Η πανέμορφη “Μύκονος” της Τουρκίας
Αυτό το πολύ μικρό νησάκι ανάμεσα στη Λήμνο και την Μυτιλήνη δεν είναι σίγουρα αυτό που φαντάζεται κανείς πριν το επισκεφτεί.
Φωτογραφίες: Λευτέρης Τεκτονίδης, Άννα Ποδάρα
Το λεωφορείο που κάνει το δρομολόγιο Θεσσαλονίκη-Κωνσταντινούπολη μας άφησε ξημερώματα στο χωριό Kesan, στα σύνορα με Αλεξανδρούπολη. «Πηγαίνετε στο Βozcaada»; Ο υπάλληλος στο σταθμό λεωφορείων μας κοιτάει με θαυμασμό και κουνάει το κεφάλι του.. «Ωραίο νησί αλλά απλησίαστο για τους περισσότερους από εμάς τους Τούρκους!», σχολιάζει ενώ μας βγάζει τα εισιτήρια για το επόμενο δρομολόγιο. Λίγες ώρες μετά, πίνοντας τούρκικο καφέ στο ηλιόλουστο λιμανάκι της Τενέδου ανάμεσα σε ψαράδες και κινηματογραφιστές, μας εξήγησαν τι ακριβώς εννοούσε…
Αυτό το πολύ μικρό νησάκι ανάμεσα στη Λήμνο και τη Λέσβο δεν είναι σίγουρα αυτό που φαντάζεται κανείς πριν το επισκεφτεί.
Οι 2.000 κάτοικοί του ψαρεύουν καλαμάρια, παράγουν κρασί και ζουν σε ένα εντυπωσιακά διατηρημένο χωριό με επιβλητικό κάστρο στην άκρη του ενώ το υπόλοιπο νησί είναι καλυμμένο με μια χρυσοκίτρινη θάλασσα από αμπέλια και σπαρτά. Αυτό το σκηνικό αποτελούσε για πολλά χρόνια ένα καλά κρυμμένο καταφύγιο για την αστική και καλλιτεχνική διανόηση της Κωνσταντινούπολης. Από την δεκαετία του 1970, πολλοί αρχιτέκτονες, ζωγράφοι και γλύπτες κλπ από διάφορους ακαδημαϊκούς καλλιτεχνικούς κύκλους ήρθαν να ζήσουν εδώ, με την ενθάρρυνση του Fethi Kayaalp. Πρόκειται για έναν τενέδιο μουσουλμάνο πρόσφυγα από τα Βαλκάνια, ο οποίος είναι ακόμα εν ζωή και αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της τυπογραφίας και της χαρακτικής τέχνης στην Τουρκία. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Τένεδο και επηρέασε πολύ την κουλτούρα του νησιού, συμβάλλοντας πολύ στην διατήρηση της αρχιτεκτονικής και του φυσικού τοπίου του νησιού.
Οι ξένοι παραθεριστές της Κων/πολης αναστήλωσαν τα παρατημένα σπίτια των Ελλήνων και έφτιαξαν μια καλλιτεχνική κοινότητα που ζυμώθηκε με τους ντόπιους και οδήγησε στον ξεχωριστό χαρακτήρα που έχει η Τένεδος σήμερα. Ενδεικτικό της κουλτούρας του νησιού είναι ο υψηλός βαθμός περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης που έχουν οι ντόπιοι. Ανακυκλώνουν τα απορρίμματα, συλλέγουν τα χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια και έχουν απαγορεύσει την χρήση πλαστικής σακούλας στην αγορά!
Τα τελευταία δυο χρόνια, οι τουρίστες έχουν ανακαλύψει το νησί και κάθε καλοκαίρι η ήσυχη Τένεδος μετατρέπεται σε ένα κοσμοπολίτικο θέρετρο, με ακριβά καταλύματα και εστιατόρια. Πολλοί χαρακτηρίζουν ως τη «Μύκονο της Τουρκίας» και είναι ένας απρόσιτος προορισμός για τον μέσο Τούρκο.
