Στη γη των Μογγόλων: Ένα οδοιπορικό στο χώρο και στο χρόνο
Εκεί όπου καθαρίζει η ματιά και γαληνεύει η ψυχή, κόντρα στις εντυπωμένες εικόνες ανηλεών σφαγών από τους τρομερούς προγόνους
Λέξεις/Εικόνες: Δέσποινα Βώκου, John M Halley
Στην περίκλειστη από στεριά Μογγολία, δεν υπάρχει γοργόνα για να τη ρωτήσεις αν ζει ο Τζέγκις Χαν, ή σωστότερα Τσίνγκις Χαν. Μα δε χρειάζεται καν να ρωτήσεις. Γιατί είναι τόσο φανερό πως ζει και βασιλεύει στο μυαλό και στην καρδιά όλων. Όλοι αυτουνού τα χαρίσματα θα ήθελαν να έχουν και ονειρεύονται το πότε ο μικρός λαός τους θα ξαναγίνει ‘μέγας’.
Στριμωγμένη ανάμεσα σε δύο κολοσσούς, Κίνα και Ρωσία, και χωρίς σύνορα με άλλους, η Μογγολία της τεράστιας έκτασης (περισσότερο από 1,5 εκατομμύριο τ. χλμ, δηλαδή πάνω από 10 φορές η Ελλάδα) και του ελάχιστου συγκριτικά πληθυσμού (μόλις 3,5 εκατομμύρια, δηλαδή υποτριπλάσιος της Ελλάδας), υπήρξε κάποτε η μεγάλη κοσμοκράτειρα της οικουμένης.
Ήταν τον 13ο αιώνα, όταν οι Μογγόλοι εξουσίαζαν τουλάχιστον 100 εκατομμύρια ανθρώπους και περισσότερο από 20% της στεριάς, σε Ευρασία και Αφρική, όντας οι ίδιοι ελάχιστοι, περίπου 1 εκατομμύριο όλοι κι όλοι.

Οι πιο γνωστοί από αυτούς τους τρομερούς κατακτητές που δημιούργησαν τη μεγαλύτερη συνεχή αυτοκρατορία που υπήρξε ποτέ, από την Κορέα μέχρι την Πολωνία, ήταν πρώτα πρώτα ο Τσίνγκις Χαν (Τεμουτζίν, πριν γίνει ο μεγάλος αρχηγός). Σε ανυποληψία στη διάρκεια της σοβιετικής κατοχής, σήμερα θεωρείται ο πατέρας του έθνους. Αγράμματος, αλλά ιδιοφυής, προικισμένος πολεμιστής, αδίστακτος με τους εχθρούς του αλλά πιστός, λένε, στους φίλους του, υπέρμαχος της αξιοκρατίας και της ελευθερίας του θρησκεύματος, κατάφερε να συνενώσει υπό την εξουσία του, με το λόγο και το σπαθί, τους αλληλοσπαρασσόμενους λαούς της στέπας και να ιδρύσει τη Μογγολική αυτοκρατορία κυριεύοντας υπερδιπλάσια εδάφη από οποιονδήποτε άλλο κατακτητή.


Από τους διαδόχους του, ο γιός του Ογκεντέι μάλλον έσωσε με το θάνατό του την τότε παραπαίουσα Ευρώπη, ο εγγονός του Κουμπλάι ολοκλήρωσε την κατάκτηση της Κίνας και του Θιβέτ και έγινε ιδρυτής της δυναστείας Γιουάν που κυβέρνησε εκεί για ένα αιώνα, ενώ ο στρατηγός τους Σουμπουτάι θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς διοικητές όλων των εποχών. Στα μέρη της Ασίας, μόνο η Ιαπωνία τους ξέφυγε.

Στα μέρη της Ευρώπης, οι άνθρωποι της στέπας, αυτοί οι ‘ιππείς του διαβόλου’ που έσπερναν τον θάνατο παντού όπου περνούσαν -σε 40-60 εκατομμύρια εκτιμώνται αυτοί που εξολόθρευσαν- κατακτούσαν με αστραπιαία ταχύτητα τη μια πόλη μετά την άλλη, τη μια χώρα μετά την άλλη. Κανείς δεν φαινόταν ικανός να τους συγκρατήσει. Μέχρι που ήρθε το νέο: του θανάτου του αρχηγού τους Ογκεντέι, τον Δεκέμβριο του 1241. Τους βρήκε στα μέρη του Δούναβη, στην Ουγγαρία. Και όπως είχαν έρθει ξαφνικά, χωρίς κανείς να ξέρει από πού κρατούσε η σκούφια τους, έτσι και ξαφνικά εξαφανίστηκαν. Επέστρεψαν πίσω για να πάρουν μέρος οι αξιωματούχοι τους στο κουρουλτάι, τη μεγάλη σύνοδο των Μογγολικών φυλών, και να εκλέξουν το νέο αρχηγό τους. Ίσως πάλι και να είδαν πως δεν έφταναν οι δυνάμεις τους για νέες κατακτήσεις. Ποιος να ξέρει; Και ποιος να ξέρει πώς θα ήταν ο κόσμος μας σήμερα αν συνέχιζαν το έργο που είχαν τότε ξεκινήσει.


