9/9/1939, ώρα 9 μ.μ.: Τα εννιάρια της καταστροφής και η μεγάλη πυρκαγιά της Λήμνου
Σχεδόν 80 χρόνια συμπληρώνονται από τη νύχτα της 9ης Σεπτεμβρίου 1939, όταν πυρκαγιά σε κινηματογράφο της Λήμνου εγκλώβισε δεκάδες ανθρώπους που οδηγήθηκαν στον θάνατο.
Σχεδόν 80 χρόνια συμπληρώνονται από τη νύχτα της 9ης Σεπτεμβρίου 1939, όταν πυρκαγιά σε κινηματογράφο της Λήμνου εγκλώβισε δεκάδες ανθρώπους που οδηγήθηκαν στον θάνατο.
Η Λήμνος είναι, αν όχι το αγαπημένο, ένα από τα αγαπημένα μου νησιά. Κάθε φορά που θα την επισκεφθώ είναι το ίδιο μαγική και γοητευτική. Το λιμάνι, η Μύρινα, οι παραλίες, το κάστρο όπου ανέμελα κάνουν βόλτες τα ελάφια, οι εκκλησίες, τα μουσεία και η ενδιαφέρουσα ιστορία της. Ένα μέρος απόκοσμο και μαγικό. Εκτός από την αρχαία ιστορία για την οποία πολλά έχει να πει το νησί του Ήφαιστου και του Φιλοκτήτη, η Λήμνος έχει να διηγηθεί και ιστορίες της νεότερης εποχής.
Κάπου στη μέση του κεντρικού δρόμου της Μύρινας, εκεί που ο περισσότερος κόσμος κάνει την βόλτα του για να καταλήξει στο λιμάνι, μια επιγραφή με 63 ονόματα και ένα εκκλησάκι είναι τα μόνα που θυμίζουν σήμερα την μεγάλη τραγωδία που χτύπησε το νησί πριν από περίπου 80 χρόνια.
Ένα παλιό τούρκικο τέμενος – το επωνομαζόμενο ξύλινο τζαμί έμελλε να είναι ο χώρος της τραγωδίας. Όταν ο μιναρές του κατεδαφίστηκε, όπως έγινε σχεδόν σε όλα τα τζαμιά της Ελλάδας, ένας νέος χώρος ήταν διαθέσιμος για το κοινό του νησιού. Αποφασίστηκε να γίνει κινηματογράφος, ο οποίος και ονομάστηκε «Αττικόν», και ανακοινώθηκε πως σύντομα θα ξεκινούσαν εκεί οι πρώτες κινηματογραφικές προβολές.
Τον Σεπτέμβριο του 1939, ο επιχειρηματίας Λεμονόπουλος κατέφθασε από την Μυτιλήνη στην Λήμνο για μια σειρά από προβολές του ομιλούντα κινηματογράφου. Η πρώτη ταινία που επρόκειτο να προβληθεί ήταν ένα μιούζικαλ του 1936, το AVE MARIA. Για την κοινωνία της Λήμνου θεωρήθηκε σπουδαίο κοσμικό γεγονός, η πρώτη ταινία με μουσική και ήχο και η πρώτη προβολή στον νέο κινηματογράφο. Παραμονές των προετοιμασιών, ο διοικητής της χωροφυλακής δεν δίνει άδεια για την προβολή θεωρώντας τον χώρο ακατάλληλο και χωρίς να πληροί τις προϋποθέσεις για προβολή ταινίας. Βέβαια, όπως συχνά συμβαίνει στην Ελλάδα, μετά από πιέσεις των ανθρώπων της υψηλής κοινωνίας του νησιού, ο διοικητής Κωνσταντίνος Ζούβας τελικά υπογράφει και δίνει την άδεια. Η πρώτη ταινία του ομιλούντος κινηματογράφου στην Λήμνο είναι γεγονός. Πλήθος κόσμου, ειδικά της αστικής τάξης, ιατροί, δικηγόροι, δημόσιοι υπάλληλοι, έχουν πιάσει θέση και περιμένουν την έναρξη της ταινίας.