Το διεθνές φεστιβάλ οικολογικού ντοκιμαντέρ BIFED
Εμείς δεν βρεθήκαμε εκεί ως τουρίστες αλλά ως παρατηρητές ενός φεστιβάλ διαφορετικού από τα άλλα. Τον Οκτώβριο όμως, που οι τουρίστες φεύγουν και το νησί επιστρέφει στους κανονικούς του ρυθμούς, διοργανώνεται στην Τένεδο το Διεθνές Φεστιβάλ Οικολογικού Ντοκιμαντέρ BIFED, που συγκεντρώνει κινηματογραφιστές από όλο τον κόσμο. Οι διοργανωτές του το χαρακτηρίζουν ως ένα Τοπικό, Μικρό και Αργό Φεστιβάλ.
«Υπάρχουν φεστιβάλ που δέχονται 6-7.000 αιτήσεις κάθε χρόνο. Τεράστια φεστιβάλ, στα οποία είναι αδύνατο να παρακολουθήσεις τόσο μεγάλο αριθμό ντοκιμαντέρ. Κάθε χρόνο οι ίδιες λίστες ντοκιμαντέρ ανακυκλώνονται σε όλο τον κόσμο, από το ένα διεθνές φεστιβάλ στο άλλο», εξηγεί ο Ethem Özgüven, καθηγητής ντοκιμαντέρ στο Bilgi University της Κων/πολης και συντονιστής του φεστιβάλ. «Αυτά τα φεστιβάλ ζητούν λεφτά για κατάθεση των ταινιών και αν πολλαπλασιάσεις αυτό το ποσό επί 7.000 συμμετοχές βλέπεις ένα σχέδιο: Οι κινηματογραφιστές στηρίζουν αυτά τα φεστιβάλ. Εμείς θέλαμε να κάνουμε το αντίθετο. Να δημιουργήσουμε ένα φεστιβάλ που θα στηρίζει τους κινηματογραφιστές!»
Στο BIFED, o κάθε κινηματογραφιστής να καταθέσει την ταινία του χωρίς κόστος και ο κάθε θεατής να παρακολουθήσει, επίσης χωρίς εισιτήριο.
Το φεστιβάλ ήταν μια πρωτοβουλία του δήμου Τενέδου και του δημάρχου του νησιού, Hakan Can Yilmaz. Ο δημοφιλής γιατρός του νησιού, που εκλέχτηκε δήμαρχος πριν 4 χρόνια, θέλησε να φέρει μια διοργάνωση στο νησί που θα «εκπαιδεύε» τους κατοίκους του. Το κατάφερε σε συνεργασία με τον Ethem Özgüven, καθηγητή ντοκιμαντέρ στο Bilgi University της Κων/πολης και τη γυναίκα του, Petra Holzer-Özgüven.
Οι χώροι του φεστιβάλ βρίσκονται ανάμεσα στα καφενεία των ντόπιων, στις αυλές των ψαράδικων σπιτιών και στις αποθήκες των τρακτέρ των αγροτών. Ντοκιμαντερίστες, παραγωγοί, φοιτητές, ακτιβιστές, ντόπιοι ψαράδες και αμπελουργοί βρίσκονται όλοι μαζί στο ίδιο μικρό χωριό και κανείς δεν μπορεί να «ξεφύγει» από τον άλλο. Βλέπουν τις ίδιες ταινίες, κάνουν κριτικές τρώγοντας στο ίδιο εστιατόριο, ανταλλάσουν απόψεις πίνοντας ποτά στα ελάχιστα ανοιχτά μπαράκια που έχει το νησί τον χειμώνα. Oι κάτοικοι του νησιού είναι και οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές του φεστιβάλ. Οι ξενοδόχοι προσφέρουν τα δωμάτια τους, που είναι άδεια εκτός σεζόν και τα εστιατόρια του νησιού φτιάχνουν ειδικά μενού σε συμβολικές τιμές για τους συμμετέχοντες του φεστιβάλ. Επίσης, η μεγάλη προσέλευση στις προβολές του BIFED είναι χαρακτηριστική. Όπως μας είχαν πει -και το διαπιστώσαμε και μόνοι μας- δεν υπήρχε προβολή στην οποία οι αίθουσες δεν ήταν γεμάτες.
Ο στόχος του φεστιβάλ δεν είναι μόνο να στηρίξει τους κινηματογραφιστές αλλά και να δημιουργήσει γόνιμες εστίες συζήτησης ανάμεσα στους ντόπιους. Άλλωστε, το περιβάλλον είναι ένα φλέγον θέμα συζήτησης στα καφενεία του νησιού. Η Τένεδος έχει ένα πλούσιο οικοσύστημα αλλά είναι και ένα νησί για το οποίο ερίζουν πολλοί επενδυτές που θέλουν να εγκαταστήσουν εκεί εταιρίες εξόρυξης κυανίου, άνθρακα και άλλους σταθμούς θερμικής ενέργειας. Ήδη την περσινή χρονιά οι ντόπιοι έστησαν μια μεγάλη εκστρατεία διαμαρτυρίας κατά των ανθρακωρυχείων που ήθελαν να ανοίξουν στο νησί και κατάφεραν να ακυρώσουν την επένδυση. Άλλο ένα σημαντικό πρόβλημα που έχει το νησί είναι η λειψυδρία. «Η πιο συνηθισμένη τακτική στις μέρες μας είναι να μην κάνουμε τίποτα», λέει η Petra Holzer-Özgüven, διευθύντρια του φεστιβάλ & video artist. «Κι όταν δεν κάνεις τίποτα, αυτό σε κυριεύει. Τότε πρέπει να κάνεις κάτι! Και αυτό το φεστιβάλ ήταν αυτό που εμείς, ο Ethem και εγώ, μπορούσαμε να κάνουμε.»
Κριτική επιτροπή και βραβεία
Φέτος, το 4ο Διεθνές Φεστιβάλ Οικολογικού Ντοκιμαντέρ BIFED, που έχει ενταχθεί στο διεθνές δίκτυο οικολογικών ντοκιμαντέρ Green Film Network (GFN) είχε ρεκόρ συμμετοχών. Αιτήσεις έγιναν για 330 ντοκιμαντέρ από 70 χώρες και τελικά επιλέχθηκαν 50 ντοκιμαντέρ (28 στο διαγωνιστικό) που προβλήθησαν σε τρεις ενότητες: Διεθνές Διαγωνιστικό, Πανόραμα και Τμήμα Φοιτητικών Ταινιών. Ιαπωνία, Ιρλανδία, Κίνα, Ταιβάν, Κένυα, Αυστραλία, Χιλή ήταν μερικές μόνο από τις χώρες, από τις οποίες έγιναν αιτήσεις.
Ανάμεσα στις 20 ταινίες που προκρίθηκαν για το Διεθνές Διαγωνιστικό ήταν και μια ελληνική! Το ντοκιμαντέρ «Θάλαττα», που έκανε διεθνή πρεμιέρα στην Τένεδο. Το θέμα του ήταν η θαλάσσια εκμετάλλευση και η υπεραλίευση στο Αιγαίο Πέλαγος. Οι παραγωγοί του, μια ομάδα φοιτητών του τμήματος Βιολογίας ΑΠΘ, με σκηνοθέτρια την Τριανταφυλλιά Δημοπούλου ταξίδεψαν σε λιμάνια σε όλη την Ελλάδα, από την Ικαρία μέχρι την Κρήτη για να συναντήσουν ψαράδες και φορείς αλιείας. Δείτε το τρέιλερ εδώ:
Κριτές του διεθνή διαγωνισμού ήταν ο βραβευμένος σεναριογράφος Onur Ünlü, η ελληνίδα δημοσιογράφος Φωτεινή Μπάρκα, πρώην εκπρόσωπος τύπου του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και συντονίστρια Τύπου&ΜΜΕ στην Documenta 14 και η γερμανίδα εθνολόγος-κινηματογραφίστρια Johanna Huth.
