Μια εκδρομή στα ιστορικά και πανέμορφα Δαρνακοχώρια, μία ώρα και κάτι από τη Θεσσαλονίκη
Γραφικά, περίφημα και με τη δική τους... γλώσσα
Η άνοιξη είναι εδώ για τα καλά και τι καλύτερο από μια όμορφη απόδραση μακριά από την πόλη το σαββατοκύριακο για να… γεμίσουμε μπαταρίες και να αλλάξουμε παραστάσεις κάνοντας ένα μικρό διάλειμμα από την πολύβουη καθημερινότητα.
Αυτήν τη φορά λοιπόν πάμε στο νομό Σερρών και στα περίφημα, ιστορικά και πανέμορφα Δαρνακοχώρια ή αλλιώς και Νταρνακοχώρια.
Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα χωριών (Εμμανουήλ Παπάς, Άγιο Πνεύμα, Χρυσό, Πεντάπολη και Νέο Σούλι) με πολλά κοινά, γλωσσικά και πολιτισμικά, γνωρίσματα, λίγα χιλιόμετρα ανατολικά της πόλης των Σερρών.
Η ετυμολογία της ονομασίας παραμένει ασαφής, ωστόσο, πολλοί ντόπιοι επιλέγουν εκείνη την άποψη που συνδέει το όνομα με την καταγωγή των Δαρνακοχωριτών. Σύμφωνα με αυτή, οι Δάρνακες είναι απόγονοι κάποιου μυθικού ήρωα, θεϊκής καταγωγής και γενάρχη αρχαίας ελληνικής φυλής, ονόματι Δάρνακα.
Εμμανουήλ Παπάς
Ιστορική έδρα του σημερινού ομώνυμου Δήμου, το νταρνακοχώρι Εμμανουήλ Παπάς είναι κτισμένο σε ημιορεινή περιοχή, στις πλαγιές του Μπόσδακα (Μενοίκιο Όρος). Πρόκειται για την παλαιότερη Δοβίστα ή Ντουβίστα, γενέτειρα του φιλικού και αγωνιστή του 1821 Εμμανουήλ Παπά προς τιμήν του οποίου μετονομάστηκε. Βρίσκεται 5χμ. βορειοανατολικά από τη σημερινή έδρα του δήμου, το Χρυσό
Οικισμός 1.121 κατοίκων, ο Εμμανουήλ Παπάς έχει διατηρήσει σημαντικό αριθμό δειγμάτων της παραδοσιακής Μακεδονικής Αρχιτεκτονικής, μεταξύ των οποίων το παλιό Σχολαρχείο (το βλέπετε στην κορυφή της Ιστοσελίδας) και το πατρικό σπίτι του Εμμανουήλ Παπά, ενώ συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από τα στενά σοκκάκια του. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης, η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου και το μουσείο της
Ο Εμμανουήλ Παπάς είναι ένα χωριό με αρκετά όμορφα έθιμα τα οποία συνεχίζει να κρατά ζωντανά κατά το διάβα των χρόνων. Ενα από τα ωραιότερα και παλιότερα έθιμα του Εμμανουήλ Παπά είναι το έθιμο του κούσασι το οποίο γιορτάζεται στις απόκριες την Καθαρά Δευτέρα. Το έθιμο αρχίζει με το άναμα μιας μεγάλης φωτιάς στο κέντρο του χωριού και το λεγόμενο ξεμάτιαγμα που λαμβάνει χώρα γύρω από τη φωτιά αυτή. Αυτοί που κάνουν το ξεμάτιαγμα λένε τα εξής λόγια : «Κούσασι ,κούσασι, γέρο παπά γέρο. Να πάμε στη θάλασσα να γυρίσουμε από τη θάλασσα και ο… να πάρει την…»
Ο Εμμανουήλ Παπάς είναι ένας όμορφος, ιστορικός και χαρακτηρισμένος Παραδοσιακός Οικισμός. Το χωριό μπορεί να μην έχει την τόσο μεγάλη ζωντάνια όλο το χειμώνα όπως έχουν άλλα χωριά του Δήμου, αλλά στο καλοκαίρι κάθε μια νύχτα είναι σαν ένα πανηγύρι.
Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι το χωριό έχει έξι όμορφες και ιστορικές εκκλησίες οι οποίες χτίστηκαν πριν από αρκετά χρόνια και έως σήμερα διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση.
Η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου εορτάζει στις 18 Ιανουαρίου, χτίστηκε το 1805 και ο Άγιος Αθανάσιος είναι ο πολιούχος του χωριού. Στο εσωτερικό του ναού ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει το αξιόλογο ξυλόγλυπτο τέμπλο, ενώ στο χώρο της εκκλησίας λειτουργεί καιμικρό μουσείο. Σύμφωνα με την παράδοση, ο ναός οικοδομήθηκε με τη συμμετοχή του Ήρωα Εμμανουήλ Παπά και των αδελφών του. Μία άλλη εκκλησία του χωριού, ο Αγιος Γεώργιος εορτάζεται στις 28 Απριλίου και η ομώνυμη εκκλησία χτίστηκε το 1929 στα ερείπια παλαιότερου κατεστραμμένου ναού. Ο Αγιος Χριστόφορος, εορτάζεται στις 9 Μαΐου και χτίστηκε το 1912. Ο Αγιος Δημήτριος, εορτάζεται στις 26 Οκτωβρίου και η εκκλησία του χτίστηκε το 1863. Στην περιοχή Μούχλιανη ο Ιερός Ναός Αγίας Τριάδας χτίστηκε το 1760 και κάθε χρόνο εορτάζεται στις 16 Ιουνίου. Τέλος η Ζωοδόχος Πηγή (Παναγία), εορτάζει στις 2 Μαΐου και ο ναός χτίστηκε το 1925.