Το στήσιμο των μηχανημάτων και το όλο εγχείρημα είχε μια προχειρότητα, αυτό που συχνά ακόμα και σήμερα ονομάζουμε “αρπαχτή”. Δεκαπέντε λεπτά μετά την έναρξη και αφού έχουν ξεκινήσει τα επίκαιρα, η προβολή διακόπτεται λόγο τεχνικού προβλήματος. Αφού διορθώνεται το πρόβλημα, τα φώτα σβήνουν για την συνέχεια της προβολής και ελάχιστα λεπτά αργότερα διακόπτεται ξανά, αλλά αυτήν την φορά από τον χώρο προβολής βγαίνει καπνός και φωτιά.
Επικράτησε πανδαιμόνιο και πανικός. Η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα στο παλιό κτήριο. Η πόρτα για την έξοδο άνοιγε προς τα μέσα και ο κόσμος εγκλωβίστηκε στην είσοδο της αίθουσας. Επιζήσαντες της φωτιάς παρουσιάζουν με φρίκη το βράδυ εκείνο. Δόθηκε μεγάλη προσπάθεια για την κατάσβεση της φωτιάς. Το κακό όμως είχε ήδη γίνει. Η οροφή άρχισε να καταρρέει και οι τοίχοι να λαμπαδιάζουν από τα εύφλεκτα υλικά. Πολλοί οι τραυματίες, πανικόβλητοι συγγενείς να ψάχνουν τους δικούς τους ανθρώπους. Κανείς δεν ήταν προετοιμασμένος για αυτήν την τραγωδία, δεν υπήρχε πρόβλεψη και πρόληψη. Δεν προβλέφθηκαν έξοδοι κινδύνου και τα παράθυρα έκλεισαν και καρφώθηκαν με τσίγκο για να μπορεί να υπάρξει συσκότιση και να αποφευχθούν αυτοί που θα κοιτούν την προβολή δωρεάν από έξω. Οι πόρτες εξόδου άνοιγαν προς τα μέσα, οι συνθήκες ήταν όλες υπέρ της φωτιάς και εναντίον των ανθρώπων. Τα παράθυρα ψηλά στον εξώστη έσωσαν πολλούς που μπόρεσαν να πηδήξουν έξω και να διαφύγουν της φωτιάς. Επίσης τυχεροί ήταν όσοι βρέθηκαν δίπλα στην έξοδο και βγήκαν πρώτοι. Εξήντα τρεις άνθρωποι κάηκαν ζωντανοί και περίπου πενήντα τραυματίστηκαν. Στις 9/9/39, η Λήμνος πενθεί μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της. Ένα μεγάλο κομμάτι των νέων αλλά και του κύκλου τον κοσμικών και μορφωμένων έσβησε σε μια νύχτα.
Στην δίκη για τα αίτια της πυρκαγιάς έναν χρόνο αργότερα, στο δικαστήριο της Μυτιλήνης, καταδικάστηκαν ο διοικητής της χωροφυλακής Ζούβας, ο επιχειρηματίας τεχνικός που τον συνόδευε και ο αστυνομικός σταθμάρχης. Οι κατηγορούμενοι άσκησαν έφεση, στην οποία η ποινή που τους ορίστηκε ήταν ελαφρότερη. Ο Ζούβας οδηγήθηκε στις στρατιωτικές φυλακές από τις οποίες αποφυλακίστηκε σε λιγότερο από έναν χρόνο. Επανήλθε στην υπηρεσία του και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του ταξίαρχου. Κανείς από τους υπόλοιπους κατηγορουμένους δεν εξέτισε την ποινή του γιατί στο μεταξύ είχε ξεκινήσει ο πόλεμος του 1940.
Στον χώρο σήμερα υπάρχει μια εκκλησία, η «Θεοτόκος», που χτίστηκε το 1988 για να τιμήσει τα θύματα, και μια επιγραφή που τοποθετήθηκε το 1992 με τα ονόματα των θυμάτων της πυρκαγιάς, καθώς και μαρμάρινη επιγραφή που αναφέρει το συμβάν.
Στο θέμα έχει αναφερθεί εκτενώς ο συγγραφέας Αριστείδης Τσοτρούδης στο βιβλίο του, «Η μεγάλη συμφορά της Λήμνου».