Τελικά What happened in Larissa?
Πώς πριν από έξι χρόνια ένα αντίτυπο δίσκου του Nat Birchall «γέννησε» ένα ντοκιμαντέρ που δεν πρέπει να χάσεις
Μέσα στο 2020, ο Δημήτρης Παπαδόπουλος και ο Γιάννης Κολαξίζης ολοκλήρωσαν το ντοκιμαντέρ τους “What happened in Larissa? A music story about Nat Birchall”, το οποίο σύντομα θα προβληθεί στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για τη δεύτερη συνεργασία των δύο σκηνοθετών.
Ο Γιάννης Κολαξίζης έχει σπουδάσει Γραφιστική, Παιδαγωγική, Ζωγραφική, Γραφικές Τέχνες & Πολυμέσα, Τεχνολογία Ήχου και Εικόνας. Δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια στο χώρο του Κινηματογράφου, έχοντας στο ενεργητικό του πολλές ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες. Οι σπουδές του Δημήτρη Παπαδόπουλου, είναι κυρίως Κινηματογραφικές, με εξαίρεση τις προπτυχιακές, ενώ εκτός από τη δημιουργία ταινιών ασχολείται σημαντικά με ζητήματα κινηματογραφικής εκπαίδευσης. Μάλιστα, πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο του βιβλίο “Κινηματογραφική εκπαίδευση: Τέχνη, πολιτισμός και παιδαγωγική” . Και οι δύο, διδάσκουν στο Τμήμα Κινηματογράφου ΑΠΘ.
Στους διαδρόμους της σχολής γνωρίστηκαν ως συνάδελφοι και εκεί άρχισαν να καλλιεργούν τις ιδέες τους για τις επερχόμενες συνεργασίες τους.
Έτσι, αφού η πρώτη τους συνεργασία για την ταινία “Βίος: ο άλλος δρόμος” είχε καλή εξέλιξη, προχώρησαν και στο επόμενο κοινό τους project, “What happened in Larisa?A music story about Nat Birchall”.
«Η ιδέα προέκυψε το 2015, στη Θεσσαλονίκη, όταν γνώρισα τον Κώστα Βουλτσίδη. Ξεκινήσαμε να μιλάμε για μουσική, για jazz συγκεκριμένα, και μου χάρισε ένα αντίτυπο του δίσκου του Nat Birchall. Μου είπε την ιστορία του δίσκου, το background του, πώς δημιουργήθηκε με τόσες δυσκολίες και τι αποδοχή είχε τελικά. Όταν μου έλεγε αυτή την ιστορία, και ήταν τόσο περιγραφικός, του είπα ότι αυτή την ιστορία την έχω στο μυαλό μου: είναι ένα ντοκιμαντέρ. Τη μετέφερα στη συνέχεια στο Γιάννη και ξεκινήσαμε» αναφέρει στην Parallaxi ο Δ. Παπαδόπουλος.
Η ταινία “What happened in Larisa?A music story about Nat Birchall” είναι ένα μουσικό ντοκιμαντέρ, διάρκειας 72 λεπτών, που αφορά τον Nat Birchall και την δημιουργία του δίσκου του στη Λάρισα.
«Ο Nat Birchall είναι βρετανός μουσικός της jazz, spiritual jazz συγκεκριμένα. Έχει μια πλούσια δισκογραφία. Είναι ένας άνθρωπος ιδιαίτερα χαμηλών τόνων, αντισυμβατικός, δεν έχει σχέση με την έννοια του σταρ. Ζει σε ένα χωριό έξω από το Μάντσεστερ, και εκεί γράφει τη μουσική του, στο σπίτι του. Έχει μόνιμους συνεργάτες Βρετανούς. Ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει τη μουσική του είναι η εσωτερικότητα και η πνευματικότητα.
Το ντοκιμαντέρ αναπτύσσεται σε δύο επίπεδα. Το ένα αφορά τη μουσική πορεία του Birchall, το πώς δηλαδή ξεκίνησε και την πορεία που διένυσε στη μουσική βιομηχανία. Το δεύτερο αφορά μια σχέση που ανέπτυξε με έναν άνθρωπο εδώ, στην Ελλάδα. Στόχος της ταινίας είναι να αναδείξει και τη σχέση που ανέπτυξε μέσα από αυτή τη συνεργασία, τη γέφυρα δηλαδή μεταξύ Βρετανίας και Ελλάδας, αλλά και το αποτέλεσμα αυτής, μιας και δημιουργήθηκε ένας δίσκος ο οποίος το 2013 γνώρισε την παγκόσμια αναγνώριση. Περιοδικά και ραδιοφωνικοί σταθμοί όπως το Jazzwise, BBC, Wire τον ανέδειξαν ως Jazz δίσκο της χρονιάς.»
Τζαζ μουσική, από Άγγλο καλλιτέχνη, στη Λάρισα. Τι πιο διαπολιτισμικό από αυτό; Ακούγεται κάπως παράδοξο το να συμβεί κάτι τέτοιο σε μια ελληνική επαρχιακή πόλη. Όμως, όλη αυτήν την παραδοξότητα επιδιώκουν να αναδείξουν οι δύο δημιουργοί στο ντοκιμαντέρ τους.
«Τον Νατ τον συναντήσαμε στις συνεντεύξεις κ σε δύο live, στη Θεσσαλονίκη και Αθήνα. Παράλληλα είχαμε και διαδικτυακή επικοινωνία μαζί του. Είναι ένας άνθρωπος ο οποίος θεωρώ ότι είναι ο ορισμός του αντισυμβατικού καλλιτέχνη από την άποψη ότι δεν την ενδιαφέρει η προβολή. Είναι ένας άνθρωπος απλός, ο οποίος μιλάει για την ουσία της μουσικής και όχι για το φαίνεσθαι.
Δεν έχει στερεοτυπικές απόψεις, άλλωστε γι’ αυτό ήρθε κ στη Λάρισα. Δίνει ευκαιρίες σε ανθρώπους, φαίνεται πάρα πολύ ευγενής. Και όντως έτσι είναι. Ανέπτυξε μια φιλία με τον άνθρωπο που τον κάλεσε στην Ελλάδα, κάπως απρόσμενη. Γνωρίζοντας ότι οι Άγγλοι συχνά δεν είναι τόσο ανοιχτοί σε φιλίες, καταλαβαίνει κανείς το χαρακτήρα του. Είναι φιλικός άνθρωπος κ ανοιχτός. Άλλωστε είναι και το «μότο» του δίσκου αυτό: να είσαι ανοιχτός όταν σε καλεί μια πρόκληση.
Γενικά, στο ντοκιμαντέρ το λέει και ο ίδιος ο Nat. “Όταν μου ήρθε πρόσκληση να πάω να παίξω στη Λάρισα, και δεν ήξερα καν που είναι, άρχισα να ψάχνω το χάρτη να δω τι μαγαζί είναι αυτό. Κάποια στιγμή σκέφτηκα, το πολύ πολύ να πάμε ένα ταξίδι στην Ελλάδα κ να γυρίσουμε.”» επισημαίνει ο Γ. Παπαδόπουλος.
Το ντοκιμαντέρ όμως δεν στέκεται μόνο στον Nat Birchall ως καλλιτέχνη και ως προσωπικότητα, αλλά και στη φιλία του με τον ιδιοκτήτη του Duende bar, στο οποίο πραγματοποιήθηκαν τα πρώτα live του στην Ελλάδα.
«Δε θα υπήρχε το ντοκιμαντέρ, ούτε καν ο δίσκος, αν δεν υπήρχε ο Κώστας Βουλτσίδης, ο ιδιοκτήτης του jazz bar Duende στη Λάρισα. Εκείνος ήταν ο άνθρωπος που τόλμησε να καλέσει τον Nat και οργάνωσε όσο καλύτερα γινόταν, και όσο το δυνατόν πιο επαγγελματικά τις συναυλίες που γινόταν στο μπαρ του.»
To ντοκιμαντέρ δεν είναι ελκυστικό μόνο για τους λάτρεις της jazz και όσους αγαπούν τη μουσική του Nat Birchall. Aπευθύνεται και σε κοινό που δεν έχει καμία σχέση με τη jazz μουσική. Βλέποντας κανείς την ταινία θα περάσει καλά, μιας και πρόκειται για μια ταινία με καλό ρυθμό και ωραία μουσική. Όμως και οι χαρακτήρες των ανθρώπων που παρουσιάζονται στο ντοκιμαντέρ είναι ελκυστικοί, μιας και διατυπώνουν πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις σχετικά με την τέχνη, τη ζωή και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας δημιουργός γενικότερα.
«Πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ αρκετά διασκεδαστικό. H μουσική του Nat είναι ένα ιδίωμα μουσικής που φέρει στοιχεία από κλασσική jazz , ενώ ο Nat έχει προσθέσει και στοιχεία δικά του, ή στοιχεία από reagge, ska κ.α., όπως αναφέρει και ο ίδιος.. Οπότε μη φανταστείτε μια ταινία με βαριά κλασσική jazz μουσική. Πρόκειται για μια μουσική ιδιαίτερη, χαρούμενη, και ρυθμική. Η μουσική επέβαλε το ρυθμό της ταινίας, με αποτέλεσμα ο θεατής να τη βλέπει και να περνάει καλά.» εξηγεί ο Γ. Κολαξίζης.
«Είναι ενδιαφέρον ότι στην ταινία παρουσιάζεται τι μπορεί να κάνει κανείς όταν συνεργάζεται με θετικό πνεύμα. Δύο άνθρωποι που δε γνωριζόταν καν, ήρθαν σε επαφή, βρήκαν κοινά σημεία, κοινή αναφορά στη μουσική και αφού βρέθηκαν και συνεργάστηκαν, και μέσα από την κοινή τους οπτική δημιούργησαν αυτό το μουσικό δίσκο. Όμως δεν έμειναν εκεί. Ο Nat ήρθε και για άλλες τρεις συναυλίες στην Ελλάδα, ενώ δημιούργησαν πλέον και μια εταιρεία μαζί, που λέγεται Parafono Records. Σκοπός τους είναι να δημιουργήσουν δίσκους με μουσική κυρίως από τη μεσόγειο αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη. Νομίζω είναι ένα πολύ ωραίο παράδειγμα, ειδικά για τους νέους ανθρώπους, για το τι μπορούμε να πετύχουμε με τη συνεργασία..» συμπληρώνει από την πλευρά του ο Δ. Παπαδόπουλος.
Εκτός όμως από τον Nat Birchall και τον Κώστα Βουλτσίδη, ο Δημήτρης Παπαδόπουλος και ο Γιάννης Κολαξίζης, αποτελούν ένα ακόμη παράδειγμα των όσων μπορούν να επιτευχθούν μέσα από τις συνεργασίες, μιας και στην Ελλάδα οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει κανείς δεν είναι και λίγες.
«Δε γίνονται λίγες ταινίες στην Ελλάδα.. Απλά γίνονται λίγο πιο παρορμητικά. Δηλαδή, ίσως δεν έχουμε την υπομονή να κάνουμε μεγάλη προπαραγωγή. Ίσως υπάρχει μεγάλη γραφειοκρατία για να διεκδικήσεις κονδύλια για να προχωρήσεις οπότε ξεκινάμε πολύ αυτοσχεδιαστικά, όλοι μας, αλλά βγαίνει πάρα πολλή δουλειά. Και στο Τμήμα Κινηματογράφου ακόμα, είμαστε πολύ παραγωγικοί. Οπότε νομίζω ότι είναι λίγο οι αργές διαδικασίες, που σταματάνε τον παρορμητισμό μας. Γι’ αυτό εμείς δουλεύουμε λίγο μόνοι μας.
Από την άλλη μεριά, δεν υπάρχουν μεγάλες επενδύσεις ή επιχορηγήσεις στον κινηματογράφο, πράγμα που μας οδηγεί να κάνουμε έναν κάπως ιδιαίτερο κινηματογράφο. Όμως, δεν υστερεί πουθενά κατά τη γνώμη μου και από κάποιες παραγωγές του εξωτερικού» υπογραμμίζει ο Γ. Κολαξίζης.
Παρά τις όποιες δυσκολίες όμως, οι δυο συνεργάτες ήδη δουλεύουν στα επόμενα projects τους. Ένα από αυτά βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, ενώ ένα δεύτερο το οποίο έχει προχωρήσει περισσότερο, έχει προσωρινά διακοπεί λόγω της πανδημίας.
Σύντομα θα μπορούμε να παρακολουθήσουμε το μουσικό ντοκιμαντέρ “What happened in Larissa? A music story about Nat Birchall” στην ενότητα “Ανοιχτοί Ορίζοντες” του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.