Η άσωτη Ταγγέρη σε μια μέρα

Ο Αλέξανδρος Τσαβδάρογλου διηγείται όσα βίωσε σε ένα ταξίδι ζωής!

Parallaxi
η-άσωτη-ταγγέρη-σε-μια-μέρα-579201
Parallaxi

Λέξεις-Εικόνες: Αλέξανδρος Τσαβδάρογλου

Ο ενθουσιασμός στο Αεροδρόμιο Μακεδονία της Θεσσαλονίκης ήταν εμφανής και διάχυτος. Δεν μπορούσαμε να συγκρατήσουμε τα γέλια μας και τραβούσαμε βίντεο ο ένας τον άλλο φλυαρώντας ακατάπαυστα για το πόσο χαρούμενοι ήμασταν που σε λίγες ώρες θα βρισκόμασταν στο θρυλικό Μαρόκο. Το πρώτο βράδυ θα διανυκτερεύσαμε στην Ιταλία στο χωριουδάκι Orio al Serio που ζει από τον τουρισμό του αεροδρομίου Μπέργκαμο, μέσο διαφυγής για τα τουριστικά όνειρα που εκπληρώνονται με τα φθηνά εισιτήρια της Ryanair. Φάγαμε τα πιο ωραία τορτελίνια της ζωής μας, ήπιαμε ένα ερωτικό κόκκινο κρασί και κοιμηθήκαμε με μια σκέψη να κυριαρχεί μέσα στο κεφάλι μας. Σε λίγες ώρες θα χανόμασταν στα στενά της πιο μυστηριακής και άσωτης πόλης του Μαρόκου, της θρυλικής Ταγγέρης. Προσγειωθήκαμε κατά τις 7 το πρωί στην μεγάλη πόλη του Μαροκινού Βορρά και δεν μπορούσαμε ακόμα να πιστέψουμε ότι ήμασταν εκεί. Πήγαμε γρήγορα να ανταλλάξουμε τα ευρώ μας με ντιρχάμ. Το τοπικό νόμισμα αντιστοιχούσε σε 1/10 του ευρώ οπότε με το συνάλλαγμα πήραμε πίσω χιλιάδες ντιρχάμ και νιώθαμε ήδη σαν Μαροκινοί κροίσοι μες την κρίση. Κατά κάποιο τρόπο ψάχνοντας πληροφορίες για το Μαρόκο πριν ταξιδέψουμε, η Ταγγέρη μου έκανε ένα τρομερό κλικ. Αυτή η μυστήρια σύνδεση που νιώθεις με κάποια μέρη του κόσμου ακόμη και αν δεν έχεις πατήσει το πόδι σου στα χώματα τους, ενεργοποιήθηκε στις σκέψεις μου διαβάζοντας πληροφορίες για κατασκόπους, άσωτους συγγραφείς και μυστηριώδεις τύπους.

Μπαίνοντας στο ταξί, αρχίζει η διαπραγμάτευση με τον πολεμιστή των βορειο-αφρικάνικων οδοστρωμάτων, ο οποίος επέμενε να ζητάει παραπάνω λεφτά από την προκαθορισμένη ταρίφα (κάποιες βασικές διαδρομές στην Ταγγέρη έχουν συγκεκριμένη ταρίφα). Τα βρήκαμε κάπου στην μέση αφού ήταν η πρώτη μας μέρα στο Μαρόκο και ήμασταν ακόμα λίγο ψαρωμένοι, αν και είχα διαβάσει ότι η πρέπει να επιμείνεις να μπει ταξίμετρο ή να συμφωνήσεις ρητά σε μια τιμή πριν ξεκινήσει ο οδηγός για να μην σε κλέψουν. Το ταξί μας άφησε στον Σιδηροδρομικό Σταθμό όπως είχαμε συμφωνήσει και αρχίσαμε να ψάχνουμε το ασφαλές μέρος όπου θα αφήναμε τα σακίδια μας ώστε να εξερευνήσουμε την Ταγγέρη χωρίς περιττά βάρη αφού δεν θα διανυκτερεύαμε και θα φεύγαμε από την πόλη το βράδυ. Έπεσε η ιδέα να τις αφήσουμε στο Χίλτον! Τι ειρωνεία! Ο τολμών νικά όμως! Πέσαμε σε μια τολμηρή ρεσεψιονίστ που πήρε τους σάκους μας, τους έβαλε στο δωμάτιο αποσκευών του ξενοδοχείου και μας δασκάλεψε όταν έρθουμε να τις πάρουμε επειδή θα ‘χει τελειώσει η βάρδια της να πούμε στην συνάδελφο της ότι σκοπεύαμε να μείνουμε αλλά τελικά το ακυρώσαμε. Και δεν ζήτησε ούτε χρήματα για αυτό. Είναι κάποιοι άνθρωποι στον κόσμο που με την ευγένεια που κρύβει η ψυχή τους σε γονατίζουν και σε κάνουν να νιώθεις ένας κόκκος άμμου στην αμμουδιά της Κόπα Καμπάνα. Χωρίς τις βαλίτσες μας, ανάλαφροι και φρέσκοι ιδιοκτήτες μαροκινής κάρτας sim, ξεχυθήκαμε στους δρόμους να βρούμε ταξί. Στους πρώτους 2-3 ρίξαμε άκυρο αφού μας ζητούσαν εξωφρενικά πολλά λεφτά για αυτή την διαδρομή που θέλαμε. Μετά θα μάθαινα ότι είναι καλύτερο τελικά να πεις στον ταξιτζή να ανοίξει το ταξίμετρο παρά να παζαρέψεις μια τιμή πριν ξεκινήσει. Διασχίσαμε το πυκνοδομημένο κομμάτι που ενώνει τον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Ταγγέρης με το ιστορικό cafe Hafa. Αφήσαμε το επιβαρυμένο αστικό τοπίο γεμάτο, άσχημες πολυκατοικίες, κόρνες και βαβούρα και φτάσαμε σε μια πανέμορφη περιοχή με φαρδιές λεωφόρους και πολύ πράσινο.

Cafe Hafa

Η περιπέτεια στην Ταγγέρη θα ξεκινούσε από το cafe Hafa το πιο παλιό καφέ της πόλης που λειτουργεί από το 1920. Κατεβήκαμε από το ταξί σε μια περιοχή εμφανώς πιο αραιοδομημένη από τα πολύβουα και γεμάτα μπετόν κομμάτια που μόλις είχαμε διασχίσει. Φτάσαμε σε ένα στενό δρομάκι που κατέληγε στην πόρτα του καφέ το οποίο είναι χτισμένο σε επίπεδα. Μας έκανε εντύπωση η ανεμπόδιστη θέα στο Στενό του Γιβραλτάρ, τα πολλά σκουπίδια ανάμεσα στα τραπέζια, οι πολλές παρέες νεαρών μαροκινών που κάπνιζαν ναργιλέ, τα δεκάδες ποτήρια με τσάι μέντας που σερβιριζόντουσαν ασταμάτητα το ένα μετά το άλλο και η αξιολάτρευτη ραθυμία του προσωπικού. Μείναμε για ώρες να πίνουμε παραδοσιακό μαροκινό ζεστό τσάι χαζεύοντας την θέα απέναντι. Αυτή την θέα που χαζεύουν χιλιάδες Μαροκινοί που προσπαθούν να ξεφύγουν από την ανέχεια και βλέπουν στον ορίζοντα της την πολυπόθητη λύτρωση τους ενώ ονειρεύονται το σωτήριο ταξίδι στην Ευρώπη. 

Μη μπορώντας να συνειδητοποιήσουμε ακόμα ότι το ταξίδι μας στο Μαρόκο είχε ήδη αρχίσει, πήραμε με τα πόδια την διαδρομή προς την παλιά πόλη (Μεντίνα) της Ταγγέρης. Πριν αρχίσουμε να τριγυρνάμε στη Μεντίνα, στις παρυφές της συναντήσαμε 3 μέρη που μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση. Δίπλα στο Casbah Museum υπάρχει ένα φημισμένο ακριβό εστιατόριο το El Morocco Club. Αυτό το ήξερα. Αυτό που δεν ήξερα ήταν ότι στο ισόγειο έχει και ένα ατμοσφαιρικό καφέ με το ίδιο όνομα, με τραπεζάκια να δροσίζονται κάτω από την παχιά σκιά ενός τεράστιου δέντρου και τους θαμώνες του χαμογελαστοί να απολαμβάνουν την ζωή. Μου θύμισε την ψυχεδελική ηρεμία στα καφέ της Προβηγκίας, στην ταινία “A Good Year”. Ήθελα να έχω κάτσει σε αυτό το καφέ και να ανοίξω μια τυχαία συζήτηση με κάποιον από ένα διπλανό τραπέζι και να μην το έχω απλά προσπεράσει. Λίγο παραπέρα στέκει το Hotel Nord Pinus Tanger ένα πολύ ιδιαίτερο ξενοδοχείο που σερβίρει κοκτέιλ με θέα. Αυτό όμως που πραγματικά θέλαμε να ζήσουμε και δεν τα καταφέραμε γιατί το live θα ξεκινούσε το βράδυ, ήταν η διάσημη μπάντα Les Fils du Detroit που αποτελείται από θρυλικούς ντόπιους ηλικιωμένους μουσικούς. 

Θέα από την Μεντίνα
El Morocco Club

Φτάνοντας στην περιβόητη (και τις νύχτες διαβόητη) Μεντίνα μας προσεγγίζει ο Μοχάμεντ ένας ξερακιανός Μαροκινός, ο οποίος επέμενε να μας πουλήσει χασίς. Του είπα ότι δεν ενδιαφερόμαστε αλλά δεν έλεγε να ξεκολλήσει με τίποτα. Αφού έφυγε βάλαμε το GPS για να βρούμε το cafe Baba ένα άλλο θρυλικό καφέ της πόλης, στέκι μεταξύ άλλων και των Rolling Stones. Προφανώς και μέσα στα στενά δρομάκια της Mεντίνα δεν δούλευε τίποτα. Ο Μοχάμεντ σαν προετοιμασμένος από καιρό επανεμφανίστηκε και προσφέρθηκε να μας βοηθήσει. Ήξερα ότι είναι σύνηθες φαινόμενο στο Μαρόκο να προσφέρονται στον δρόμο να σε ξεναγήσουν και μετά να σου ζητάνε λεφτά οπότε ήμασταν γενικά προσεκτικοί και απόμακροι με όποιον εμφανιζόταν να παίξει αυτό το ρόλο. Του εξήγησα ότι δεν ενδιαφερόμαστε για ξενάγηση και πως ψάχνουμε το cafe Baba. Χωρίς πολλά πολλά αρχίσαμε να τον ακολουθούμε στα μικροσκοπικά περάσματα της Μεντίνα και η αδρεναλίνη δεν άργησε να ανέβει στα ύψη, αφού για λίγη ώρα στριφογυρνούσαμε και δεν φτάναμε πουθενά. Μετά από λίγο όταν πια αρχίσαμε να ανησυχούμε για το που πάμε, βγαίνουμε σε ένα ξέφωτο και ο Μοχάμεντ βγάζει να μας πουλήσει μια πλάκα χασίς. Εκνευρισμένος, τον ρώτησα εάν μας κοροϊδεύει αφού υποτίθεται πως θα μας έδειχνε τον δρόμο για το καφέ αλλά αυτός έψαχνε απλά ένα ασφαλές μέρος για να μας σπρώξει την πραμάτεια του. Με τα χίλια ζόρια ξεμπερδέψαμε από τον Μοχάμεντ και μπήκαμε στο cafe Baba. Μέχρι να το βρούμε νομίζω ότι τα επίμονα και διερευνητικά βλέμματα των κατοίκων της γειτονιάς με έκαναν να νιώσω αρκετά άβολα και λίγο έξω απ’ τα νερά μου. Μπήκαμε στο καφέ μας υποδέχτηκε ο ιδιοκτήτης και καθίσαμε να δοκιμάσουμε τον τούρκικο καφέ του μαγαζιού. Πιάσαμε πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις με ένα ζευγάρι Τανχερινος που καθόντουσαν δίπλα μας. Η τουαλέτα ήταν ίσως η πιο βρώμικη που ‘χω αντικρίσει στην ζωή μου. Γενικά το καφέ ήταν πάρα πολύ παραμελημένο και έδειχνε σαν να μην έχει καθαριστεί για χρόνια. Κατά κάποιο τρόπο τίποτα από όλα αυτά δεν μας ενόχλησε αφού γνωρίζαμε ότι μόνο όταν βουτάς στα πιο ξεπεσμένα στέκια γνωρίζεις την αληθινή ζωή που συντελείται στο αστικό τοπίο μιας πόλης και ειδικά στην κοφτερή Βόρεια Αφρική. Βγαίνοντας από το cafe Baba ξεκινάει η περιπλάνηση στα στενοσόκακα της Μεντίνα της Ταγγέρης, η οποία σίγουρα ήταν μια αλλόκοτη εμπειρία αφού άρχισα να νιώθω κλειστοφοβία, έλλειψη οξυγόνου και μια γενικότερη αναταραχή. Θες επειδή ήταν η πρώτη μας μέρα στο Μαρόκο, θες επειδή η Μεντίνα της Ταγγέρης είναι σκοτεινή και ακατέργαστη, δεν μπορώ να πω ότι το απόλαυσα και έψαχνα αγωνιωδώς μια έξοδο διαφυγής από τον λαβύρινθο των στενών περασμάτων και των αυστηρών ντόπιων βλεμμάτων. Ξαφνικά στρίβοντας δεξιά βρεθήκαμε τυχαία  ακριβώς μπροστά στην Boutique Majid. 

