Ένα ρεπορτάζ στα Σκόπια το 2003
Το φθινόπωρο του 2003 βρέθηκα στα Σκόπια απεσταλμένος του Βήματος για ένα ρεπορτάζ. Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να διαβαστεί και τώρα.
Το φθινόπωρο του 2003 βρέθηκα στα Σκόπια απεσταλμένος του Βήματος για ένα ρεπορτάζ. Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να διαβαστεί και τώρα.
Το Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2003, τη μέρα που γιορτάζεται η απελευθέρωση της πόλης από τους Γερμανούς, στην κεντρική πλατεία των Σκοπίων ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται πριν νυχτώσει.
Η μεγάλη συναυλία που είχε προγραμματιστεί, συμβολικά, είχε συγκροτήματα από όλες τις δημοκρατίες της παλιάς Γιουγκοσλαβίας. Από φίλους και εχθρούς. Παρόλη τη βροχή χιλιάδες παιδιά με ομπρέλες αποθέωναν τους σταρ που τραγουδούσαν κάτω από ένα γιγάντιο πανó που έγραφε με νόημα Skopyeah.
To μέλλον είναι στη Δύση και φυσικά μακριά από παλιά μίση. Με τα καινούργια κανείς δεν ξέρει τι γίνεται. Μιάμιση μέρα αργότερα η κυβέρνηση της χώρας παραιτούνταν και ο βασικός λόγος είναι το πανταχού παρόν πρόβλημα με την αλβανική μειονότητα. Δεν είναι το μόνο πρόβλημα αυτής της μικρής χώρας των δύο εκατομμυρίων κατοίκων. Από τους οποίους περίπου εξακόσιες χιλιάδες είναι αλβανόφωνοι.
Το σοβαρότερο πρόβλημα της χώρας είναι η ανεργία που φτάνει στο απίστευτο νούμερο του 38%. Ενώ η κακή οικονομική κατάσταση δεν αφήνει περιθώρια για αισιόδοξη ενατένιση του μέλλοντος. Παρόλα αυτά, φεύγοντας από τη χώρα και αν έχεις συζητήσει με ανθρώπους νεώτερων κυρίως γενιών έχεις την αίσθηση πως η αισιοδοξία τρέχει από τα μπατζάκια. Τα βλέμματα, μοιάζουν με βλέμματα ανθρώπων γεμάτα όρεξη για επιτυχία και οι προσδοκίες για το όνειρο είναι πανταχού παρούσες.
Τα Σκόπια των νέων τρέχουν με χίλια στο μέλλον. Νυχτώνει στην πόλη Μετά το τέλος της συναυλίας στα ακριβά μπαρ όπως το Ιντερμέτζο και το café Duomo, αλλά και στο ιταλικό εστιατόριο Μουλίνο γίνεται το αδιαχώρητο. Καλοντυμένοι νεαροί, από τις πανάκριβες για τα οικονομικά δεδομένα της χώρας μπουτίκ του μοναδικού εμπορικού κέντρου τούρκικων συμφερόντων, με πανάκριβα αυτοκίνητα παρκαρισμένα από έξω, πίνουν μέχρι αργά. Τα μπαρ κλείνουν με νόμο στη μία το πρωί.
Και έξω από την πόρτα τους υπάρχουν πινακίδες που λένε πως απαγορεύονται τα όπλα. Δεν ήταν πάντα έτσι ελεγχόμενο το night life εδώ. Δέκα χρόνια πριν, τα χρόνια του εμπάργκο, τα μπαρ που ήταν πολλαπλάσια έκλειναν το πρωί και τα περισσότερα από αυτά ήταν στο Μουσουλμανικό μαχαλά. Τώρα σου λένε πως εκεί καλό είναι να μην πλησιάσεις νύχτα και η επίσημη δικαιολογία είναι πως εξαιτίας μιας μαθητικής συμπλοκής η κυβέρνηση αποφάσισε να τελειώνει τη νύχτα νωρίτερα. Άλλοι λένε για επιθέσεις Αλβανών σε κέντρα διασκέδασης.
Η Simoninta Soseltseva είναι 31 ενός χρόνων, εργάζεται ως νομική σύμβουλος σε επιχειρήσεις. Πήγε σχολείο τα χρόνια του Τίτο και συνειδητοποίησε νωρίς πως δεν έχει πολλά κοινά με τους υπόλοιπους πρώην συμπατριώτες της. Οι Γιουγκοσλάβοι τους φερόταν σαν πολίτες δεύτερης διαλογής Αντίθετα, όπως λέει έχει πολλά κοινά με τους Έλληνες. Πέρασε τα Σαββατοκύριακα των παιδικών της χρόνων στη Θεσσαλονίκη, που κατέβαινε με τους γονείς της για ψώνια και τα καλοκαίρια της στις θάλασσες της Πιερίας.
Είναι από τους πιο καλοπληρωμένους στην πρωτεύουσα. Μου λέει για την ξαδέρφη της που είναι τραγουδίστρια της όπερας και δεν μπορεί να βγει τα βράδια λόγω χρημάτων. ‘‘Πολλά πράγματα άλλαξαν εδώ. Οι ξένοι άλλαξαν τις τιμές. Δίνουν και χίλια πεντακόσια ευρώ για ενοίκια με αποτέλεσμα να ανέβουν πολύ οι τιμές.
Οι Αμερικάνοι και οι Ευρωπαίοι έφεραν νέους τρόπους σκέψης. Δεν με νοιάζει πια αν μένω σε μικρό σπίτι. Δουλεύω πολλές ώρες και το μόνο που θέλω είναι να μπορώ να τρώω έξω. Παρακολουθώ τα πάντα και δεν θέλω να χάνω τίποτα’’. Είναι πολλοί οι ξένοι που ζουν πια εδώ. Επιχειρηματίες, κυρίως Έλληνες, αφού το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων, από πετρέλαια και τράπεζες μέχρι σούπερ μάρκετ και εταιρίες τηλεφωνίας ανήκουν σε Έλληνες. Αλλά και υπάλληλοι διεθνών οργανισμών, όπως της Ανασυγκρότησης των Βαλκανίων, της Ευρωπαϊκής αστυνομίας και των Ηνωμένων Εθνών.
Καθώς είναι μια περιοχή με υψηλό ρίσκο ανάφλεξης σύμφωνα με το International Crisis Group, ενώ τα προβλήματα με τη διακίνηση όπλων, γυναικών και ναρκωτικών και παλιότερα ανθρώπινων οργάνων, μπορεί να μειώθηκαν, όμως δεν λείπουν.
Η άγρια πλευρά περνώντας το ποτάμι, τον Αξιό, που χωρίζει την πόλη στα δύο, φτάνεις στη μόνη γειτονιά που έχει χρώμα. Η υπόλοιπη πόλη καταστράφηκε από το σεισμό του 63. Το ρολόι στον παλιό σταθμό είναι σταματημένο από τότε για να θυμίζει το κακό. Το καθεστώς κάλεσε έναν Ιάπωνα αρχιτέκτονα και ξανάκτισε την πόλη από την αρχή. Το αποτέλεσμα, πλην των μεγάλων δρόμων είναι μάλλον τραγικό.
Στην παλιά γειτονιά όμως το χρώμα είναι ακόμα έντονο. Παζάρι με επώνυμα ρούχα-μαϊμούδες, ζαχαροπλαστεία με ανατολίτικα γλυκά, καφενεία με έντονο χρώμα ανατολής. Γυναίκες με μαντίλες και άντρες με μουστάκια στα καφενεία, ενώ όσο ξεμακραίνεις στις παρυφές της, οι δρόμοι γίνονται λασποτόπια και η φτώχια δεν σου αφήνει περιθώρια για βόλτες.
Τα βλέμματα αγριεύουν και νοιώθεις άβολα. Αλβανοί στην πλειοψηφία τους, αλλά και γύφτοι οι κάτοικοι των άλλων Σκοπίων, κοιτάζουν καχύποπτα το φακό, έστω και αν τον κρατά ένας συμπατριώτης τους. Ληστείες, χειροβομβίδες, ξεκαθαρίσματα λογαριασμών είναι συχνά εδώ καθημερινό θέαμα. Στο κέντρο της πόλης η ζωή τραβά μπροστά.
