Πυγμαλίων Δαδακαρίδης: «Πρέπει ο επαναστάτης να είναι λίγο εμπορικός πια για να ακουστεί»
"Εγώ βαρέθηκα να δίνω συγχωροχάρτια στον εαυτό μου..." - Ο σημαντικός ηθοποιός μιλάει στην Parallaxi για τις ευθύνες μας στην κοινωνία με αφορμή την παράσταση "Ηρακλής Μαινόμενος"
Με ένα έργο που δεν ανεβαίνει συχνά, ο Δημήτρης Καραντζάς συστήνει στο κοινό το νέο του θεατρικό σύμπαν παίρνοντας το κείμενο του Ευρυπίδη και κάνοντας μία μεγάλη περιοδεία αυτό το καλοκαίρι, φτάνοντας και στη Θεσσαλονίκη, με τρεις βραδιές – 14, 15 και 16 Ιουλίου – στο Θέατρο Δάσους.
Στον ρόλο του Ηρακλή Μαινόμενου, ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης. Ένας ηθοποιός που τα τελευταία χρόνια έχει κερδίσει επάξια ένα μεγάλο κοινό που τον αγαπά και τον ακολουθεί στις ακριβές και πολύτιμες επιλογές του, αναλαμβάνοντας σημαντικούς ρόλους θεατρικά αλλά και ρόλους στην τηλεόραση που ξεχώρισαν.
Με προτεραιότητα τον “Ηρακλή Μαινόμενο” και τα βαθιά κοινωνικά νοήματα του, ο σπουδαίος ηθοποιός μιλάει στην Parallaxi για την έννοια της φιλίας, την ευθύνη όλων μας στα άσχημα που συμβαίνουν, για το τηλεοπτικό του μέλλον και την Θεσσαλονίκη, που το βράδυ της Κυριακής τον αποθέωσε στην πρώτη από τις τρεις παραστάσεις.
Ένας διάλογος με την ήττα και τη συντριβή των ανθρώπων από διάφορες μορφές εξουσίας είναι ο «Ηρακλής Μαινόμενος» και αυτό το βρίσκω εξαιρετικά επίκαιρο και με συγκεκριμένες αναφορές στη ζωή μας σήμερα.
Δυστυχώς σε κάποια κομμάτια του είναι τραγικά επίκαιρο. Με ό, τι συμβαίνει καθημερινά στην κοινωνία μας και με ό, τι επικοινωνείται πια στα αυτιά μας, γιατί φαντάζομαι και στα χρόνια τα προηγούμενα, πολλά πράγματα που μαθαίνουμε σήμερα, δεν θα τα μαθαίναμε. Περισσότερο όμως εμένα με συγκινεί βαθιά πώς τελικά ένας άνθρωπος όταν βρίσκεται στο πάτωμα της ζωής του, έχει φτάσει να ισοπεδωθεί κυριολεκτικά, βρίσκει τη δύναμη ο ίδιος μέσα του και με την υπέροχη ανταλλαγή της φιλίας βρίσκει το κίνητρο να σηκωθεί και να προσπαθήσει ξανά. Το πιο απλό πράγμα, να περπατήσει ένα βήμα. Πόσο μάλλον να αλλάξει μια ολόκληρη ψυχολογία και μία ολόκληρη νοητική διαδρομή σε κάτι τόσο δύσκολο που του έχει συμβεί. Αυτό εμένα με συγκινεί πραγματικά και νομίζω ότι εκατομμύρια συνάνθρωποι μας το κάνουνε. Παλεύουν καθημερινά, με όλες τις δυσκολίες που έχουν, καταφέρνουν να σηκωθούν ή να βγουν από το δικό τους αδιέξοδο με έναν τρόπο.
Είναι ένα από τα μηνύματα αυτού του έργου η φιλία. Το χέρι που δίνει κάποιος σε έναν άλλον άνθρωπο.
Είναι. Το χέρι του συνάνθρωπου, της οικογένειας, της αλληλεγγύης, του να πιστεύει ο ένας τον άλλον, να αγαπάμε όσο μπορούμε το συνάνθρωπο. Να δίνουμε σε άλλους το κίνητρο να παλεύουν και να ελπίζουν.
