Στο ομορφότερο χωριό της Ηπείρου
Η βασίλισσα των μαστοροχωρίων στην Ήπειρο είναι ένα σκηνικό παραμυθιού που αξίζει να γνωρίσεις.
Την παραμονή των δημοτικών εκλογών βρέθηκα στην Πίνδο. Για την Καστάνιανη μου χε μιλήσει ο Κωστής, που της είχε αφιερώσει μια εκπομπή ολόκληρη.
Με την Εγνατία οδό, ο παλιός δρόμος που ταξιδεύαμε στα παιδικά μας χρόνια για την Κόνιτσα, έγινε ανάμνηση. Μαζί χάθηκαν και ευκαιρίες να γνωρίσουμε τα χωριά μιας υπέροχης ξεχασμένης Ελλάδας.
Η αφορμή λοιπόν να ξεστρατίσουμε από το μεγάλο δρόμο και να μπούμε στον παλιό, που κυλάει ανάμεσα σε βλάστηση μυθική, στους πρόποδες του Γράμμου και στα μεγάλα ένδοξα ποτάμια και τα γεφύρια τα ιστορικά.
Και να φτάσουμε σε ένα μαστοροχώρι από τα λίγα. Τα μαγικά. Τα παραμυθένια.
H ιστορία της
Η Καστάνιανη είναι ορεινό χωριό που ανήκει στο Nομό Ιωαννίνων. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο από 850 έως 950μ, στις πλαγιές του όρους Γύφτισσα ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Σμόλικα και του Γράμμου, σε μιά κατάφυτη χαράδρα πάνω από τον ποταμό Σαραντάπορο. Διοικητικά ανήκει στο Δήμο Κόνιτσας.
Η ίδρυση του οικισμού στη σημερινή του θέση τοποθετείται στις αρχές του 11ου αιώνα μ.Χ. Μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου και την ενσωμάτωση της στο ελληνικό κράτος η Καστάνιανη αποτέλεσε έδρα κοινότητας, που διατηρήθηκε μέχρι το 1998 οπότε και εντάχθηκε στον Δήμο Μαστορωχωρίων. Ο πληθυσμός της παρουσίασε μείωση κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, ακολουθώντας παρόμοια τύχη με τα περισσότερα ορεινά χωριά. Η παράδοση θέλει τους πρώτους κατοίκους εγκατεστημένους στην θέση Σκουριά απ όπου και θα μετακινηθούν γύρω στο 900 μ. Χ. στην θέση Μαλνίτσα.
Στο σημείο εκείνο εντοπίστηκαν ερείπια σπιτιών, κεραμικά και οικοδομικά υλικά, ενδεικτικά της εγκατάστασης των κατοίκων στην περιοχή. Η τρίτη εγκατάσταση του χωριού σύμφωνα με την επιγραφή της πλάκας η οποία είναι εντοιχισμένη στο υπέρθυρο του ναού της Παναγίας , στο άκρο της συνοικίας Γκάλινας τοποθετείται στα 1018. Στα επόμενα χρόνια η Καστάνιανη θα δεχθεί επιδρομές Βουλγάρων (1025), Σέρβων (1059) και Σλάβων (1071). Κατάλοιπο των ταραγμένων αυτών εποχών είναι τα διάφορα τοπωνύμια της ευρύτερης περιοχής. Το 1438 η περιοχή της Κόνιτσας θα περιέλθει στην κυριαρχία των Οθωμανών. Κατά το χρονικό διάστημα 1775-1780 θα δοκιμαστεί από τις αλλεπάλληλες επιδρομές των αλβανικών συμμοριών, κατάσταση η οποία θα διαρκέσει ως το 1790 οπότε και ο Αλή πασάς θα κατορθώσει να επιβάλλει την τάξη στις επαρχίες Πρεμετής, Κολώνιας και Κόνιτσας.
Απο τα Οθωμανικά χρόνια μέχρι το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Ένας από τους έμπιστους συμβούλους του Αλή πασά, ονόματι Νικόλαος Γραμματικός, καταγόταν από την Καστάνιανη. Όντας μέλος της Φιλικής Εταιρείας, συνετέλεσε σε μεγάλο βαθμό ώστε να μην περιέλθει το χωριό στο καθεστώς του τσιφλικιού και να παραμείνει Σουλτανικό κτήμα (ιμπλιάκι). Μετά το θάνατο του Αλή πασά η περιοχή θα περάσει ξανά σε καθεστώς ανομίας καθ όλη την διάρκεια του 19ου αιώνα ενώ οι συνθήκες θα βελτιωθούν από το 1908 οπότε με την Επανάσταση των Νεότουρκων ο χριστιανικός πληθυσμός θα αποκτήσει δικαίωμα εκπροσώπησης.
Η μακραίωνη δουλεία στον οθωμανικό ζυγό θα λάβει τέλος στις 21 Φεβρουαρίου 1913 οπότε και ο ελληνικός στρατός θα μπει απελευθερωτής στην Καστάνιανη. Στην διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου το χωριό θα καταληφθεί από Γαλλικό στρατιωτικό απόσπασμα το οποίο και θα παραμείνει για αρκετό χρονικό διάστημα. Η Καστάνιανη θα δοκιμαστεί ιδιαίτερα τόσο στην διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου όσο και στον Εμφύλιο, καθώς λόγω της θέσης θα αποτελέσει θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων. Αυτό είχε ως επακόλουθο την φυγή μεγάλου μέρους των κατοίκων είτε προς τα αστικά κέντρα είτε προς τις χώρες του εξωτερικού.
Οι τεχνίτες της πέτρας και τα έργα τους
Η Καστάνιανη είναι γνωστή για τους εξαιρετικούς τεχνίτες της πέτρας, έργα των οποίων συναντά κανείς τόσο στο εσωτερικό του οικισμού όσο και στην ευρύτερη περιοχή. Η εξαιρετική ποιότητα της πέτρας του τόπου η οποία έβγαινε σε σειρές, σε συνδυασμό με την επιμελημένη τεχνική των μαστόρων, τους επέτρεπε να κτίζουν ισόδομα ή «αράδα» όπως έλεγαν στην τοπική διάλεκτο. Αξίζει να μνημονευτούν τα τέσσερα πέτρινα μονότοξα γεφύρια, τρίπατα, πετρόχτιστα σπίτια με ξύλινα μπαλκόνια και σαχνισιά, εξώπορτες και παράθυρα με μονοκόμματα πρέκια και καλοπελεκημένα αγκωνάρια, τοιχοποιιες ανώμαλες και ισόδομες τζάκια με θαυμαστά λιθανάγλυφα καλντερίμια και ξερολιθιές.
Οι πρώτες αναφορές στην τέχνη των μαστόρων σχετίζονται με δυο επιγραφές που εντοπίζονται στον Άγιο Γεώργιο Πορταριάς Πηλίου (1765) και στην Μονή Στομίου (1773). Η παλαιότερη ωστόσο γραπτή αναφορά στο έργο των Καστανιανιτών προέρχεται από τα αρχεία του Αλή Πασά Τεπελενλή, όπου γίνεται μνεία στην συμβολή τους στην ανοικοδόμηση του Κάστρου των Ιωαννίνων. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν οι κάτοικοι της Καστάνιανης θα επεκτείνουν την δραστηριότητα τους αφήνοντας αξιόλογα έργα στην ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει το εξαγωνικό κωδωνοστάσιο του ναού του Αγίου Νικολάου στο Τσεπέλοβο Ζαγορίου (1868). Έργο Καστανιανιτών μαστόρων είναι και το κτίσμα του Ωρολογίου στην κεντρική πλατεία Ιωαννίνων, σε σχέδιο του Γιαννιώτη αρχιτέκτονα Περικλή Μελίρρυτου, το οποίο κατασκευάστηκε το 1905.
Η ξενιτιά των Καστανιανιτών τον 20ό αιώνα
Στις αρχές του 20ού αιώνα οι Καστανιανίτες θα ακολουθήσουν το μεταναστευτικό ρεύμα προς την Αμερική, όπου και θα εργαστούν σε οικοδομικά και σιδηροδρομικά έργα, ενώ το 1909 θα ιδρύσουν τον «Ευεργετικόν Σύλλογον ο Άγιος Νικόλαος» στον Άγιο Λουδοβίκο (St. Louis) του Μιζούρι σε ανάμνηση της κεντρικής εκκλησίας της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Οι απόδημοι Καστανιανίτες με την επιστροφή τους στην γενέτειρα θα δώσουν νέα πνοή στον τόπο, χρηματοδοτώντας την ανέγερση νέων διώροφων σπιτιών, ορισμένα από τα οποία σώζονται ως τις μέρες μας.
Στα χρόνια εκείνα θα κτιστεί και το σπίτι της οικογένειας Γκόσιου, γνωστό και ως Γκοσιάδικο, ένα επιβλητικό τριώροφο κτίριο με τζαμωτά παράθυρα και σκεπαστό εξώστη στον πάνω όροφο το οποίο δεσπόζει ως τις μέρες μας στο κέντρο του οικισμού. Δεκαεπτά εκκλησίες και εξωκλήσια έχει η Καστάνιανη. Αξίζει να προσκυνήσει κανείς μεταξύ άλλων την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, για το περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο του, έργο ντόπιου μάστορα, και του Αγίου Δημητρίου του 17ου αιώνα, στη συνοικία της Μεσαριάς, ο οποίος είναι από τις τελευταίες εναπομείνασες εκκλησίες με πολεμίστρες.
