Επισκέφθηκα το νησί που δεν κυκλοφορούν αυτοκίνητα
Πέντε μέρες απόλυτης ηρεμίας στο μικρό, ιστορικό νησί του Αργοσαρωνικού
Διακοπές στις Σπέτσες. Ένα μικρό, ιστορικό νησί του Αργοσαρωνικού. Πως βρέθηκα εκεί; Ούτε εγώ ξέρω – Η ιδέα έπεσε στο τραπέζι και γρήγορα συμφώνησα χωρίς να το σκεφτώ πολύ πολύ. Κλείσαμε γρήγορα εισιτήρια, διαμονή και η απόδραση μας δικαίωσε στο έπακρο.
Από Θεσσαλονίκη φτάσαμε αεροπορικώς στην Αθήνα και από το λιμάνι του Πειραιά φύγαμε ακτοπλοϊκώς για το μικρό γραφικό νησί των Σπετσών. Η διαδρομή διήρκησε περίπου δύο ώρες και μόλις φτάσαμε το μεσημέρι, τακτοποιηθήκαμε στο δωμάτιο και φύγαμε για το πρώτο μπάνιο μας. Επίσης πρόσβαση στο νησί υπάρχει και από το Πόρτο Χέλι.
Εδώ πρέπει να πω ότι δεν είχαμε μεταφορικό μέσο καθώς στο νησί δεν μπορείς να έχεις αμάξι καθώς απαγορεύεται η κυκλοφορία των ΙΧ. Επομένως όλες τις μέρες κινούμασταν είτε με τα πόδια είτε με πλοίο που μας μετέφερε στις πιο απομακρυσμένες παραλίες. Στο πίσω μέρος του μυαλού μας υπήρχαν και τα ποδήλατα αλλά τελικά δεν βόλεψε και επιστρατεύσαμε τα δυνατά μας πόδια.
Πρώτη μας στάση η παραλία του Αγίου Μάμα. Μία μικρή παραλία, ανοργάνωτη, η οποία είχε όλες τις μέρες αρκετό κόσμο. Επίσης ήταν δίπλα σε περίπτερο, σούπερμαρκετ, καφέ και ταβέρνες σε περίπτωση που χρειαζόσουν κάτι για να έχεις μαζί σου.
Από την πρώτη στιγμή στο νησί, νιώσαμε μία απίστευτη ηρεμία. Σίγουρα το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ΙΧ βοηθάει στην κατάσταση. Όμως, δεν ήταν μόνο αυτό. Η αύρα του νησιού, η χαλαρότητα των κατοίκων και των τουριστών από το πρώτο λεπτό γαλήνεψαν την ψυχή μας και μας βοήθησαν στο να περάσουμε όλες τις μέρες πολύ όμορφα.
Τις επόμενες δύο ημέρες προτιμήσαμε αντί για το ΚΤΕΛ, να ταξιδέψουμε με τα καΐκια που υπήρχαν, τα οποία μας μετέφεραν στις παραλίες της Ζωγεριάς και των Άγιων Ανάργυγων. Δύο πανέμορφες παραλίες, με καταγάλανα καθαρά νερά, στα οποία αν κολυμπούσες δεν ήθελες να βγεις έξω.
Ο μικρός όρμος της Ζωγεριάς καταλήγει σε μία πολύ όμορφη, αμμουδερή, οργανωμένη παραλία, με ήρεμα γαλαζοπράσινα νερά. Ίσως τα καλύτερα νερά των Σπετσών για κολύμπι. Στον μικρό κόλπο λειτουργεί εστιατόριο και οργανωμένη παραλία. Ωραίες μικρές παραλίες, πευκόφυτες και πιο απόμερες, υπάρχουν και στον μεγάλο όρμο της Ζωγεριάς.
Στο εστιατόριο όλοι συζητούσαν για τα σουτζουκάκια, τα οποία και εμείς επιλέξαμε και τα οποία μας θύμισαν εκείνα τα πιάτα που έφτιαχνε η γιαγιά μας με αγάπη. Αν ποτέ βρεθείτε να τα προτιμήσετε.
Από την άλλη, η παραλία των Αγίων Αναργύρων είναι η μεγαλύτερη των Σπετσών. Όμορφη βοτσαλωτή παραλία με αμμώδη βυθό, οργανωμένη, προσφέρει και θαλάσσια σπορ. Το λεωφορείο από Άγιο Μάμα, σταματά στην είσοδο της παραλίας δίπλα στο εστιατόριο. Αν και εμείς προτιμήσαμε το πλοίο για να απολαύσουμε και την βόλτα στη θάλασσα καθώς και τον γύρο του νησιού. Μία μαγική παραλία που δεν καταλάβαμε πως πέρασαν οι ώρες και αν είχαμε χρόνο σίγουρα θα επισκεπτόμασταν και δεύτερη φορά
Η τέταρτη και τελευταία παραλία που προλάβαμε να επισκεφθούμε με το ΚΤΕΛ αυτή την φορά ήταν αυτή της Αγίας Μαρίνας καθώς απέχει μόλις 5-10 λεπτά από το κέντρο των Σπετσών. Εκεί υπάρχει και οργανωμένο beach bar αλλά και χώρος για να κάτσεις μόνος με την δική σου ομπρέλα. Ακόμα στην άκρη της παραλίας υπάρχουν θαλάσσια σπορ, που πολλοί περίμεναν για να κάνουν.
Το συγκεκριμένο μέρος θύμιζε λίγο παραπάνω τα πρότυπα των beach bar της Χαλκιδικής που έχουμε συνηθίσει και όχι τόσο την χαλαρότητα των υπόλοιπων ακτών σε περίπτωση που επέλεγες να κάτσεις στην οργανωμένη πλευρά της παραλίας.
Σε γενικές γραμμές οι παραλίες του νησιού ήταν πολύ εύκολα προσβάσιμες και ειδικά οι ακτές στην πίσω πλευρά του νησιού μας ικανοποίησαν πλήρως.
Λόγω του ότι δεν είχαμε μεταφορικό μέσο καταφέραμε να δούμε και να εξερευνήσουμε πολύ καλά το νησί. Να μπούμε σε μικρά στενάκια, να χαθούμε πολλές φορές και να ανακαλύψουμε σημεία που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαμε την ευκαιρία να το κάνουμε.
Η αγαπημένη μας βόλτα ήταν από το Λιμάνι των Σπετσών στο Παλαιό Λιμάνι, εκεί όπου υπήρχε και η νυχτερινή ζωή του νησιού, ειδικά το σαββατοκύριακο. Η διαδρομή διαρκεί ένα 20λεπτο και η περατζάδα αυτή θα μείνει χαραγμένη για μια ζωή στο μυαλό μου. Από την μία πλευρά τα γραφικά μαγαζιά του νησιού και από την άλλη σταθμευμένα αμέτρητα γιοτ.
Όμως, και η ακριβώς αντίθετη διαδρομή είχε πολλά πράγματα να ανακαλύψεις. Περπατώντας πάντα παραλιακά θα συναντήσεις πανέμορφα bistro, γραφικά ταβερνάκια, κόσμο να κάθεται σε παγκάκια, το Δημαρχείο και το Άγαλμα της Μπουμπουλίνας.
Εμείς κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί για ένα συγκεκριμένο εστιατόριο με θαλασσινά, που μας είχαν προτείνει φίλοι από τη Θεσσαλονίκη, το οποίο μας αντάμειψε με το καλύτερο δυνατό τρόπο. Το «Νερό της Αγάπης» βρίσκεται μπροστά στη θάλασσα και οι γεύσεις των πιάτων του σε ταξιδεύουν ακόμα πιο μακριά απ’ ότι ήδη βρίσκεσαι.
Ακόμα λίγο πιο δίπλα, ήμασταν τυχεροί ένα άλλο βράδυ και πετύχαμε live μουσική. Μία ταράτσα, δύο μουσικοί και ένα μαγαζί να κάνει απόλυτη ησυχία για να ακούσει τις φωνές των δύο καλλιτεχνών. Εκείνη την βραδιά νιώσαμε αρκετά τυχεροί, που ακολουθήσαμε το ένστικτο μας και κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί χωρίς να γνωρίζουμε τι θα βρούμε. Εκεί γνωρίσαμε τρία παιδιά από την Αυστρία και καταλάβαμε το πόσο ενθουσιασμένοι είναι με την χώρα μας καθώς είχαν πάει ήδη Πάρο-Νάξο και η επόμενη στάση τους ήταν ο Πόρος. Ανταλλάξαμε απόψεις και προσπαθήσαμε να γνωρίσουμε μέσα από τη σύντομη συνομιλία μας τη δική τους κουλτούρα.
Στα must για να επισκεφθείς στις Σπέτσες φυσικά είναι το Μουσείο της Μπουμπουλίνας, το οποίο ιδρύθηκε το 1991 από τον Φίλιππο Δεμερτζή-Μπούμπουλη, 5ης γενιάς απόγονο της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, σε μια ύστατη προσπάθεια να σωθεί το τριών και πλέον αιώνων αρχοντικό της ηρωίδας του 1821 από βέβαιη κατάρρευση.
Φορέας ιδιωτικού δικαίου, έχει ως πρωταρχικό σκοπό την επισκευή και συντήρηση του αρχοντικού της ηρωίδας στις Σπέτσες, τη λειτουργία του ως μουσείο και πολιτιστικό κέντρο, καθώς και την διάδοση της ιστορίας της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας.
Κατά την επίσκεψή του στο Μουσείο Μπουμπουλίνας, ο επισκέπτης μαθαίνει την ιστορία της θρυλικής Καπετάνισσας και θαυμάζει συλλογές από όπλα, παλαιά βιβλία, πορσελάνες, έγγραφα και επιστολές της ηρωίδας, προσωπικά της αντικείμενα, χάρτες, κεντήματα, προτομές, βυζαντινές εικόνες, επίπλωση και αντικείμενα του 17ου έως και 20ού αιώνα καθώς και το υπέροχο φλωρεντιανό σκαλιστό ταβάνι της μεγάλης σάλας, η διάσωση του οποίου υπήρξε από τους κυρίους λόγους ίδρυσης του Μουσείου Μπουμπουλίνας το 1991.
Ακόμα στη προκυμαία του νέου λιμανιού, σε μικρή απόσταση από τη Ντάπια υπάρχει το ιστορικό ξενοδοχείο Ποσειδώνιο, με επίσημη ονομασία Poseidonion Grand Hotel. Ιδρύθηκε το 1914 από τον σπουδαίο Σπετσιώτη ευεργέτη Σωτήριο Ανάργυρο και θεωρείται ένα από τα πιο εμβληματικά κτίρια της σύγχρονης Ελλάδας. Το ξενοδοχείο ανήκει στο ίδρυμα Αναργύρειου και Κοργιαλένειου Σχολής Σπετσών, ενώ συνιδιοκτήτης είναι ο Ιωάννης Περρωτής, εγγονός του Ιωάννη Μεταξά.
Μπροστά από το Ποσειδώνιο βρίσκεται η μεγάλη ομώνυμη πλατεία, στο κέντρο της οποίας δεσπόζει το άγαλμα της ηρωΐδας του ’21 Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας. Το ορειχάλκινο γλυπτό αποτελεί δημιούργημα της Ναταλίας Μελά. Απέναντι από το ξενοδοχείο βρίσκεται η μοναδική προβλήτα του Νέου Λιμανιού που προορίζεται για ιδιωτικά σκάφη, όπου δεν είναι σπάνιο να δει κανείς ελλιμενισμένες θαλαμηγούς αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ.
Highlight όλης της εκδρομής η τελευταία ημέρα, όπου ο ουρανός μας χάρισε απίστευτα φωτογραφικά κλικ. Το ηλιοβασίλεμα έπεσε και όλος ο ουρανός έγινε πορτοκαλί. Εμείς κάναμε την τελευταία περατζάδα μας όσο ο κόσμος απολάμβανε τη θάλασσα, άλλοι έτρωγαν, ενώ άλλοι μας ακολουθούσαν στη βόλτα, σαν να ήμασταν όλοι μαζί μια παρέα.
Στο μυαλό μου μένει χαραγμένη η κυρία από όπου πήραμε μερικά μαγνητάκια. Φαινόταν η καλοσύνη της και η καθαρή ματιά της από μακριά. Έτσι ήταν όλοι οι άνθρωποι που μας πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους τις πέντε ημέρες που κάτσαμε στο νησί. Γι’ αυτό και για όλους τους παραπάνω λόγους οι Σπέτσες είναι σίγουρα ένα μέρος που θα επέστρεφα στο μέλλον.
Στα αρνητικά θα πρέπει να προσθέσω τον χαμηλό (έως ανύπαρκτο αρκετές φορές) φωτισμό που υπήρχε το βράδυ στα μη κεντρικά σημεία, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένας μικρός φόβος κατά την επιστροφή στο κατάλυμα. Ευτυχώς δεν υπήρχε κίνηση με μηχανάκια και γουρούνες ωστόσο μια μικρή ανησυχία μη τυχόν δεν σε παρατηρήσει κάποιος και σε χτυπήσει, υπήρχε όλες τις μέρες. Επίσης είναι λογικό όταν δεν ξέρεις ένας μέρος και επιστρέφεις μες στα σκοτάδια να μην αισθάνεσαι την απόλυτη ασφάλεια. Γι’ αυτό όλες τις μέρες είχαμε ανοιχτούς τους φακούς μας και για να βλέπουμε τι συμβαίνει τριγύρω μας και για να μας βλέπουν και οι λίγοι οδηγοί.
Λίγα λόγια για την ιστορία του νησιού
Στην αρχαιότητα, το νησί ονομάζονταν “Πιτυόνησος” και “Πιτυούσα”. Το σημερινό του όνομα το πήρε από τους ναυτικούς του Μεσαίωνα Καταλανούς, τους Γενουάτες, τους Ενετούς και τους Φράγκους, που την αποκαλούσαν “Ιζόλα ντι Σπέτζια”, που σημαίνει “Νησί των αρωμάτων”, λόγω των πολλών λουλουδιών που υπήρχαν. Κατ΄ άλλη εκδοχή το όνομα προήλθε από το “Πέτσα” (Πετσιώτες) που φέρεται ως αρβανίτικος γλωσσικός αναγραμματισμός του αρχαίου ονόματος Πιτυούσα.
Στην εποχή της Φραγκοκρατίας οι Σπέτσες περιήλθαν στους Ενετούς (1220-1460) και εξ αυτών στους Τούρκους. Τον 17ο αιώνα ο πληθυσμός της ήταν κυρίως Αρβανίτες Χριστιανοί που είχαν εγκατασταθεί από τον 15ο αιώνα που αυξήθηκε στη συνέχεια με αποίκους από τις ακτές της Λακωνίας και της Τσακωνιάς Τυρό και Λεωνίδιο την Ερμιονίδα και της Αργολίδας που ακολούθησαν νεότερες εποικίσεις τον 18ο αιώνα. Ο αρχικός μεσαιωνικός οικισμός ήταν βορειοδυτικά της σημερινής πόλης, σημερινή θέση “Καστέλι” όπου υπήρχε ακρόπολη επί λόφου (σημερινή θέση ο ναός του Αγίου Βασιλείου).
Οι κάτοικοι των Σπετσών έλαβαν μέρος στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1770) και υπέστησαν μεγάλη καταστροφή από τους Τούρκους. Μετά όμως 5 έτη (1774-1775) αμνηστεύθηκαν από τους Τούρκους. Τότε οι κάτοικοι κατέβηκαν στην παραλία και έκτισαν την σημερινή πόλη. Την φιλοπατρία τους όμως οι Σπετσιώτες την έδειξαν και το 1790 όταν έσπευσαν να βοηθήσουν τον Λάμπρο Κατσώνη που για την πράξη του αυτή υπέστησαν πάλι νέα καταστροφή από τους Τούρκους.
Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τα Σπετσιώτικα πληρώματα αποκαλούνταν “Τζαμουτζαλήδες” έναντι των Υδραίικων που αποκαλούνταν “Σουλουτζαλήδες” που όμως ήταν λίαν περιζήτητα ακόμη και από τους Οθωμανούς στόλαρχους όπως και από τον Καρά-Αλή.
