Δρακόλιμνη της Τύμφης: Το πιο εντυπωσιακό σκηνικό θρίλερ της Ελλάδας
Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ήταν το πρώτο βήμα.
Λέξεις – Εικόνες: Γιάννης Λάππας
Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ήταν το πρώτο βήμα.
Άλλωστε κάθε ταξίδι αρχίζει από ένα βήμα και τελικά, είναι το πιο δύσκολο. Μου φαίνεται σαν χθες που ξαφνικά -βράδυ ξημερώματα- αποφάσισα να μπω στο αυτοκίνητο και να κινήσω για το Μικρό Πάπιγκο. Ήδη αναρωτιόμουν πώς θα κάνω τέτοια ανάβαση, πού πάω αγύμναστος στα άγρια βουνά, μη σκεφτώ για τις ιστορίες που άκουσα αποβραδίς στο καφενείο για την παρουσία αρκούδας στην Άνω Κλειδωνιά. Ωστόσο, η επιθυμία μου να δω τη λίμνη και να περπατήσω στο βουνό ήταν μεγαλύτερη και φυσικά νίκησε. Φτάνοντας στο Μικρό Πάπιγκο, το τοπίο στις 6 το πρωί θυμίζει σκηνικό από ταινία θρίλερ, καθώς οι εντυπωσιακές κορυφές της Αστράκας που αρχίζουν να αχνοφαίνονται από την ανατολή του ηλίου, ορθώνονται σαν σκεπή πάνω από το χωριό.
Δεν άργησα να βρω το μονοπάτι που ξεκινάει η διαδρομή που οδηγεί ανηφορικά στη Δρακόλιμνη. Άλλωστε, με βοήθησαν τα τσοπανόσκυλα που με οδήγησαν εκεί ενστικτωδώς.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη στιγμή, τη στιγμή που το πρώτο βήμα ήθελε τη μεγαλύτερη ώθηση που μπορούσε να δώσει η καρδιά μου για να πατήσει αυτόν το χωματόδρομο και να τον εμπιστευτεί άλλο ένα βήμα, και ένα ακόμη, και ξαφνικά βρέθηκα να μυρίζω το βουνό, να απολαμβάνω τη διαδρομή, να βγάζω φωτογραφίες, να σταματώ και να κοιτώ τη θέα ολόγυρα, να χαζεύω τις κορυφές της Αστράκας χωρίς άγχος.
Το πρώτο κομμάτι της διαδρομής, έχει ένα αρκετά καλά σηματοδοτημένο μονοπάτι μέσα στο δάσος, με ρυάκια που τρέχουν και έντονη βλάστηση. Στη συνέχεια, μπαίνεις στην αλπική ζώνη, όπου το τοπίο γίνεται ξερό, άδεντρο αλλά εκεί έχεις βρει πια το ρυθμό σου.
Μετρώντας 3 ώρες πεζοπορίας και σε υψόμετρο πια 1.950 μέτρα, έφτασα στο καταφύγιο, όπου δίχως δεύτερη σκέψη και δίχως δεύτερη γουλιά από το μπουκάλι νερού, φωτογράφιζα κατεβαίνοντας ή κατέβαινα φωτογραφίζοντας την απόκρημνη πλαγιά που θυμίζει σεληνιακό μαγικό τοπίο. Εκεί, έμεινα λίγο καθηλωμένος να χαζεύω τους επιβλητικούς πύργους της Αστράκας και στη συνέχεια, πήρα τη μεγάλη ανηφόρα που οδηγεί στη Δρακόλιμνη.
Η πρωινή καταχνιά ακόμα δεν είχε φύγει, γεγονός που έδινε στο σεληνιακό αλπικό τοπίο μια γοητεία και σε συνδυασμό με τον ήχο μόνο του αέρα, μου άφηνε ανεξίτηλες στιγμές.
Τη σιωπή σπάει η δυνατή κραυγή ενός γερακιού και πριν καν το συνειδητοποιήσω, βρίσκομαι στην αγκαλιά της Δρακόλιμνης της Τύμφης. Σε υψόμετρο 2.050 μέτρων, ξεπροβάλει εκεί που δεν το περιμένεις και σε αφήνει άναυδο με το γαλάζιο χρώμα της. Ανέβηκα στο λόφο να απολαύσω τη θέα, καθώς ο ήχος του αέρα διαπερνούσε τα ψηλά σαν στάχυα, χόρτα στα πόδια μου.
Ροβόλησα την κατηφόρα που είχα μόλις ανέβει, διέσχιζα πάλι τα αλπικά οροπέδια, ακροβατούσα πάλι τις κορυφογραμμές, χάζευα πάλι τις μεγάλες εκτεθειμένες κάθετες βραχώδεις επιφάνειες, ζαλιζόμουν πάλι από τις μεγάλες κλίσεις και τους έντονους γεωλογικούς σχηματισμούς, αλλά ήμουν ένας διαφορετικός άνθρωπος. Είχα αγγίξει με το χέρι μου μια πανέμορφη περιοχή, όνειρο ετών.
Ένιωθα πιο δυνατός, πιο γενναίος, όχι επειδή γνώριζα πως αρκετοί είναι οι μύθοι που σχετίζονται με το βάθος της λίμνης και που το θέλουν να είναι αμέτρητο, καθώς και πως κανείς δεν τολμά να επιχειρήσει τη βυθομέτρηση της λίμνης και αυτό γιατί ο βυθός της είναι στοιχειωμένος, αλλά περισσότερο επειδή γνώριζα πως το να ταράξω με το δάχτυλο μου τα νερά της Δρακόλιμνης συναρμολόγησε όλα εκείνα τα θραύσματα της ψυχής μου που πήγαν να τελειώσουν μέσα μου.
Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ήταν το πρώτο βήμα.