Ζητάμε από τον ταξιτζή να μας οδηγήσει στα στούντιο της Tomato productions. Ένα κτήριο από ελενίτ μέσα σε κάτι λασπωμένους χωματόδρομους, στο Scupi BB, έξι χιλιόμετρα από το κέντρο. Από το πρωί γυρίζονται τα ημιτελικά του Play search for stars, ενός talent show στο οποίο συμμετέχουν περισσότερα από 2000 αγόρια και κορίτσια από όλη τη χώρα. Η κριτική επιτροπή ακούει φωνές και βαθμολογεί.
Ο Ivo Jankoski, είναι ο πιο παλιός παραγωγός και μάνατζερ αυτής της χώρας. Οργανώνει ένα μεγάλο βαλκανικό φεστιβάλ τον Αύγουστο στην Οχρίδα, έχει μια δισκογραφική εταιρία εδώ και δεκαπέντε χρόνια και ανάμεσα στα άλλα οργανώνει το σόου αυτό. ‘‘Έχουμε μικρή μουσική βιομηχανία, πολύ φοκλόρ και αστέρια της μιας σεζόν. Κανείς δεν πουλάει πάνω από 2 με 3 χιλιάδες δίσκους. Υπάρχουν πολλοί πειρατικοί δίσκοι, δεν μπορείς να είσαι σταρ εδώ. Εγώ ως μάνατζερ καλύπτω τις ανάγκες τους με τους χορηγούς που βρίσκω. Η πολυτέλεια ενός σταρ είναι να πάει με ταξί, αλλά αμάξι δεν μπορεί να αγοράσει’’. Δεκάδες πιτσιρίκες περιμένουν υπομονετικά να τραγουδήσουν, όπως περιμένουν έξω και τα Zastava με τους γονείς τους για να τις επιστρέψουν πίσω στο χωριό μόλις διαγωνιστούν, αφού λεφτά για διανυκτέρευση στην πρωτεύουσα δεν υπάρχουν.
Η Elena Risteska είναι πολύ όμορφη και πολύ διάσημη. Προπέρσινη νικήτρια του σόου, έχει βγάλει δίσκους, εξώφυλλα, βίντεο κλιπ, την αγαπά όλη η χώρα. Μου θυμίζει τη Καλομοίρα.
Πως βλέπεις το μέλλον τη ρωτάω, δεν φοβάσαι μήπως του χρόνου το άστρο σου σβήσει. ‘‘Είμαι μαθήτρια λυκείου. Μου είναι δύσκολο να διαβάζω και να κάνω τη σταρ. Έχω όμως φοβερή ενέργεια και με αγαπάει ο κόσμος. Δεν νομίζω να με ξεχάσουν. Έρχομαι από φτωχή οικογένεια και έγινα επώνυμη‘’. Ποζάρει στο φακό του Ζόραν με νάζι πλάι σε ένα τζουκ μποξ. Είναι δεκαοκτώ χρόνων. Ο Ljupco Yordanovski είναι 37 χρόνων και δουλεύει στον οργανισμό Ανασυγκρότησης. Παλιότερα δούλευε σε μια εταιρία μηχανικών με τα μισά λεφτά.
‘‘Πολλά πράγματα είναι χειρότερα από ό,τι επί κομμουνισμού. Τώρα υπάρχουν πολλά ναρκωτικά, η αστυνομία είναι ανίσχυρη, ανησυχούμε για πολλά. Φιλίες με Αλβανούς δεν γίνονται πια. Στο σχολείο είχαμε πολλούς φίλους. Τώρα άλλαξαν τα πράματα. Στην επαρχία είναι πιο δύσκολα. Εταιρίες κλείνουν εκεί και κόσμος μένει άνεργος. Παρόλα αυτά εδώ τα πάμε καλά’’.
Και το όνομα αυτής…
Όλα στα Σκόπια έχουν μπροστά το πρόθεμα Mak. Ακόμα και όσα είχαν άλλο όνομα παραδοσιακά αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, να τονίσουν την ιδιαιτερότητα τους. Χαρτοπετσέτες, αναπτήρες, ζάχαρη στα καφέ, εταιρίες, τα πάντα τονίζουν τη λέξη Μακεδονία. Αλλά και οι ίδιοι με κάθε ευκαιρία. Τα βιβλία τους τα τελευταία πενήντα χρόνια φρόντισαν να τους το μάθουν καλά.
