Χριστούγεννα σε μία δικτατορία

Λέξεις- εικόνες του Παναγιώτη Λογγινίδη Εγώ γενικώς ταξιδεύω. Και ταξιδεύω για τρεις λόγους: πρώτον γιατί μόνο έτσι καταλαβαίνω τα μεγάλα όρια του πλανήτη μας και τα μικρά του μικρόκοσμού μου. Τελικά δε ζω μόνο εγώ σε αυτόν τον κόσμο και αυτό είναι ένα γεγονός που το ξεχνάμε στην επαναλαμβανόμενη καθημερινότητά μας. Δεύτερον, η όλη διαδικασία […]

Παναγιώτης Λογγινίδης
χριστούγεννα-σε-μία-δικτατορία-17630
Παναγιώτης Λογγινίδης
leykorosia_1.jpg

Λέξεις- εικόνες του Παναγιώτη Λογγινίδη

Εγώ γενικώς ταξιδεύω. Και ταξιδεύω για τρεις λόγους: πρώτον γιατί μόνο έτσι καταλαβαίνω τα μεγάλα όρια του πλανήτη μας και τα μικρά του μικρόκοσμού μου. Τελικά δε ζω μόνο εγώ σε αυτόν τον κόσμο και αυτό είναι ένα γεγονός που το ξεχνάμε στην επαναλαμβανόμενη καθημερινότητά μας. Δεύτερον, η όλη διαδικασία του ταξιδιού με εξοικειώνει με το διαφορετικό. Το ζήτημα βέβαια είναι και να θέλεις αλλά και να μπορείς να εξοικειωθείς με το διαφορετικό. Πόσες φορές δεν αναπόλησα την πρώτη πτήση σε διαδικασία τράνζιτ με επιστροφή στη Θεσσαλονίκη, όταν πλησιάζοντας τη θύρα για τη μετεπιβίβαση από μακριά κατάλαβα ότι το μόνο που δε θα ‘θελα να δω τώρα, ενόσω μετουσιώνω το βίωμα του ταξιδιού, είναι αυτός ο όχλος νεοελλήνων, που φωνάζει, φλυαρεί και γενικώς κάνει σαματά. Ξέρω, ξέρω κάπου την έχουμε πατήσει κι οι δυο. Αλλά το πιο σπουδαίο απ’ όλα είναι ότι ένα ταξίδι μου δείχνει κάθε φορά το έλλειμμά μου. Με απογυμνώνει από το αίσθημα της δύναμης που γεννάει στον άνθρωπο η πόλη του, η καθημερινότητά του, οι φίλοι, η ερωμένη/ο γκόμενός του, ο άντρας/η γυναίκα του και πάει λέγοντας. Ό,τι και να ναι κανείς, όσα μπαϊράμια και να κάνει με το μυαλό του στο περιβάλλον του, όσο επηρμένος και να ‘ναι, τα δύσκολα έρχονται εκεί που δε σε ξέρει κανείς και καλείσαι να λάβεις άμεσα μία θέση. Να συναναστραφείς με το ξένο, να γνωρίσεις, να επηρεαστείς, να αλλοιωθείς, γιατί όχι!

Οι Γάλλοι λένε la différence enrichit. Και βέβαια δεν το λένε μόνο οι Γάλλοι, αλλά κάθε σκεπτόμενο μη φασιστικό ον, που πιστεύει στην αυταξία των πολιτισμών. Κάπως έτσι και εγώ και μετά από 2 επίμονες χρονιές ανακάλυψης των Βαλκανίων και ένα ταξίδι αναπάντεχο στην υποσαχάρια Αφρική, είπα να εμπλουτισθώ με προσλαμβάνουσες απ’τη Λευκορωσία. Κακή επιλογή, θα λεγε κανείς για καταχείμωνο. Ε που να τον βρω το χρόνο με τη δουλειά σε καιρό κρίσης, θα ‘λεγα εγώ. Ξεκινάω λοιπόν με ενδιάμεσο σταθμό την Πόλη της Istanbul και κάποια στιγμή, την επομένη προσγειώνομαι στο Μινσκ. Το Μινσκ για όσους δε γνωρίζουν είναι η πρωτεύουσα της Λευκορωσίας. Αυτό αγνοείστε το. Αυτό όμως που δεν πρέπει να αγνοήσετε είναι το τι είναι η Λευκορωσία.

Η Λευκορωσία λοιπόν είναι μία χώρα κλειστή στον εαυτό της, αποσυρμένη απ’ ό,τι συμβαίνει στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, υπό τη διοίκηση ενός μονάρχη. Ναι λοιπόν, είναι η μόνη χώρα στην ευρωπαϊκή ήπειρο που δεν έχει δημοκρατία ή που μάλλον έχει φαινομενικά αλλά οι εκλογές είναι πάντα τυπικές,  οι νόμοι πάντα καθορίζονται από τον πρόεδρο μονάρχη, η δικαιοσύνη είναι ό,τι πει ο Λουκασένκο, κάτι σαν το la loi c’est moi  του Λουδοβίκου. Έχοντας όλα αυτά στο μυαλό μου και ότι θα με φιλοξενήσει μία Γαλλίδα που μένει εκεί, γιατί δεν πας στη χώρα χωρίς πρόσκληση, έφτασα στο σοβιετικού τύπου παλιό αεροδρόμιο χωρίς να φανταστώ τι θα δουν περαιτέρω τα μάτια μου. Και όντως η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή. Εκτός του -2 σε σταθερή καθημερινή βάση που συνάντησα στο Μινσκ, συνάντησα και μια πόλη ευρωπαϊκού τύπου. Όλα είναι άψογα. Τα κτίρια υπέροχα, νεοκλασικού τύπου που κάπου πάνω από τον κίονα διακρίνεις ένα σφυροδρέπανο ή ένα αστέρι σοβιετικό που παρήκμασε με τα χρόνια και τα χιόνια. Όλα έχουν ανακαινιστεί. Ούτε ένα κτίριο ρημάδι σαν τα δικά μας στο κέντρο, ούτε μία ατέλεια, ούτε αδέσποτα, ούτε άστεγοι. Όλα πρέπει να δείχνουν τέλεια. Μου λεγε η φίλη μου ότι όλα αυτά είναι τόσο ψεύτικα που άμα ξύσεις πάνω στα κτίρια, θα καταρρεύσουν. Η εικόνα παίζει το ρόλο της και έτσι το μυαλό μου πήγε κατευθείαν στο Τρούμαν σόου.

Η πρώτη εντύπωση σοκαριστική. Μα πώς μία χώρα τόσο αποκομμένη από τον κόσμο, τόσο πρώην σοβιετική, ζει την πολυτέλεια της ανοικοδόμησης, της υπερκατανάλωσης και του νεοπλουτισμού, τη στιγμή μάλιστα που δεν έχει εμπορικές σχέσεις με τη δύση αλλά ούτε και με την ανατολή, δεν παράγει τίποτα, δε δέχεται τουρίστες; Όλα τρέχουν με ρυθμούς ευρωπαϊκής ανάπτυξης. Το όνειρο των Λευκορώσων γιάπηδων και των κυριών με τις μούφα Λουί Ββιτόν μου θύμισε το δικό μας εφιάλτη. Παντού πολυκαταστήματα που ο κόσμος μπαινοβγαίνει με γεμάτες σακούλες και τις οδηγεί στα πολυτελή αυτοκίνητά του. Πάρκινγκ τεράστια, παντού χλιδή που βρωμάει νεοπλουτισμό και η ζωή κυλά κάπως έτσι. Και από πού όλο αυτό το χρήμα, ήταν η ερώτησή μου; Δάνεια και πίστωση. Αλλά μη βγαίνεις να το πεις.

Και εκεί ξεκίνησαν όλα. Μη βγαίνεις έξω να πεις τίποτα πολιτικό. Μη μιλάς για το καθεστώς θα σε συλλάβουν. Μην πεις τίποτα για δικαιώματα, θα σε συλλάβουν. Μη φωτογραφίσεις δημόσια κτήρια, θα σε συλλάβουν. Μη συγκεντρώνεστε πάνω από δύο στο δρόμο να διαδηλώσετε θα σας συλλάβουν. Μην πίνεις αλκοόλ στο δρόμο, θα σε συλλάβουν. Μην κάνεις φασαρία θα σε συλλάβουν. Απαγορεύονται οι διαδηλώσεις και οι διεκδικήσεις παντός τύπου. Αλλιώς συλλαμβάνεσαι. Τίποτε δεν καταστέλλεται γιατί τίποτα δε γίνεται. Και κανείς δε μιλάει για αυτό. Η μάλλον όποιος τόλμησε να μιλήσει είναι πολιτικός κρατούμενος ακόμα και για μη πολιτικά αδικήματα. Και η αντιπολίτευση; Ποια αντιπολίτευση, ήταν η απάντηση. Το 5%; Αυτοεξορίστηκαν όλοι στην Πολωνία ή τη Λιθουανία. Δε ζεις εδώ αν δε σέβεσαι τον Πρόεδρο.

