Αστυπάλαια, εσύ που σεληνοφωτίζεσαι
Ο Θωμάς Καραγκιοζόπουλος περιγράφει εικόνες δροσιάς και οφθαλμομαγείας.
Λέξεις: Θωμάς Καραγκιοζόπουλος
Στα μάτια μου κυματίζει ακόμη το λευκό και το γαλάζιο του σώματός σου. Σε πρωταντίκρισα από τη θάλασσα. Απλωνόσουν στο βλέμμα μου και γέμιζες το κενό σημείο μεταξύ ουρανού και θάλασσας. Λευκό και γαλάζιο. Ένα κομμάτι γης βαμμένο μ’ασβέστη και παράθυρα γαλάζια-λες παράθυρα στη θάλασσα, λες παράθυρα της θάλασσας και σπίτια τ’ουρανού.
Είσαι χώρα χτισμένη ανοδικά. Ξεκινάς από τα ρηχά νερά, ανεβαίνεις πάνω από τα δένδρα, τα λιγοστά σου δένδρα κι οι άνεμοι σε φέρνουν ‘κει που τις κορφές χαϊδεύουν τα μαϊστράλια και τα μελτέμια. Πέπλο λευκό σε ντύνει τις ημέρες, φως άπλετο σε λούζει. Ο ίσκιος σπανίζει στα μέρη σου. Ακατάδεχτο το χώμα σου σε λιγότερο ήλιο, σε λιγότερο φως. Τη νύχτα φέγγεις μεσοπέλαγα, σεληνοκαθρεφτίζεις και σεληνοφωτίζεσαι.
Στ’ αψηλά σου αλώνια ένας στοίχος από ανεμόμυλους φέρνει σε σειρά τις σκόρπιες σκέψεις μου που είχαν ξεχαστεί έναν δρόμο παρακάτω, σ’ένα σοκάκι ανηφορικό, την οδό ανεμόεσσα. Οι ανεμόροδες στέκουν ακίνητες σαν πακτωμένες από χρόνια, γιατί, ίσως, σαν κάνουν πως σαλεύουν και φέρνουν βόλτα τον άνεμο μπορεί και να σαλπάρει το νησί για τον βορρά ή για τον νότο.
Λίγα μέτρα λευκού πιο πάνω, στον κορυφαίο βράχο που υψώνεται πάνω από τις στέγες, ένα κάστρο που όταν δέχεται τις ξανθές τις ξανθές ακτίνες του ήλιου γίνεται φύλλο ολοκίτρινο, στέκεται η ακρόπολη της χώρας. Στα σίγουρα τείχη του κλείνεται η ιστορία του τόπου, ενώ οι παρυφές αλλάζουν όψη με τα χρόνια και ενώ εσύ κι εγώ ερχόμαστε και φεύγουμε.
Τα βράδια είναι προορισμένα για ένα μπαλκόνι με θέα. Εικόνες δροσιάς και οφθαλμομαγείας στο πιάτο. Η Αστυπάλαια έχει μια ήρεμη ομορφιά. Έχει βρει τον εαυτό της και αυτός της ταιριάζει. Τίποτε ν’αφαιρέσεις ή να προσθέσεις. Λένε πως είναι σαν πεταλούδα μέσα στη θάλασσα. Μια πεταλούδα που έχει ανοίξει τα φτερά της και ταξιδεύει μαζί με μας, παρέα με τα κύματα, παρέα με τη θάλασσα, μέσα στο λευκό της φόρεμα.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: