Ελλάδα για μένα είναι…

Οι τόποι αγαπάμε στην Ελλάδα με λίγες λέξεις

Κωστής Ζαφειράκης
ελλάδα-για-μένα-είναι-14312
Κωστής Ζαφειράκης
«Γιατί δεν αρχίζεις τις  ανασκαφές στο αρχείο σου»; Αυτή ήταν η ερώτηση-κινητήρας, για να πάρει μπρος το «Ταξίδι» της Parallaxi.

Έχω στο μυαλό μου και στους σκληρούς δίσκους απίστευτο υλικό από εικόνες, θρύλους, ανθρώπους, πολιτισμούς και χιλιάδες άλλες ζουμερές πληροφορίες- τόσα χρόνια στη γύρα με ταξιδιωτικές εκπομπές στην τηλεόραση (EXODUS, ΟΞΥΓΟΝΟ και I LOVE GR, Κυριακή στο Χωριό), στο ραδιόφωνο και κείμενα σε περιοδικά.

Έβαλα, ως ετικέτα, ένα απλό ερωτήμα: «Τι είναι για σένα Ελλάδα;» κι άρχισαν να βγαίνουν βουνά οι απαντήσεις. Και δε μιλάω για τουριστικές οδηγίες, αλλά για κάτι πιο βαθύ. Αυτό που επιχειρώ πάντα είναι να γίνομαι μόνιμος κάτοικος, όπου κι αν πηγαίνω (ο λεγόμενος insider). Το βλέμμα του τουρίστα, μου είναι αδιάφορο. Πάντα επιχειρώ να γίνομαι ένα με το τοπίο. Από την Ορεστιάδα ως την Κρήτη κι από την Μάνη ως την Κάρπαθο, υπάρχουν θησαυροί, τους οποίους ανακαλύπτω σιγά σιγά μέσα από τις κουβέντες μου με τους ντόπιους και όλους όσοι αγαπούν ουσιαστικά αυτά τα μέρη.

Κι επειδή όλοι έχουμε δει-ζήσει-ανακαλύψει όμορφες ιστορίες πάνω στον Ελληνικό χάρτη, προτείνω να ξεκινήσουμε μέσα από το «Ταξίδι», μια ατελείωτη  κουβέντα… Μπορούμε λοιπόν, να αλληλογραφούμε μέσω mail ανταλλάσοντας πληροφορίες για όλα όσα μας έχουν μαγέψει στις διαδρομές πάνω-κάτω στην Ελλάδα. Τι είναι αυτό που σας κράτησε ξάγρυπνους στην Σαντορίνη, στην Καρδαμύλη, στην Δράμα, στα Γρεβενά, στην Βέροια, στην Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα; Ποιά θάλασσα, ποιές παραδόσεις, ποιά έθιμα σας έχουν συγκινήσει; Ποιοί άνθρωποι παραμένουν ζωνταντοί στη μνήμη σας; Ποιοι θρύλοι σας έχουν γοητεύσει; Ποιές γεύσεις, ποιές εικόνες, ποιά βουνά σας έχουν πάρει το μαυλό; Πως πήραν το όνομά τους, πόλεις και χωριά… (η λίστα με τις ερωτήσεις και τις αναμνήσεις φτάνει ως το άπειρο).

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν το ταξίδι. «Ελλάδα για μένα είναι…»- κεφάλαιο πρώτο (τσάπτερ ουάν, που λένε…).

-O «Παγασητικός» του Αργύρη Μπακιρτζή: «Το 1972 υπηρετούσα σμηνίτης στη Λάρισα κι όποτε έπαιρνα έξοδο, ερχόμουν στον Παγασητικό για να επισκεφτώ τους αρχαιολογικούς χώρους, το Διμήνι, τα Παληά… Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση πως, ενώ εκείνη την εποχή ήμουν πάρα πολύ ερωτευμένος, είχα μία φοβερή αίσθηση θανάτου κι αποκλεισμού που μου έδινε το Πήλιο, όπως κατέβαινε και περικύκλωνε την πόλη… Αισθανόμουν ότι ο Παγασητικός είναι μία πολύ αποκλεισμένη θάλασσα κι έτσι έγραψα το τραγουδάκι αυτό».  Κάπως έτσι ο Αργύρης Μπακιρτζής των «Χειμερινών Κολυμβητών» εμπνέεται τον ύμνο του Παγασητικού. «Στον Παγασητικό, τη μέρα δυναμίτες/ στον Παγασητικό, το βράδυ ερημίτες».

-Το έθνικ ως τρόπος ζωής στην Κομοτηνή. Τσεβρέδες, σουτζούκ λουκούμ (η συνταγή του θρυλικού Νεντίμ Μεμέτ), στραγάλια, τενεκετζίδικα (στην πλατεία Ηφαίστου), οι μαντήλες στα κεφάλια των γυναικών, η φωνή του μουεζίνη από το Γενί τζαμί, ο μητροπολιτικός Ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου, οι πρωτοετείς (και μαγεμένοι από το πολύχρωμο μωσαϊκό) φοιτητές, το θρυλικό παζάρι της Σαββάτου, η αρχαία Εγνατία, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, τα παλιά της αρχοντικά, ο ανθρωπολογικός και θρησκευτικός της πλούτος: χριστιανοί, μουσουλμάνοι, Πομάκοι και Ρομ. Η Κομοτηνή δεν είναι απλώς πρωτεύουσα του Νομού Ροδόπης, είναι μια πόλη εργαστήριο για κοινωνιολόγους, αρχιτέκτονες και ταξιδιώτες του σύμπαντος.

-Το ταξίδι με τον Οδοντωτό στα Καλάβρυτα. Είναι ένα από τα έξι πιο διάσημα σιδηροδρομικά δίκτυα στον κόσμο. Πρωτολειτούργησε το 1896 και ήταν φυσικά «βατήρας» για την τοπική οικονομία, ως τη στιγμή που ανοίχτηκαν οι δρόμοι. Από το 1960 ως σήμερα μεταφέρει ταξιδιώτες οι οποίοι δηλώνουν γητεμένοι από τη διαδρομή κατά μήκος του Βουραϊκού ποταμού και του ομώνυμου φαραγγιού. Ανακαλύψτε κατά μήκος της γραμμής, τις περίφημες Πόρτες- οι μεταλλικές πόρτες του παλιού τούνελ, τα Δικαστήρια- μια σπηλιά με σταλακτίτες και σταλαγμίτες που μοιάζουν με αίθουσα δικαστηρίου (μέχρι και οι δικαστές ξεχωρίζουν στο βάθος) και τα μετέωρα βράχια της Ζαχλωρούς.

-Η Βέτλανς. Κάποτε όλα τα ελληνικά σπίτια διέθεταν έστω και μία θρυλική κουβέρτα Βέτλανς Νάουσα. Σήμερα (χρόνια μετά το κλείσιμο των θρυλικών εργοσίων που αναζητούν νέες χρήσεις) στην είσοδο της πόλης, απλωμένες στα κάγκελα και τις προθήκες των καταστημάτων, σε υποδέχονται οι κουβέρτες της νέας εποχής, με τα ακρυλικά σχέδια της Μπάρμπι, του Μπομπ του Σφουγγαράκη ή βαμμένες στα χρώματα του ΠΑΟΚ και του Άρη.

-Η Ορεστιάδα, η λίμνη της πόλης, ένας πλούσιος υδροβιότοπος.  Στα νερά της κατασκηνώνουν σπάνια είδη πουλιών και ψαριών: χουλιαρομύτες, κορμοράνοι, σταχτοτσικνιάδες, γουλιανοί, πλατύκες, προικιά, τούρνες. Με τον βιολογικό καθαρισμό που ξεκίνησε στη δεκαετία του 90, η λίμνη έχει καθαρίσει τόσο, που οι ντόπιοι όχι απλώς κάνουν βουτιές τα καλοκαίρια, αλλά πίνουν κιόλας το νερό της. Γύρω από τη λίμνη υπάρχουν πολλά ανεξερεύνητα σπήλαια, όπως το κούφιο βουνό του Προφήτη Ηλία- κάποιοι λένε ότι πρόκειται για γεωλογικό θησαυρό. Αν, τώρα αγαπάτε, τις «πύλες του ανεξήγητου», οι ψαράδες (θυμάμαι το γιγαντόσωμο Ζαφείρη, φιγούρα άλλης εποχής) έχουν να σας πούνε πολλά για τον περίφημο θρύλο του Καστοριανού Δράκου.

-Το έθιμο του Άη-Γιώργη του Μαντηλά στα Μετέωρα. Σύμφωνα με τον θρύλο, την εποχή της Τουρκοκρατίας ένας αγάς τραυματίζεται με το τσεκούρι του, κόβοντας ξύλα. Η γυναίκα του, βγάζει το κόκκινο μαντήλι της και του δένει το πληγωμένο χέρι, ενώ παράλληλα- αν και μουσουλμάνα- προσεύχεται στον Άη Γιώργη, ο οποίος έκανε το θαύμα του. Από τότε, κάθε χρόνο, ανήμερα του Άη Γιώργη, οι αναρριχητές καρφιτσώνουν στον βράχο του Αγίου Πνεύματος, κόκκινα μαντήλια.

-Το πέτρινο καράβι, όπως  είχε παρομοιάσει την γενετειρά του Μονεμβασιά ο Γιάννης Ρίτσος- το πατρικό του σώζεται μέσα στo Κάστρο. Ένας θεόρατος βράχος ύψους 300 μέτρων. Πίσω του λάμπει το Αιγαίο Πέλαγος. Οι ρομαντικοί ταξιδιώτες θυμούνται πάντα τον ποιητή και μιλούν για ένα καράβι έτοιμο να σαλπάρει. Μονεμβασία ή Μονεμβασιά, δηλαδή μονή- εμβασία(μπασιά), μονό πέρασμα: μια λωρίδα γης ενώνει την καστροπολιτεία με τη στεριά. Οι παλιοί ναυτικοί την έλεγαν «Μαλβάζια». Το θρυλικό κρασί «Μαλβάζια» (το κόκκινο χύμα κρασί που σερβίρεται σήμερα στις ταβέρνες της «Μαλβάζιας»,  κατ’ ευφημισμόν ονομάζεται Μαλβάζια) ήταν κάποτε ο γλυκός «χυμός» των τοπικών αμπελώνων και η οικονομική δύναμη της περιοχής για αιώνες.

-Η παλιά πόλη της Ξάνθης, κληρονομιά από την μπελ επόκ. Αστοί και καπνοβιομήχανοι δημιούργησαν ένα πολυμορφικό περιβάλλον με στοιχεία μακεδονικής, ηπειρώτικης και ευρωπαϊκής κουλτούρας. κάθε σπίτι ξεχωρίζει για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του φυσιογνωμία. Τα αρχοντόσπιτα των θρυλικών καπνεμπόρων στεγάζουν σήμερα καινούργιες ιδέες: Στο αρχοντικό Κουγιουμτζόγλου, αναπνέουν τα πρόσωπα και οι θρύλοι μιας αλλοτινής Ξάνθης- είναι το Λαογραφικό Μουσείο, όπου θαυμάζεις με τις ώρες την πολυφυλετικό παζλ της περιοχής, αλλά και τις εικαστικές λεπτομέρειες στους τοίχους και τα ταβάνια. Μέσα σ’ αυτό το ρομαντικό περιβάλλον θα συναντήσετε και τους όμορφους δονκιχώτες της ΦΕΞ (Φιλοπρόοδος Ένωση Ξάνθης). Στην πλατεία της Μητρόπολης, βρίσκεται το Στάλειο Νηπιαγωγείο, ένα εξαιρετικής αισθητικής κτίριο- δωρεά του καπνεμπόρου Π. Στάλιου. Στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου 17, βρίσκεται το σπίτι του Μάνο Χατζιδάκι. Στο νότιο τμήμα της πόλης, σε μια παλιά καπναποθήκη στεγάζεται το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης- στην γωνία Ο. Ανδρούτσου και Αποστόλων.

-Οι Κραβαρίτικες «Άλπεις» ή αλλιώς Βαρδούσια Όρη, στα νότια της Πίνδου, ανάμεσα στα βουνά Τσακαλάκι, Ξεροβούνι και Τσεκούρα. 45 χωριά, όλα ενθύμια από τον παλιό καλό κόσμο, συνθέτουν ένα μαγικό κι ανεξερεύνητο πλανήτη που ακούει στ’ όνομα Κράβαρα. Η ορεινή Ναυπακτία είναι το αντίδοτο στην πλήξη. Από τον Πλάτανο ως την τεχνητή λίμνη του Εύηνου κι από την μονή της Αμπελακιώτισσας ως τη Γραμμένη οξυά, ακούς και μαθαίνεις όχι μόνο γεωγραφία, αλλά και μπολιάρικα: είναι η διάλεκτος που μιλούν ακόμα οι Κραβαρίτες. Γιατί Κράβαρα; Την εποχή της Τουρκοκρατίας, οι ντόπιοι, πάνω στις μάχες, φώναζαν «στην κάρα βαρείτε», δηλαδή «βαράτε στο κεφάλι». Κι έτσι έμειναν στην ιστορία ως «Κράβαρα». Ανακαλύψτε το θρυλικό λεωφορείο με το παράξενο όνομα «Καρνάβαλος». Παρκαρισμένο για πάντα σ’ ένα υπόστεγο στην Άνω  Χώρα, αποτελεί πλέον μουσειακό κομμάτι- κάποτε έκανε διαδρομές από την Ναύπακτο ως την Αμπελακιώτισσα. Στο ίδιο υπόστεγο υπάρχει και μια μόνιμη έκθεση φωτογραφίας από εκείνον τον παλιό καλό καιρό.

-«Η ζωή είναι εδώ»: παραλλαγή στον Κούντερα από μια γυναίκα που άφησε την Αυστρία κι έφτιαξε μια ολοκαινούργια ζωή στην Αρζεντιέρα, στο πεντάγωνο νησί (η Κίμωλος στον χάρτη έχει πέντε γωνίες). Μια γιαγιά, που’ το σκασε από μυθιστόρημα, μας απήγγειλε ένα απόγευμα στην περιοχή Γούπα- Καρρά το αριστούργημα: «Η  Κίμωλος έχει έμορφες ο Κάμπος έχει αφράτες. Στην Ψάθη, στην Νηπόλυβο έχει γαλανομάτες. Στον Αϊ-Στάθη λυγερές, στο Μπρόβαρμα λιχνάτες. Στα Πράσσα και στην Αλυκή ολόασπρες νεράιδες. Στα Λεμπούνια έχει κουνιστές, στο Ξερόκαμπο χοντρούλες, Καρκάνη και Γιωργιλά, ξανθές νεροπαρμένες». Μετά μας τραγούδησε και τον εθνικό ύμνο του νησιού: «Κίμωλο μου, Παράδεισό μου σ’ έχω πάντα στο μυαλό μου».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα