Δυο μουσεία-λόγοι για να επισκεφτείς το Βόλο!
Ο Βόλος, πλέον των υπολοίπων σημαντικών λόγων που διαθέτει για να προσελκύει τον επισκέπτη διαθέτει και δυο σπουδαία μουσεία που αξίζει να τα βάλει κάποιος στο πρόγραμμα του.
Ο Βόλος, πλέον των υπολοίπων σημαντικών λόγων που διαθέτει για να προσελκύει τον επισκέπτη διαθέτει και δυο σπουδαία μουσεία που αξίζει να τα βάλει κάποιος στο πρόγραμμα του.
Στην υπέροχη συνοικία των Παλιών, ένα σκηνικό διασωζόμενο να μαρτυρά άλλες εποχές της πρωτεύουσας της Μαγνησίας, το ΠΙΟΠ, διέσωσε ένα πολύτιμο ενθύμιο της βιομηχανικής κληρονομιάς της πόλης.
Το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Ν. & Σ. Τσαλαπάτα, στεγάζεται στο παλιό Εργοστάσιο Πλινθοκεραμοποιίας Νικολάου & Σπυρίδωνος Τσαλαπάτα, στον Βόλο. Παρουσιάζει την καθημερινή ζωή στο εργοστάσιο, καθώς και όλα τα στάδια της παραγωγής διαφορετικών τύπων τούβλων και κεραμιδιών.
Το εργοστάσιο, που ιδρύθηκε το 1926 από τους αδελφούς Νικόλαο και Σπυρίδωνα Τσαλαπάτα, είχε συνολική έκταση 22.000 τ.μ., από τα οποία τα 7.500 τ.μ. είναι στεγασμένοι χώροι. Στην ακμή της λειτουργίας του απασχολούσε περίπου 250 εργαζόμενους, η εγκαταστημένη ισχύς σε μηχανήματα άγγιζε τους 300 ίππους, και η ετήσια παραγωγή έφτανε έως και τα εννέα εκατομμύρια τεμάχια. Μέχρι το 1978, οπότε σταμάτησε η λειτουργία του, υπήρξε σημαντική παραγωγική μονάδα πανελλαδικής εμβέλειας, με την σφραγίδα «Τσαλαπάτα» να αποτελεί εγγύηση ποιότητας. Το εργοστάσιο είχε δημιουργηθεί και λειτουργούσε με τεχνολογία αιχμής, ανάλογη με εκείνη που χρησιμοποιούνταν ήδη στην Ευρώπη, σε μια εποχή όπου στην Ελλάδα το περιβάλλον του κλάδου παρέμενε προβιομηχανικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι η παραγωγή τούβλων και κεραμιδιών στον Βόλο πριν από την ίδρυση του εργοστασίου γινόταν με χειροποίητες μεθόδους, που διέφεραν ελάχιστα από αυτές της αρχαιότητας.
Το 1995, στο πλαίσιο του προγράμματος URBAN, ο Δήμος Βόλου αγόρασε το συγκρότημα. Το διάστημα 1998-2001 πραγματοποιήθηκαν εργασίες αποκατάστασης των κτηρίων από τη Δημοτική Επιχείρηση Μελετών Κατασκευών Βόλου (ΔΕΜΕΚΑΒ), προκειμένου να δημιουργηθεί πολιτιστικό κέντρο, αφιερωμένο στη βιομηχανική παράδοση και την καλλιτεχνική δημιουργία. Από το 2004 το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, ανέλαβε το συντονισμό ενός εκτενούς ερευνητικού προγράμματος σχετικού με τη βιομηχανική πλινθοκεραμοποιία και στη συνέχεια την πλήρη αναμόρφωση του βιομηχανικού χώρου και τη μετατροπή του σε μουσειακό, βάσει σύγχρονων μουσειολογικών προδιαγραφών. Τα εργαστήρια και οι βιομηχανικοί χώροι του εργοστασίου που αποκαταστάθηκαν αποτελούν σήμερα σπάνιο δείγμα σωζόμενου βιομηχανικού συγκροτήματος στον ελληνικό χώρο.
Κύριος άξονας της μουσειολογικής και μουσειογραφικής προσέγγισης ήταν η ανάδειξη της αλυσίδας παραγωγής και του μηχανολογικού εξοπλισμού του εργοστασίου. Έτσι, από το 2007 το εργοστάσιο Τσαλαπάτα «λειτουργεί» ξανά. Τα τριβεία, οι πρέσες, οι κοφτήρες, οι δεξαμενές αργίλου, τα βαγονέτα και η κάμινος Hoffmann ανασυνθέτουν την παραγωγική διαδικασία. Αυτή τη φορά, όμως, για τις ανάγκες της περιήγησης του επισκέπτη και της γνωριμίας του με το παραδοσιακό επάγγελμα του πλινθοκεραμοποιού αλλά και με τις τεχνικές επεξεργασίας και κατεργασίας των πρώτων υλικών. Η πορεία του επισκέπτη ταυτίζεται με τη διαδικασία παραγωγής του παλαιού εργοστασίου, από την εξόρυξη του χώματος μέχρι το τελικό προϊόν, ώστε να γίνονται καλύτερα αντιληπτές οι συνθήκες δουλειάς στο εργοστάσιο, οι ιδιαιτερότητες της βιομηχανικής παραγωγής, η ειδική φυσιογνωμία της πλινθοκεραμοποιίας αλλά και η γενικότερη εξέλιξη της κεραμοποιίας.
Στην πρώτη ενότητα, ο επισκέπτης πληροφορείται την ιστορία του πλινθοκεραμοποιείου και, ακολουθώντας τον φυσικό βιομηχανικό χώρο των τριβείων, ανεβαίνει τη ράμπα του μύλου, όπου μεταφερόταν το χώμα. Η επίσκεψη στον πυρήνα του εργοστασιακού χώρου αρχίζει από το λεβητοστάσιο. Εκεί στεγάζονταν οι τρεις ατμομηχανές όπου γινόταν αυτοπαραγωγή ενέργειας προορισμένης να εξασφαλίζει την ηλεκτροδότηση του εργοστασίου, τη θέρμανση των ξηραντηρίων καθώς και την κίνηση στα μηχανήματα της αίθουσας παραγωγής. Η επίσκεψη συνεχίζεται στην αίθουσα της παραγωγής, όπου παρουσιάζεται η διαδικασία μορφοποίησης (με πρέσες) τούβλων και κεραμιδιών διαφόρων τύπων. Τα προϊόντα, αφού αποκτούσαν την τελική τους μορφή, προωθούνταν στα ξηραντήρια, ειδικά διαμορφωμένους χώρους όπου έμεναν μέχρι να στεγνώσουν εντελώς. Η θερμότητα που ερχόταν από τις ατμομηχανές και την κάμινο Hoffman επιτάχυνε αυτήν τη διαδικασία.
Στη συνέχεια ο επισκέπτης οδηγείται στην κάμινο Hoffman. Ο τύπος αυτός φούρνου επικράτησε σε όλη την Ευρώπη από τα μέσα του 19ου αιώνα και έπειτα. Η μεγάλη καινοτομία του ήταν ότι λειτουργούσε όλο το 24ώρο, εξασφαλίζοντας πολύ καλή ροή παραγωγής. Ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να μπει μέσα στην κάμινο και, σε συνδυασμό με τη μακέτα που παρουσιάζει τον χώρο σε τομή, να κατανοήσει καλύτερα τη λειτουργία της.
Τέλος, στον προαύλιο χώρο, ο επισκέπτης προσεγγίζει τα έτοιμα για μεταφορά ψημένα προϊόντα, πλησιάζει τις δεξαμενές αργίλου, όπου καθιζάνει η λάσπη για τα κεραμίδια, αλλά και πληροφορείται για τη μοναδικότητα της ατμομηχανής του συρμού που μετέφερε χώμα, τύπου Decauville, μια από τις ελάχιστες του είδους της που σώζεται.
Η μόνιμη έκθεση πλαισιώνεται από μακέτες και πλούσιο εποπτικό υλικό. Παράλληλα, διανθίζεται με σημαντικές προφορικές μαρτυρίες πρώην εργατών του πλινθοκεραμοποιείου αλλά και του Άρη Τσαλαπάτα, γιού του Σπυρίδωνα.
Με περιοδικές εκθέσεις, διαλέξεις, σεμινάρια και άλλες εκδηλώσεις που διοργανώνονται ή φιλοξενούνται στην Αίθουσα Πολλαπλών Χρήσεων, το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας αποτελεί ζωντανό πολιτιστικό κύτταρο της τοπικής κοινωνίας. Εκπαιδευτικά προγράμματα και ποικίλες δραστηριότητες εξασφαλίζουν άμεση, βιωματική σχέση με τη διαδικασία παραγωγής, κάνοντας το Μουσείο χώρο μάθησης, εξερεύνησης και ψυχαγωγίας.
Παράλληλα, το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Ν. & Σ. Τσαλαπάτα αποτελεί ισχυρό μουσειακό πόλο ο οποίος ενισχύει το πολιτισμικό απόθεμα της περιφέρειας Θεσσαλίας, συνεισφέροντας στην ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας.
Το Μουσείο της Πόλης του Βόλου στεγάζεται στο κτήριο της πρώην καπναποθήκης Παπάντου, στην οδό Φερών 17, στα Παλιά Βόλου.
Στο ισόγειο λειτουργούν χώροι περιοδικών εκθέσεων κι εκδηλώσεων, πωλητήριο και αναγνωστήριο. Κάτω από την αίθουσα περιοδικών εκθέσεων διατηρούνται και είναι ορατά στον επισκέπτη τμήματα αγωγών υδάτων, οι οποίοι χρονολογούνται στα μεσοβυζαντινά χρόνια (6ος -7ος αιώνας μ.Χ). Η λειτουργία του ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2014 με τα εγκαίνια της μεγάλης περιοδικής έκθεσης «Βόλος-Νέα Ιωνία: τόσο κοντά, τόσο μακριά», αφιερωμένη στα 90 χρόνια από την ίδρυση του προσφυγικού Συνοικισμού στη Νέα Ιωνία. Η μόνιμη έκθεση «Βόλος 10 + ιστορίες» εγκαινιάστηκε στις 17 Μαΐου 2019.
Γύρω στα 1990 άρχισε να ωριμάζει στην τοπική κοινωνία και να υιοθετείται από την τοπική αυτοδιοίκηση η ανάγκη για τη δημιουργία μουσείου για την πόλη του Βόλου. Από το 1989 και έως το 2000 ο Δήμος Βόλου αποκτά σταδιακά την πρώην καπναποθήκη Παπάντου και άλλα τρία κτήρια στο οικοδομικό τετράγωνο ΟΤ 49, το οποίο το 1997 χαρακτηρίστηκε ως χώρος για την ανέγερση και λειτουργία του Μουσείου της Πόλης του Βόλου. Η καπναποθήκη Παπάντου κτίστηκε περί το 1920.
Όπως και άλλες καπναποθήκες στην πόλη στέγασε μέχρι και την ίδρυση του Συνοικισμού πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Το έργο της ανακαίνισης του κτηρίου και της ανάπλασης του περιβάλλοντος χώρου ξεκίνησε το 2006 με χρηματοδότηση από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Θεσσαλίας και τον Δήμο Βόλου. Τη μελέτη και την επίβλεψη του έργου είχε η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Βόλου.
Η συλλογή του Μουσείου της Πόλης του Βόλου (Μ.Π.) συγκροτείται από δύο μεγάλες ενότητες: τις συλλογές και δωρεές στην πρώην δημοτική επιχείρηση «Δημοτικό Κέντρο Ιστορίας και Τεκμηρίωσης Βόλου» (ΔΗ.Κ.Ι.) και το υλικό που αποκτήθηκε μετά την έναρξη λειτουργίας του, το 2014.
Περιλαμβάνει αντικείμενα, φωτογραφίες και τεκμήρια κάθε είδους και μορφής, που αφορούν την ιστορία και τη φυσιογνωμία του Βόλου και της ευρύτερης περιοχής της Μαγνησίας και της Θεσσαλίας. Χρονικά εκτείνεται σε όλη την περίοδο από την ενσωμάτωση του Βόλου στο Ελληνικό κράτος (1881) έως σήμερα.
Ξεχωριστή ενότητα αποτελεί η ψηφιακή συλλογή του, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει ηχητικό αρχείο εκδηλώσεων από το 1991, το αρχείο της Δημοτικής Τηλεόρασης Βόλου (1996-1998), συνεντεύξεις, φωτογραφίες, video και άλλο οπτικό-ακουστικό υλικό. Μετά από συμφωνία με τον τομέα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του τμήματος ΙΑΚΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το Μουσείο της Πόλης του Βόλου διαθέτει τις ηχογραφημένες συνεντεύξεις που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος “Θαλής” (“DEMUCIV: σχεδιάζοντας το Μουσείο της Πόλης του Βόλου”). Η συλλογή αυτή εντάχθηκε στο Αρχείο Οπτικοακουστικών Μαρτυριών του τμήματος ΙΑΚΑ και είναι προσβάσιμη στο κοινό στο Εργαστήριο Ιστορίας.
Tο Μουσείο Πόλης του Βόλου προσφέρει στους κατοίκους της πόλης τρεις ιστορικούς περίπατους που βασίζονται στις προσωπικές αναμνήσεις Βολιωτών που έζησαν τα γεγονότα της δεκαετίας του 1940 από πρώτο χέρι. Οι διαδρομές περνάνε από μέρη που σημαδεύτηκαν στη λαϊκή μνήμη από τις εμπειρίες της Κατοχής και της Αντίστασης. Οι μαρτυρίες που θα ακούσετε ανακαλούν μια πολυφωνική και συχνά κρυφή ιστορία των πολυτάραχων και βασανιστικών αυτών χρόνων. Οι περισσότεροι μάρτυρες που μας αφηγήθηκαν τις ιστορίες αυτές τις έζησαν στην παιδική ή εφηβική τους ηλικία.
Η πρώτη διαδρομή αφορά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, ξεκινάει από το στρατόπεδο Γεωργούλα στη Νέα Ιωνία, έχει 7 στάσεις και καταλήγει στην πλατεία Ρήγα Φεραίου. Η δεύτερη διαδρομή αφορά την πείνα της Κατοχής, ξεκινάει από το Μουσείο Πόλης, έχει 4 στάσεις και καταλήγει στo λιμάνι. Η τρίτη διαδρομή αφορά την Κατοχική βία και την Αντίσταση, ξεκινάει από τη Συναγωγή, έχει 7 στάσεις και καταλήγει στο Ηρώο στην Παραλία. Η κάθε διαδρομή διαρκεί περίπου μία με μιάμιση ώρα.