Η σημερινή Μογγολία είναι προϊόν των αρχών του 20ου αιώνα που έφεραν μεγάλη αναστάτωση στην περιοχή. Αποτελώντας μέρος της Μαντσουρίας, όταν αυτή κατέρρευσε (και τελικά ολοκληρωτικά εξαφανίστηκε η ίδια και οι άνθρωποί της), ανακήρυξε την ανεξαρτησία της (1911). Πολύ σύντομα, το νεοσύστατο Κινεζικό κράτος τη διεκδίκησε και την κατέκτησε. Όχι για πολύ. Η Μογγολία απελευθερώθηκε το 2021, με ηγέτη των επαναστατών τον Σουχμπατόρ και με την υποστήριξη του σοβιετικού κόκκινου στρατού. Έκτοτε, η μοίρα της χώρας συνδέθηκε με τη Σοβιετική ένωση, πολύ στενά με τη μετατροπή της το 1924 σε Λαϊκή Δημοκρατία της, με τον δεσμό να τερματίζεται το 1990.
Σήμερα, η χώρα έχει στενές σχέσεις με Ιαπωνία, Νότια Κορέα, ΗΠΑ, ‘υποχρεωτικά’ με Κίνα και Ρωσία και διατηρεί καλές σχέσεις και με τη Βόρεια Κορέα.



Αυτή η τρομερή ιστορία των Μογγόλων και το οδοιπορικό στα ίχνη του Τσίνγκις Χαν ήταν ένα από τα κίνητρα της επίσκεψής μας στη χώρα τους. Άλλο κίνητρο το γεγονός πως η σημερινή Μογγολία αποτελεί μάλλον το τελευταίο απομεινάρι κράτους όπου η νομαδική ζωή είναι η κανονική ζωή πολύ μεγάλου μέρους του πληθυσμού του. Αυτό έφτανε για να κάνει στα μάτια μας την επαφή και τη δυνατότητα έστω και μιας υποτυπώδους συμβίωσης με τους νομάδες εμπειρία αυθεντική και άκρως ελκυστική. Τρίτος λόγος να βιώσουμε αυτά τα ατελείωτα ανοιχτά τοπία της στέπας, τα άδεια από ανθρώπους (με μόλις 2 περίπου ανθρώπους ανά τ. χλμ, μόνο η Γροιλανδία την ξεπερνάει στην αραιοκατοίκηση, ενώ ο τουρισμός είναι ακόμη πολύ περιορισμένος), να βυθιστούμε στους αμμόλοφους της Γκόμπι και να περπατήσουμε στα μυθικά Αλτάι, αυτή τη μεγάλη ασιατική οροσειρά που την μοιράζονται τέσσερις χώρες, Κίνα, Ρωσία, Μογγολία και Καζακστάν.


Όμως, αυτή η Μογγολία δεν είναι η μόνη. Υπάρχει και η αυτόνομη περιοχή της Εσωτερικής Μογγολίας που αποτελεί τμήμα της Κίνας. Το ενδιαφέρον είναι πως μόνο σε αυτήν την άλλη, την ανελεύθερη διατηρήθηκε η ιδιαίτερη γραφή των Μογγόλων, σε κάθετες στήλες και ροή ανάγνωσης από πάνω προς τα κάτω, αριστερά προς δεξιά, αυτή που πρώτος υιοθέτησε ο ίδιος ο Τσίνγκις Χαν.

Αντίθετα, στην σήμερα ελεύθερη Μογγολία επιβλήθηκε το κυριλλικό αλφάβητο το 1946, τότε που αποτελούσε τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης. Παρότι εκφράζεται η επιθυμία, δύσκολα θα επανέλθουν στη δική τους, καθόλου εύκολη και ξεχασμένη πια γραφή, πολύ περισσότερο που πολλοί γνωρίζουν και χρησιμοποιούν όλο και πιο πολύ το λατινικό αλφάβητο. Υπάρχει λένε και η άλλη Μογγολία, στη Ρωσία, με κέντρο το Ιρκούτσκ και γύρω από τη λίμνη Βαϊκάλη που τη θεωρούν τη δικιά τους μεγάλη θάλασσα.
Αφήνοντας ιστορία και γεωγραφία, ας δούμε καταρχήν λίγο από τη ζωή στη σημερινή Μογγολία για να περάσουμε μετά στη φύση και τους άλλους θησαυρούς της χώρας.

