Η Χαλκιδική πρωταγωνιστεί στην καρδιά μας
Ο δικός μου θερινός θησαυρός που ξεπλένει τους χειμώνες μου τα τελευταία 22 χρόνια.
Τα 22 καλοκαίρια της ζωής μου περνώ μεγάλα διαστήματα τους στην Σιθωνία και συγκεκριμένα στον Όρμο Παναγιάς, σε ένα ψαροχώρι μικρό, λίγο μετά τον Αϊ Νικόλα. Όταν πρωτοπήγαμε εκεί και αγοράσαμε σπίτι, ήταν ένα μικρό χωριό, με δυο πλατείες, τρία ουζερί, ένα μικρό εκκλησάκι το οποίο δεν λειτουργεί ποτέ παρά μόνο των Αγίων Θεοδώρων και μία πραγματικά πελώρια ακτή, εκείνη που ακούει στο όνομα ”Τρανή Αμμούδα”.
Το χωριουδάκι τον χειμώνα είναι άψυχο, όλοι οι κάτοικοι μεταφέρονται στον Άγιο Νικόλα και στη Νικήτη, το καλοκαίρι όμως είναι ο τρίμηνος προορισμός για όλους εμάς που το ζούμε τόσα χρόνια και για εσάς που το επισκεφθήκατε και ξαναγυρίσατε.
Η τοποθεσία του ιδανική ανάμεσα σε κολοσσούς-προορισμούς, τοποθεσίας και διασκέδασης του δεύτερου ποδιού, τον Μαρμαρά και την Νικήτη, ήσυχο, ταπεινό με ιδανικό φαγητό και όμορφους ανθρώπους. Τα πευκοδάση το περιτριγυρίζουν, ένα μικρό έλος λίγο πριν την θάλασσα γεμάτο καλαμιές, η χρυσή του αμμουδιά, και οι μυστικοί του δρόμοι είναι με λίγα λόγια η δική μου θερινή γειτονιά. Μπορώ να σου κάνω αναλυτική ξενάγηση για όποια του γωνιά, να σου περιγράψω την ζωή όποιου κατοίκου. Και αυτό είναι το μοναδικό ενός τόσου μικρού χωριού, το ότι τίποτα δεν μένει κρυφό παρά μόνο εκείνα που δεν ανακαλύπτεις.
Μπορώ να σου πω τα πάντα, από κρυφές παραλίες μέχρι που να φας, και που να πιεις το ποτό σου. Η Σιθωνία είναι ο πρωταγωνιστής της Χαλκιδικής, ειδικά όταν την έχεις ζήσει τόσο πολύ, εκείνο που με στενοχωρεί είναι ότι έχει αρχίσει και χάνει την παρθενιά της και πλέον προσπαθεί να ταυτιστεί με το πρώτο πόδι, αλλά όχι για εμάς που ξέρουμε τα σημεία την απόλυτης γλυκύτητας της.
Η μητέρα μου πάντα έλεγε, να πάμε στην θάλασσα μας να ξεπλύνει τα κακά του χειμώνα, το συναίσθημα του να επιστρέφεις πάντα σε ‘κείνη την θάλασσα που σε μεγάλωσε, που σε ‘μαθέ να κολυμπάς, που σε ξέπλυνε, είναι αλήθεια ξεχωριστό.
Έχει πάντα την ίδια βελούδινη αίσθηση, το ίδιο ήρεμο και συνάμα έντονο γαργάλημα, την ίδια ελευθερία. Καλοκαίρι, νομίζω για όλους μας είναι το απογευματινό μπάνιο, μόλις έπεσε το σούρουπο, που βγαίνεις πεινασμένος γυρνάς σπίτι και τρως γεμιστά με χωριάτικη σαλάτα.
Εκείνο που πρέπει να ξέρεις για το δεύτερο πόδι είναι πως έχει τα πιο κρυστάλλινα γαλαζοπράσινα νερά όλης της Χαλκιδικής. Αγαπημένη μου παραλία Ακτή Κοβιού, αφήνεις το αμάξι σε ένα ύψωμα, την αντικρίζεις από μακριά, ήσυχη μικρή παραλία χωμένη σε ένα δάσος. Για να φτάσεις εκεί διασχίζεις έναν κατηφορικό χωματόδρομο. Η θάλασσα βαθαίνει γρήγορα και στον πάτο της έχει βότσαλα.
Δεύτερη στάση για μπάνιο, σίγουρα, η ιδιαίτερη αμμουδιά του Καρυδιού. Η παραλία δηλαδή της Βουρβουρού, επίσης επισκιασμένη από πράσινο, η παραλία της χωρίζεται σε δυο μέρη, μία μικρή απομονωμένη ακτή με βράχους, εκεί όπου μαζεύονται φοιτητές για ελεύθερο camping, σίγουρα αν την επισκεφθείς βράδυ θα πιάσει το αυτί σου ήχους από κλασική κιθάρα, και γέλια νεαρών. Από την άλλη της πλευρά η πιο φημισμένη της ακτή, εκτενέστερη η οποία γεμίζει με οικογένειες.
Τρίτη στάση, Ακτή Ονείρου και θεωρώ πραγματικά πως το όνομα που της έχει δωθεί είναι ιδανικό. Προσοχή, ο δρόμος της είναι απότομος, μέχρι να φτάσεις στον τελικό της προορισμό. Αλλά! Το αποτέλεσμα θα σε ανταμείψει, η συγκεκριμένη παραλία όμοια με εκείνες που βλέπεις στο Μαϊάμι. Βουτάς, γυρνάς τα μάτια σου προς την στεριά και αντικρίζεις βουνό. Στα πλάγια οι πελώριοι βράχοι, είναι κατάλληλοι για βουτιές. Όνειρο.
Δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω την παραλία που μας πήγαιναν οι γονείς μας λόγω χαμηλής στάθμης ιδανικής για μωρά. Εκείνη της Λατούρα, εκείνη των καθηγητών του ΑΠΘ. Κάποτε την επισκεπτόταν μόνο οι ένοικοι των συνοικιών της περιοχής, είναι αρκετά ρηχή, και για να φτάσεις στο σημείο να κολυμπήσεις πρέπει να διανύσεις αρκετά θαλάσσια μέτρα. Η άμμος της λεπτή, τα σκαφάκια δεμένα ανά μήκος, και δίπλα του λιμανάκι που φεύγουν οι κρουαζιέρες.
Με το φίλο μου το Θοδωρή παίρνουμε την βάρκα του και πάμε για ψάρεμα, εκείνος όχι εγώ, εγώ απλά βουτάω σε κάθε μας στάση. Και πιστέψτε με μία τέτοια υδάτινη βόλτα είναι η κατάλληλη για να δεις το δεύτερο πόδι με άλλο μάτι. Να συναντήσεις, τις μοναχικές κατά γαλανές παραλίες του Διαπόρου στις οποίες και πας μονάχα με σκαφάκι. Εκεί θα βρεις τα γαλάζια νερά που έχουν όντως τέτοιο παραδεισένιο χρώμα και είναι δικαιωματικά η πιο διάσημη στάση του Διαπόρου. Θα επιστρέψει γύρω στις 9 τότε που ο ήλιος αρχίζει να βυθίζεται στην θάλασσα, θα δεις το ηλιοβασίλεμα με άλλο μάτι, πιο αλμυρό και θα βγάλεις φωτογραφίες τα πορφυρά – παιχνιδιάρικα χρώματα που θα ζωγραφιστούν στον ουρανό.
Μετά θα γυρίσεις με το βρεγμένο σου μαγιό και θα τρέξεις να κάνεις μπάνιο στο λάστιχο, του καταλύματος που επέλεξες για να μείνεις. Μέχρι που η ώρα θα αγγίξει το 11. Γιατί, στο δεύτερο πόδι η νύχτα ανοίγει αυλαία και ρίχνει τα αστέρια της στις 11. Οι επιλογές που έχεις είναι πολλές. Ένα υπέροχο δείπνο και ποτό στο Ekies,στο δεντρόσπιτο, στο μοναδικό ξενοδοχείο στην Βουρβουρού, σε ένα ταξίδι απόλυτης γαστρονομίας, κάτω από την ξάστερη θερινή νύχτα, θα σου θυμίσει την αξία της Μεσογείου και όχι μόνο.
Εμείς αγαπάμε πολύ την παλιά Νικήτη, και γιατί έχουμε αγαπημένους φίλους που περάσαμε αιώνια καλοκαίρια και γιατί θυμίζει την Ξάνθη σε έναν εναλλακτικό θερινό προορισμό. Εκεί τα σπίτια είναι πέτρινα, οι μυρωδιές από τις παραδοσιακές ταβέρνες θα σε κυνηγήσουν, και θα σε οδηγήσουν στην κατάλληλη τοποθεσία και από την άλλη τα ιδανικά μπαράκια που παίζουν jazz κάτω από τα πλατάνια θα σχηματίσουν το απόλυτο θερινό και συνάμα δροσερό βράδυ.
Στο πάνω μέρος της παλιάς Νικήτης υπάρχει μία εκκλησία διαμάντι, ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικήτα. Έχω περάσει Πάσχα σε αυτή την εκκλησία και ήταν μοναδικά. Έχει μία μεγάλη αυλή από την οποία μπορείς να ατενίσεις ολόκληρο το χωριό είναι ήσυχη στην άκρη του βουνού. Αν όμως ανήκεις στην κατηγορία του clubbing θα σε απογοητεύσω, διότι η μόνη τοποθεσία για εσένα είναι ο Μαρμαράς και πάλι όμως δεν ανταγωνίζεται σε καμία περίπτωση το πρώτο πόδι οπότε η συμβουλή μου είναι να μην προτιμήσεις την Σιθωνία για διακοπές.
Για την Σιθωνία παλεύουμε πολλά χρόνια, να μείνει ανέγγιχτη από τα στοιχεία του βαβούρικου προορισμού. Την ζήσαμε στην απόλυτη της ησυχία, στα άδεια της χωριά, στις πιο γαλήνιες παραλίες, εκεί που υπήρχαμε μόνο εμείς.
Φίλοι χρόνων που κάναμε νυχτερινά μπάνια, τις μέρες που έπεφταν τα αστέρια, η παραλία μας ο λόγος για την ”Τρανή Αμμούδα”, τα παιδικά μας χρόνια δεν είχε ούτε ένα beach bar, ήταν αυτόνομη και ελεύθερη, τώρα όμως γέμισε με όλα τα συνηθισμένα, εκείνα που θυμίζουν το πρώτο πόδι. Όπως και να έχει ο πρωταγωνιστής της Χαλκιδικής πάντα θα είναι ένας και ακούει στο όνομα Σιθωνία κι αυτό γιατί είναι ακόμα και μπορεί να παραμείνει η δική μας ήρεμη όαση.
Για μένα είναι το καλοκαίρι μου, οι στιγμές με την γιαγιά μου σε ένα παγκάκι απέναντι από την θάλασσα, ένα παγωτό σε ένα σοκάκι της παλιάς Νικήτης, οι βόλτες με την βάρκα στην μέση της θάλασσα, το ιμάμ της μαμάς μου στην αυλή, τα βράδια στην παραλία περιμένοντας να πάει έξι για να ξημερώσει. Ένα αεράκι, που μας έφερε κάτι που κρύψαμε κάτω από το κρεβάτι τον χειμώνα. Η Χαλκιδική μου.