Στον παραδοσιακό οικισμό του χωριού βρίσκονται τα «Εκπαιδευτήρια της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος» (Σχολαρχείο), τα οποία κτίστηκαν επί τουρκοκρατίας και συγκεκριμένα το 1906. Το ιδιαίτερα καλαίσθητο κτίριο αναπαλαιώθηκε στα πλαίσια της κοινοτικής πρωτοβουλίας LEADER II, με σκοπό τη δημιουργία μουσείου με θέμα τη ζωή και τη δράση του Εμμανουήλ Παπά.
Άγιο Πνεύμα
Ο ορεινός οικισμός Αγιο Πνεύμα βρίσκεται 12χμ. βορειοανατολικά των Σερρών, ή 6χμ. βορειοανατολικά του Χρυσού, χτισμένο σε επτά λόφους και έχει 1.952 κατοίκους. Κτισμένος σε πευκόφυτη περιοχή, ο οικισμός προσφέρει πανοραμική θέα προς τον κάμπο των Σερρών.
Είναι από τα λίγα χωριά που διατηρεί τα στενοσόκακά του με τα όμορφα και γραφικά ξωκλήσια του, του Προφήτη Ηλία, του Αγίου Πνεύματος και του Τιμίου Σταυρού. Η τοποθεσία και το θαυμάσιο κλίμα του έκαναν πριν μερικά χρόνια τους Σερραίους να κλείνουν από την προηγούμενη για την επόμενη χρονιά δωμάτια για παραθέριση, στα μοναστήρια του Προφήτη Ηλία και του Αγίου Πνεύματος.
Έλαβε το όνομα Μονόσπιτο ή Μονοσπίτια κατά τη βυζαντινή εποχή – Βεζνίκο ή Βεζνίκοϊ δηλ. χωριό του ζυγού ακριβείας και σε ελεύθερη απόδοση «Δικαιοχώρι», κατά την τουρκική κατοχή – Μόνοικον, κατά την τριετία 1927-1930, και από τότε Άγιον Πνεύμα, από το ομώνυμο Μοναστήρι.
Καπνοχώρι μέχρι σήμερα με φθίνουσα παραγωγή.Το χωριό παρουσιάζει εντυπωσιακή διάρκεια ζωής από τα προϊστορικά ως τα υστεροβυζαντινά χρόνια, χάρη στη σπουδαία θέση του, συγκεντρώνει πολλά φυσικά πλεονεκτήματα, τόσο από γεωοικονομική όσο και από γεωστρατηγική άποψη. Τη μεγάλη ακμή μαρτυρούν επιγραφές αυτοκρατορικών χρόνων και τα πολυάριθμα αργυρά και χάλκινα νομίσματα διαφόρων αυτοκρατόρων : Μάρκου Αυρήλιου, Σεπτίμου Σεβήρου, Κλαύδιου του Β΄και του Κοινού των Μακεδόνων που βρέθηκαν στις τοποθεσίες «Γραντήσκος» και «Κούτρα», ή στα ρέματα που κυλούν τα νερά τους. Στα υστερορωμαϊκά χρόνια το χωριό οχυρώθηκε με Ακρόπολη. Ερείπια του ασβεστόχτιστου τείχους της είναι μέχρι σήμερα ορατά στην κορυφή του «Γραντήσκου», από όπου ελέγχει οπτικά μια έκταση πολλών χιλιομέτρων του σερραϊκού κάμπου.
Η πλειονότητα των κατοίκων του χωριού είναι Δαρνάκες. Εκτός από τα παραδοσιακά σπίτια που χαρακτηρίζουν τον οικισμό, το Αγιο Πνεύμα είναι γνωστό για το μοναστηριακό πλούτο της περιοχής. Ο σημερινός οικισμός είναι κτισμένος στην τοποθεσία προϊστορικού οικισμού, τα ευρήματα του οποίου χρονολογούνται από το 2500 π.Χ.
Στην ευρύτερη περιοχή του Αγίου Πνεύματος σώζονται τα ερειπωμένα χωριά Ράχωβα, Δράνοβο και Ζελί.
Στις 14 Σεπτεμβρίου, ημέρα της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, τελείται στην ομώνυμη Μονή της κοινότητας Αγίου Πνεύματος θρησκευτική πανήγυρις.Θρησκευτική πανήγυρις Τιμίου Σταυρού
Στην ευρύτερη περιοχή του Αγίου Πνεύματος σώζονται τα ερειπωμένα χωριά Ράχωβα, Δράνοβο και Ζελί. Εκτός από τα παραδοσιακά σπίτια που χαρακτηρίζουν τον οικισμό, το Αγιο Πνεύμα είναι γνωστό για το μοναστηριακό πλούτο της περιοχής.
Ιερά Μονή Αγίου Πνεύματος
Στον περίβολο του μοναστηριού υπάρχουν τρεις ανάγλυφες βρύσες, δωρεές των κατοίκων του ομώνυμου οικισμού το 1866, το 1876 και το 1878.