Την περίοδο 1821-1832, οι Σπέτσες έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση. Οι Σπετσιώτες πρώτοι ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης την 2η και 3η (Κυριακή του Λαζάρου) Απριλίου του 1821, με μεγάλη τελετή και κανονιοβολισμούς.[1] Κατά τον σύγχρονο της Επανάστασης Ομηρίδη Σκυλίτση, αυτό έγινε στις 26 Μαρτίου. Ο σπετσιωτικός στόλος, αποτελούμενος από εμπορικά πλοία σπετσιωτών, πήρε μέρος σε μεγάλο αριθμό ναυμαχιών, όπως της Αρμάτας, καθώς και σε αποκλεισμούς οχυρών, συγκεκριμένα του Ναυπλίου και της Μονεμβασιάς. Την περίοδο αυτή κάνουν την εμφάνισή τους ηρωικά ονόματα όπως Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, Ανδρέας Μιαούλης, Χατζηγιάννης Μέξης και Κοσμάς Μπαρμπάτσης, ονόματα τα οποία σήμερα κατέχουν υψηλή θέση στην Ελληνική Ιστορία.
Την περίοδο 1821-1832, οι Σπέτσες έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση. Οι Σπετσιώτες πρώτοι ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης την 2η και 3η (Κυριακή του Λαζάρου) Απριλίου του 1821, με μεγάλη τελετή και κανονιοβολισμούς. Κατά τον σύγχρονο της Επανάστασης Ομηρίδη Σκυλίτση, αυτό έγινε στις 26 Μαρτίου. Ο σπετσιωτικός στόλος, αποτελούμενος από εμπορικά πλοία σπετσιωτών, πήρε μέρος σε μεγάλο αριθμό ναυμαχιών, όπως της Αρμάτας, καθώς και σε αποκλεισμούς οχυρών, συγκεκριμένα του Ναυπλίου και της Μονεμβασιάς. Την περίοδο αυτή κάνουν την εμφάνισή τους ηρωικά ονόματα όπως Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, Ανδρέας Μιαούλης, Χατζηγιάννης Μέξης και Κοσμάς Μπαρμπάτσης, ονόματα τα οποία σήμερα κατέχουν υψηλή θέση στην Ελληνική Ιστορία.
Εκτός άλλων, πευκοφυτεύει το μεγαλύτερο μέρος του νησιού, που μέχρι τότε δεν είχε σημαντική βλάστηση, χτίζει το πρώτο υδραγωγείο του νησιού και το διάσημο ξενοδοχείο Ποσειδώνιο, που εγκαινιάζεται το 1914 και έχει ως πρότυπα πολυτελή ξενοδοχεία της Γαλλίας. Το 1927 γίνεται η έναρξη της λειτουργίας της Αναργυρείου και Κοργιαλένειου Σχολής Σπετσών, η οποία πραγματικά ανεβάζει το πολιτιστικό επίπεδο του νησιού. Η Σχολή υπήρξε ένα από τα καλύτερα πρότυπα κολέγια των Βαλκανίων και υπήρξε έμπνευση του Ελ. Βενιζέλου, προσωπικού του φίλου και δημιούργημα του Ανάργυρου. Λειτούργησε μέχρι το 1983 με Έλληνες και αλλοδαπούς μαθητές. Από το 1983 σε ένα από τα κτίρια της Σχολής λειτουργεί το Λύκειο του νησιού ενώ σε άλλα κτίρια φιλοξενήθηκε το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Σπετσών και το Τμήμα Τουριστικών Επιχειρήσεων (Παράρτημα του Τ.Ε.Ι Πειραιά).
Οι προσπάθειες αυτές της αναβάθμισης των Σπετσών από τον Σωτήριο Ανάργυρο απέδωσαν, αλλά οι καρποί των έργων του αρχίζουν πραγματικά να φαίνονται από τη δεκαετία του 60′ και του 70′ όταν Έλληνες και ξένοι αναγνωρίζοντας τις Σπέτσες ως ιδανικό παραθεριστικό προορισμό, συρρέουν στο νησί αυξάνοντας έτσι με την πάροδο του χρόνου την κίνηση και την τουριστική αξία του. Παράλληλα, εύποροι αγοράζουν και ανακαινίζουν πολλά από τα εγκαταλελειμένα αρχοντικά του νησιού. Τα έσοδα από τον τουρισμό σταδιακά μεταμορφώνουν τις Σπέτσες από ένα ήσυχο νησί σε έναν από τους πλέον δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς όπου καλοδιατηρημένα αρχοντικά και παραδοσιακή αρχιτεκτονική συνυπάρχουν με τη ζωντάνια των τουριστών και της πλούσιας νυχτερινής ζωής.