και λέω όλοι αυτοί για εμάς έρχονται; Ήταν εντυπωσιακό.
Και φτάσατε φέτος να γιορτάζετε τα 20 χρόνια!
Ακριβώς, είναι η 20η μας χρόνια. Το 2017 πλέον δεν χωρούσαμε στην αποθήκη Γ γιατί και οι εκθέτες ήταν πια πάρα πολλοί αλλά και ο κόσμος. Είχε πάψει να είναι πλέον ευχάριστο λόγω έλλειψης χώρου. Έτσι πήραμε τη γενναία απόφαση, η οποία αποδείχτηκε πολύ σωστή εκ των υστέρων, να πάμε στο Βελλίδειο. Τον Χάρτη το στήνουμε με τέτοιο τρόπο βέβαια, που ο χώρος αλλάζει εντελώς εμφάνιση, δεν θυμίζει σε τίποτα το Βελλίδειο που ξέρουμε από τις συγκεντρώσεις των πολιτικών.
Τι ετοιμάζετε για φέτος στη διοργάνωση;
Εκτός από το ότι έχουμε τις πιο πολλές συμμετοχές από κάθε άλλη φορά, θα ευχαριστήσει η Wine Plus τους οινοπαραγωγούς, που είναι μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια και μας στηρίζουν. Ασφαλώς και θα έχουμε τις παράλληλες γευστικές δοκιμές, τους σεφ που θα μας κάνουν κάποιες μίνι επιδείξεις γεύσης, το Wine School που είναι πολύ επιτυχημένο και προτείνουμε στον κόσμο να έρθει πριν ξεκινήσει η γευστική δοκιμή σε μαθήματα ενός μισάωρου για να μάθει πώς δοκιμάζουμε το κρασί, κάτι που γίνεται και στα αγγλικά για τους αγγλόφωνους επισκέπτες που όλο και αυξάνονται. Επίσης θα έχουμε δημοπρασία, για την οποία είμαι πολύ περήφανη και θέλω να πάει καλά, το Christmas Wine Plus Bazaar 2023 όπως το ονομάζουμε, όπου ζητήσαμε από τους οινοποιούς να προσφέρουν κάτι ιδιαίτερο όπως ένα κρασί παλιάς σοδειάς με κάποια αρχική τιμή και στη συνέχεια θα έχουμε την δημοπράτη, την χημικό, οινολόγο και συγγραφέα Μαρία Τζίτζη που θα κάνει τα υπόλοιπα. Τα έσοδα από αυτή τη δημοπρασία, θα διατεθούν στο Παιδικό Χωριό στο Φίλυρο. Βέβαια, θα έχουμε και κάποιες εκπλήξεις που θα τις μάθουν όσοι έρθουν το Σαββατοκύριακο.
Πώς καταφέρνετε τόσα χρόνια να βγάζετε ένα περιοδικό για το κρασί;
Πλέον το περιοδικό κυκλοφορεί τρεις φορές τον χρόνο. Μία για τον Χάρτη των Γεύσεων, μία το καλοκαίρι στην αγγλική γλώσσα και μία ένας «οδηγός» κάθε άνοιξη που κάθε φορά έχει ένα άλλο θέμα, εκπαιδευτικής λογικής πάντα. Εκείνο που θέλω με το περιοδικό, ακριβώς επειδή βγαίνει λίγες φορές μέσα στον χρόνο, είναι να μην είναι κάτι που μιλάει για το τώρα, αλλά να έχει πληροφορίες που κάποιος θα τις κρατήσει. Γι’ αυτό και λέμε ότι είναι ένα handmade περιοδικό που αρχειοθετείται. Έρχονται και μας ζητούν παλιά τεύχη, για να καταλάβετε. Θεωρώ πως μόνο έτσι ένα περιοδικό τέτοιου είδους έχει νόημα πλέον. Ξέρετε, έχω πολλή μεγάλη αγάπη για το περιοδικό αυτό.
Τι αγαπήσατε πιο πολύ στο κρασί;
Πάνω από όλα, το κρασί είναι δημιουργία. Επειδή έχω περάσει από την παραγωγή κρασιού, αλλά και ο σύζυγός μου είναι οινοποιός, στο Κτήμα Αρβανιτίδη. Οπότε, όσο κι αν εκείνη είναι η δική του δουλειά και αυτή είναι η δική μου δουλειά, εκ των πραγμάτων έχω κάποια επαφή. Είναι φοβερό να δοκιμάζεις και να δίνεις και σε άλλους να δοκιμάζουν. Να ξέρεις ότι ανοίγονται χιλιάδες φιάλες από ένα κρασί που έχεις φτιάξει εσύ και να σου λένε ότι τους αρέσει. Είναι αυτή η αίσθηση δημιουργίας που είναι κάτι μοναδικό. Στη συνέχεια, υπάρχει ένας τέτοιος πλουραλισμός στο κρασί, δηλαδή τα αρώματα, οι γεύσεις, τα χρώματα και οι προτάσεις που μια ζωή μπορείς να μαθαίνεις. Ακόμα, επειδή η οινολογία είναι μία πρόσφατη επιστήμη, είναι σε εξέλιξη. Η συνεχής μάθηση για μένα είναι που κρατάει το μυαλό και τον άνθρωπο σε εγρήγορση. Τέλος, είναι και οι άνθρωποι του κρασιού. Είναι άνθρωποι που ασχολούνται με το αμπέλι πιο πολύ και τη γη, οπότε είναι πιο προσγειωμένοι οι περισσότεροι. Με λίγα λόγια, οι άνθρωποι που ασχολούνται με το κρασί, θα πω πως είναι και καλοί άνθρωποι.
Είχατε δυσκολίες σε αυτόν τον χώρο;
Δυσκολίες πάντα υπάρχουν. Ενώ τώρα βλέπουμε πολλές γυναίκες οινολόγους, εκείνη την εποχή ως γυναίκα στον χώρο της παραγωγής του κρασιού ήταν περίεργα. Κι όσο κι αν είχα όλες τις ευκαιρίες στην εταιρεία Μπουτάρη, πιστεύω ακράδαντα πως αν ήμουν άντρας κάποια πράγματα θα ήταν πιο εύκολα. Έπρεπε εκείνη την εποχή να αποδείξω δύο φορές την ικανότητα μου. Αυτά που θεωρούνται δεδομένα όταν είσαι άντρας, όταν είσαι γυναίκα θα έπρεπε να τα αποδείξεις. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι με πήγε πίσω. Όταν ερχόταν θυμάμαι οι παραγωγοί για να παραδώσουν κρασιά κι εγώ τους μιλούσα με το «σεις και με το σας», με κοιτούσαν σαν να είχα έρθει από το διάστημα. Αλλά, όλα είναι κατά πόσο ο καθένας θέλει να επιμείνει. Από εκεί και πέρα, βασικές δυσκολίες αντιμετωπίσαμε και στην Wine Plus, στην αλλαγή νομίσματος που έφερε κάποια προβλήματα τότε, αλλά και την περίοδο των πρώτων μας χρόνων. Μάλιστα χρειάστηκε να αλλάξουμε και κατεύθυνση σε μερικές δραστηριότητες μας εκείνο τον καιρό. Μία άλλη δύσκολη περίοδος, ήταν αυτή της κρίσης το 2010, αλλά και η περίοδος της πανδημίας. Επειδή μάλιστα ένα μεγάλο κομμάτι των δραστηριοτήτων μας έχει να κάνει με το κοινό, όλα είχαν σταματήσει.
Μία άλλη δυσκολία, στο κρασί, είναι αυτή που φέρνει η κλιματική αλλαγή;
Επηρεάζει πολύ η κλιματική αλλαγή. Είναι ούτως ή άλλως κι ένα από τα θέματα που έχουμε στις παράλληλες εκδηλώσεις του Χάρτη των Γεύσεων και το διοργανώνει ο Σύνδεσμος Ελληνικοί Οίνου, ο πιο μεγάλος φορέας του ελληνικού κρασιού. Είναι ένα πολύ ανησυχητικό κομμάτι, το παρακολουθούν όλοι οι φορείς. Δε μπορεί να πει κανείς ότι καταλήγει κάπου, θα πρέπει όμως να γίνουν κάποιες διορθωτικές κινήσεις. Προς το παρόν δεν είμαστε στις χώρες που πρέπει να αλλάξουμε αμπελώνες και να φύγουμε από τα πολύ χαμηλά, αλλά κάθε χρονιά γίνεται όλο και πιο δύσκολη.
Πώς βλέπετε να πηγαίνει το ελληνικό κρασί;
Το ελληνικό κρασί έχει κάνει άλματα σε ποιοτικό επίπεδο. Άλματα τα οποία καταγράφονται και με μετάλλια και διακρίσεις συνέχεια. Έχει κάνει πολλά βήματα σχετικά με τα σημεία που μπορεί να το βρει ο καταναλωτής, ωστόσο δεν υπάρχει όσο θα έπρεπε σε τουριστικά σημεία που σε μία χώρα σαν τη δική μας θα έπρεπε να έρχεται ο τουρίστας και να βρίσκει παντού ελληνικό κρασί. Πηγαίνεις δηλαδή στα ελληνικά νησιά και δε βρίσκεις καλό εμφιαλωμένο κρασί και κρασί της περιοχής. Όσον αφορά τις εξαγωγές επίσης, έχει κάνει βήματα σημαντικά και συνεχίζει να κάνει. Φυσικά, είμαστε ένα πολύ μικρό ποσοστό του παγκόσμιου αμπελώνα, ενώ οι τιμές των κρασιών μας δεν μπορούν να είναι ανταγωνιστικές σε σχέση με χώρες που παράγουν τεράστιες ποσότητες, όπως η Αυστραλία, η Χιλή, η Νότια Αφρική. Άρα, θέλει ένα στοχευμένο μάρκετινγκ και κινήσεις τις οποίες την τελευταία 15ετία ο κλάδος τις κάνει πιο συνειδητά είναι η αλήθεια.
Πώς πίνει κρασί ο Έλληνας;
Σίγουρα ο Έλληνας έχει εκπαιδευτεί στο πέρασμα των χρόνων. Σίγουρα υπάρχει ο κόσμος που συνεχίζει να πίνει το χύμα και που δε φταίει αυτός που πιστεύει πως αυτό είναι το αγνό κρασί. Φταίει σε αυτό και ο κάθε εστιάτορας που του το προτείνει ως χύμα, ενώ θα μπορούσε για παράδειγμα να έχει ένα κρασί από bag in a box. Δηλαδή ένα κρασί σε ποτήρι το οποίο δεν θα είναι εμφιαλωμένο, αλλά θα είναι τουλάχιστον από προσεγμένη συσκευασία. Γιατί ζούμε και μία οικονομική κρίση, άρα δε μπορούν όλοι να πάρουν ένα εμφιαλωμένο αλλά τουλάχιστον να είναι μία ποιοτική πρόταση σε ποτήρι. Εμείς για το κρασί που μιλάμε είναι πάντα το εμφιαλωμένο, αυτό που ανά πάσα στιγμή μπορείς να ανατρέξεις και να βρεις ποιος είναι υπεύθυνος για τα θετικά του ή για τα αρνητικά του. Αν εξαιρέσουμε λοιπόν αυτό το κομμάτι των ανθρώπων, υπάρχουν πάρα πολλοί που όλο και αυξάνονται και που θέλουν να μάθουν για το κρασί και το βλέπω στον Χάρτη των Γεύσεων που όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι έρχονται. Βέβαια να πούμε πως παγκοσμίως η κατανάλωση κρασιού μειώθηκε.
Βοηθάει και η εκπαίδευση τους, που το προσπαθείτε κι εσείς όλα αυτά τα χρόνια.
Βοηθάει πάρα πολύ. Ένα μεγάλο κομμάτι όσων κάνουμε έχει να κάνει με την εκπαίδευση και γι’ αυτό και στον Χάρτη των Γεύσεων έχουμε όλες τις παράλληλες εκδηλώσεις που αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι.
Έχετε γράψει όμως και μερικά βιβλία για το κρασί
Το πρώτο βιβλίο που σκέφτηκα να κάνω και το είχα προτείνει στον Νίκο τον Καρατζά στον ΙΑΝΟ, ήταν ένα ημερολόγιο το 2004, που για κάθε εβδομάδα είχε κι ένα συγκεκριμένο θέμα. Το βιβλίο αυτό πήγε πάρα πολύ καλά τότε. Μετά από αυτό, βγήκε ακόμα ένα με τίτλο «Απόλαυση του κρασιού» που ήταν τα πρώτα βήματα για να μάθει κάποιος το κρασί. Ύστερα βγήκαν τα «Κρασιά της Ελλάδος» σαν ένας οδηγός τσέπης με περιοχές που υπάρχουν οινοποιία. Αυτός ο οδηγός επανακυκλοφόρησε με διαφορετική μορφή και πιο ενημερωμένος το 2017. Επίσης, βγάλαμε ακόμη ένα ημερολόγιο το 2012.
Πώς βλέπετε την γαστρονομία στη Θεσσαλονίκη;
Στη Θεσσαλονίκη γκρινιάζουμε για διάφορους λόγους σχετικούς με τη γαστρονομία. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε πολλά εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας γιατί αυτά έχουν μεγάλα κόστη και δεν υπάρχει εδώ ένα κοινό το οποίο να μπορεί να τα στηρίξει. Δηλαδή εκείνο το κοινό που υπάρχει στην Αθήνα, των δύο ή τριών χιλιάδων ανθρώπων, στη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει. Στην Αθήνα υπάρχουν και τα επαγγελματικά τραπέζια που είναι πάρα πολλά που μπορούν να στηρίξουν αυτά τα εστιατόρια. Στη Θεσσαλονίκη, εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας βρίσκουμε μόνο στα ξενοδοχεία και δεν είναι τυχαίο αυτό. Γιατί υπάρχει ένας φορέας που μπορεί να στηρίξει αυτή τη γαστρονομία, τη μεγάλη κουζίνα, τα πολλά άτομα που δουλεύουν στη κουζίνα, το σέρβις το άψογο και τα λοιπά. Εμείς με την Wine Plus από το 2002 ξεκινήσαμε να κάνουμε δείπνα με συγκεκριμένα θέματα. Μετά από κάποια χρόνια, καταλήξαμε ότι τα δείπνα μας θα τα κάνουμε μόνο στα ξενοδοχεία για τον λόγο που σας είπα. Αν εξαιρέσουμε λοιπόν αυτό, κατά τ’ άλλα η Θεσσαλονίκη ίσως είναι η μοναδική πόλη στην Ελλάδα, στην οποία μπορεί να βρει κανείς να φάει ωραία και με καλά χρήματα είτε σε ψαροταβέρνες, είτε σε κρεατοταβέρνες, και ίσως και μερικά εστιατόρια τα οποία έχουν κάτι διαφορετικό να προτείνουν. Τα τελευταία χρόνια έχουν ανοίξει αρκετά εστιατόρια που έχουν προτάσεις. Άρα, θεωρώ ότι δεν πρέπει να γκρινιάζουμε γιατί έχουμε μία παράδοση η οποία στην καθημερινή κουζίνα συνεχίζει να υφίσταται και με πολύ καλούς εκπροσώπους. Δεν έχουμε απλά πολλά φρουφρου κι αρώματα που έχουν στην Αθήνα. Αυτά στη Θεσσαλονίκη δεν μπορούν να αντέξουν για πολύ. Αυτό από τη μία άποψη είναι καλό…
*Ο Χάρτης των Γεύσεων, η παλαιότερη εκδήλωση για το κρασί στην πόλη, συμπληρώνει φέτος 20 χρόνια παρουσίας στα οινικά δρώμενα της πόλης. Περισσότεροι από 160 οινοποιοί από τις σημαντικότερες αμπελουργικές περιοχές της Ελλάδας και του εξωτερικού, δίπλα σε αποσταγματοποιούς και εισαγωγείς οίνων περιμένουν αυτό το Σαββατοκύριακο (2 και 3 Δεκεμβρίου) τους επισκέπτες στο Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο (Λεωφ. Στρατού 3, Θεσσαλονίκη) από τις 12.00 μέχρι τις 20.00