Στον περίβολο του μοναστηριού υπάρχουν τρεις ανάγλυφες βρύσες, δωρεές των κατοίκων του ομώνυμου οικισμού το 1866, το 1876 και το 1878.
Κτισμένη σε υψόμετρο 550μ. και σε απόσταση 2χμ. βόρεια από τον οικισμό στον οποίο και προσέδωσε το όνομα, η μονή ιδρύθηκε το 1857. Για άγνωστους λόγους ερημώθηκε και παρέμεινε εγκαταλελειμμένη μέχρι το 1891.
Η βρύση του 1866 φέρει ενσωματωμένη ρωμαϊκή ανάγλυφη στήλη, με αναπαράσταση Θρακιώτη καβαλάρη, τριών γυναικείων και δύο ανδρικών κεφαλών, καθώς και επιγραφή.
Τέλος, ο στενόμακρος, πέτρινος ναός του Αγίου Πνεύματος χρονολογείται από το 1865. Στο εσωτερικό του διακοσμείται από αγιογραφίες και φορητές εικόνες του 19ου αιώνα, με ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη την εικονογραφία της Μέλλουσας Κρίσης που κοσμεί το νάρθηκα. Επίσης, κάτω από την Αγία Τράπεζα αναβλύζει πηγή.
Χρυσό
Το Χρυσό, έδρα του νέου Καλλικράτειου Δήμου με 2.010 κατοίκους, είναι ένα από τα πέντε νταρνακοχώρια του Δήμου με πλούσια παράδοση και ιστορία. Δημιουργήθηκε μετά την απελευθέρωση της ευρύτερης περιοχής από τον οθωμανικό ζυγό το 1832. Οι κάτοικοι της περιοχής παρέμειναν ορθόδοξοι και Ελληνόφωνοι καθ’ όλη την Τουρκοκρατία.
Στην περιοχή αυτή, υπήρχε ζωή από τους προϊστορικούς χρόνους όπως προκύπτει από ευρήματα της περιοχής Φακίστρα Χρυσού.
Στην περιοχή κατοικούσαν θρακικές φυλές (Μύγδονες, Παίονες, Ηδωνούς, Βισάλτες). Το στίγμα και τη γλώσσα έδωσαν οι Μακεδόνες και οι κατακτήσεις των Αθηναίων στην περιοχή. Φαίνεται ότι από τα κλασικά χρόνια και τη Ρωμαϊκή κατάκτηση εδώ υπήρχαν οικισμοί, που συνέχισαν και στη Βυζαντινή αυτοκρατορία.
Παλαιότερη ονομασία του ήταν «Τουπολιάν» ήΤοπολιάνη. Άλλες ονομασίες Τοπόλτζος: αναφέρεταισε χρυσόβουλο του Στεφάνου Δουσάν το 1345.Τοπόλτζα : αναφέρεται σε κώδικα της Παλαιάς Μητρόπολης Σερρών. Τοπόλνιτσα : όνομα που χρησιμοποιήθηκε στα τέλη του 19ου και τον 20ο αιώνα. Τιπουλιάν : δημώδης τύπος. Από το 1926 το χωριό παίρνει το όνομα Χρυσό Από μαρτυρίες γερόντων, γίνεται γνωστό ότι δόθηκε το όνομα αυτό λόγω του πλούτου που είχε συγκεντρωθεί την εποχή εκείνη, καθότι η παραγωγή γεωργικών προϊόντων και ιδιαίτερα καπνού, απέδιδε αρκετό εισόδημα αλλά και της συνήθειας που είχαν οι νεαρές κοπέλες και οι νιόπαντρες κατά τις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, να φοράνε δύο – τρείς ή περισσότερες σειρές χρυσά φλουριά στο λαιμό τους.
Πεδινός οικισμός με αξιόλογα παραδοσιακά κτίσματα, πολλά από τα οποία ωστόσο είναι ερειπωμένα. Tο Χρυσό βρίσκεται 10χμ. Ανατολικά της πόλης των Σερρών.
Στο υπόγειο του παλιού Δημοτικού Σχολείου στεγάζεται μικρή Λαογραφική Συλλογή η οποία περιλαμβάνει αντικείμενα από την καθημερινή ζωή και τις αγροτικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες στη γύρω περιοχή.
Στο Χρυσό, γίνεται κάθε χρόνο στις 20 Ιουλίου παραδοσιακό πανηγύρι προς τιμήν του προφήτη Ηλία.
Πεντάπολη
Η Πεντάπολη είναι το πρώην Κεφαλοχώρι των Δαρνακοχωρίων και δεσπόζει μεταξύ αυτών: του Ν. Σουλίου. του Αγίου Πνεύματος, του Χρυσού και του Εμμ. Παπά. Γι αυτό άλλωστε ονομάστηκε Πεντάπολη.
Η ιστορία της είναι συνυφασμένη με την γενικότερη ιστορία της Μακεδονίας και ως χωριό γνώρισε τους ίδιους κατακτητές της πολύπαθης ευρύτερης περιοχής των Σερρών. Σε ιστορικό αρχειακό υλικό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας του Συμβουλίου Προεδρίας Κων/πουλης, η Πεντάπολη τον 13ο αιώνα αναφέρεται με το Βυζαντινό όνομα «Ξυλοπήγαδο». Στα μέσα του 14ου αιώνα ονομάζεται από τον γραμματέα του Σουλτάνου «Σαρμουσακλή» και το 1927 μετονομάζεται σε Πεντάπολη. Κτισμένη στον κάμπο των Σερρών, ήταν γνωστή παλαιότερα με το όνομα Σαρμουσακλή, τοπωνύμιο συνδεδεμένο με την παραγωγή σκόρδου, καθώς στα τουρκικά sarmisak σημαίνει σκόρδο. Σε Βυζαντινή απογραφή, πρώτος ιδιοκτήτης της Πεντάπολης αναφέρεται ένας απόγονος των Παλαιολόγων. Οι μόνιμοι κάτοικοί της ήταν πάντα Ελληνες Χριστιανοί.
Φτάνοντας στον 17ο και 18ο αιώνα οι γενικές αναφορές για την περιοχή μας φανερώνουν δύσκολες εποχές, γεμάτες αγώνες για ελευθερία και αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Στα τέλη του 19ου αιώνα καταγραφές που έχουμε για το χωριό μαρτυρούν στοιχεία ανάπτυξης και ευημερίας. Στην Πεντάπολη – τότε – λειτουργεί σχολείο αρρένων, υπάρχει χάνι, αρκετές βρύσες, καφενεία και άλλα εμπορικά καταστήματα της εποχής. Είναι η εποχή που αρχίζει να καλλιεργεί και να διακινεί τα φημισμένα και εκλεκτά καπνά της.
Οι κάτοικοί της συμμετείχαν ενεργά σε όλους τους Εθνικούς Αγώνες της πατρίδας μας. Ο ερχομός του 20ου αιώνα επεφύλασσε και πάλι νέους αγώνες. Περίπου 1.500 κάτοικοι έχυσαν το αίμα τους στα πεδία των μαχών όλων των πολέμων (Βαλκανικός- 1ος Παγκόσμιος-Μικρασιατική εκστρατεία – 2ος Παγκόσμιος) και περίπου 400 βασανίστηκαν και άφησαν την ζωή τους ως όμηροι στη Βουλγαρία.
Στη πορεία των χρόνων οι κάτοικοι του χωριού οργανώνονται και κτίζουν εκκλησίες και σχολεία με δικά τους χρήματα. Το 1936 δημιουργείται η Φιλαρμονική, δύο Αθλητικοί Σύλλογοι. Θέατρα, χοροεσπερίδες, κέντρα διασκέδασης, εμπορικά καταστήματα, λαϊκή αγορά κτλ., και το χωριό αριθμεί πλέον τους 10.000 κατοίκους.
Το 1953 ιδρύεται εξατάξιο ιδιωτικό Γυμνάσιο και αργότερα Δημόσιο Γυμνάσιο και Λύκειο.
Σήμερα, η δημογραφική αλλοίωση και η εγκατάλειψη της υπαίθρου έχουν ως αποτέλεσμα την σταδιακή εξάλειψη της προφορικής παράδοσης του τόπου (Δαρνάκικη διάλεκτος) και την μεγάλη πληθυσμιακή συρίκνωση του οικισμού.
Στην Πεντάπολη, το κυριότερο πανηγύρι και έθιμο γίνεται στη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής. Μετά το τέλος της λιτάνευσης των εικόνων, στήνεται χορός στην πλατεία του χωριού. Ο κύριος χορός που χορεύεται κατά τη διάρκεια της γιορτής ονομάζεται ΖΑΜΑΝΤΑΣ.
Στην Πεντάπολη λειτουργεί από το 1995 μονάδα εκτροφής στρουθοκαμήλων.
Νέο Σούλι
Με 2.539 κατοίκους, το Νέο Σούλι είναι ο μεγαλύτερος οικισμός του Δήμου, κτισμένος στις υπώρειες του Μενοίκιου όρους βορειοδυτικά του Χρυσού, με το οποίο όμως δεν έχει απευθείας οδική σύνδεση. Βρίσκεται 7χμ. Ανατολικά από την πόλη των Σερρών και ανήκει στα νταρνακοχώρια της περιοχής. Παλιότερα ονομάζοταν Σουμπάσκιοϊ δηλ. χωριό με πολλά νερά. Η σημερινή ονομασία του εδόθη το 1913, λόγω της ηρωικής κατά των Βουλγάρων αντίστασης των κατοίκων του. Ημιορεινό χωριό -η πλατεία του βρίσκεται σε υψόμετρο 137μ.- το Νέο Σούλι είναι στο επίκεντρο έντονης οικοδομικής δραστηριότητας.
Είναι ένα από τα πέντε (5) χωριά, γνωστά ως «Δαρνακοχώρια» ή «Νταρνακοχώρια », τα οποία ονομάστηκαν έτσι λόγω της συχνής λέξης δάρι (=τώρα, αμέσως) και νάκα., που στο διάβα του χρόνου, είτε όλα μαζί είτε το καθένα χωριστά, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία του τόπου.
«Σουμπάσκιοϊ: Νταρνακοχώρ’ κι αυτό παλιό, τώρα του λέν’ Νέου Σούλι, κριμασμένο σα σταφύλ’ απάν’ στ’ πλαγιά. Ασωτα τα τρεχάμενα νιρά, μπαχτσούδια κι γιουντζιέδις μοσχομυρίζουν που παντού. Εμ τί γνήσια παλληκάρια, κεί ήταν η κλεφτουριά κι αργότιρα στουν Μακιδονικόν αγώνα κεί ήταν του Κομιτάτου. Που κεί ξικνούσαν συντροφιές κι χπούσαν όλα τα σκλιά. Εχουν κι τραγούδ’: «Του Σουμπάσκιοϊ τα παλλκάρια πολιμάνε σα λιοντάρια…».