Μεταξύ σοβαρού και αστείου η Simoninta μου λέει πως κατά τη γνώμη της δεν πρέπει να υπάρχουν σύνορα ανάμεσα μας. ‘‘Είμαστε τόσο ίδιοι ισχυρίζεται. Το πρόβλημα είναι με τους Αλβανούς, που καμιά φορά θυμίζουν Γέρικα σκυλιά που επιτίθενται στον αφέντη τους. Τους τρέφουμε 40 χρόνια και δέστε. Δεν μπορείς να τους έχεις εμπιστοσύνη. Εσείς δεν έχετε να φοβάστε κάτι από μας. Ούτε όπλα έχουμε, ούτε άγριες διαθέσεις. Έκαναν λάθη οι ηγεσίες μας πριν δέκα χρόνια και τώρα τα πληρώνουμε’’.
Ο Jordan Minov έχει μια εταιρία δημοσίων σχέσεων. Στα 31 ένα του σχεδιάζει στρατηγικές και καμπάνιες για δεκάδες μεγάλους πελάτες αλλά δουλεύει ακόμα και για την κυβέρνηση και για την προεδρία. Δουλεύει δώδεκα ώρες τη μέρα και άλλες φορές φτάνει και τις είκοσι.
‘‘Σχεδίασα την καμπάνια των σοσιαλδημοκρατών για το δημοψήφισμα σε σχέση με τους Αλβανούς. Το σλόγκαν μου ήταν καθίστε στα σπίτια σας αυτή την Κυριακή, δεν έχετε λόγω να πάτε να ψηφίσετε. Όλα πήγαν καλά. Πιστεύω ότι πρέπει να πάμε μπροστά. Η πολιτική και η οικονομία να πάνε μπροστά. Δεν κλαίμε πια για την παλιά Γιουγκοσλαβία, εκείνη η ιστορία τέλειωσε. Εμένα δεν με ενδιαφέρουν οι πολιτικοί. Με ενδιαφέρει μόνο να ζω μια καλή και ήρεμη ζωή. Η ιστορία πρέπει να μας γίνει μάθημα. Για την ανεργία πιστεύω ότι είναι και λίγο πλασματική. Πολύ έμαθαν να ζουν με τα εκατό ευρώ του ταμείου και κάνουν και καμιά δουλειά από δω και από κει. Όσο για τους Αλβανούς δεν είναι όλοι τόσο χάλια όσο λένε. Πάνε μια βόλτα ως το Τέτοβο να δεις πόσες επιχειρήσεις τους ανήκουν. Στο Γκόστιβαρ, στη Στρούγκα. Μοιάζουν με Λας Βέγκας. Εκεί δουλεύουν και πετυχαίνουν’’.
Ο γυρισμός μέχρι τα σύνορα γίνεται από ένα δρόμο σε πολλά σημεία κατεστραμμένο. Ένας νέος αυτοκινητόδρομος κατασκευάζεται με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στα υποφωτισμένα χωριά του δρόμου πέφτει η νύχτα.
Το επόμενο πρωί Έλληνες θα περάσουν τα σύνορα να ψωνίσουν φτηνά λαχανικά στα παζάρια της πόλης, ενώ άλλοι θα ακουμπήσουν τις οικονομίες τους στα Καζίνο της Γευγελής και της Δοϊράνης. Με τους ανθρώπους που γνωρίσαμε δώσαμε ραντεβού στη Θεσσαλονίκη. Θα κατέβουν σύντομα για Χριστουγεννιάτικα ψώνια. Θα μείνουν σε ξενοδοχεία λίγο πιο έξω από την πόλη, που είναι φτηνά και όταν θα καλοκαιριάσει θα ξανάρθουν για τις διακοπές τους. Το χρήμα κυκλοφορεί εκατέρωθεν βλέπετε. Και μας χωρίζουν μόνο 250 χιλιόμετρα.
*Το ρεπορτάζ έγινε για το Βήμα το 1993.