Cafe Baba

Πριν ταξιδέψουμε για το Μαρόκο είχα σημειώσει σε χάρτη όλα τα μέρη που ήθελα να επισκεφτώ στην Ταγγέρη και ο Majid ήταν ένα από αυτά! Ο Majid είναι μια παλιά καραβάνα της πόλης  που έχει μια πανάκριβη μπουτίκ με αντίκες και όμορφα αντικείμενα από διάφορα μέρη του κόσμου. Με το που μας βλέπει μας χαρίζει ένα τεράστιο χαμόγελο και μας λέει ελάτε μέσα. Δεν θα ξεχάσω το ότι μας άνοιξε όλα τα φώτα σε όλα τα δωμάτια για να δούμε όλη την πραμάτεια του με μεγαλοπρέπεια. Δεν αγοράσαμε κάτι αφού οι τιμές ήταν πάρα πολύ υψηλές (ένα κομπολόι κόστιζε μερικές χιλιάδες ευρώ), χαρήκαμε όμως που γνωρίσαμε έναν γλυκύτατο άνθρωπο εξωστρεφή που μας υποδέχτηκε με τρομερή ευγένεια και ας υποψιαζόταν ίσως ότι θέλαμε να χαζέψουμε και όχι να αγοράσουμε κάτι. Η παραζάλη που είχα από τα στενοσόκακα ίσως πάλι να μην με άφησε να το απολαύσω όσο άξιζε η περίσταση. Βγαίνοντας από την Μπουτίκ συνεχίσαμε να ψάχνουμε την έξοδο από την Μεντίνα και βγήκαμε επιτέλους στο Hotel Continental ένα αριστοκρατικό ιστορικό ξενοδοχείο της Ταγγέρης. 