Μια μαγική μέρα στο μυθικό μαστοροχώρι
Στην Καστάνιανη φτάσαμε μεσημέρι. Καθώς διασχίζεις το πυκνό δάσος, αφήνοντας κάτω τον Ασπροπόταμο, χάνεσαι μέσα στα έλατα και τις μυρωδιές του δάσους. Η εμπειρία του πιο όμορφου από τους ορεινούς όγκους μας, της Πίνδου είναι συγκλονιστική. Είναι ο σπουδαιότερος ορεινός μας θησαυρός. Είναι ο λόγος να πάρει κανείς τα βουνά. Το φθινόπωρο δε είναι η εποχή της. Είναι η φύση στην μεγάλη της χρωματική γιορτή. Παραμιλάς με όσα βλέπεις.
Το χωριό είναι αποκάλυψη. Αν οι σπουδαίοι πετράδες της Πίνδου έβαλαν τα δυνατά τους για να χτίσουν περίφημα πέτρινα σπίτια και χωριά σε όλη τη χώρα, επιφύλασσαν για τα δικά τους χωριά το μεγαλύτερο μεράκι. Το απόλυτο δώρο. Και έχτισαν σε αυτή τη γωνιά της Ελλάδας τα ομορφότερα ορεινά χωριά μας. Διαμάντια φτιαγμένα από πέτρα. Παραμύθια που ζωντανεύουν με την παρουσία ανθρώπων και γίνονται σκηνικά ζώης. Όλος ο δήμος Μαστοροχωρίων είναι μια αποκάλυψη, αλλά η Καστάνιανη το πετράδι στο στέμμα τους.
Η Καστάνιανη δεν έχει πια πολλούς κατοίκους. Για την ακρίβεια οι παλιοί της κάτοικοι έφυγαν για κοντινές και μακρινές πόλεις, όπως έγινε σε όλη την ελληνική επαρχία. Ευτύχησε όμως να έχει παιδιά που την αγαπάνε πολύ και επιστρέφουν τις γιορτές και τα καλοκαίρια. Ευτύχησε και σε κάτι ακόμα. Να έχει παιδιά που χόρτασαν τη ζωή στις πόλεις και τις εμπειρίες και αποφάσισαν να επιστρέψουν στο μαγικό μέρος της καταγωγής τους και να δημιουργήσουν.
Ο Θύμιος και η Σύνθια είναι χορευτές. Ο ένας χόρευε στο μπαλέτο της Λυρικής και η άλλη στο Παρίσι σε λυρικά θέατρα. Το τέλος της χορευτικής τους καριέρας τους βρήκε αποφασισμένους να στήσουν το δικό τους παραμύθι μακριά από την Αθήνα.
Καθόμαστε στο μικρό μπιστρό τους , το Soirée τους που άνοιξε το 2021, μέσα στην πανδημία για να μεταμορφώσει το χωριό. Δυο υπέροχοι άνθρωποι, απόλυτα συνειδητοποιημένοι για τις επιλογές τους, έστησαν εδώ ένα τόπο συνάντησης, με αισθητική και άποψη. Οι μουσικές, τα πιάτα, τα ροφήματα, οι ιστορίες στα τραπέζια με οικοδεσπότες την Ευθύμη και τη Σύνθια είναι το σκηνικό που ονειρεύτηκες να σε περιμένει.
Η βόλτα που κάναμε στο χωριό με ξεναγό τον πρόεδρο του τον Απόστολο, ήταν ένα ταξίδι στο χρόνο. Ήταν μια καταβύθιση σε μια Ελλάδα αξιών, αισθητικής, σεβασμού στο περιβάλλον και την αρχιτεκτονική. Της Ελλάδας του μέτρου που χάθηκε με τις υπερβολές, τα χιλιάδες τετραγωνικά του τσιμέντου και τις πισίνες.
Και το βράδυ, στην αυλή του μπιστρό, που μαζεύτηκαν όλα τα ξενάκια του χωριού, που ήρθαν εκείνη τη μέρα να ψηφίσουν για τον τόπο τους, να βλέπεις αγκαλιές, χαμόγελα και γλέντια αυτοσχέδια ήταν ένα θείο δώρο.
Η Καστάνιανη ήταν η αποκάλυψη που πάντα κρύβει η ελληνική επαρχία. Ένας κοινοτικός ξενώνας σε περιμένει να διανυκτερεύσεις και άπειρες ιστορίες της πιο ξεχασμένης γωνιάς της Ελλάδας να ανακαλύψεις.
Κάθε φορά λες την έχω δει την Ελλάδα παντού, την ξέρω, έρχεται μια τέτοια αποκάλυψη, ομορφιάς και αισθητικής και σε ταρακουνάει, υπενθυμίζοντας σου τα εγκλήματα που κάναμε σε αυτό τον τόπο.