Είναι ένα έργο, όχι ιδιαίτερα γνωστό στο κοινό επειδή δεν ανεβαίνει συχνά. Έχετε μία θεωρία γι’ αυτό;
Η αλήθεια είναι ότι δεν έχει παίξει πολλές φορές. Δεν μπορώ να ξέρω το γιατί. Απλά νομίζω ότι είναι ένα από τα έργα που χρειάζονται πραγματικά κάποιον που θα οραματιστεί ένα σύμπαν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, επειδή ο Δημήτρης (Καραντζάς) είναι ένας πολύ εμπνευσμένος καλλιτέχνης και άνθρωπος που ονειρεύτηκε ένα σύμπαν μέσα από αυτό, το οποίο το βλέπεις ξεκάθαρα και στην παράσταση. Και στις ερμηνείες, αλλά και σε αυτόν τον κόσμο που έχει φτιάξει. Οπότε νομίζω ότι είναι ένα έργο που χρειάζεται τον άνθρωπο που θα ονειρευτεί τρόπους ώστε να λειτουργήσει αυτό το έργο. Να το φτιάξει, να το σκηνοθετήσει και να έχει πραγματικά ένα όραμα μέσα από αυτό. Να συνδεθεί δηλαδή συναισθηματικά με έναν τρόπο.
Υποθέτω πως αυτό είναι αλυσίδα και πάει μετά στον ηθοποιό, ο οποίος επίσης θέλει να εμπνευστεί;
Μέσα από αυτά τα χρόνια τα λίγα που εργάζομαι, δε νομίζω να έχω αναιρέσει ποτέ σκηνοθέτη στη ζωή μου. Πόσο μάλλον έναν τόσο ταλαντούχο άνθρωπο όπως είναι ο Δημήτρης, ο οποίος ανεξάρτητα από το τι γνώμη έχεις για το σύμπαν που φέρει, δεν μπορείς να αναιρέσεις ότι ο κόσμος του είναι μαγικός με έναν τρόπο. Γνωρίζει πολύ καλά το έργο, γνωρίσει πολύ καλά την ιστορία και την διαδρομή, έχει γνώση και πάθος για αυτό το πράγμα. Οπότε επεκτείνεται και γίνεται κάτι πολύ πιο ισχυρό αν και εφόσον πιστεύει ο ίδιος αυτόν τον κόσμο και έχει και τους κατάλληλους ανθρώπους να συνεργαστεί. Και δεν αναφέρομαι σε μας μόνο αλλά γενικά.
Βλέποντας ή διαβάζοντας αυτά τα έργα που γράφτηκαν τόσο παλιά, καταλαβαίνουμε τελικά πως όσο κι αν νομίζουμε, δεν αλλάζουν πολλά πράγματα στη βάση και την ουσία της ανθρωπότητας, της κοινωνίας μας;
Πηγαίνοντας στα χρόνια πίσω, αντιλαμβάνεσαι πως, πέρα της τεχνολογικής εξέλιξης ή της καλλιτεχνικής δημιουργίας, επί της ουσίας για πράγματα που οι άνθρωποι έχουν παλέψει στους αιώνες, έχουν πολεμήσει και έχουν κάνει βιαιότητες και βιοπραγίες, με έναν τρόπο στη ζωή τους τα επαναλαμβάνουν. Βασικός σκοπός προφανώς αυτή τη στιγμή είναι το χρήμα. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω γιατί σήμερα παλεύουν δύο λαοί. Δεν μπορεί να το χωρέσει το κεφάλι μου. Γιατί ένας άνθρωπος με έναν άλλον άνθρωπο προσπαθεί να κάνει το χειρότερο, να του αφαιρέσει τη ζωή. Και δεν αναφέρομαι μόνο στους δύο πολέμους που έχουμε αυτή τη στιγμή. Τους οποίους τους έχουμε σχεδόν προσπεράσει. Λες και δεν συμβαίνουν σε αυτή τη γη, συμβαίνουν σε έναν άλλον πλανήτη. Γιατί δεν είναι viral πια… Είναι σχεδόν ειρωνεία ότι όλα αυτά τα χρόνια και μέσα από όλα αυτά τα έργα βλέπουμε το τι συμβολίζει το καθένα ιστορικά, αλλά από την άλλη βλέπουμε ότι η διαδρομή των ανθρώπων απέναντι σε αυτά τα πράγματα, δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει. Μακάρι να είχαν όλοι έναν Θησέα σε όλα τα έργα και σε όλες τις ιστορίες ώστε να άλλαζε η διαδρομή στα πράγματα των ανθρώπων. Δυστυχώς η ευτυχώς υπάρχει αυτή η ηχώ στους αιώνες ότι ο άνθρωπος είναι το χειρότερο είδος σε αυτόν τον πλανήτη.
Ζούμε και σε μία εποχή που ο επαναστάτης μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί γραφικός;
Δεν θα αποφέρει ποτέ ο επαναστάτης την οικονομική διαφορά. Αν ο επαναστάτης άλλαζε το οικονομικό ρου τις διαδρομής, θα τον είχαμε βαφτίσει κάτι σπουδαίο. Δηλαδή πρέπει ο επαναστάτης να είναι λίγο εμπορικός πια για να ακουστεί.
Από την άλλη, απομυθοποιούμε πολύ εύκολα πλέον ανθρώπους
Και όλα αυτά τα κάνουμε από το σπίτι μας πρέπει να πω. Δεν τολμάει κανείς να βγει έξω πραγματικά να περπατήσει στη ζέστη ή μέσα στο κρύο. Έχουμε άποψη για τα πάντα λες και ξέρουμε ακριβώς πώς φτιάχνεται ένα ψωμί ή πως ξέρουμε πώς φτιάχνεται οτιδήποτε άλλο. Ξέρετε, μου θυμίζει πολλές φορές το “Ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος” που έπιαρνε ο παίκτης τη βοήθεια από το κοινό και θεωρούσε ότι αυτό που έχει το μεγαλύτερο ποσοστό κατά το κοινό είναι και η σωστή επιλογή. Μόνο που στη ζωή δεν είναι έτσι τα πράγματα. Ή ακόμα και να είναι, τελικά θέλεις να κάνεις την επιλογή αυτή; Ή, αυτό που εμένα με σοκάρει και με τρομοκρατεί, είναι ο αρνητισμός που υπάρχει. Η χαρά στο σκοτάδι. Η χαρά στο να βρούμε κάτι αρνητικό. Οι ειδήσεις παλιά είχαν και 10 ενημερωτικά πράγματα με ουσία. Τώρα έχουν μόνο βία, κρητική στη βία, ποιοι είναι κατά και υπέρ της βίας και μετά λίγο βία ακόμα. Κι όχι μόνο αυτό, όσο πιο άμεση και σύντομη είναι η βία στην επόμενη πόρτα, ξεχνάμε ολόκληρες ιστορίες όπως είναι ο πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία ή του Ισραήλ με την Παλαιστίνη. Και μιλάμε για κάτι που συμβαίνει πιο κάτω από την Κύπρο και εμείς είμαστε εντάξει με όλο αυτό. Και έτσι μεγαλώνουν γενιές. Θα έπρεπε να μας νοιάζει πώς θα φτιάξουμε την κοινωνία μας καλύτερη. Πώς θα φτιάξουμε τη χώρα μας καλύτερη με έναν τρόπο. Την γειτονιά μας και το σπίτι μας. Τον συνάνθρωπο μας.
Κι αν κάποιος ρωτήσει πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Θα απαντήσω ότι δεν ξέρω τι μπορώ, αλλά σίγουρα των συνάνθρωπο μου μπορώ να τον βοηθήσω. Μπορώ να βοηθήσω τη γειτονιά μου. Μπορώ να μην παρκάρω οπουδήποτε, να μην πετάω τα τσιγάρα κάτω. Να καθαρίζω τους δρόμους, να βοηθήσω και εγώ σε όλο αυτό που συμβαίνει. Θα σας πω ένα παράδειγμα για τη δική μου γειτονιά. Γιατί δεν ξέρω πώς είναι να ζεις στις γειτονιές στον άλλων. Έφερε ο Δήμος τρία δέντρα πριν δέκα χρόνια και φυτεύτηκαν σε ένα παρτέρι. Μικρούλια τότε. Το πρώτο εκείνο βράδυ που τα φυτέψανε και είχαν ποτίσει το χώμα για να είναι πιο ελαφρύ και προφανώς επειδή ο άνθρωπος που τα φύτεψε δεν είχε πολύ διάθεση να το κάνει, δεν τα τοποθέτησε σωστά. Επειδή λοιπόν ήταν και σε μία επιφάνεια του δρόμου που κάποιοι πάρκαραν αυτοκίνητα, δύο άνθρωποι που βγήκαν από το αυτοκίνητό τους εκείνο το βράδυ, έριξαν δύο δέντρα κάτω. Δεν φιλοτιμήθηκαν ποτέ να τα επαναφέρουν στη θέση τους. Εγώ ήμουν στο μπαλκόνι του σπιτιού μου και τους χάζευα. Κατέβηκα κάτω στις τρεις το πρωί, πήρα κάτι σχοινιά που βρήκα και έδεσα τα δύο δεντράκια σε ένα άλλο πιο μεγάλο δέντρο. Τώρα, μετά από 10 χρόνια, βλέπω τέσσερα δέντρα στη σειρά, εκ των οποίων τα δύο έχουν φυτρώσει λίγο στραβά, γιατί δεν τα είχα τοποθετήσει και εγώ σωστά τότε. Παρόλα αυτά έχουν φτάσει τα 2,5 μέτρα. Αυτό θα μπορούσα και εγώ να το είχα προσπεράσει. Αλλά σίγουρα κάπου και εγώ φταίω, δεν φταίνε πάντα οι άλλοι. Κι ας λέμε πάντα πως φταίνε πάντα όλοι οι άλλοι.