Η Θέα από το Hotel Continental

Η παρέα μου μπήκε μέσα να χαζέψει πράγματα που πουλούσαν αλλά εγώ ανακουφισμένος που βγήκαμε από τον στρεσογόνο αλλά και μυστηριώδη λαβύρινθο δεν έλεγα να ξεκολλήσω από την τεράστια βεράντα του ξενοδοχείου που είχε θέα στο λιμάνι και ανέδιδε λίγο από τον περιβόητο αέρα της παλιάς ιστορικής Ταγγέρης. Μετά από παραίνεση της παρέας μου μπήκα μέσα να χαζέψω τους κοινόχρηστους χώρους του ξενοδοχείου. Βαριά διακόσμηση αριστοκρατική και αέρας άλλης εποχής. Περιηγηθήκαμε λίγο ακόμα στην Μεντίνα με κατεύθυνση την αινιγματική Πλατεία Petit Socco

H ‘Μικρή Πλατεία’ άλλοτε κέντρο εμπορίου ρούχων και τροφίμων, άλλοτε διαβόητη ως πιάτσα για πληρωμένο έρωτα και εμπόριο ναρκωτικών, σήμερα στέκει ήρεμη, ήσυχη και σαφώς πιο ώριμη, κατασταλαγμένη και σοφή στο κέντρο της παλιάς πόλης της Ταγγέρης. Επιλέξαμε να κάτσουμε στο ιστορικό στέκι κατασκόπων και συγγραφέων το Cafe Tinjis που φημίζεται σήμερα ως το ιδανικό μέρος της πόλης για people watching. Απλά κάθεσαι, μυρίζεις την ιστορία της πλατείας που είναι βουτηγμένη στην παρακμή και την παραβατικότητα και χαζεύεις τον κόσμο που περνάει από μπροστά σου. Σκεπτόμενος κατασκόπους και άλλες εποχές αφήσαμε πίσω μας την περιβόητη πλατεία και κατευθυνθήκαμε προς άλλα μέρη που κατείχαν περίοπτη θέση στις σημειώσεις μου όπως το Grand Socco, το Cinema Rif και το σαγηνευτικό Grand Hotel Villa de France ένα πανέμορφο ξενοδοχείο, στο οποίο μάλιστα μπήκαμε και μέσα να χαζέψουμε τον περισπούδαστο κήπο του, ο οποίος στοιχημάτιζες οτι είχε σχεδιαστεί από αρχιτέκτονα τοπίου. Συνεχίσαμε την βόλτα μας περνώντας από 2 ιδιαίτερα μέρη στα οποία θα επιστρέφαμε αργότερα, το περιβόητο καφέ Gran Cafe De Paris και το φημισμένο εστιατόριο θαλασσινών Savveur du Poison. Καταλήξαμε να χαζεύουμε τα δύο σοφιστικέ βιβλιοπωλεία της Ταγγέρης πραγματική βουτιά στο παρελθόν, το Les Insolites και το παλαιότερο βιβλιοπωλείο της πόλης με τους διάσημους θαμώνες το Librairie Des Colonnes με την στιβαρή και επιβλητική μπορντό πόρτα που σου δίνει την εντύπωση πως κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει μέσα στον χώρο αυτό και σου φωνάζει να την ανοίξεις για να μυρίσεις και να αγγίξεις την ιστορία της μυστηριακής αυτής πόλης. Αφού αγόρασα ένα από τα λίγα αγγλόφωνα βιβλία που υπήρχαν για την Ταγγέρη, ξεκινήσαμε για το φημισμένο Savveur du Poison που εξυμνούσε ο διάσημος σεφ και αυτόχειρας Άντονυ Μπουρντέν στο οδοιπορικό του στην Ταγγέρη. 