Οι νομάδες
Κοντά σε 40% εκτιμάται ο νομαδικός και ημινομαδικός πληθυσμός. Μιλάμε για ανθρώπους που οι ίδιοι, μαζί με τα παιδιά, τα ζώα τους, το σπίτι και όλη την οικοσκευή τους μετακινούνται δύο με τέσσερις φορές το χρόνο, από τόπο σε τόπο, στην προσπάθεια να βρουν τροφή για τα ζωντανά τους. Συνολικά υπάρχουν πάνω από 60 εκατομμύρια ζώα: πρόβατα (30 εκατομμύρια), κατσίκες (25 εκ.), βοοειδή (5 εκ., αγελάδες, γιακ), άλογα (4 εκ.), καμήλες (βακτριανή, 500.000). Δύσκολο να ζήσουν όλα αυτά χωρίς να υποβαθμιστεί το ευαίσθητο μογγολικό έδαφος και τοπίο. Παραδόξως, αδέσποτες γάτες δεν είδαμε πουθενά, ενώ τα σκυλιά, ακόμη και ως φύλακες, μοιάζουν περισσότερο να φοβούνται παρά να φοβίζουν.
Οι νομάδες μπορούν να εγκατασταθούν οπουδήποτε θελήσουν στην αχανή Μογγολία, αφού η γη είναι δημόσια και παρέχεται δωρεάν για ατομική χρήση (όχι για επιχείρηση). Μόνο μέσα στις κατοικημένες περιοχές και ακριβώς δίπλα στις οδικές αρτηρίες αγοράζεται και πουλιέται. Το σπίτι τους είναι η γκερ (γιούρτα σε άλλες χώρες), μια μεγάλη κυκλική τέντα που περιέχει τα απολύτως στοιχειώδη της επιβίωσης, μονόχωρη, δηλαδή με ανύπαρκτη ιδιωτικότητα, αλλά με απόλυτα διακριτά ως προς τη χρήση τους τμήματα. Στα δεξιά μπαίνοντας είναι ο χώρος αποκλειστικά της οικογένειας, στα αριστερά μπορούν να καθήσουν και οι επισκέπτες. Μια τυπική γκερ στήνεται και διαλύεται σε τρεις ώρες. Στην καλύτερη περίπτωση, η οικογένεια μπορεί να έχει και μια δεύτερη.
Οι επισκέπτες είναι απολύτως καλοδεχούμενοι. Μπορείς να ζητήσεις να σε φιλοξενήσουν και θα το κάνουν με ευχαρίστηση χωρίς να επιδιώξουν κανένα αντάλλαγμα. Θα σου δώσουν και στέγη και τροφή και δεν διανοούνται να πάρουν λεφτά, μόνο κάτι μικρούλικα δωράκια. Αυτό στην κανονική ζωή έχει νόημα: αξίζεις φροντίδα αν βρεθείς στην ερημιά και έχεις ανάγκη κάπου να βάλεις το κεφάλι σου και το ίδιο θα κάνεις και εσύ για τον ξένο όταν έρθει η δική σου ώρα. Άλλωστε, λένε πως η στέπα είναι σκληρός δάσκαλος. Όμως, σήμερα, με τον τουρισμό, αυτό αποτελεί εκμετάλλευση, από ήπια έως χοντρή, και μάλλον δε θα αργήσει να εκλείψει. Ο τόπος πάντως τόπος βουίζει για αυτό που συνέβη πρόσφατα με έναν τουρίστα που δεν ξόδεψε ούτε ένα δολλάριο στη χώρα, μένοντας, τρώγοντας και πίνοντας τζάμπα, εκμεταλλευόμενος τη γενναιόδωρη φιλοξενία των ντόπιων νομάδων και διαφημίζοντάς το. Όταν το έμαθαν οι συμπατριώτες του, ήρθαν μαζικά ως τουρίστες στη χώρα κάνοντας τα ίδια. Φυσικά η φήμη τους είναι στα βάραθρα.
Η πιο ακραία περίπτωση νομάδων είναι οι άνθρωποι των ταράνδων (Τsaatan), ολιγάριθμοι (100-200 οικογένειες) που ζουν ψηλά στα βουνά, σε τελείως απομονωμένη περιοχή του βορρά, ένθεν κι εκείθεν των συνόρων με τη Ρωσία. Η χώρα επιδοτεί την επιβίωσή τους (με 100-120 ευρώ το μήνα).



Οι πόλεις
Ό,τι και να κάνουν για να διατηρήσουν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής, η αστικοποίηση προχωράει με ταχύτατους ρυθμούς με σχεδόν αποκλειστικό προορισμό την πρωτεύουσα Ουλανμπατόρ που συγκεντρώνει σήμερα 1,7 εκατομμύρια κατοίκους, δηλαδή τον μισό πληθυσμό της χώρας. Τυπική πρώην σοβιετική πόλη με βαριά και μουντά οικοδομήματα, 35 χρόνια μετά το τέλος της σοβιετικής κατοχής, έχει αλλάξει μορφή. Κατακλύζεται από ψηλά, νεόδμητα κτίρια και είναι γεμάτη από εργοτάξια που την επεκτείνουν οριζοντίως και καθέτως. Αλλά οι άνθρωποι παραπονούνται ότι οι καινούριες συνοικίες φτιάχτηκαν χωρίς προγραμματισμό, ότι δεν υπάρχει τίποτα εκτός από σπίτια, κυρίως δεν υπάρχουν σχολεία να στείλουν τα παιδιά τους. Αυτή η έλλειψη είναι κόλαση εκεί για ένα γονιό. Γιατί η μετακίνηση είναι δραματική.