Μέσα σε όλα αυτά, δε μπορούσε να λείπει η κατασκοπία. Για να μπω στη χώρα, το διαβατήριό μου ελέγχθηκε με ειδικό μηχάνημα  ώστε να διαπιστωθεί η γνησιότητα των ινών του. Μου θύμισε εκείνο το μικροσκόπιο που ελέγχανε τα διαμάντια στα φιλμ νουάρ του 50. Όλα κατασκοπεύονται και όλα είναι ύποπτα. Παντού ΚGB. Τα Χριστούγεννα, η φίλη μου η Γαλλίδα έκανε ένα κονσέρτο με ρεμπέτικα σε ένα μουσείο αφού παίζει τζουρά και τραγουδάει ελληνικά. Το γεγονός βέβαια είναι σπάνιο για τη Λευκορωσία. Δε γίνονται συναυλίες, ειδικά τέτοιου τύπου. Η διευθύντρια του μουσείου όπου έγινε, αφού πήρε προσωπικό ρίσκο για ένα τέτοιο γεγονός που είναι καταρχήν ύποπτο, μας ενημέρωσε ότι στο κοινό, που ήταν 40 άτομα και όλοι με προσκλήσεις, υπήρχε και μία κυρία της KGB. Στο σπίτι που μένει η φίλη μου έχει μικρόφωνα γιατί είναι ξένη και εν δυνάμει κατάσκοπος ή εχθρός του συστήματος. Τα πράγματα είναι δύσκολα.

Και φανταστείτε ότι είναι μία χώρα που γνώρισε όσο λίγες στην Ευρώπη την καταστροφή και τον πόνο που προκάλεσε το ναζιστικό τέρας. Ολόκληρο το Μινσκ ισοπεδώθηκε, πληθυσμοί αποδεκατίστηκαν και οι Εβραίοι της πόλης εξαφανίστηκαν δια παντός. Ας σκεφτεί κανείς μόνο το γεγονός ότι από την εισβολή των Ναζί στη Λευκορωσία σκοτώθηκαν  3 εκατομμύρια Λευκορώσων από τα 9. Όσο για τους Εβραίους, αυτοί πέθαιναν κατά χιλιάδες στα φημισμένα γκέτο της Λευκορωσίας, όπου τους απομόνωναν και τους άφηναν να ξεψυχήσουν από την πείνα, τις κακουχίες και τις αρρώστιες. Τουλάχιστον 800.000 Εβραίων πέθαναν και μαζί με αυτούς ο πολιτισμός τους, ειδικά στο Μινσκ. Μου λεγε η φίλη μου ότι έμενε παλιότερα σε ένα σοβιετικού τύπου άθλιο μπετονένιο τεράστιο συγκρότημα κατοικιών, όπου είχε χτιστεί πάνω στο εβραϊκό νεκροταφείο. Οι ομοιότητες πολλές με τη Θεσσαλονίκη. Το σοβιέτ, θεώρησε καλύτερο να εξαφανίσει κάθε ίχνος τους από την πόλη, χωρίς καν να υπολογίσει το ιερό της μνήμης των νεκρών αλλά και την επί εκατοντάδες χρόνια ζωή των Εβραίων στο Μινσκ. ”Δεν άντεξα άλλο να μένω πάνω στους νεκρούς και μετακόμισα. Όταν έβρεχε, έφερνε στην επιφάνεια κόκαλα και πλάκες’‘ μου ‘πε. Σε εμάς, της είπα, φροντίσαμε να εξαφανίσουμε κάθε πλάκα για να ελαφρύνουμε τη συνείδησή μας και πάνω χτίσαμε το Πανεπιστήμιο. Μου λεγε ακόμα για ένα σπίτι που επισκεφθήκαμε – από τα λίγα που σώζονται – όπου μέσα είχαν μείνει 26 Εβραίοι για 2 χρόνια, κλεισμένοι όλοι μαζί χωρίς φαγητό και σε άθλιες συνθήκες, όπου μετά την απελευθέρωσε είχαν επιζήσει οι 13. Οι υπόλοιποι, όταν πέθαιναν τους έθαβαν μέσα στο σπίτι γιατί δε μπορούσαν να βγουν έξω. Μάλιστα μόνο όταν πέρασαν 3 μήνες από την απελευθέρωση, κατάλαβαν τι είχε συμβεί και βγήκαν από το σπίτι – τάφο.

Μετά από αυτά μάλλον επέστρεψα στην Ελλάδα με πολλές σκέψεις για τη δημοκρατία, το σύστημα, τους ανθρώπους. Το βέβαιο είναι ότι η υπερκατανάλωση σκοτώνει τα δικαιώματα και το γεμάτο στομάχι διαδέχεται η ανάγκη για ένα αυτοκίνητο, πολλά ρούχα, γκάτζετ κτλ από δικαιώματα, διεκδικήσεις, πολιτισμό. Ακόμα, σε ένα τέτοιο καθεστώς καταλαβαίνει κανείς τι πάει να πει προσωπική ελευθερία, γνώμη του υποκειμένου, συλλογική δράση, κάτι που έχουμε σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα και το υποεκτιμούμε, άσχετα με την αδιαμφισβήτητη βίαιη καταστολή που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια από τη δεξιά συντηρητική κυβέρνησή μας. Η ελευθερία που κρύβει ο καθένας μας, μέσα στην ψυχή του και στο μυαλό του είναι αδιαπραγμάτευτα αν θέλουμε να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες. Αλλιώς το σκοτάδι του Λουκασένκο θα επισκεφθεί τη γειτονιά μας.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα