Ασφενδιού: Ένα σπίτι και η ιστορία του
Λίγο ξεχασμένο πια μέσα στο χρόνο, αλλά χωρίς να έχει χάσει τον παραδοσιακό, νεοελληνικό του χαρακτήρα
Λέξεις/Εικόνες: Μαριλένα Βασιλειάδου
Λίγο ξεχασμένο πια μέσα στο χρόνο, αλλά χωρίς να έχει χάσει τον παραδοσιακό, νεοελληνικό του χαρακτήρα – σε αντίθεση με άλλα χωριά του νησιού – το Ασφενδιού, βρίσκεται Νοτιοανατολικά της πόλης της Κω περιτριγυρισμένο από ελιές, κυπαρίσσια και πεύκα, στις πλαγιές του όρους Δικαίου.
Τον χειμώνα, ίσως είναι η καλύτερη εποχή να επισκεφθεί κανείς την περιοχή· οι χειμερινοί μήνες στο νησί είναι ήπιοι, οπότε η θερμοκρασία είναι ιδανική για εξερεύνηση της περιοχής και ανάβαση μέχρι την κορυφή του Δικαίου, ενώ η απουσία τουριστών σου δίνει την ευκαιρία να αφουγκραστείς το μέρος και τους ανθρώπους του. Εκείνους τους εκατό εναπομείναντες που θα σε χαιρετήσουν με χαμόγελο και δεν θα σε ρωτήσουν πολλά πολλά.
Κάπου εκεί, στην αρχή του περιπάτου μας, συναντήσαμε ένα μικρό γραφικό σπίτι, εμφανώς εγκαταλελειμμένο. Οι ασβεστωμένοι τοίχοι του επέμειναν στο λευκό τους παρά το αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου. Σκουριασμένα κάγκελα στα ξύλινα παράθυρά του, προστατεύουν ότι έχει απομείνει στο εσωτερικό του, ενώ μια στενή φθαρμένη πόρτα στέκει ερμητικά κλειστή.
Ο ιδιοκτήτης του μικρού αυτού κτίσματος, το έχει κληρονομήσει από την τελευταία γενιά που το κατοίκησε. Βγάζει το βαρύ, σιδερένιο κλειδί του, και μας προσκαλεί σε ένα σύντομο ταξίδι στο χρόνο. Περνώντας το κατώφλι της εξώπορτας, η αίσθηση της χρόνιας εγκατάλειψης διαγράφεται.
Η γιαγιά, έχει πάει να μαζέψει ελιές και ο παππούς, φεύγοντας, ξέχασε τα γυαλιά του στο τραπέζι. Οικογενειακές φωτογραφίες, ένα βάζο αποξηραμένα λουλούδια, κεντητό – εικάζω στο χέρι – τραπεζομάντηλο. Στρέφω το βλέμμα στα δεξιά: δεκάδες, ασπρόμαυρες φωτογραφίες που μαρτυρούν την εκκλησιαστική παράδοση της οικογένειας. Ένα εσωτερικό, κτιστό παράθυρο βλέπει στην κεντρική κάμαρα.
«Το κτίσμα αρχικά προορίστηκε για καφενείο» μας ενημερώνει ο Α. «Επί Ιταλοκρατίας. Προτού αγοραστεί το 1946 από τον Δανιήλ Ευστρατίου, ως προίκα για την κόρη του και ξεκινήσει να κατοικείται ένα χρόνο αργότερα».
Στο βάθος του κεντρικού δωματίου, εκεί που κάποτε η οικογένεια Ευστρατίου υποδεχόταν τους συγχωριανούς για να «αποσπερίσουν» (*σημ. όταν οι κάτοικοι του χωριού έκαναν νυχτερινή επίσκεψη σε σπίτι φίλων για να περάσει όμορφα η βραδιά με παρέα ), υπάρχει μια είσοδος που οδηγεί στην κουζίνα που χτίστηκε αργότερα, όταν πλέον έπαψαν να λειτουργούν το κτίσμα ως καφενείο.
Στην κουζίνα θα βρει κανείς – εκτός από χρηστικά αντικείμενα ανεκτίμητης λαογραφικής αξίας – και είδη κουζίνας μεταγενέστερων εποχών, αφού το σπίτι μεγάλωσε και τις επόμενες γενιές της οικογένειας, μέχρι να εγκαταλειφθεί πλήρως το 1993. Ιδιαίτερη πινελιά στο δωμάτιο αποτελεί ένα μεγάλο κρεβάτι με πολύχρωμες κουρελούδες και μαξιλάρια, το οποίο μάλιστα χωρίζεται από μια σκάλα που οδηγεί στη σοφίτα του σπιτιού. Κοντοστάθηκα και κοίταξα το κρεβάτι. Τα μαξιλάρια προσεκτικά τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο. Η κουρελού φτωχική, αλλά φτιαγμένη στο χέρι, με όση αξία μπορεί να της προσδώσει αυτό της το χαρακτηριστικό.
Δύσκολο να συλλάβει κανείς πώς γίνεται λίγα μόλις τετραγωνικά να έχουν φυλακίσει μέσα τους το χρόνο, σε σημείο που ο επισκέπτης να νομίζει ότι θα δει τα παιδιά του σπιτιού να τρέχουν ανέμελα στην κουζίνα, να σκαρφαλώνουν τη σοφίτα και να κουκουλώνονται κάτω από τα πολύχρωμα σκεπάσματα που με τόση αγάπη έφτιαξε η μητέρα τους.
Κλείνοντας τη μικρή πόρτα του κτίσματος, για να συνεχίσουμε την ανάβασή μας προς Μετόχι, είχαμε ήδη πάρει μια γεύση από την αλλοτινή ζωή στου Ασφενδιού. Ένα κτίσμα που, ως καφενείο, γνώρισε την ακμάζουσα περίοδο της περιοχής (μεταξύ 1850-1940) και ως σπίτι, τον ξεριζωμό των κατοίκων που εγκατέλειψαν μαζικά το χωριό τη δεκαετία του ’60 για Γερμανία, Καναδά, Αυστραλία και ΗΠΑ.
Ρώτησα τον Α. πώς σκοπεύει να εκμεταλλευτεί τον μικρό αυτό θησαυρό που κληρονόμησε από τους προγόνους του. «Aibnb μάλλον, έχω διάφορες ιδέες» αποκρίνεται με ενθουσιασμό. Μια στιγμιαία μελαγχολία με κατέκλυσε στη σκέψη πως σύντομα όλα αυτά τα memorabilia θα φύγουν από το σπιτικό τους και – μάλλον – θα καταλήξουν σε χάρτινες κούτες σε κάποια αποθήκη. Από την άλλη, ο χρόνος κυλάει, οι άνθρωποι αλλάζουν, η ζωή προχωρά.
Ίσως, έστω και με αυτόν τον τρόπο, το σπίτι της οικογένειας Ευστράτιου να αποκτήσει μια δεύτερη ζωή, σε έναν τόπο που τα τελευταία χρόνια προσελκύει πλέον τη νέα γενιά των ντόπιων, αλλά και μεγάλη μερίδα τουριστών που επιθυμούν να ξεφύγουν από τα καθιερωμένα των all-inclusive διακοπών, αναζητώντας την αυθεντική ιστορία και τις γεύσεις του τόπου.