Παρά το σχετικά μικρό μέγεθός της, το κυκλοφοριακό είναι τεράστιο θέμα και ένα από τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα της πόλης, αφού χωρίς καλές συγκοινωνίες, όλοι χρησιμοποιούν τα ιδιωτικά τους αυτοκίνητα. Δράμα! Το δεύτερο μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση. Οι χειμώνες είναι μεγάλοι και βαριοί. Χαρακτηριστικά, με μέση θερμοκρασία 2οC, η Ουλανμπατόρ είναι η πιο κρύα πρωτεύουσα του πλανήτη. Για να ζεσταθούν καίνε κάρβουνο που το έχουν εν αφθονία. Μπορεί κανείς να φανταστεί τι συμβαίνει τότε σ’ αυτήν την πόλη. Ό,τι και να φανταστεί μάλλον υπολείπεται της πραγματικότητας. Οι κάτοικοι του θεωρητικά προνομιούχου κέντρου δεν τολμούν να ανοίξουν τα παράθυρά τους. Οι κάτοικοι των με περιορισμένες υπηρεσίες και δουλειές προαστείων πρέπει καθημερινά να υφίστανται τουλάχιστον εις διπλούν το μαρτύριο της μετακίνησης.
Δεν έχει πολλά να δει κανείς στην πρωτεύουσα, οπότε μια δυο μέρες είναι αρκετές για τον ξένο. Αλλά δεν μπορεί να την αποφύγει γιατί όλα που θα ήθελε να κάνει στη χώρα ξεκινάνε από εκεί. Με δεδομένο το κυκλοφοριακό, το καλύτερο είναι να μείνει μια φορά στο κέντρο της και αν χρειαστεί να ξαναπάει σε αυτήν, να επιλέξει κατάλυμα στα περίχωρα.

Καμιά άλλη πόλη πέραν της πρωτεύουσας δεν συγκεντρώνει πληθυσμό που να αγγίζει έστω τις 100.000. Για την ακρίβεια, μόνο άλλες έξι πόλεις έχουν πάνω από 30.000 κατοίκους.


Μεγάλες γιορτές και επιδείξεις
Η πιο γνωστή στους ξένους μογγολική λέξη είναι η νάανταμ. Πρόκειται για τη μεγάλη γιορτή της Μογγολίας, από το 2010 μνημείο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Ουνέσκο. Αντιστοιχεί σε αθλητικούς αγώνες, στους οποίους συμμετέχουν πλήθη αθλητών, κυρίως ανδρών, που γίνονται σε ετήσια βάση, κάθε καλοκαίρι, στην πρωτεύουσα, αλλά και, τοπικά, σε όλη τη χώρα παίρνοντας τη μορφή πανηγυριού. Το εθνικό νάανταμ, στην πρωτεύουσα, που περιλαμβάνει και πολλές παραδοσιακές τελετουργίες, μουσικές και χορούς, έχει στη χώρα κύρος αντίστοιχο των Ολυμπιακών αγώνων, με τους νικητές να είναι εξαιρετικά τιμώμενα πρόσωπα και να αμείβονται πλουσιοπάροχα. Οι αθλητές αγωνίζονται σε τρεις ομάδες αθλημάτων: ιπποδρομίες, πάλη και τοξοβολία. Στην πάλη συμμετέχουν αποκλειστικά άνδρες, στην τοξοβολία και γυναίκες. Στις ιπποδρομίες παίρνουν μέρος άλογα διαφορετικής ηλικίας, με βάση την οποία καθορίζεται σε ποιες κούρσες (πάντα πολλών χιλιομέτρων) μπορούν να τρέξουν, όπως και πάρα πολύ μικρά παιδιά ως καβαλλάρηδες. Άλλωστε λένε ότι οι άνθρωποι εκεί ξέρουν από τα γεννοφάσκια τους να ιππεύουν.

Άλλη μεγάλη γιορτή είναι το το σεληνιακό νέο έτος (Τσαγκάαν Σαρ) που κρατάει από πολύ παλιά και παραδόξως δεν είναι γνωστό εξαρχής πότε ακριβώς θα εορταστεί κάθε χρόνο, αφού αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης με βασικό μέλημα να μη συμπέσει με το κινεζικό. Είναι κυρίως οικογενειακή γιορτή, της ομόνοιας και της ειρήνης, ευκαιρία να συγκεντρωθούν όλοι μαζί, να φορέσουν τα παραδοσιακά τους ρούχα, να μάθουν τα νέα ο ένας του άλλου, να καμαρώσουν όσοι μπορούν και να δώσουν δώρα κυρίως στους ηλικιωμένους συγγενείς, αλλά σε κοινή θέαση, δηλαδή με γνωστή σε όλους την αξία τους, και άρα με πολλά εορταστικά παρεπόμενα.

Φαίνεται ότι γενικά αρέσει πολύ στους Μογγόλους, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να επιδεικνύονται. Τα αυτοκίνητά τους, για παράδειγμα, είναι όλα εντυπωσιακά. Αλλά πέραν των δώρων και των αυτοκινήτων είναι και οι αριθμοί στα υπάρχοντά τους προς επίδειξη. Θεωρούν κάποιους ωραίους ή τυχερούς και πληρώνουν χοντρά για να τους αποκτήσουν. Για παράδειγμα, για να έχει κανείς πινακίδα αυτοκινήτου που να περιέχει 00 θα πληρώσει περίπου 10.000 ευρώ. Για να έχει αριθμό κινητού που να περιέχει 9911 μπορεί να πληρώσει από 30.000 μέχρι και 200.000 ευρώ (πχ περίπτωση 99119911). Έτσι, αν σε καλέσει κάποιος, γνωστός ή άγνωστος, μπορεί να σου δείξει εμμέσως πλην σαφώς και την οικονομική του κατάσταση.
Φαγητά, ποτά και άλλα σχετικά
Δεν είναι αυτή χώρα για χορτοφάγους! Παραδοσιακά, πρωί, μεσημέρι, βράδυ τρώνε κρέας. Και πρωί μεσημέρι βράδυ τρώνε σούπα με κομματάκια κρέας και μπόλικο λίπος. Τρώνε ακόμη χυλοπίτες και ένα άλλο ζυμαρικό σαν πιτούλα ή πουγγί, φυσικά με γέμιση κρέατος, με περισσότερο ή λιγότερο διαφορετικούς τρόπους παρασκευής, τρώνε γάλα, γιαούρτι, κρέμα τυριού και κάτι κερασματάκια από πηχτό γάλα, σκληρά σαν πέτρα που μπορούν να κρατήσουν ‘αιώνες’. Το κρέας και όλα τα γαλακτοκομικά είναι συνηθέστερα προβάτου και κάπου εδώ τελειώσαμε με το καθημερινό φαί στο νομαδικό σπιτικό.
Συνοδεύουν το φαγητό τους με τσάι που στην πραγματικότητα είναι αραιωμένο γάλα με μια σταλιά τσάι και πίνουν αρκί (σαν αραιή βότκα) από γάλα, άιραγκ από γάλα φοράδας και χόρμοκ από γάλα καμήλας. Τα δύο τελευταία είναι υπόξινα, προϊόντα ζύμωσης και αυτά, με πολύ χαμηλή συγκέντρωση σε αλκοόλ. Και πάλι περίπου εδώ τελειώσαμε με τα ποτά αν μιλάμε για οικογένεια νομάδων. Στην υπόλοιπη χώρα φτιάχνουν και κανονική βότκα (μας άρεσε περισσότερο η ελαφρύτερη Eden από την γνωστότερη Chinggis) και έχουν και δικές τους μπύρες, με γνωστότερες τις Chinggis (φυσικά), Sengur και Χρυσή Γκόμπι (Altan Gobi).

Με λίγα λόγια, οι νομάδες καταναλώνουν σχεδόν αποκλειστικά αυτά που οι ίδοι παράγουν είτε ως στερεά είτε ως υγρή τροφή. Μερικά μάλιστα από τα προϊόντα τους δεν κυκλοφορούν καν στο εμπόριο. Σ’ εμάς η βάση όλων των αλκοολούχων ποτών είναι φυτική, εκεί η παραδοσιακή είναι ζωική και ‘ακούγεται’, οπότε δεν είναι πάντα τόσο ευκολόπιοτα από ασυνήθιστα λαρύγγια.

Οι φυτικές τροφές δεν αφθονούν στη χώρα που έχει θερμοκρασιακές διακυμάνσεις από -40 έως +50, με ελάχιστο τμήμα της (
Φυσικά, η πρωτεύουσα προσπαθεί και εύκολα μπορεί κάποιος να βρει εκεί ό,τι φαγητό θέλει. Κι έξω από αυτήν, σε περιοχές σχετικά τουριστικές, τα γεύματα που προσφέρονται είναι περισσότερο δυτικότροπα ώστε οι ξένοι να μην αισθάνονται τόσο αφιλόξενα. Μακριά όμως από αυτές, μόνο η παράδοση μένει.
Εκπαίδευση και πολιτιστική κληρονομιά
Είναι εντυπωσιακό! Οι Μογγόλοι πληρώνουν για να σπουδάσουν τα παιδιά τους στα καλά κρατικά πανεπιστήμια και μάλιστα τα κορίτσια τους που αποτελούν περισσότερο από 60% του φοιτητικού πληθυσμού. Δεν είναι λίγα για τους μισθούς τους αυτά που θα δώσουν, περίπου 2000 ευρώ το χρόνο για προπτυχιακές σπουδές (μόνο οι στρατιωτικές και αστυνομικές σπουδές είναι δωρεάν). Εκεί μπορούν να πάνε αυτοί που θα πετύχουν στις εξετάσεις στο σχολείο τους, σε τρία ειδικά μαθήματα. Οι άλλοι μπορούν να επιλέξουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Φυσικά θα πληρώσουν σε αυτά, αλλά λιγότερα, γιατί όλα είναι κατώτερα των κρατικών. Πάλι καλά που η δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρέχεται δωρεάν. Κρατάει και εκεί 12 χρόνια. Όμως, αυτό το καλό είναι πρόβλημα για τις οικογένειες των νομάδων γιατί σημαίνει πως για πολλές από αυτές τα παιδιά τους θα πρέπει να τις εγκαταλείψουν και να μένουν σε οικοτροφεία κοντά στα σχολεία. Δεν είναι το καλύτερο για ένα μικρό παιδάκι. Ίσως οι τεχνολογίες που οι νομάδες φαίνεται εύκολα να υιοθετούν να δώσουν σύντομα μια καλύτερη λύση.