Eμ κι τί φιλότμοι είν’ οι Σουμπασκιολήδις, τί καλνοί, του βρακί τς να βγάλουν να στου δώσουν κι τί γλιντζέδις, τι μιρακλίδις, δε φτάνουντι στου χουρό κι στου τραγούδ’. Εμ έτσ’ είν’ τα παλληκάρια τα καλά, ξέρουν να χουρεύουν, ξέρουν να τραγδούν’, ξέρουν κι του ριβόλ’ να πιάνουν, στου μιτιρίζ’ να ζουν. Είδις άνθρωπο να χουρεύ’ κι να τραγδεί φτός παλληκάρ’ είνι, ρωμιός είνι. Σ’ όλα τα Νταρνακοχώρια τραγδούν τραγούδια Σουμπασκιολήδκα. Γάμος κι χαρά δε γένιτι χουρίς τραγούδ’ που κει, αν δεν πούν’ «το Κατερινιώ» γάμος δε τσακών’, γάμος δε στεργιών’. Είδις άνθρωπο να χουρεύ’ κι να τραγδεί να τουν χαίρισι, φτος μέσα στου ζουνάρι τ’ μαχαίρ’ θα έχ’, ριβόλ’ θα έχ’ για ώρα ανάγκ’, φτος λιοντάρ’ είνι, ρωμιός είνι, τ’ Μέγ’ Αλέξαντρου γινιά…».
Ο συνδυασμός του καλού κλίματος της περιοχής με τη γειτνίαση της με την πόλη των Σερρών έχει συντελέσει στη δημιουργία νέας συνοικίας στα δυτικά του χωριού, και στην προέκταση του παραδοσιακού οικισμού, με αποτέλεσμα να εξελίσσεται σε προάστιο της πρωτεύουσας του νομού. Στο Νέο Σούλι, το σημαντικότερο πανηγύρι του χωριού, αλλά και έθιμο της περιοχής των Σερρών είναι αυτό του Αγίου Γεωργίου. Ο Άγιος, από τα βυζαντινά χρόνια, θεωρείται προστάτης των πόλεων και των κρατών. Είναι, όμως, και άγιος των τσομπάνηδων, αλλά και των γεωργών.
ΔΡΑΚΟΚΤΟΝΙΑ
Γιορτάζεται την ημέρα του Αγίου Γεωργίου. Το έθιμο αναφέρεται σε ένα δράκο ο οποίος κρατάει φυλαγμένα τα νερά και δεν τα αφήνει να κατεβούν στον κάμπο. Οι χωριανοί πρέπει να του πάνε όμηρο την ομορφότερη του χωριού για να ελευθερωθούν τα νερά. Μετά την λειτουργία της εκκλησίας γίνεται λιτανεία σε 3-5 σημεία του κάμπου με την συνοδεία των εξαπτέρυγων. Σε 3-5 δέντρα ανοίγουν σχισμές και ο παπάς βάζει μέσα προσφορά. Έπειτα πηγαίνουν στο σημείο που είναι ο δράκος και ένας νεαρός επάνω σε άλογο σκοτώνει τον δράκο και ελευθερώνει την κοπέλα. Έτσι προστατεύεται ο κάμπος και σώζεται η σοδιά. Στην πλατεία του χωριού ακολουθεί γλέντι και χορός.
Ο χορός στο πανηγύρι του Νέου Σουλίου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο πρώτος χορός γίνεται στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία. Στο χορό παίρνουν μέρος μόνο τα κορίτσια, εκτός από μια παντρεμένη, που σέρνει και οδηγεί τις άλλες παρθένες. Ο χορός εκτελείται γύρω από το εκκλησάκι, χωρίς τη συνοδεία οργάνων, παρά μόνο τραγουδιών, που τραγουδιούνται από τις ίδιες τις χορεύτριες, μονότονη εκκλησιαστική μελωδία. Κατόπιν, το πλήθος κατεβαίνει στο χωριό και συγκεκριμένα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, όπου θα ακολουθήσει το μεγάλο πανηγύρι.
Οι γυναίκες είναι και πάλι που αρχίζουν το χορό, τώρα όμως παίρνουν μέρος και οι παντρεμένες, οι οποίες τραβούν μπροστά και τα κορίτσια πίσω. Έτσι αρχίζουν να τραγουδούν μαζί, το πρώτο τραγούδι του πανηγυριού. Με το τραγούδι αυτό, χορεύουν σεμνά και σιγανά. Αφού τελειώσει το πρώτο αυτό τραγούδι, αρχίζει το δεύτερο, που χορεύουν με ελαφριά κίνηση των χεριών. Με το τρίτο τραγούδι τελειώνει και ο χορός, που είναι πιο ζωηρός και εκτελείται με ταχύτερο βηματισμό, όπως στον καλαματιανό. Η εκτέλεση των χορών αυτών γίνεται με τη συνοδεία μουσικών οργάνων, νταουλιού και ζουρνά. Μετά την εκτέλεση των χορών, γίνεται η αναπαράσταση του εθίμου, δηλ. της δρακοκτονίας από τον Αη-Γιώργη. Κατόπιν επαναλαμβάνεται ο χορός και τα τραγούδια, με μεγαλύτερο ενθουσιασμό και συγκίνηση. Το απόγευμα ξαναγίνεται χορός, μετά το τέλος της διεξαγωγής των αγωνισμάτων. Στο χορό αυτό, άνδρες παλικάρια και κορίτσια σχηματίζουν διπλόφαρδο χορό και χορεύουν με μια ασυνήθιστη ζωηρότητα, σχεδόν ώσπου να νυκτώσει.