Είναι πιο εύκολο όμως να δίνουμε συγχωροχάρτια στον εαυτό μας.
Ε λοιπόν εγώ βαρέθηκα να δίνω συγχωροχάρτια στον εαυτό μου. Δεν ξέρω τι μπορούν να κάνουν οι άλλοι, αλλά αυτό που εγώ μπορώ να προτείνω είναι να δίνουμε στη μέρα μας δύο χαρές παραπάνω. Στον σύντροφο σου, στο ζώο σου, στο παρτέρι του σπιτιού σου, στο παρτέρι από έξω. Να μιλήσει ο ένας για τον άλλον καλύτερα και ας μη τον συμπαθεί. Αν όλοι το κάναμε αυτό στην Ελλάδα νομίζω ότι σε μία εβδομάδα θα ήταν πιο όμορφη η χώρα μας.
Τι να πάρει φεύγοντας ο θεατής από τον «Ηρακλή Μαινόμενο»;
Να πάρει ο ένας τον άλλον μία αγκαλιά. Θα ήθελα ένα ζευγάρι να αγκαλιαστεί λίγο καλύτερα, δύο φίλοι να αγκαλιαστούν λίγο καλύτερα, το ίδιο και ο μπαμπάς με το παιδί του. Κι αυτός που είναι μόνος του, γιατί υπάρχουν πολλοί άνθρωποι εκεί έξω που νιώθουν μοναξιά, να πάρει τον εαυτό του μία αγκαλιά μεγαλύτερη. Να πάρει την ελπίδα ότι ό, τι και αν συμβεί, οφείλουμε να σηκωθούμε και να ξαναπροσπαθήσουμε. Αυτό δεν πειράζει. Πειράζει αν κάνουμε πράγματα άσχημα στον συνάνθρωπό μας, αν στοιχειώνουμε ψυχές για μια ζωή.
Έχετε καταλάβει όλα αυτά τα χρόνια να αλλάζει το κοινό μέσα από συγκεκριμένες καταστάσεις που βιώσαμε κατά καιρούς;
Θα σας γελάσω, δεν ξέρω. Νομίζω ότι εγώ αλλάζω. Δεν ξέρω πώς είναι οι άλλοι άνθρωποι. Νομίζω βέβαια ότι ο κόσμος μετά από όσα έχουμε περάσει βρίσκει μεγαλύτερη διέξοδο στο θέατρο. Και για αυτό είμαι διπλά χαρούμενος.
Και το θέατρο πρέπει να δίνει πράγματα στο κοινό
Δόξα τω θεώ ζούμε σε μία χώρα που ενώ είναι τόσο μικρή, είναι τόσο εμπνευσμένη και έχει τόσο σπουδαίους σκηνοθέτες και ηθοποιούς!