Η Μογγολία κρατάει στιβαρά την παράδοση στη μουσική και στους χορούς της. Μάλιστα, ολόκληρες συμφωνικές ορχήστες αποτελούνται από οργανοπαίκτες παραδοσιακών οργάνων, όπου φυσικά ‘τα πρώτα βιολιά’ δεν είναι βιολιά. Πιο γνωστό από τα παραδοσιακά τους όργανα είναι το έγχορδο Μορίν Κουούρ. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία μουσικών ήχων που διακρίνονται ανάλογα με την περιοχή προέλευσής τους.
Χαρακτηριστικοί είναι οι πολύ ζωηροί που σε στέλνουν κατευθείαν σε καλπασμούς αλόγων, που τους βλέπεις και στους αντίστοιχους χορούς.
Όμως, το πιο εντυπωσιακό στοιχείο στο παραδοσιακό τους τραγούδι είναι η τεχνική του λαρυγγισμού, από το 2009 εγγεγραμμένη και αυτή στον κατάλογο των μνημείων της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, όπου ο τραγουδιστής παράγει δύο ή και περισσότερος νότες την ίδια στιγμή. Αυτός ο τύπος τραγουδιού κρατάει από πολύ παλιά. Ήταν το τραγούδι των βοσκών και των ανοιχτών οριζόντων που όχι μόνο έδιναν έμπνευση αλλά και επέτρεπαν να ακουστεί πολύ μακριά. Μόνο για άνδρες παλιά, σήμερα πολλές γυναίκες έχουν πάρει τη σκυτάλη.

Πληθυσμιακή σύνθεση και θρησκεία
Οι μισοί κάτοικοι της χώρας ασπάζονται το βουδισμό (στενά συνδεδεμένο με το Θιβέτ), 40% είναι άθεοι ή αγνωστικιστές και το υπόλοιπο 10% το μοιράζονται χριστιανοί και κυρίως μουσουλμάνοι και σαμανιστές, οι τελευταίοι οπαδοί μιας αρχέγονης ανιμιστικής θρησκείας με ιδιαίτερα τελετουργικά και κεντρική μορφή τον σαμάνο -θεραπευτή, πνευματικό σύμβουλο και γνώστη των δυνάμεων της φύσης. Φαίνεται πάντως οι Μογγόλοι να είναι ανεξίθρησκοι και να έχουν ιδιαίτερο σεβασμό προς τους βουδιστές μοναχούς. Χαρακτηριστικά, θα δώσουν ιδιαίτερο βάρος στη γνώμη του μοναχού της περιοχής τους, ό,τι κι αν πιστεύουν, προκειμένου να πάρουν σημαντικές αποφάσεις, κυρίως σε σχέση με το θάνατο.


Στη δυτική πλευρά της χώρας κατοικεί η μειονότητα των Καζάκων, μουσουλμάνοι κατά το θρήσκευμα και με τελείως διαφορετικά έθιμα, μεταξύ των οποίων το κυνήγι με τη βοήθεια εξημερωμένων αετών. Την πλειονότητα του Μογγολικού πληθυσμού (με βάση την ανδρική γραμμή) αποτελούν οι Χάλχα. Σημαντική εκπροσώπηση έχουν και οι Όιρατ και Μπουριάτ, οι τελευταίοι με αξιόλογη παρουσία και στη Ρωσία, γύρω από τη λίμνη Βαϊκάλη, και άλλοι. Δεν μας ήταν εύκολο να αντιληφθούμε τις διαφορές ανάμεσά τους κι έτσι περιοριζόμαστε σε αυτά τα τυπικά. Μόνο να δώσουμε ένα παράδειγμα της γλώσας των Μογγόλων και της εντυπωσιακής της απόκλισης από τις ινδοευρωπαϊκές: η μάνα εκεί λέγεται ‘ιχ’ ή ‘ετζ’. Πώς να βγάζουν άραγε την τρυφερότητα απέναντι στη ζωοδότρα χωρίς ένα ‘μ’;