Η κεντρική εκκλησία του χωριού, αφιερωμένη στη μνήμη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, θεωρείται η πιο παλιά, γιατί πρέπει να είναι κτισμένη κατά το τέλος του 18ου ή αρχές 19ου αιώνα, αφού, σύμφωνα με το «Σουλτανικό Μονόγραμμα» του 1835, ανακαινίστηκε το 1836 (επιγραφή στον έξω βορεινό τοίχο). Ένα άλλο ακόμη στοιχείο που έρχεται να ενισχύσει την άποψη για την παλαιότητα της εκκλησίας είναι, ότι υπήρχαν δυο παλιά εκκλησιαστικά βιβλία, ένα «Ευχολόγιον» έκδοσης του 1767 στη Βενετία κι ένα «Ευαγγέλιον» έκδοσης των βιβλίων, πρώτα εγγράφονταν συνδρομητές και μετά εκτυπώνονταν, πολύ εύλογα μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατά το χρόνο της έκδοσης των βιβλίων αυτών πρέπει να υπήρχε η εκκλησία! Είναι τύπου βασιλικής τρίκλιτη, με στέγη ξύλινη σε σχήμα «αετώματος» και «κεραμοσκέπαστος». Η οροφή της είναι αρκετά ψηλή και έχει αγιογραφίες, ενώ πάνω στους τέσσερες στύλους είναι ζωγραφισμένοι οι 4 ευαγγελιστές να γράφουν σε καθιστή στάση. Το τέμπλο της είναι ξύλινο και φέρει 12 μεγάλες εικόνες (έξι από τα δεξιά και έξι από τα αριστερά της ωραίας πύλης) χρονολογούμενες από 1836 (κι άλλες 1833) και «φαίνονται ότι είναι αρίστης αγιογραφικής χειρός έργον», όπως γράφει ο π-Γαβριήλ Κουντιάδης. Η εκκλησία στα 1925 είχε τρεις ιερείς: α) τον παπά-Γιώργη (Αγοράκη) Οικονόμο, ηλικίας 65 ετών (χειροτονημένο το 1892 από τον Μητροπολίτη Σερρών Γρηγόριο) β) τον παπά-Κων/τίνο (Αποστόλου), ηλικίας 58 ετών χειροτονημένο το 1899 από τον ίδιο Μητροπολίτη και γτον παπά-Νικόλαο (Καρύδα), ηλικίας 52 ετών χειροτονημένο το 1907 από τον Μητροπολίτη Νευροκοπίου Θεοδώρητο. Μαζί τους συλλειτουργούσε, όποτε κι όσο μπορούσε, ο γέροντας παπά-Στέργιος σε ηλικία πάνω από ενενήντα ετών, χειροτονημένος το 1879, υπηρετώντας ως εφημέριος για 46 χρόνια («Κοιμήθηκε» στις 17.05.1925 κι απ΄ όλα τα παραπάνω μπορούμε να υποθέσουμε ότι γεννήθηκε περίπου κατά έτη 1832 ή 1833). Και οι τρεις υπέστησαν τα δεινοπαθήματα της ομηρίας στη Βουλγαρία το 1917-18 επί δεκαπέντε μήνες.
ΤΟ ΔΑΡΝΑΚΙΚΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ
Η ιστοσελίδα Πολιτιστικός Σύλλογος Χρυσού Σερρών αναφέρει:
Πέντε χωριά τα νταρνακοχώρια όπως οι ντόπιοι τα λένε με κοινά έθιμα και λαλιά.
Η Ντοπιολαλιά τους μοιάζει βέβαια και με αυτή της Νιγρίτας και των Σερρών.
Το Δαρνάκικο γλωσσικό ιδίωμα παρουσιάζει κάποιες ιδιομορφίες στο τυπικό και στην προφορά. Διάφοροι μελετητές όπως ο Κάρτσιος Β. ,ο Μπέγκος Αν. κ.α., αναφέρουν ότι το Δαρνάκικο ιδίωμα έχει αρχαϊκό χαρακτήρα, καθώς έχουν καταγραφεί κατά καιρούς από διάφορους ερευνητές πάρα πολλές λέξεις είτε ατόφιες (γνήσιες) της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (και μάλιστα δωρικής διαλέκτου) είτε λίγο παραφθαρμένες με συνιζήσεις και συγκοπές. (Κόκκινος, 1998)
Στα 1862 ο Ι. Πανταζίδης δημοσίευσε στη μηνιαία φιλολογική εφημερίδα «Φιλίστωρ» μακεδονικές λέξεις, που συγκέντρωσε από την περιοχή των Σερρών και της Χαλκιδικής.
Χαρακτηριστικά αναφέρει:
«Τοιαύτά τινα φρονούντες και προ της εκδόσεως του Φιλίστορος, ηρχίσαμεν ευθύς ως ήλθαμεν να συλλέγωμεν λέξεις μακεδονικάς ουχί μετ’ επιμελίας, αλλ’ όπως η τύχη έφερεν αυτάς εις τας ακοάς ημών και μάλλον χάριν διατριβής ή προς ωρισμένον τινά σκοπόν. Και συλλέξαντες ούτως ολίγας παραθέτομεν αυτάς εν τοις εξής μετα σύντομον τινών παρατηρήσεων.
Ομολογούμεν όμως ότι ηδύνατο τις πλειοτέραν ευκαιρίαν έχων και εις τα πέριξ χωρία περιερχόμενος, ιδίως δε τα λεγόμενα Δαρνάκικα, να συλλέξη περισσοτέρας διότι κατά την ομολογίαν πολλών εκεί απαντώσι μάλιστα παρά ταις γυναιξί λέξεις δύσληπτοι εις τους κατοίκους της πόλεως, αλλ’ εξ άπαντως ελληνι καί, επειδή ούτε βουλγαρικαί είναι ούτε τουρκικαί.» (ο.π.) Σε γενικές γραμμές το «Νταρνάκικο» γλωσσικό ιδίωμα, μοιάζει πάρα πολύ με το ιδίωμα των γηγενών Μακεδόνων των περιοχών Νιγρίτας, Παγγαίου, Χαλκιδικαίων και Δυτικομακεδόνων, δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος της περιοχής των Σερρών κατοικήθηκε από Δυτικομακεδόνες που στις αρχές του 1780 έφυγαν από την περιοχή τους για να γλιτώσουν από τον Αλή Πασά. (Κόκκινος, 1998, Βοζιάνης, 1999)
Ας εξετάσουμε παρακάτω τα γλωσσικά και ιδιωματικά φαινόμενα που παρατηρούνται στην Δαρνάκικη ομιλία.
• Το ιδίωμα αυτό, όπως ανέφερα και παραπάνω, ανήκει στη μεγάλη ομάδα των βορείων ελληνικών ιδιωμάτων που έχουν κοινά γνωρίσματα την λεγόμενη κώφωση των φθόγγων ο, ε, την αποβολή των άτονων ι, ου, ηχητικές μεταβολές φωνηέντων, συμφώνων κτλ. (Κόκκινος, 1998, Βοζιάνης, 1999) • Ένα σπάνιο γλωσσικό φαινόμενο που παρατηρείται, είναι ο τονισμός πέραν της προπαραλήγουσας, αλλά μόνο στα ρήματα. π.χ. ίφιραμι (φέραμε), χαίρουμασταν (χαιρόμασταν), πήγιναμι (πηγαίναμε) κτλ. (Κόκκινος, 1998) • Άλλος γλωσσικός ιδιωματισμός είναι η κατάληξη –τσι στο β’ ενικό της προστακτικής. π.χ. πλύτσι (πλύσου), νίφτσι (πλύσου) κτλ. (ο.π.) • Περίεργος επίσης είναι ο σχηματισμός της προστακτικής σε –ους π.χ. κοιμηθούς (κοιμήσου), παντρεφτούς (παντρέψου) κτλ. (ο.π.) • Επίσης στις καταλήξεις των ρημάτων το –αι και το –ε μετατρέπεται σε –ι στο β’ και γ’ ενικό πρόσωπο και στο α’ και β’ πληθυντικό. π.χ. κάθητι (κάθεται), κουράσκαμι (κουραστήκαμε), πήγις (πήγες) κτλ. (Βοζιάνης, 1999) • Συνήθης είναι η μετάθεση συμφώνων. π.χ. άσπηρ (άσπρη), κίτιρνους (κίτρινος), σκρόψι (σκόρπισε), δοράκινο (ροδάκινο) κτλ. (Κόκκινος, 1998, Βοζιάνης, 1999) • Συχνή είναι επίσης και η αλλοίωση συμφώνων. π.χ. ήρταν (ήρθαν), ανέφκα (ανέβηκα), χτάζου (κοιτάζω), φημιρίδα ή θημιρίδα (εφημερίδα), θκο μ’ (δικό μου) κτλ. (Βοζιάνης, 1999) • Περίεργη είναι η μετάθεση του –ου στην αντωνυμία μου. π.χ. πατέραζ ουμ (ο πατέρας μου), θείοζ ουμ (ο θείος μου) κτλ. (ο.π.) • Αξιοσημείωτη είναι η κατάληξη σε –ουδ και –ούδα στα υποκοριστικά. π.χ. πιδούδ’ (παιδάκι), λαμπούδα (λαμπίτσα) δαχλούδ’ (δαχτυλάκι), φωτιούδα (φωτίτσα) κτλ. (Κόκκινος, 1998, Βοζιάνης, 1999) • Οι καταλήξεις των μεγενθυτικών είναι σε –α, -άρα, -αρους. π.χ. καφελικ – καφελίκα – καφελκάρα (μπρίκι), σκύλαρους (σκύλος) κτλ. (Βοζιάνης, 1999) • Μοναδική είναι επίσης η χρήση του «γιατί» και του «αφού» στο τέλος της πρότασης και όχι στην αρχή. π.χ. «έλα να σι πω σε βαστώ γιατί» (έλα να σου πω γιατί δεν αντέχω) κτλ. (Κόκκινος, 1998) • Πολύ συχνή είναι και η πρόσθεση ενός α (όχι του στερητικού) στην αρχή μερικών λέξεων, χωρίς να αλλάζει η σημασία της λέξεως. π.χ. αχελώνα (χελώνα), αβασκάνω (βασκάνω = ματιάζω), αντρέπουμι (ντρέπομαι) κτλ. (Βοζιάνης, 1999) • Επίσης σε μερικές λέξεις παρατηρείται η μεταβολή αρχικών φωνηέντων σε α και ο. π.χ. αρνιθώνας και αρνίθια (ορνιθώνας και ορνίθια), αξάδελφος (εξάδελφος), αψηλός (υψηλός), όξου (έξω) κλπ. (ο.π.) • Στο Νταρνάκικο ιδίωμα αλλά και γενικώς στο βορειοελλαδίτικο η αφαίρεση φωνηέντων είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο. Μερικά παραδείγματα που αποβάλλεται το αρχικό φωνήεν: νικατώνω (ανακατώνω), πιδέξιους (επιδέξιος) κλπ. Μερικά παραδείγματα που αποβάλλονται ενδιάμεσα φωνήεντα: πκάμισο (πουκάμισο), παραθρούδ’ (παραθυράκι), πόμνει (απόμεινε), γρουν (γουρούνι) κτλ. (ο.π.) • Παρατηρείται επίσης μερική αποβολή του άτονου ι στο τέλος μιας λέξης. Την ονομάζουμε μερική αποβολή, γιατί το τελικό ι δεν αποβάλλεται εντελώς, αλλά ακούγεται μέρος αυτού. Αυτό βέβαια είναι δύσκολο να αποδοθεί φραστικά αλλά μόνο ακουστικά. Παραδείγματος χάρη στη λέξη φουρκάλ’ (σκούπα), πλάι στο λ ακούγεται λίγο και το ι πολύ υγρό. Παρόμοια λένε και θελ’ς, Μιχάλ’ς κτλ., όπου η κατάληξη – λις σχεδόν ακούγεται. (Βοζιάνης, 1999) • Επίσης κάτι που συνηθίζεται πάρα πολύ όχι μόνο από τους Νταρνάκες αλλά και από όλους τους Σερραίους είναι η πολύ παχιά προφορά του γράμματος σ καθώς και των ζ, ξ, ψ, μπροστά από τα γράμματα ε και ι. π.χ. η λέξη ψάρια ακούγεται σχεδόν ψιάρια, ζεστά ακούγεται σχεδόν ζιεστά κτλ. (ο.π.) • Τέλος τα ρήματα που συντάσσονται με γενική προσωπικής αντωνυμίας στο δαρνάκικο γλωσσικό ιδίωμα συντάσσονται με αιτιατική. π.χ. σι λέου αντί σου λέω, σι ουμιλώ αντί σου μιλώ κλπ. Επίσης για έμμεσο αντικείμενο χρησιμοποιείται αιτιατική αντί για γενική. π.χ. τουν ψιμάτσα (του είπα ψέμματα), τουν είπα αντί του είπα, μι δίν’ς αντί μου δίνεις κτλ. (ο.π.)
Για το πώς μας έδωσαν το όνομα Νταρνάκιδες θα σας αναφέρω μόνο τρεις εκδοχές που κατά την εκτίμησή μου προσεγγίζουν περισσότερο την πραγματικότητα.
1η εκδοχή: Το όνομα αυτό προήλθε εξαιτίας της συχνής χρήσης στο λεξιλόγιό μας μέχρι και πρόσφατα των λέξεων «δάρι» = τώρα και «δω νάκα» = εδώ αμέσως. Πολλοί νομίζω θυμούμαστε τους παππούδες μας να τις χρησιμοποιούν. Θα σας υπενθυμίσω και το παλιό τραγούδι του χωριού μου, της Πεντάπολης, το Ντος – Δάριμ – Ντος.
2η εκδοχή: Όταν οι Οθωμανοί κατάκτησαν την περιοχή το 13ο αιώνα, βρήκαν τους κατοίκους εδώ να ζουν σε οικισμούς συνεργαζόμενοι και υποστηριζόμενοι ο ένας τον άλλον με πάθος. Τους ονόμασαν λοιπόν έτσι από τη λέξη «Dernek» που σημαίνει στα τουρκικά ένωση, σύλλογος, όμιλος, σύνδεσμος. Έτσι με παραφθορά της λέξης αυτής (Ντερνέκ – Ντερνάκ – Νταρνάκ), δηλ. αυτοί που υποστηρίζονταν και συνεργάζονταν, ήταν οι Νταρνάκες.
3η εκδοχή: Μπορεί να είναι απόγονοι κατοίκων της Δαρδανίας, αρχαίας περιοχής της Τρωάδας (ΒΔ. Μικρά Ασία), όπου κατοικούσε ο συγγενικός με τους Τρώες λαός των Δαρδάνων, που καταδιωχθέντες ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή. Δάρδανος στην Ελληνική Μυθολογία ήταν ο μυθικός ιδρυτής της Δαρδάνου, στην ακτή του Ελλασπόντου ανάμεσα στην Άβυδο και στο Ίλιον. Από το «Δάρδανος» μπορεί να προήλθε και ο χαρακτηρισμός «Ντάρντανος – Νταρνάντα» που σημαίνει ψηλός – εύσωμος. Η σωματική διάπλαση ήταν και αυτό ένα χαρακτηριστικό όπως λένε παλαιότερα των Νταρνάκιδων, ήταν ψηλοί και εύσωμοι.
*με πληροφορίες από:
Δαρνακοχώρια – experienceserres.gr
Δήμος Εμμανουήλ Παππά
goserres.gr
Πολιτιστικός Σύλλογος Χρυσού Σερρών
ΕΡΤ