Τα βραβεία ήταν τα εξής:
Πρώτο βραβείο Fethi Kayaalp: “Thank you for the rain” από την Julia Dahr. Πρωταγωνιστής έναν μορφωμένο αγρότη-ακτιβιστή στην Κένυα, με μια μικρή φάρμα που άλλαξε τις ζωές των συγχωριανών του στην κοινότητά του.
Δεύτερο βραβείο: “Plastic China”, από την Jiu-Iang Wang, ένα ντοκιμαντέρ που εστιάζει στον μικρόκοσμο μιας οικογένειας που συλλέγει ανακυκλώσιμο πλαστικό από τα σκουπίδια.
Τρίτο βραβείο: “Up, Down and Sideways” από τους Anushka Meenakshi και Iswar Srikumar. Το ντοκιμαντέρ παρουσιάζει μια κοινότητα στους λόφους της Nagaland στην Ινδία, η οποία καλλιεργεί ρύζι και ζει σε μια συλλογικότητα.
Φοιτητικό βραβείο “Gaia”: “Dusk chorus: based on fragments of extinction” από τους Ιταλούς φοιτητές Νika Saravanja & Alessandro d’Emilia. Ένα ντοκιμαντέρ που μέσα από μια ποιητική χρήση της εικόνας μας παρουσιάζει την ακουστική γλώσσα της Μητέρας Γης.
Οι Έλληνες της Τενέδου
Μπορεί να βρεθήκαμε στην Τένεδο για το Διεθνές Φεστιβάλ Οικολογικού Ντοκιμαντέρ BIFED αλλά έξω από τις σκοτεινές αίθουσες συναντήσαμε- αναπάντεχα- τους πρωταγωνιστές μιας άλλης, λίγο πιο δικής μας, ιστορίας.
Την κυρία Αθηνά! Επέμενε να περάσουμε μέσα, για να μας κεράσει καφέ & γλυκό βανίλια. Ήταν ράφτρα υψηλής ραπτικής, πριν αναγκαστεί να φύγει από την Τένεδο, στα 27 της.
Τον κύριο Δημήτρη. Γεννήθηκε ακριβώς απέναντι και είναι με την Αθηνά μαζί από παιδιά. Ο πατέρας του ήταν από τους μεγαλύτερους κρασάδες στο νησί. Όταν έκλεισε το ελληνικό σχολείο, το ΄64, πούλησαν σπίτι και οινοποιείο και έφυγαν για την Αθήνα.
Την κυρία Πελαγία (με το λάμδα παχύ), που μας συστήθηκε ως «η πρόεδρος της εκκλησίας» και στάθηκε με καμάρι για να βγει φωτογραφία, δίπλα στην Ανθούλα («μέλος της εκκλησίας!»). “Μόνο σε καμιά γιορτή και σε καμιά κηδεία λειτουργούμαστε, όταν έρχεται ο παπάς από την Ίμβρο.”
Τον κύριο Νίκο. Μας άκουσε στο δρόμο να μιλάμε ελληνικά και κοντοστάθηκε. Γύρισε μετά από πολλά χρόνια πίσω στο νησί. Έκανε πολλούς δικαστικούς αγώνες για να πάρει πίσω τους αμπελώνες του αλλά δεν τα κατάφερε.
Και τον κύριο Γιώργο. Ψαράς και σφουγγαράς. Ένας από τους πέντε (5) μόνο Ρωμιούς που μένουν μόνιμα στο νησί, χειμώνα – καλοκαίρι. Παραπονιέται για την θάλασσα που δεν έχει πια ψάρια, για τα μολυσμένα νερά που χαλάνε τα σφουγγάρια και για εμάς τους Έλληνες. «Μας ξεχάσατε, εδώ πέρα…», λέει.
Στο ferry boat της επιστροφής θυμηθήκαμε τα λόγια της Petra Holzer, στον χαιρετισμό που μας απηύθυνε στην τελετή έναρξης. «Θέλουμε να παρακολουθήσετε όσες περισσότερες ιστορίες μπορείτε αυτές τις πέντε μέρες. Φεύγοντας από αυτό το νησί, σας εγγυώμαι ότι δεν θα είστε πια οι ίδιοι. Και τότε, το φεστιβάλ θα έχει πετύχει τον στόχο του!».