Κι άλλα της καθημερινότητας και της οικονομικής ζωής
Το νόμισμα της χώρας είναι το τουγκρίτ. Το μεγαλύτερο χαρτονόμισμα, των 20.000 τουγκρίτ, είναι ισοδύναμο με 5 ευρώ. Με άλλα λόγια, παίρνεις μια ‘βαλίτσα’ χαρτονομίσματα όταν αλλάζεις συνάλλαγμα. Δεν υπάρχουν κέρματα και πολλά από τα χαρτονομίσματα είναι άνευ ουσιαστικής αξίας, φθηνότερα από το χαρτί τους. Απλουστευτικά, θα σου πουν ότι μόνο αυτά με επάνω τους τη μορφή του Τσίνγκις Χαν αξίζουν. Όλα με του Σουχμπατόρ είναι άχρηστα. Ο Σουχμπατόρ, αυτός που ηγήθηκε της επανάστασης του 1921 και ελευθέρωσε τη Μογγολία από τους Κινέζους ήταν μέχρι πρότινος ο μεγάλος ήρωας. Η κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας φέρει ακόμη το όνομά του (επιχειρήθηκε αλλαγή σε Τσίνγκις Χαν, αλλά επανήλθε με δικαστική απόφαση), ενώ το ίδιο το όνομα της Ουλανμπατόρ, που της δόθηκε το 1924, εμμέσως πλην σαφώς σε αυτόν παραπέμπει, αφού σημαίνει ο ‘κόκκινος ήρωας’.

Tα κύρια εξαγωγικά προϊόντα της Μογγολίας παραδοσιακά είχαν αγροτική προέλευση με πιο σημαντικά ανάμεσά τους το εξαιρετικό κασμίρ (από τις πολυάριθμες κατσίκες), μαλλί, δέρματα και άλλα σχετικά. Σήμερα στηρίζεται κυρίως στα ορυκτά της. Παράγει πολύ κάρβουνο που το εξάγει κυρίως στην Κίνα, μέταλλα, όπως χαλκό, και σπάνιες γαίες, όπως μολυβδαίνιο. Εισάγει στο σύνολό τους τα προϊόντα που οι πολίτες της έχουν ανάγκη, από ηλεκτρονικές και ηλεκτρικές συσκευές έως φαρμακευτικά προϊόντα και τρόφιμα. Mε άλλα λόγια, η χώρα είναι παγιδευμένη σε ένα μοντέλο ανάπτυξης που στηρίζεται σε επενδύσεις και εξαγωγές πρώτων υλών ενώ συμπεριφέρεται ως καταναλωτής έτοιμων προϊόντων που της έρχονται όλα από αλλού.

Η φύση
Είναι όμορφη χώρα η Μογγολία. Για όσους μάλιστα δεν επιδιώκουν την ανθρώπινη οχλοβοή, γίνεται μαγική. Εκεί, στην ερημιά, συνδέεσαι με κάτι που σε ξεπερνάει.
Κυριαρχεί η ατελείωτη στέπα των χαμηλών φυτών και των τεράστιων ουρανών. Προχωράς, προχωράς και συνεχίζει και συνεχίζει μέχρι τα βάθη του ορίζοντα. Συνηθέστερα, δεν θα βλέπεις άνθρωπο και δεν θα ακούς τίποτα άλλο παρά τον ήχο του ανέμου και φτερουγίσματα πουλιών. Ίσως και να δεις δυο τρεις μακρινές γκερ νομάδων ή θηριώδεις αετούς σε απόσταση αναπνοής από το όχημά σου. Εκεί όπου υπάρχει λίγο παραπάνω νερό θα μετατραπεί σταδιακά σε λιβάδι και τότε θα συναντήσεις πολλά ζώα να βόσκουν ή θεαματικά να μετακινούνται, συχνά σε τεράστια κοπάδια. Κάποτε και τα λιβάδια και η στέπα θα υποχωρήσουν για να αναδυθεί η εκπληκτική έρημος της Γκόμπι που ο μέχρι τώρα τουρισμός την έχει σεβαστεί (σε αντίθεση με τη Σαχάρα). Η λεπτή άσπρη άμμος, οι υπέροχοι σε επάλληλες στρώσεις αμμόλοφοι, τα κύματα και οι άλλες λεπτές χαράξεις του ανέμου επάνω της κάνουν μοναδική την εμπειρία της συνάντησης μαζί της.