Η Grand Socco και το Cafe Tinjis
Το ξενοδοχείο Grand Hotel Villa de France
Savveur Du Poisson
Το βιβλιοπωλείο Libraire des Colonnes

Το εστιατόριο άνοιγε στις 7 και ξέραμε ήδη τα πάντα για αυτό. Φτάσαμε λίγο νωρίτερα και κάναμε βόλτα σε ένα πολύβουο παζάρι που εκτυλισσόταν παραδίπλα μέχρι να ανοίξει το μαγαζί. Κατά τις 7 πάρα τέταρτο προσεγγίσαμε με ανυπομονησία το εστιατόριο όπου ήδη περίμεναν 2 παρέες τουριστών να ανοίξει. Όταν επιτέλους άνοιξε στρωθήκαμε με περίσσεια χαρά στο τραπέζι μας. Μέχρι τις 7.30 τα λιγοστά τραπέζια του μαγαζιού είχαν γεμίσει. Το κόνσεπτ είναι απλό. Το μενού είναι προκαθορισμένο από το κατάστημα, δεν υπάρχει κατάλογος και αποτελείται από ψάρια και θαλασσινά και έναν χυμό από σύκο. Το κόστος είναι 20 ευρώ το άτομο που είναι αρκετά μεγάλο ποσό για τον μέσο Μαροκινό. Δεν διαλέγεις, ούτε παραγγέλνεις, απλά κάθεσαι και απολαμβάνεις τα πιάτα να έρχονται το ένα μετά το άλλο. 

Το Gran Cafe de Paris

Μετά από αυτή την γαστρονομική πανδαισία και ενώ είχε αρχίσει να σουρουπώνει κατευθυνθήκαμε προς το Gran Cafe De Paris που σύμφωνα με την Telegraph είναι ένα από τα 50 καλύτερα καφέ του κόσμου και βρίσκεται απέναντι από το Γαλλικό Προξενείο. Έγινε διάσημο γιατί σύχναζαν διάφορες μεγάλες προσωπικότητες, γυρίστηκε μια ταινία με τον Ματ Ντέιμον αλλά και γιατί είναι και αυτό ένα ιδανικό καφέ για people watching. Η εμπειρία του να κάθεσαι στα έξω τραπεζάκια, να πίνεις μοσχοβολιστό τσάι μέντας και να παρατηρείς την ζωή των Τανχερίνος να διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια σου σαν να πρωταγωνιστείς στο “The Sheltering Sky” του Μπερτολούτσι, είναι κάτι μοναδικό και σίγουρα έξω από τα συνηθισμένα. Καθίσαμε μέχρι να φτάσει η ώρα που έπρεπε να ξεκινήσουμε για τον σιδηροδρομικό σταθμό της Ταγγέρης. Στις 11 το βράδυ θα μπαίναμε στο νυχτερινό τρένο που μετά από μια μεγάλη διαδρομή 11 ωρών, από τον Μαροκινό Βορρά μέχρι το κέντρο, θα μας πήγαινε στο τουριστικό επίκεντρο του Μαρόκου το πολυτραγουδισμένο και εξωτικό Μαρακές. Εκεί μας περίμενε η Ισπανίδα φίλη μου η Εστέλ, με την οποία είχαμε να ιδωθούμε περίπου 6 χρόνια, από ένα γάμο στην Ιταλία.  Ήμασταν τόσο ενθουσιασμένοι και ανυπόμονοι για αυτό το πολύωρο ταξίδι στις ράγες, από τον άγριο Βορρά στο λουστραρισμένο και τουριστικό κεντρικό Μαρόκο, που δεν μπορούσαμε να συγκρατήσουμε την χαρά μας! Μπήκαμε στην αμαξοστοιχία και η υπέρτατη χαρά μετατράπηκε σε χαρμολύπη αφού αφήναμε πίσω μας μια πανέμορφη και μυστηριακή πόλη γεμάτη αντιφάσεις και έντονα συναισθήματα, στην οποία σίγουρα κάποια στιγμή θα θέλαμε να επιστρέψουμε!

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα