ΕΙΚΟΝΕΣ: Ένα σπάνιο λιβάδι με νάρκισσους στο Βέρμιο
Σε απόσταση μιάμισης ώρας από τη Θεσσαλονίκη.
Σε υψόμετρο πάνω από τα 1200 μέτρα, στις κορυφές του Βερμίου, ο ανυποψίαστος επισκέπτης που αναζητάει μια εμπειρία γνήσιας επαφής με τη φύση, αφήνει πίσω του την Κουτσούφλιανη, προσεγγίζοντας το πυκνό δάσος στον Άγιο Παύλο, λίγα μόλις χιλιόμετρα πιο ψηλά.
Ο ανοιξιάτικος άνεμος μεταφέρει ως εκεί ένα μεθυστικό άρωμα, γνώριμο σε πολλούς, που στέλνει τα πρώτα μηνύματα γι’ αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει.
Μετά τα πρώτα σπίτια και την πρώτη στροφή στον μικρό οικισμό, αποκαλύπτεται στον ορίζοντα ένα ασυνήθιστο θέαμα, ένα ανθισμένο φυσικό λιβάδι από νάρκισσους στην καρδιά ενός οροπεδίου, όπου κάποτε υπήρξε λίμνη.
Σε αυτό το Αλπικό τοπίο με τον πλούσιο υδρολογικό πλούτο του Βερμίου ζει ένα φυτό γνωστό από την αρχαιότητα, με ποιητική ονομασία, ισχυρές φαρμακευτικές ιδιότητες αλλά και τοξική δράση.
Πάνω στην κουβέντα για το καλωσόρισμα, η Φρειδερίκη Χαϊτίδου μιλάει με ενθουσιασμό για το τοπίο και την σπάνια ομορφιά του, ακριβώς στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που ο νάρκισσος ανθίζει και «πλημμυρίζει» τον τόπο με αρώματα και χρώματα.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον Νάρκισσο poeticus, όπως ονομάζεται και επισήμως, φέρνει στη μνήμη της ένα ντοκιμαντέρ που είχε παρακολουθήσει πριν από καιρό για το συγκεκριμένο λουλούδι, που συνδέεται με τον ελληνικό μύθο του Νάρκισσου.
Θυμάται, μάλιστα, ότι παρουσίαζε μια περιοχή στις Άλπεις, όπου βρίσκονταν καλλιέργειες νάρκισσων για την παρασκευή διαφόρων προϊόντων.
«Το ντοκιμαντέρ ήταν ξενόγλωσσο και δεν μπορούσα ακριβώς να αντιληφθώ όσα λέγονταν σε αυτό. Όμως, όταν είδα κάποιον να μυρίζει έναν νάρκισσο, σκέφτηκα πως γνωρίζω ακριβώς πώς μυρίζει αυτό το υπέροχο λουλούδι», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Χαϊτίδου, κάτοικος της περιοχής.
Πολύτιμα συστατικά για τη θεραπεία της άνοιας και του καρκίνου
«Είναι πάρα πολύ όμορφο να πέσει κανείς πάνω σε ένα λιβάδι με ανθισμένους νάρκισσους κάπου την άνοιξη», σημειώνει, από την πλευρά του, ο Θεοφάνης Κωνσταντινίδης, αναπληρωτής καθηγητής Συστηματικής Βοτανικής στο Τμήμα Βιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μιλάει ιδιαίτερα για τις φαρμακευτικές ιδιότητες του νάρκισσου poeticus και τη σύνδεσή του με τη θεραπεία της νόσου Alzheimer αλλά και την κυτταροστατική του δράση, χάρη στην οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά του καρκίνου. Διευκρινίζει, βέβαια, ότι το λουλούδι αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από τον καθένα, δεδομένης της μεγάλης του δραστικότητας και της υψηλής του τοξικότητας, που επιβάλλει τους κατάλληλους χειρισμούς από τους επιστήμονες του κλάδου.
Με σεβασμό, άλλωστε, στη βιοποικιλότητα της φύσης, υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την ανάγκη διατήρησης και προστασίας ενός τέτοιου φυσικού ενδιαιτήματος. Ωστόσο, υποστηρίζει ότι θα μπορούσαν να αναζητηθούν εκτάσεις κατάλληλες για την καλλιέργεια νάρκισσων σε τόπους με υγρασία και υψηλό υψόμετρο, με σκοπό την αξιοποίησή τους για φαρμακευτικούς σκοπούς αλλά και για την αρωματοποιία. Όπως λέει, άλλωστε, «το αιθέριο έλαιο των λουλουδιών έχει μεγάλη συνθετότητα, μπορεί να περιέχει 50 ή και 80 συστατικά και έχει πολύ μεγαλύτερη αρωματική δράση από τεχνητά χημικά αρώματα, που προσομοιάζουν με μία ή δύο ουσίες από εκείνες που ευθύνονται για την αρωματική δράση ενός φυτού».
Η λίμνη αποξηράνθηκε το 1974
Όσο για την ιδιαιτερότητα του τοπίου και τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν σε αυτό, ο Μιλτιάδης Χαϊτίδης, ένας από τους λίγους κατοίκους του Αγίου Παύλου, κυρίως το καλοκαίρι, θυμάται ότι εκεί που σήμερα βρίσκεται το λιβάδι με τους νάρκισσους υπήρξε πριν από αρκετά χρόνια μια λίμνη που αποξηράνθηκε το 1974. «Πολύ παλιά ήταν λίμνη. Την αποξήραναν γιατί ο κόσμος εδώ ζούσε καλλιεργώντας πατάτες, φασολάκια, λάχανο, παντζάρια και καρότα. Οι κάτοικοι ήταν πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή από διάφορα μέρη. Αρχικά ήρθαν στον κάμπο, αλλά τους πλάκωσε η ελονοσία. Έτσι πήραν τα άλογα και ανέβηκαν στα βουνά. Όταν είδαν το μέρος, τους άρεσε πολύ και άρχισαν να ασχολούνται εδώ με την γεωργία και την κτηνοτροφία», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ο τόπος διηγείται την ιστορία του
Ο κ. Χαϊτίδης θυμάται ακόμη την εποχή που δούλευε στον Μπουτάρη αλλά και την κατασκευή που έκανε ο παππούς του με σανίδια για να φέρουν το νερό στο χωριό από την πηγή. Δείχνει στον επισκέπτη το λουλούδι από το φυτό σαμπούκο που γίνεται τσάι και το φυτό της ορχιδέας, που ο ίδιος με τη γυναίκα του κόβουν ψιλά κομματάκια, στεγνώνουν, χτυπάνε στο γουδί, αλέθουν και κοσκινίζουν για να φτιάξουν σαλέπι. Λίγο έξω από το χωριό δείχνει τη σπηλιά από βράχους μέσα στην οποία είχαν κρυφτεί 17 οικογένειες για να γλυτώσουν από τους Γερμανούς, λίγο πριν από το τέλος της γερμανικής κατοχής: «Εδώ ήταν κρυμμένοι, μέσα στη σπηλιά, στα δεξιά του δρόμου. Τα μωρά έκλαιγαν. Τότε κάποιος τους είπε: “βγείτε έξω, δεν θα σας κάνουν τίποτε”. Έτσι και βγήκαν, όμως δεν γλίτωσαν. Οι Γερμανοί τους πήραν, τους μετέφεραν στη Μεταμόρφωση και τους εκτέλεσαν, δώδεκα άντρες και ένα μωρό… Ο μόνος που γλίτωσε ήταν ο παππούς μου, Ιωάννης Φανιάδης, που έκανε τον ψόφιο κοριό, όταν ο Γερμανός τον χτυπούσε. Εκείνος κατάφερε να φύγει και όταν απομακρυνόταν, τον γάζωσαν οι Γερμανοί, τον χτύπησαν στα πόδια και τις γάμπες. Ήξερε τα μονοπάτια όλα και την κοπάνησε. Μέχρι να πεθάνει είχε σκάγια στα πόδια του».
Ένα σύγχρονο κυνήγι θησαυρού…
Σήμερα πια, η ίδια σπηλιά θυμίζει το κυνήγι του θησαυρού που συνεχίστηκε πολλά χρόνια καθώς δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έψαχναν για κρυμμένες λίρες. «Τώρα αν τις βρήκαν θα σου το πούνε;» διερωτάται ο κ. Μιλτιάδης, ενώ με περηφάνια αναφέρει ότι πολλοί έχουν ενδιαφερθεί για αυτόν τον τόπο, πρόσκοποι από τη Γαλλία, την Αμερική και την Ιαπωνία που ήθελαν να φτιάξουν μόνιμες εγκαταστάσεις προσκοπισμού, ρωσικές εταιρείες που ήθελαν να χτίσουν 130 σπίτια και βοτανολόγοι από την Ελλάδα με διασυνδέσεις στο εξωτερικό που ενδιαφέρθηκαν για την πλούσια χλωρίδα. «Ένα λιβάδι με νάρκισσους, άλλωστε, δεν είναι κάτι που συναντάται σε έκταση σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Είναι πράγματι αξιοσημείωτο και αξίζει προστασίας» επιβεβαιώνει, από την πλευρά του, ο Ιωάννης Τσιριπίδης, αν. καθηγητής του Τμήματος Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ ΜΠΕ, Π. Γιούλτση