Νένη Πανουργιά: Η αποβλάκωση του μέσου Αμερικανού (ή Αμερικανίδας) δεν είναι τυχαίο συμβάν
Μιλά στην Parallaxi η καθηγήτρια Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Columbia
Ποιο είναι το πραγματικό διακύβευμα των αμερικανικών εκλογών στις 5 Νοεμβρίου; Γιατί παραιτήθηκε ο Τζο Μπάιντεν και ποια είναι αληθινά η Κάμαλα Χάρις που τον διαδέχθηκε στην ηγεσία των Δημοκρατικών; Μπορεί να κερδίσει τον Ντόναλντ Τραμπ και τι θα σημαίνει αυτό για τις ΗΠΑ και όλη την υφήλιο;
Ποια είναι τα προβλήματα της Αμερικής σήμερα και πόσο πιθανός είναι ένας εμφύλιος; Τι άλλο μπορούμε να δούμε σε αυτόν τον προεκλογκό αγώνα και ποια είναι η δύναμη της προπαγάνδας και του negative advertisement?
Ερωτήματα φλέγοντα όχι μόνο για τους Αμερικανούς ψηφοφόρους, αλλά για όλο τον κόσμο που περιμένει μία από τις πιο κρίσιμες εκλογικές μάχες όλων των εποχών.
Σε όλα αυτά κι άλλα πολλά απαντά στην Parallaxi η Νένη Πανουργιά.
Αναπληρώτρια καθηγήτρια Ανθρωπολογίας στο φημισμένο Πανεπιστήμιο Columbia στη Νέα Υόρκη, πολυγραφότατη συγγραφέας και βαθιά γνώστρια της αμερικανικής και παγκόσμιας πολιτικής σκηνής.
Μια συνέντευξη από την άλλη άκρη του Ατλαντικού που λύνει απορίες και μας αποτυπώνει την εικόνα που επικρατεί τη δεδομένη στιγμή στις ΗΠΑ.
-Έχοντας πλέον περάσει ένα σημαντικό χρονικό διάστημα από τη μέρα της ανακοίνωσης της παραίτησής του, μπορούμε να συνθέσουμε το «παζλ» των λόγων που οδήγησαν τον Τζο Μπάιντεν στην απόσυρση της υποψηφιότητάς του για τις επερχόμενες αμερικανικές εκλογές; Ήταν μόνο οι αρνητικές δημοσκοπήσεις ή και άλλοι παράγοντες;
«Εγώ πιστεύω ότι αυτό ήταν το σχέδιο εξ αρχής—να τρέξει ο Μπάιντεν την υποψηφιότητα μέχρι τελευταία στιγμή (που είναι το τέλος Ιουλίου) και να αποσυρθεί. Δεν είχα σκεφτεί ότι θα έμπαινε η Κάμαλα Χάρρις υποψήφια γιατί σκεφτόμουν ότι δεν θα κατέβαζαν οι Δημοκρατικοί γυναίκα εναντίον του Τραμπ, αλλά, τελικά, αυτή ήταν η πιο σωστή κίνηση: Γυναίκα που να μην θυμίζει σε τίποτα την Χίλαρυ Κλίντον και που να μην φοβηθεί τον χλευασμό της ακροδεξιάς.
Στα ΜΜΕ της Αμερικής, αλλά και σε πιο αντι-συστημικά μέσα, βλέπουμε ως κύριο λόγο της απόφασης τις αρνητικές δημοσκοπήσεις εξαιτίας της κάκιστης εμφάνισης Μπάιντεν στο debate. Αλλά κακές εμφανίσεις σε debates συμβαίνουν συνέχεια και οι υποψήφιοι δεν αποσύρονται. Έχουμε δει αντίστοιχες και στην Ελλάδα, αλλά και ο ίδιος ο Τραμπ είναι η πεμπτουσία του κακού debate.
Πρέπει να σκεφτούμε, όμως, το πώς ορίζεται το καλό ή κακό debate: ως παρουσίαση στοιχείων; παράθεση πινάκων και δυναμική και στιβαρή διανοητική παρουσία των υποψηφίων; σπιρτάδα και ταχύτητα παράθεσης πληροφοριών και γνώσεων; Όλα αυτά που μέχρι το 2016 έδιναν τον ορισμό του debate τα διέλυσε ο Τράμπ στην πρώτη του εμφάνιση εναντίον της Κλίντον, επομένως δεν υπάρχει πια πρότυπο του τι είναι καλό και τι κακό debate, κάθε φορά αποφασίζεται ad hoc.
Διαβάζουμε πολύ συχνά ότι ο Μπάιντεν τάχει χάσει, ότι η ηλικία του δεν του επιτρέπει να ασκήσει τα καθήκοντά του σωστά, ότι είναι αφηρημένος και στα πρόθυρα άνοιας. Θεωρώ αυτή την εικόνα εν πολλοίς κατασκευασμένη. Προφανώς ένας άνθρωπος στην ηλικία του Μπάιντεν μπορεί και να μην έχει την ταχύτητα του λόγου, ή και της διανοητικής διεργασίας που θα έχει ένας νεώτερος άνθρωπος, αλλά εδώ πρέπει να συνυπολογίσουμε και το ότι ο Μπάιντεν έχει τραυλισμό. Είμαστε υποχρεωμένες, όμως, επίσης, να εξετάσουμε το κατά πόσο πέφτουμε κι εμείς οι ίδιοι θύματα μιας κατασκευασμένης εικόνας που προβάλλεται συνεχώς σαν πραγματική».
Σε πρόσφατο άρθρο των NYT διαβάσαμε ότι καταλυτικό ρόλο στην απόφαση έπαιξαν και τρίτα πρόσωπα, όπως η Νάνσι Πελόζι. Σε ποιο βαθμό εκτιμάτε ότι μπορεί να ισχύει αυτό;
«Το Δημοκρατικό Κόμμα της Αμερικής είναι ένας πολύπλοκος μηχανισμός που δεν έχει υπάρξει ποτέ προσωποπαγής (ίσως με την εξαίρεση του FDR) και που κινείται βάσει θεσμικών θέσεων. Μία απ’ αυτές είναι, βέβαια, η/ο Διευθυντής της Βουλής (Speaker of the House), μαζί με τον προηγούμενο/ους Προέδρους. Αυτή τη στιγμή στην Αμερική έχουμε την Πελόζι, τον Ομπάμα, και, αυτό που λέγεται «ο μηχανισμός Κλίντον» που συμπεριλαμβάνει, προφανώς τον Μπίλλ και την Χίλαρυ, αλλά επίσης κομματικά στελέχη που έχουν στελεχώσει το κόμμα.
Ο Ομπάμα, παρ’ ότι απέτρεψε τον Μπάιντεν από το να διεκδικήσει την Προεδρεία το ’16 λέγοντας το περίφημο “it’s Hilary’s time” (δηλαδή, ήταν η σειρά της Χίλαρυ) δεν ανήκει σ’ αυτόν τον μηχανισμό αν και συχνά έχει υποχρεωθεί να υποκύψει στις στρατηγικές του. Αλλά είναι απολύτως βέβαιο ότι στελέχη του κόμματος που ανήκουν σε διαφορετικές συνιστώσες και που ενδιαφέρονται μόνο για το κόμμα και όχι για τον υποψήφιο, υποστήριξαν την απόσυρση της υποψηφιότητας Μπάιντεν.
Αν δεχτούμε την πιθανότητα να ήταν αυτό το σχέδιο εξ αρχής τότε θα χρειάστηκε τεράστιος έλεγχος πάνω σε μεγάλο αριθμό ατόμων για να μην διαρρεύσει. Και εκεί η Νάνσυ Πελόζι θα έπαιξε τεράστιο ρόλο γιατί είναι ο άνθρωπος με την μεγαλύτερη εξουσία στο κόμμα».
Μπορούμε να κάνουμε μια προσωπογραφία της Κάμαλα Χάρις; Σε ποια σημεία θεωρείτε ότι υπερτερεί έναντι του Μπάιντεν, αλλά και του Τραμπ ώστε να τον κερδίσει στην εκλογική αναμέτρηση;
«Η Κάμαλα Χάρις ως αντιπρόεδρος είναι, μάλλον, άγνωστη. Πιστεύω ότι, ακριβώς επειδή εξαρχής, λόγω της ηλικίας του Μπάιντεν, υπήρχε η ανησυχία ότι μπορεί να καλείτο η Χάρις να τον αντικαταστήσει, προστατεύθηκε από τον κομματικό μηχανισμό και δεν εκτέθηκε. Της έδωσαν, δηλαδή, ένα κουβαδάκι για να παίζει στην άμμο, χωρίς να χρειαστεί να πάρει μέρος δημοσίως σε αμφιλεγόμενες και πολιτικά επικίνδυνες αποφάσεις.
Την ξέρουμε, όμως, από τότε που ήταν Attorney General στην Καλιφόρνια και μπορούμε να ζυγίσουμε και, σε κάποιο βαθμό, να στοιχήσουμε τις θέσεις της τότε. Και οι θέσεις της τότε όχι μόνο δεν ήταν ριζοσπαστικές αλλά, σε πολλά σημεία, δεν ήταν καν προοδευτικές και, σε ορισμένα θέματα, ήταν απολύτως αντιδραστικές (όπως όταν διέταξε την φυλάκιση των γονέων, κυρίως μονογονεϊκών οικογενειών, όταν τα παιδιά τους έχαναν μέρες από το σχολείο).
Και ακόμη δεν έχουμε δει δείγμα γραφής της σε σχέση με τα εργασιακά και τα συνδικαλιστικά, που είναι, βεβαίως, το ισχυρό σημείο του Μπάιντεν. Ξέρουμε, όμως, ότι έχει πάρει καλύτερες θέσεις, δημοσίως, σχετικά με την γενοκτονία στη Γάζα και τις κινητοποιήσεις στα πανεπιστήμια. Το θέμα της Γάζας θα παίξει μεγάλο ρόλο στις εκλογές και πιστεύω ότι η Κάμαλα Χάρις υπερέχει του Μπάιντεν σ’αυτό το θέμα.
Είναι επίσης νέα, έξυπνη, όμορφη, φωτογενής, και προέρχεται από δύο μειονοτικές κοινότητες της χώρας. Σε σύγκριση με τον Τράμπ δεν μπορεί να γίνει λόγος για το ποιος υπερτερεί του άλλου. Τα ερωτήματα εδώ είναι δύο: το ένα είναι σε τι βάθος έχει επεκταθεί η ψυχοπαθολογία των ψηφοφόρων του Τράμπ. Το άλλο είναι αν θα κατέβουν οι Δημοκρατικοί να ψηφίσουν.
Αν μειωθεί η αποχή τότε θα κερδίσουν οι Δημοκρατικοί γιατί κάθε φορά που μειώνεται η αποχή ανεβαίνουν τα ποσοστά της μη-Δεξιάς. Αυτό το ξέρουμε εδώ και δεκαετίες και το είδαμε προσφάτως και στα τελικά αποτελέσματα των γαλλικών και ολλανδικών εκλογών, αλλά και στις μεσο-πρόθεσμες εκλογές στην Αμερική το 2022. Χωρίς αμφιβολία ο Τράαπ είναι φαινόμενο. Αλλά εξ ίσου φαινόμενο είναι και η Κάμαλα Χάρις και, επιπλέον είναι και συγκροτημένος άνθρωπος.
Νομίζω ότι η (επικείμενη) επιλογή υποψήφιου αντιπροέδρου δεν θα αλλάξει την εκλογική απόφαση των Δημοκρατικών, αλλά μπορεί να επηρεάσει την απόφαση των Ανεξάρτητων (δηλαδή πιθανή επιλογή Josh Shapiro μπορεί να αποτρέψει αναποφάσιστους ψηφοφόρους από το να ψηφίσουν την Χάρρις ή, ακόμη, και να ψηφίσουν καν)».
Μπορεί ο προεκλογικός αγώνας να λάβει τοξικά χαρακτηριστικά, μετά τους χαρακτηρισμούς που εξαπέλυσε ο Τραμπ αποκαλώντας την Χάρις «ριζοσπαστική αριστερή τρελή»; Θα χρησιμοποιηθούν και fake news από τις δύο πλευρές;
«Οι Δημοκρατικοί συνήθως δεν προσφεύγουν σε fake news, κυρίως γιατί δεν τα έχουν ανάγκη—η πραγματικότητα των Ρεπουμπλικάνων είναι, συνήθως, χειρότερη από το οποιοδήποτε fake news μπορεί να φανταστεί κανείς. Επίσης οι Δημοκρατικοί δεν πέφτουν τόσο συχνά θύματα παρανοϊκών σεναρίων όσο οι Ρεπουμπλικάνοι (ας θυμηθούμε το περίφημο pizzagate όπου, υποτίθεται, η Χίλαρυ Κλίντον διατηρούσε ολόκληρο δίκτυο διακίνησης εμπορίας παιδιών στο υπόγειο μιας πιτσαρίας στη Ουάσινγκτον).
Αλλά οι Δημοκρατικοί έχουν εδώ και χρόνια αποφασίσει ότι δεν θα εμπλέκονται σ’ αυτό που λέγεται negative advertising, τοξικότητα, όπως λέτε. Αυτό, όμως, που αποφάσισαν προσφάτως είναι να κάνουν διαφημίσεις με στοιχεία. Πριν λίγες εκλογικές αναμετρήσεις, δηλαδή πριν τον Μπους, αυτό θεωρούνταν «τοξική» συμπεριφορά. Αυτή τη στιγμή θεωρείται, και σωστά, δημοκρατική αντιπαράθεση.
Επιτέλους, τα αμερικανικά ΜΜΕ αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν τη λέξη «ψέμα» (lie) για τα συνειδητά, στοχευμένα, και επαναλαμβανόμενα ψέμματα που λέει ο Τραμπ, αντί των ευγενέστερων όρων «αναλήθειες (untruths)» ή «ανακρίβειες (inaccuracies)». Αυτό δεν καθιστά «τοξικότητα», καθιστά δημοσιογραφική υποχρέωση».
Ποιο είναι το πραγματικό διακύβευμα των εκλογών του Νοεμβρίου για τις ΗΠΑ;
«Το διακύβευμα των Αμερικανικών εκλογών είναι πλανητικό διακύβευμα, και δεν είναι τίποτα λιγότερο από την διατήρηση του δημοκρατικού κεκτημένου παγκοσμίως. Ο Τραμπ, με την υποστήριξη των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων του, έχει εξαπολύσει συστηματικές κινήσεις διάβρωσης των θεμελίων του δημοκρατικού πολιτεύματος, δηλαδή την διάβρωση του δικαστικού σώματος, από τα κατώτερα δικαστήρια μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο, την αποψίλωση του συστήματος ελέγχου (check and balances), την μετατροπή κάθε υποχρέωσης του κράτους απέναντι στους πολίτες του σε προνόμια που διαχειρίζονται εξωκρατικές μονάδες ιδιωτικής πρωτοβουλίας και κέρδους.
Παρουσιάζει συστηματικά στους πολίτες τα δικαιώματα που έχουν αποκτήσει με αγώνες αιώνων ως επαχθείς υποχρεώσεις που χρήζουν ελάφρυνσης. Έχει δημιουργήσει ένα φαντασιακό σχήμα απόλυτης ανευθυνότητας του κράτους απέναντι στους πολίτες βαυκαλίζοντάς τους με υποσχέσεις απόλυτης αυτονομίας, π.χ. τι το θέλουμε το Υπουργείο Παιδείας; Θα διδάσκουμε στα παιδιά μας ό,τι αποφασίζει το συμβούλιο γονέων και κηδεμόνων.
Τι το χρειαζόμαστε το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ενέργειας; Θα αποφασίζουν οι επενδυτικές και κατασκευαστικές εταιρείες για το τι αρμόζει στη χώρα. Τι της θέλουμε τις εκλογές; Αφού με ψηφίσετε τον Νοέμβρη δεν θα χρειαστεί να ξαναψηφίσετε ποτέ στη ζωή σας, είπε πρόσφατα σε συγκέντρωση Ευαγγελικών, δείχνοντας έτσι όχι μόνο την πλήρη του άγνοια για τις εκλογές ως εργαλεία της δημοκρατικής διαδικασίας αλλά και την πλήρη του απαξίωση για την ίδια την δημοκρατική διαδικασία. Δεν καταλαβαίνει, δηλαδή, αλλά και απαξιώνει τι σημαίνει δημοκρατία.
Η Αμερικανική Δημοκρατία, έτσι, στραβή, κουτσή, κι ανάποδη όπως είναι δεν παύει να είναι το πρώτο πείραμα αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στον σύγχρονο κόσμο, ένα διαρκές πείραμα για την καλύτερη εφαρμογή της πρακτικής δημοκρατίας σε ευρύ επίπεδο (δηλαδή όχι άμεση δημοκρατία του είδους του 5ου αιώνα στην Αθήνα). Αν μπορέσουμε να το διατηρήσουμε, όπως είχε πει ο Φράνκλιν. Αυτή η δημοκρατία βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο χείλος του γκρεμού κι αν πέσει θα συμπαρασύρει μαζί της και άλλες».
Ζητήματα όπως η οπλοκατοχή και οι αμβλώσεις παραμένουν στην πρώτη γραμμή και τι ρόλο θα παίξουν στο αποτέλεσμα; Ποια άλλα ζητήματα απασχολούν τους Αμερικανούς και αποτελούν κριτήρια ψηφοφορίας;
«Ο Μπιλ Κλίντον μας έμαθε, με το λάθος του, ότι το θέμα δεν είναι η οικονομία. Ο κόσμος μαθαίνει να ζει με όλο και πιο λίγα και να παρακολουθεί την συσσώρευση πλούτου σε μικρές, ελάχιστες, ομάδες (παρέες, μάλλον) σαν κάτι το φυσιολογικό και το αναπόφευκτο.
Η χειραγώγηση του εκλογικού σώματος και της κοινωνίας γενικότερα έχει γίνει στο ιδεολογικο-φαντασιακό επίπεδο: Στην κατασκευή εχθρότητας απέναντι στον άλλον/στην άλλη/στο άλλο που (υποτίθεται) απειλούν τον τρόπο ζωής μας—τις γυναίκες που αποφασίζουν να υποστούν αμβλώσεις, τους γονείς και συγγενείς θυμάτων οπλοκατοχής—στους μετανάστες και τους πρόσφυγες που έρχονται στην Αμερική εξαιτίας της οικονομικο-πολιτικής παρέμβασης της χώρας σε πλανητικό επίπεδο, σε όλους μας που εναντιωνόμαστε στην υφαρπαγή του φυσικού περιβάλλοντος από τα ιδιωτικά συμφέροντα (ας πούμε με την ιδιωτικοποίηση του νερού, την εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου σε περιβαλλοντικά προστατευόμενες περιοχές, στην παροχή αδείας ρίψης αποβλήτων σε ποτάμια, λίμνες, και θάλασσες).
Αλλά αυτή τη στιγμή μέγιστης σημασίας για μεγάλο μέρος ψηφοφόρων και, δη, της νεολαίας, είναι η γενοκτονία στη Γάζα και το μέλλον της Παλαιστίνης».
Ο κίνδυνος εμφυλίου πιστεύετε ότι έχει ξεπεραστεί, μετά και τα γεγονότα του Ιανουαρίου του 2021; Είναι κάτι που έχει ξεχαστεί από την αμερικανική κοινωνία;
«Εξαρτάται από το πώς ορίζουμε τον εμφύλιο. Αν μιλάμε για πραγματικό πόλεμο, με όπλα, αψιμαχίες, και μάχες, τέτοιος κίνδυνος δεν έχει υπάρξει καθόλου γιατί οργανωμένη οπλοκατοχή δεν παρατηρείται ανάμεσα στους Δημοκρατικούς και άλλους προοδευτικούς. Αν μιλάμε για ένοπλες μονομερείς ενέργειες των Ρεπουμπλικάνων τότε αυτός ο κίνδυνος είναι απολύτως υπαρκτός είτε κερδίσουν οι Δημοκρατικοί είτε κερδίσει ο Τραμπ, στην πρώτη περίπτωση γιατί και πάλι δεν θα δεχτούν το αποτέλεσμα ως αληθινό, στην δεύτερη περίπτωση ως επίδειξη ισχύος».
Ποια είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα της Αμερικής σήμερα κατά τη γνώμη σας;
«1. Οι τρομακτικές οικονομικές ανισότητες μεταξύ των ανώτερων και των κατώτερων οικονομικών στρωμάτων που δεν έχει υπάρξει ποτέ πριν στην ιστορία του πολιτισμού, όπως μας λένε οι οικονομολόγοι,
2. η συστηματική επίθεση στο κοινωνικό κράτος και η υποκατάστασή του από το οικονομικό συμφέρον ιδιωτικών εταιρειών που μέλημά τους δεν είναι η ανακούφιση των χαμηλών εισοδημάτων αλλά το δικό τους κέρδος,
3. η χειραγώγηση του κράτους δικαίου,
4. η υποχώρηση της παραγωγής με την σύνοδη μετατροπή της οικονομίας από παραγωγική σε χρηματο-οικονομική και οικονομία υπηρεσιών.
Το καθένα απ’ αυτά τα προβλήματα μεταφράζεται σε πρακτικό επίπεδο στη ζωή των κατοίκων, δηλαδή δεν είναι αφηρημένες έννοιες που ψάχνουν να βρουν παραδείγματα, αλλά εμπράγματες απόρροιες μιάς ιδεολογίας που απαξιώνει το ανθρώπινο όν ως όν και το μετατρέπει σε εξάρτημα παραγωγής πλούτου της πολύ μικρής μερίδας (το λεγόμενο 0,01%) που κινεί την οικονομία του πλανήτη.
Παράδειγμα απτό οι αντλίες νερού: υπήρχε μια κατασκευαστική εταιρεία στο Ουισκόνσιν που έφτιαχνε εξαιρετικές αντλίες νερού και είχαμε μία στον ελαιώνα μας κατασκευής του 1973. Όταν η αντλία κάηκε το 2014 προσπαθήσαμε να την αντικαταστήσουμε με καινούργια.
Μετά από σειρά τηλεφωνημάτων που έκανα σε ελληνικές εταιρείες πώλησης αντλιών, χωρίς να βρω άκρη, τηλεφώνησα στο εργοστάσιο στο Ντέλβαν, στο Ουισκόνσιν. Βρήκα έναν υπάλληλο που εργαζόταν εκεί από το 1975 που μου είπε να μην χάνω τον χρόνο μου γιατί αυτές οι αντλίες που κατασκευαζόντουσαν αποκλειστικά σε εκείνο το εργοστάσιο και διοχετεύονταν σε όλη την γη τώρα, μου εξήγησε ο άνθρωπος, για να πουλήσουν μια αντίστοιχη αντλία στην Ιαπωνία ήταν υποχρεωμένοι να εισαγάγουν το ωστικό κολλάρο από την Ιαπωνία, το ωστικό ρουλεμάν από την Ιταλία, και να κατασκευάσουν την αντλία και το μοτέρ ως ένα (όχι ως δύο ξεχωριστά εξαρτήματα όπως πριν). ‘Πάρτε μια Τέσλα να κάνετε τη δουλειά σας» μου είπε.
Τον ρώτησα αν θα είναι της ίδιας ποιότητας. «Τίποτα δεν θα είναι της ίδιας ποιότητας» μου είπε, «αλλά δεν έχετε επιλογή». Όντως, τίποτα δεν είναι της ίδιας ποιότητας γιατί η αντλία κάηκε το 2017 και το μοτέρ της ξανακάηκε το 2024. Μια ολόκληρη οικονομική μικρο-οικονομία που απασχολούσε μερικές εκατοντάδες ντόπιων κατοίκων που απ’ αυτή τους την εργατική απασχόληση έστελναν τα παιδιά τους σχολείο, αγόραζαν αυτοκίνητα, ξεχρέωναν τα δάνεια των σπιτιών τους και πήγαιναν διακοπές καταστράφηκε.
Άλλο παράδειγμα: στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μου στη Νέα Υόρκη, επιχείρηση ελληνικών συμφερόντων που την τρέχουν αυτοπροσώπως οι μετανάστες ιδιοκτήτες και τα παιδιά τους πουλάνε κονσέρβα ντολμαδάκια φτιαγμένα στην Κίνα που δεν ήξεραν καν ότι ήταν φτιαγμένα στην Κίνα, γιατί η πληροφορία είναι γραμμένη πάνω στην κονσέρβα με γράμματα ελάχιστου μεγέθους, αυτό που λέμε small print. Κι άλλο παράδειγμα: χρόνια ασθενείς φτάνουν και ξεπερνούν το ανώτατο όριο φαρμακευτικής κάλυψης που τους παρέχουν οι ασφαλιστικές τους εταιρείες και υποχρεώνονται να αγοράζουν φάρμακα από το διαδίκτυο με αποτέλεσμα είτε να έχουν σοβαρές παρενέργειες (καμμιά φορά θανατηφόρες) από την κακή κατασκευή του φαρμάκου με αμφίβολης ποιότητας πρώτες ύλες, είτε να εξαρτώνται από τον κάθε σκιτζή του διαδικτύου.
Κι άλλο παράδειγμα: η τιμή των αναψυκτικών είναι 62% χαμηλότερη από την αντίστοιχη του γάλακτος με αποτέλεσμα οικονομικές ομάδες που δεν τα βγάζουν πέρα οικονομικά να παίρνουν διατροφικές αποφάσεις που βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στην αγοραστική τους αδυναμία αντί στην διατροφική τους ανάγκη—δίνουν στα παιδιά τους να πιούν κόκα-κόλα αντί για γάλα.
Τα οικονομικά προβλήματα της χώρας είναι απολύτως συνδεδεμένα με τα κοινωνικά και με την ιδεολογία που οδηγεί σε κοινωνικό αποκλεισμό, ιδεολογία που οργανώνει τον τρόπο αντίληψης περί εκπαίδευσης και παιδείας, εργατικής απασχόλησης, τραπεζικού συστήματος, και που τελικά οδηγεί σε βία.
Η αποβλάκωση του μέσου Αμερικανού (ή Αμερικανίδας) δεν είναι τυχαίο συμβάν, αλλά υπολογισμένης πολιτικής. Γι αυτό και βλέπουμε τις τεράστιες διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στα εκπαιδευτικά συστήματα των διάφορων πολιτειών—ας πούμε ανάμεσα στη Νέα Υόρκη ή την Καλιφόρνια και την Αλαμπάμα, την Φλόριντα, και την Ιντιάνα. Γιατί η καλλιέργεια της καχυποψίας απέναντι στην κριτική σκέψη δεν είναι απότοκο αλλά συντονισμένη ενέργεια.
Οπότε, τα προβλήματα αυτή τη στιγμή: οι οικονομικές ανισότητες, η φυλετική και οικονομική βία, η ανοιχτή εχθρότητα απέναντι στην ανεξάρτητη εκπαίδευση, ο εισοδισμός του θρησκευτικού φονταμενταλισμού σε όλους τους τομείς του ομοσπονδιακού κράτους και ορισμένων πολιτειακών μηχανισμών, η μισαλλοδοξία απέναντι στο οτιδήποτε διαφορετικό από την εικόνα της κανονικότητας που προωθούν οι Ρεπουμπλικάνοι και ακροδεξιοί, η υφαρπαγή του χώρου της Δεξιάς από την φασίζουσα ακροδεξιά».
Έχει τη δυνατότητα ο μέσος Αμερικάνος για πρόσβαση σε ουσιαστική ενημέρωση ή έχει αφεθεί στην ανεξέλεγκτη σαγήνη του λόγου που αρθρώνεται στα social;
«Υπάρχουν πάρα πολλοί χώροι απ’ όπου μπορεί κανείς να αντλήσει ακριβή και εμπεριστατωμένη πληροφόρηση και ανάλυση που βασίζονται σε εξακριβωμένες πηγές. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι υπάρχει τεράστια χειραγώγηση της κοινής γνώμης και συστηματική κατασκευή συναίνεσης, όπως μας έχει πει ο Τσόμσκυ».
Τι φοβάστε για την επόμενη μέρα μετά τις εκλογές;
«Όποιο κόμμα και να κερδίσει φοβάμαι για βία εναντίον των μειονοτήτων, του κινήματος υποστήριξης της Παλαιστίνης, των δημοσιογράφων, των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Πιθανή εκλογή Τραμπ θα σημάνει την εξαφάνιση της Παλαιστίνης, αύξηση των δικτατοριών παγκοσμίως, κατάλυση των νευραλγικών άρθρων του Συντάγματος, υπεραστυνόμευση του δημόσιου χώρου και πλήρη απαλλαγή της παρέας Τραμπ (και του ίδιου) από κάθε παρανομία».