Οι ζωές των άλλων: Ιστορίες για αρκούδες
Γεννημένος στην Αθήνα, μεγαλωμένος στην Βέροια, ξενιτέυτηκε στα 18 του στο Λονδίνο και γράφει μουσική από πάντα. Ένας αβανγκαρντ μουσικός που αξίζει την προσοχή σας.
Τον Filtig τον γνώρισα την εποχή που εκδίδαμε το περιοδικό Screw. Δεν θυμάμαι με πολλές λεπτομέρειες την πρώτη μας συνάντηση, αλλά θυμάμαι πολύ καλά όλες τις επόμενες που θα ακολουθούσαν. Συνηθίζαμε να καθόμαστε σε διάφορα καφέ του κέντρου για πολλές ώρες ή να μιλάμε περπατώντας και αναλύοντας τα πάντα. Από την τέχνη, τον ακτιβισμό, την σεξουαλικότητα μέχρι προσωπικές μας εμμονές και προσπαθούσαμε πάνω από όλα να γελάμε. Πριν τον γνωρίσω, η μόνη του δουλειά που ήξερα ήταν αυτή για την οποία μιλούσαν όλοι οι φίλοι μας, τα «Χρώματα». Αφότου γνωριστήκαμε συνεργάστηκε με τη Μαρίζα Κώχ, είχε κάνει και κάποιες διασκευές ελληνικών τραγουδιών κι εγώ έζησα από κοντά τη δημιουργία των ποπ διασκευών με τον τίτλο «Κασετίνα» που μου άρεσαν πάρα πολύ και το ήξερε. Άλλωστε μιλούσαμε πολλές φορές για την αγάπη και το πάθος μας για την ελληνική πόπ και την Καίτη Γαρμπή.
Παρ’ όλο που ζει στο Λονδίνο και το Βερολίνο τον τελευταίο καιρό η επαφή του με την Ελλάδα είναι έντονη και ο ίδιος πιστεύει ότι είναι ένας τόπος πολύ ενδιαφέρων ως προς το δημιουργικό κομμάτι. Έτσι συστήθηκε στο κοινό και ως μέλος στo ντουέτο ΦΥΤΑ και ως µέλος του φεµινιστικού σχήματος “Τα Τρωκτικά”.
Τα πιο πρόσφατα “12 τραγούδια για αρκούδες” είναι µια προσπάθεια για τη δημιουργία ενός ελληνόφωνου ερωτικού gay δίσκου. Είναι η πρώτη φορά, με εξαίρεση κάποιους καινούριους δημιουργούς, όπως ο Alex C, η Πράσινη Λεσβία, ο Στέργιος Σκώτος, που ένα ελληνικό τραγούδι έχει στίχους που αναφέρονται ξεκάθαρα στην ερωτική επιθυμία δυο αντρών σκιαγραφώντας συγχρόνως ένα ενδιαφέρον gay subculture, αυτό των αρκούδων: Η bear σκηνή εμφανίστηκε στα 90s αμφισβητώντας τα αντρικά πρότυπα ομορφιάς, όπως επιβαλλόταν από το gay press της εποχής, και διαφοροποιήθηκε προσδίδοντας σεξουαλικότητα σε ένα διαφορετικό σώµα: χοντρό και τριχωτό, μακριά από τη φαντασίωση της απολλώνιας ομορφιάς. Στα τραγούδια αυτά ο Filtig µιλάει για τα σώµατα και την επιθυµία µε µια σχεδόν παιδική αφέλεια, απενοχοποιώντας, σε ένα παιχνίδι ήχων και εικόνων, το ταµπού της σεξουαλικότητας. Όπως πάντα τα τραγούδια του Filtig είναι παιχνιδιάρικα, αστεία αλλά μπορεί να γίνουν και συγκινητικά, είναι παράλληλα περιγραφικά μέσα από αληθινά βιώματα που μπορεί τον καθένα να τον αγγίζουν διαφορετικά. Για το δίσκο δούλεψε µια μεγάλη οµάδα συνεργατών, µε κύριο τον συνθέτη Αλέξανδρο Δρόσο σε ενορχηστρώσεις, χωρωδίες, µείξεις, όπως και µια σειρά session µουσικών που πλαισιώνουν τα κοµµάτια, ενω το artwork της online κυκλοφορίας επιµελείται η Κατερινα Πάπχια. Όπως κάθε καλοκαίρι έτσι και αυτό βρεθήκαμε σε διάφορους χώρους και ξεκινήσαμε αυτές τις ατελείωτες συζητήσεις με τη διαφορά ότι μια από αυτές, που κράτησε παραπάνω από 3 ώρες, αποφασίσαμε να την ηχογραφήσουμε για να την παρουσιάσουμε δημόσια εν είδει συνέντευξης..
Πες μου λίγα λόγια για τα καινούργια σου τραγούδια Είναι 12 πολύ προσωπικά τραγούδια, αληθινές ιστορίες. Στίχους δεν γράφω συχνά, συνήθως γράφω μόνο την μουσική, αλλά τις «αρκούδες» τις έγραψα εγώ, είναι τραγούδια για σχέσεις/εμπειρίες που είχα, είναι βιωματικό άλμπουμ.
Τα νέα σου κομμάτια φτάσανε στην bear σκηνή; Αυτό δεν το έχω προσπαθήσει ακόμα, είναι η αλήθεια. Ξέρω ότι μεμονωμένος κόσμος άκουσε το δίσκο αλλά δεν απευθύνθηκα σε ομάδες και μαγαζιά. Όχι ότι είναι και μεγάλη η bear σκηνή στην Ελλάδα. Αλλά αν σκεφτείς ότι πριν 6-7 χρόνια ήταν ανύπαρκτοί οι αρκούδοι, κάνανε μεγάλο σκάσιμο τελευταία και θεωρώ επηρέασαν με τον τρόπο τους την αισθητική της gay σκηνής. Ό,τι έγινε δηλαδή στην Αμερική και στην Ευρώπη ήρθε τώρα στην Ελλάδα, εδώ βέβαια συνέπεσε και με το χίπστερ, με τις λίγο πιο μοδάτες αρκούδες με τα γυαλιά καθρέφτη. Το ελληνικό bear αποτέλεσμα βέβαια έχει και κάμποσες πολιτικές προβληματικές, οι υπερ-αρρενωποί που είναι ρατσιστές με τους άλλους και έτσι η σκηνή αυτή που κάποτε έφερε ερωτηματικά στο τί θα πει «ωραίο σώμα» κατέληξε σε πολλές περιπτώσεις να κάνει αυτό που κάποτε κατηγορούσε τους άλλους ότι κάνουν. Είναι κρίμα γιατί δεν ξεκίνησε έτσι, με σκοπό την ετεροκανονικότητα, αλλά να βγάλει τα χοντρά τριχωτά σώματα από το περιθώριο.
Πώς βλέπεις μετά από ένα μήνα την πορεία του νέου δίσκου; Πώς τον υποδέχτηκαν τα ΜΜΕ; Βασικά χαίρομαι που αρέσει πολύ στους φίλους μου και το τραγουδούσαν και στις διακοπές. Τώρα, δημοσιογραφικά, από όλες τις επαφές που έκανα για την προώθηση του δίσκου μόνο η greka/lifo ανταποκρίθηκε, κανένα άλλο περιοδικό δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα ούτε τα γκέι ή τα φιλικά προσκείμενα. Μάλλον δεν είχα καταλάβει ότι ειδικά τα γκέι ΜΜΕ δεν παίρνουν καθόλου ρίσκο. Είναι τραγούδια με ανοιχτές out αναφορές για queer θέματα, πράγμα που δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου στα ελληνικά και κάπως θεώρησα ότι θα επιβραβευόταν αυτό με κάποιο τρόπο. Αυτοί βέβαια που ήταν να το ακούσουν, το άκουσαν, πήρα πολλά email, απλά θα μου άρεσε να μην είναι μόνο αυτοί. Αλλά μάλλον δεν πολυ-υπάρχουν γκέι έντυπα στην Ελλάδα τώρα που το σκέφτομαι. Δεν φαίνεται τα γκέι free press να επηρεάζουν συνειδήσεις ιδιαίτερα και να τα διαβάζει πολύς κόσμος ή να τα παίρνουν στα σοβαρά. Είναι βασικά οδηγοί για το πού θα βγεις και πού θα πας να «ψωνιστείς». Δεν έχουν περιεχόμενο.
Γιατί δεν υπάρχουν περισσότεροι ελληνικοί δίσκοι με ανοιχτά γκέι θεματολογία; Η ελληνική κοινωνία είναι πολύ κλειστή και ακόμα αρκετά ομοφοβική. Το να πιαστείς χέρι χέρι με τον σύντροφο σου δεν υπάρχει ως κανονικότητα στην Αθήνα ή δεν γράφει σαν εικόνα το ίδιο με το Λονδίνο. Ίσως οι έλληνες καλλιτέχνες πιστεύουν ότι το πολύ out θα κάνει κακό στην καριέρα τους και γι αυτό δεν λένε πολλά στις συνεντεύξεις τους και ίσως να έχουν και δίκιο. Εμένα δε με νοιάζουν ακριβώς οι καριέρες, αλλά και πάλι μου είπαν άτομα που είδαν σε μια συνέντευξη μου να λέω για ένα one night stand που έκανα στην Βέροια ότι δεν το έχουν ξαναδεί να το κάνει αυτό ποτέ κάποιος στην Ελλάδα και μάλιστα με την οικογένεια, συγγενείς και φίλους του να μπορούν να το διαβάσουν. Ή κάποιος που έχει μια άλφα επίσημη καριέρα και θα μπορούσε να δουλεύει για τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών σε ένα άλλο πλαίσιο.
Θα συνεργαστείς με τη Στέγη;” Τον Απρίλιο είχα κάνει το βίντεο για ένα έργο στη Στέγη, ένα μουσικό-εικαστικό με τον Δημήτρη Δημόπουλο βασισμένο σε σύνθεση του Gyorgi Kurtag και ημερολόγια του Franz Kafka.
Αυτό που μπαίνεις και βγαίνεις μέσα στο σύστημα ενοχλεί κάποιους; Πάει λίγο κόντρα στα πράγματα που κάνεις; Σίγουρα κάποιοι θεωρούν ότι δεν είμαι αρκετά queer γιατί κάνω και πράγματα σε συστημικά πλαίσια. Γενικά το να έχεις επαφή και με το underground και με το σύστημα είναι κάτι επικίνδυνο που φτάνεις να σου την λένε όλοι. Εγώ προσπαθώ να κρατάω μια αξιοπρεπή ισορροπία, αν και είναι ναρκοπέδιο! Δε θέλω να γίνω ποτέ “επαγγελματίας καλλιτέχνης” και να είμαι πολύ μακριά από to underground, γιατί μόνο εκεί υπάρχει πραγματική πρωτοπορία και δεν μπορώ να μην περιστοιχίζομαι από ανθρώπους που κάνουν αυτό που λέμε καινούργια πράγματα. Αλλά από την άλλη δεν μου αρέσει ο τρόπος που η queer συνθήκη κοιτάζει μόνο τον εαυτό της.
Τι εννοείς με αυτό ; Για παράδειγμα έγινε μια πρόταση στα Τρωκτικά φέτος να παίξουμε στο αντιρατσιστικό φεστιβάλ Αθηνών το οποίο είναι μια πάρα πολύ μεγάλη εκδήλωση. (άλλο που δεν έγινε λόγω δημοψηφίσματος τελικά). Οι διάφοροι γνωστοί μας queer μας λέγανε ότι δεν πρέπει να πάμε γιατί το αντιρατσιστικό έχει φιλοξενήσει ομοφοβικά hip hop συγκροτήματα που έχουν σεξιστικούς στίχους. Και σκέφτηκα καλά ρε γαμώτο που φτάσαμε, το αντιρατσιστικό να είναι ο εχθρός μας; Έγινε εχθρός επειδή τραγούδησε εκεί ένας μαλάκας; Το αντιρατσιστικό δεν είπε ποτέ ότι τον στηρίζει. Μάλιστα είχε γίνει μια φεμινιστική παρέμβαση στη μέση άλλης εκδήλωσης που διακόπηκε και δεν βγήκε κάνεις από το αντιρατσιστικό να σταματήσει την παρέμβαση, να αποσιωπήσουν την αντίδραση. Αν ρωτάς εμένα θεωρώ ότι πρέπει να είμαστε και εκεί έξω. Πιστεύω πως αν εμφανιστούν τα Τρωκτικά που έχουν έναν σκληρό φεμινιστικο λόγο σε ένα χώρο τίγκα στους μετανάστες, θα κάνουμε κάτι, θα γίνει μια συνεύρεση. Ακόμα και αν ενοχλήσουμε, κάτι θα γίνει, έστω για δυο τρεις ανθρώπους, δεν υπάρχει περίπτωση να μην αλλάξει κάτι. Γιατί θα είναι η πρώτη φορά που ένα queer συγκρότημα που δρα σε καταλήψεις θα έχει επαφή με έναν πολύ πιο μεγάλο χώρο, με μια αληθινή συνθήκη. Αν με ρωτούσες αν θα πηγαίναμε στους ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας θα σου έλεγα ότι όχι εκεί δε θα πηγαίναμε. Δεν πιστεύω πως θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε μια τελετή έναρξης, αλλά μόνο να αφομοιωθούμε. Δεν μου αρέσουν αυτές οι εθνικές λατρείες και όλο αυτό το η Ελλάδα που ήταν έτσι και αλλιώς, η πολύ μερική αντιπροσώπευση της συνέχειας του ελληνικού έθνους. Η αρχαία Ελλάδα με τη νέα είναι η μέρα με την νύχτα έτσι κι αλλιώς, ο μοντέρνος ελληνικός πολιτισμός δεν επηρεάζεται καθόλου από τον αρχαιοελληνικό, αυτό που φαίνεται τουλάχιστον σ’ εμας από απόσταση πως ήταν ο αρχαιοελληνικός: η ιδέα πως η τέχνη, τα γράμματα, η κριτική σκέψη είναι κεντρικά στη ζωή, θέατρο για όλους κλπ. Η τωρινή Ελλάδα είναι πιο συντηρητικο-θρησκευτικο-ηδονιστική, λίγο βυζάντιο, λίγο οθωμανική αυτοκρατορία, λίγο βαλκάνια. Ακόμη και στην ποπ μουσική επικρατεί το ελληνοβουλγαρικοτούρκικο YOLO με τα πιάτα, λουλούδια, τσιφτετέλια. Δεν είναι τυχαίο που ενώ στα τέλη του 1980 φθίνουν τα σκυλάδικα και υπάρχει μια περίοδος 6-7 χρόνια που προσπαθούν οι καλλιτέχνες να κάνουν μια πιο δυτική πόπ με Κορκολή, Καλλίρη, Ευρυδίκη, ο έλληνας δεν αντέχει και το 1990 επιστρέφει θριαμβευτικά το λαϊκό τσιφτετελέ τραγούδι.
Θα σε ενδιέφερε αυτό το ελληνικό τραγούδι, το λαϊκό; Ανάλογα με το τι θα ήταν αυτό. Έχω πει ας πούμε ότι με ενδιαφέρει να κάνω ένα σκληρό electro τραγούδι με την Έφη Θώδη. Έχω ψιλογράψει και το κομμάτι που θα μ’ άρεσε να πει η Θώδη, είναι ξεκάθαρα πολικό και θέλω να την λέει σε όλους αυτούς που της κάνουν κριτική ότι δεν μιλάει καλά αγγλικά, ότι είναι χωριάτισσα, λέγοντας «εγώ δεν προσποιήθηκα κάτι άλλο από αυτό που είμαι, σε αντίθεση με όλο αυτό το δήθεν, το lifestyle, το τίποτα της τηλεόρασης που νομίζει ότι είναι κάτι». Θα είναι μια κριτική στο μέτριο από μια εκκεντρική τραγουδίστρια. Την θεωρώ πραγματικά εκκεντρική τη Θώδη. Και ένας λόγος που το ελληνικό trash είναι καλύτερο για μένα από το έντεχνο είναι γιατί είναι ατόφια εκκεντρικό. Η Θωδη ισοπεδώνει όλη την «καλή ποιοτική μουσική». Ήμουν στο Λονδίνο σε ένα πάρτι και είχα βάλει σε έναν Άγγλο τα χριστουγεννιάτικα της Θώδη και έπαθε σοκ, τη βρήκε ιδιοφυή. Μας έλεγε ότι επιτέλους μια γυναίκα αποδομεί με τα φωνητικά τσαλίμια της την αγγλική αποικιοκρατία του jingle bells με την οποία μεγάλωσαν από παιδιά. Ο Άγγλος έφυγε από το σπίτι εκείνο το βράδυ με ένα cd της Θωδη. Από καθαρά δημιουργικής άποψης δηλαδή, βλέποντας την ποπ κουλτούρα σαν καλλιτεχνική μεθοδολογία, μπορώ να σου πω πλέον ότι στο σκυλάδικο λαϊκό τραγούδι γίνονται πιο ενδιαφέροντα πράγματα από το έντεχνο. Για παράδειγμα βγάζει η Άντζελα μετά από 5 χρόνια ένα τραγούδι που λέγεται come back και όλο το photoshoot είναι στον πύργο που μοιάζει με τον πύργο του Άιφελ στα Φιλιατρά. Αυτό είναι ευφυές, είναι αυτο-αναφορικό, είναι Τζον Γουότερς, δεν είναι παίξε γέλασε!