Απολαμβάνετε εξίσου το θέατρο και την τηλεόραση;
Όταν είναι μία δουλειά που θέλω να είμαι, ένα κείμενο που μου αρέσει, συνεργάτες που εκτιμώ, τότε ναι. Προς το παρόν βέβαια τα τηλεοπτικά μου τελειώσανε. Δεν ξέρω πότε θα έρθουν τα επόμενα. Ήμουν δύο χρόνια σχεδόν σε γύρισμα. Νομίζω ότι αυτό το διάστημα κάπως θα ξεκουραστώ και θα ασχοληθώ με το θεατρικό μου σύμπαν. Ξέρετε είμαι από τους ανθρώπους που είμαι τυχερός γιατί έχω τη τύχη να ζω από αυτό που αγαπάω. Να με ζει δηλαδή αυτό που αγαπάω, να με παιδεύει, να με κάνει καλύτερο άνθρωπο. Να γνωρίζω σημαντικούς και σπουδαίους ανθρώπους και να μπορώ να κάνω αυτό που ονειρεύτηκα σαν παιδάκι. Δεν θα αλλάξει η διάθεσή μου σε αυτό. Αν είναι λοιπόν τηλεόραση, θέατρο ή σινεμά, για εμένα είναι απλά ο επόμενος ρόλος και οι επόμενοι φίλοι που θα βρεθούμε για να παίξουμε.
Ποιες αναμνήσεις έχει η δική σας Θεσσαλονίκη;
Τα τελευταία 25 χρόνια, πρέπει να έχω μείνει στατιστικά με τις περιοδείες, περίπου 2 χρόνια και κάτι στη Θεσσαλονίκη. Κρατάω πρόβες, κρατάω τους θεατρικούς παραγωγούς, θυμάμαι ακόμα το θέατρο στην Αγίας Σοφίας, το «Εγνατία» που έκλεισε και μου άρεσε πάρα πολύ, κρατάω όλους τους θεατρικούς χώρους, κρατάω τους ανθρώπους που στον δρόμο μου μιλούν και είναι πολύ ανοιχτοί, κρατάω τους φίλους μου και από τους Άγαμους Θύτες αλλά και από όλες τις παραστάσεις σε διάφορα σημεία της πόλης. Κρατάω την νιότη μου που μεγαλώνει, κρατάω το βήμα μου που αργεί, κρατάω τις μυρωδιές της, τα υπέροχα φαγητά της, τη θέα από την Ανω Πολη αλλά και τη θέα από ένα παγκάκι στο λιμάνι. Ξέρετε στη Θεσσαλονίκη ζούσε ο παππούς μου, όπου εκεί πήρε και το πτυχίο του ως γιατρός. Ο Πυγμαλίωνας. Κρατάω λοιπόν ότι συμβαδίζω κάπου με την ψυχή του. Έχει για μένα λίγο την έννοια της μνήμης. Κρατάω τέλος τα θέατρα της και εύχομαι να αποκτήσουν την υπόσταση που τους αξίζουν.
Ένα θέμα που πολύ συζητήθηκε τον περασμένο χειμώνα είναι και η δυσκολίες των καλλιτεχνών της Θεσσαλονίκης που αναγκάζονται να φύγουν στην Αθήνα για να επιβιώσουν.
Αυτό είναι μία ερώτηση που μόνο αν γίνω Υπουργός Πολιτισμού θα την απαντούσα ανοιχτά. Χωρίς να έχω βέβαια πολιτική διάθεση. Απλά κάποια στιγμή πρέπει να ειπωθούν πράγματα που δεν λέγονται τόσα χρόνια.
Θέλετε να μου αποκαλύψετε μία ευχή σας για τον Πυγμαλίωνα;
Ζήσε όσα έζησες κι ακόμα παραπάνω, μη φοβάσαι να αγαπάς.
*Ο “Ηρακλης Μαινόμενος” στη Θεσσαλονίκη, στις 14, 15 και 16 Ιουλίου στο Θέατρο Δάσους | Μετάφραση: Μαίρη Γιόση | Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς | Δραματουργική επεξεργασία: Αντώνης Αντωνόπουλος, Δημήτρης Καραντζάς | Μουσική: Φώτης Σιώτας | Σκηνικό: Κωνσταντίνος Σκουρλέτης
Διανομή: Πυγμαλίων Δαδακαρίδης – Ηρακλής | Γιώργος Γάλλος – Αμφιτρύων | Στεφανία Γουλιώτη – Μεγάρα | Ηρώ Μπέζου – Ίρις | Άννα Καλαϊτζίδου – Λύσσα | Αινείας Τσαμάτης – Λύκος | Νίκος Μήλιας – Θησέας | Φώτης Σιώτας / Δημήτρης Χατζηζήσης – Χορός | Live Μουσική | Γιάννης Κλίνης – Χορός | Γκαλ Ρομπίσα – Χορός | Μπάμπης Γαλιατσάτος – Χορός | Θανάσης Ραφτόπουλος – Χορός | Αντώνης Αντωνόπουλος – Χορός