Δεν σε εκφράζει κανείς στο έντεχνο; Μ’ αρέσουν κανα-δυο, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου ας πούμε, απλά δεν είναι καθόλου εκκεντρικοί, είναι σαν να παίρνεις τους 5 πιο συνηθισμένους ανθρώπους και από το τίποτα κάνεις τους Πυξ Λαξ. Το πρόβλημα για μένα ξεκινάει με τον διαχωρισμό της μουσικής σε καλή και κακή, σε ποιοτική και trash, ένα παραμύθι που παίζει ήδη από τα 80s/90s. Βγαίνανε κάποιοι πχ το Αθηνόραμα με τα αστεράκια της ποιότητας ή ο μεγάλος ξάδελφος που είχε δίσκους και έγραφε κασέτες στα μικρά δίνοντας γραμμή πως ο Michael Jackson είναι στο όριο του trash [επιτρέπεται λίγο], ενώ η Madonna το ξεπερνάει [απαγορεύεται] και βασικά το σωστό είναι να ακούς Led Zeppelin. Για μένα μουσικολογικά, σαν ανάλυση ας πούμε φόρμας, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ αυτών των τριών. Τότε όμως ξεκίνησε αυτή η εξαιρετικά υποκειμενική γραμμή ποιότητας που επηρέαζε το κοινό και όσοι δεν ταίριαζαν στο «σοβαρό», γεια σας. Γι αυτό βλέπεις εγκληματικές περιπτώσεις, πχ το πόσο άγνωστη είναι η μουσική καριέρα του Γιώργου Μαρίνου ή του Βλάσση Μπονάτσου και την τροπή που πήρε η καριέρα του Κηλαϊδόνη.
Ποιους θεωρείς αντίθετα υπερτιμημένους; Μιλάς για την Ελλάδα; Από πού να αρχίσω… απορώ πραγματικά με το μέγεθος που απέκτησαν οι Πύξ Λάξ και έγιναν οι U2 της Ελλάδας, από εκεί και πέρα στο ελαφρολαϊκό γίνεται χαμός από υπερεκτιμημένους, όπως ο Ρέμος, ο Πλούταρχος, το τίποτα δηλαδή, ατέλειωτη λίστα ονομάτων χωρίς ίχνος από κάτι ενδιαφέρον, μη νομίζεις ότι ασχολούμαι κιόλας. Τον Παντελίδη θα τον αφήσω εκτός λίστας γιατί μ’ αρέσει από εμφάνιση.
Στο lgbtq pride Αθήνας η Θεσσαλονίκης θα συμμετείχες; Ναι θα πήγαινα, ειδικά φέτος που είδα πολλά πράγματα να αλλάζουν και σε 1-2 χρόνια μάλλον τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Υπάρχει στην πορεία του χρόνου και η πιθανότητα να γίνει ένα εναλλακτικό queer pride από ομάδες που κάνουν εναλλακτικά φεστιβάλ και διαφωνούν με το πώς είναι το pride τώρα.
Και αν υπήρχαν δύο, το mainstream και το εναλλακτικό, σε ποιο θα πήγαινες; Στο Βερολίνο πηγαίνω στο εναλλακτικό γιατί δεν υπάρχει ανάγκη να πας στο άλλο. Στην Αθήνα μάλλον θα με ενδιέφερε να περάσω και από τα δύο γιατί δεν έχει φτάσει η ορατότητα σε τέτοιο σημείο που το mainstream pride να είναι εντελώς περιττό. Έχει σημασία το πού γίνεται δηλαδή το κάθε pride.
Είναι ίσως η πρώτη φορά που μου λες ότι σκέφτεσαι και να ζήσεις Αθήνα, έστω συνδυαστικά με το εξωτερικό. Τι έχει αλλάξει; Τώρα η Ελλάδα γενικότερα και η Αθήνα ειδικά, μου προκαλούν για πρώτη φορά μεγάλο ενδιαφέρον. Οργανώσαμε ήδη ένα φεστιβαλ μουσικής και φύλου τον Απρίλιο, το Sound Acts, τρέχουμε το queer label Φυτίνη, σκεφτόμαστε να ξεκινήσουμε και έναν καινούριο χώρο δράσεων το 2016, ελπίζω να πάρεις και εσύ μέρος. Μ’ αρέσουν αυτές κι αυτοί που είναι πιτσιρίκια τώρα στην Ελλάδα, είναι ξύπνιες/οι. Οπότε ναι, κάπως έτσι σκέφτομαι, μια πιθανότητα να έρχομαι το μισό χρόνο εδώ, το μισό να ζω στη βόρεια Ευρώπη. Μια σκέψη για το μέλλον, ίδομεν.
Για περισσότερο filtig https://filtig.bandcamp.com/