Θα κουτρουβαλιαστείς και θα βουλιάξεις μέσα της. Και χωρίς την ενοχλητική παρουσία τουριστικών ορδών, δεν μπορεί, θα τη νιώσεις την ευτυχία σ’ αυτό το μοναδικό τοπίο και ευγνωμοσύνη προς ό,τι σε βοήθησε να φτάσεις εκεί. Κάποτε θα χρειαστεί να την εγκαταλείψεις, αλλά θα σε περιμένουν τα ωραία βουνά, τα Αλτάι κοντά της τα Κεντίι πιο μακριά, στα γενέθλια μέρη του Τσίνγκις Χάν, όπου υπάρχουν μωσαϊκά με δάση κι ανωδασικά λιβάδια κι ακόμη πιο ψηλά κορυφές με αιώνιους πάγους. Φτελιές, λεύκες, ιτιές, σφεντάμια, σημύδες, λάρικες, πεύκα, ερυθρελάτες συναντιώνται εκεί όπου μπορεί να αναπτυχθεί δενδρώδης βλάστηση, είτε χαμηλά, συνηθέστερα σε παραποτάμια δάση, ή ψηλά στην τάιγκα. Τα Αλτάι διαθέτουν μια εντυπωσιακή ποικιλία τύπων βλάστησης και είναι πολύτιμα για τη διατήρηση πολύ σπάνιων θηλαστικών που απειλούνται με εξαφάνιση, όπως η λεοπάρδαλη του χιονιού, το άγριο πρόβατο αργκάλι, o σιβηρικός αίγαγρος, ο λύγκας κ.α., όπως και μεγάλου αριθμού ενδημικών φυτών. Υπήρξαν και λίκνο μιας άλλης μορφής ανθρώπου (ντενίσοβα), περίπου σύγχρονης με αυτές των νεάντερταλ και σάπιενς και μάλιστα με εντυπωσιακή τη συνύπαρξη ιχνών και των τριών σε ένα σπήλαιο της γειτονικής Σιβηρίας.


Τέλος, η Μογγολία που η ζωή και ο πολιτισμός της είναι άρρηκτα δεμένα με το άλογο, υπήρξε η κοιτίδα ενός άλλου αλόγου (Przewalski) που διαχωρίστηκε από το εξημερωμένο δεκάδες χιλιάδες χρόνια πριν. Ήδη σπάνιο από την ημέρα της πρώτης επίσημης περιγραφής του (1881), μόλις ένα άτομό του εντοπίστηκε το 1969 και έκτοτε δεν το είδε κανείς ποτέ ξανά, οπότε θεωρήθηκε ως εξαφανισμένο στη φύση. Εντατικά προγράμματα αναπαραγωγής σε αιχμαλωσία αλόγων που παλαιότερα είχαν μεταφερθεί σε ζωολογικούς κήπους της Ευρώπης είχαν επιτυχή αποτελέσματα και ακολούθησε απελευθέρωσή τους. Εκτιμάται πως σήμερα ζουν ελεύθερα στη Μογγολική φύση περί τα 300 τέτοια άλογα.

Κι άλλοι θησαυροί
Η γαλήνη από την επαφή με τη φύση και η αίσθηση του απέραντου σε αυτή τη χώρα δεν έχουν όμοιό τους πουθενά αλλού. Θα σε πλημμυρίσουν και θα σε συγκινήσουν. Ίσως και να είναι το πολυτιμότερο δώρο της στον ξένο.
Πότε πότε όμως ξεπηδούν εντυπωσιακοί βράχοι από τη γη της φτιάχνοντας ξεχωριστά τοπία, όπως στο (υπερβολικά πολυσύχναστο) πάρκο Τερέλτζ, πολύ κοντά στην πρωτεύουσα, τουριστικό προορισμό και των ίδιων των Μογγόλων και πολλών Νοτιοκορεατών. Όμως, ο τουρισμός των ξένων έχει αναπτυχθεί με επίκεντρο τη νότια Γκόμπι. Όχι τυχαία, καθώς εκεί και σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους βρίσκονται η ίδια η έρημος και φυσικοί σχηματισμοί που μαγνητίζουν, όπως η Λευκή Στούπα, ένας πάλαι ποτέ πυθμένας θάλασσας, ροδόχροος σήμερα, που πάνω του έδρασε η δύναμη της διάβρωσης φτιάχνοντας εντυπωσιακά φυσικά γλυπτά. Είναι οι Φλεγόμενοι Βράχοι, κι αυτοί προϊόντα διάβρωσης που ονομάστηκαν έτσι από το κόκκινο χρώμα που παίρνουν στη δύση. Η γνώση ότι στην ανοιχτωσιά ανάμεσα στους βαθυκόκκινους βράχους βρίσκονται θαμμένα πλάσματα του πολύ μακρινού παρελθόντος προσθέτει κάτι απόσκοσμο στην ώρα του δειλινού.
Μεγάλος αριθμός απολιθωμάτων δεινοσαύρων περιμένουν να αποκαλυφθούν κάτω από τα στρώματα εδάφους εκεί και σε πολλές άλλες περιοχές της χώρας. Μόνο ακούγεται πως στα ορυχεία της δεν δίνεται πάντα η δέουσα προσοχή σε όσα τυχαία ανασύρονται.

Τεράστιας αξίας είναι τα πετρογλυφικά στη Γκόμπι και στα Αλτάι (μια ακόμη εγγραφή στον κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς) που αφηγούνται ιστορίες σε τεράστιο βάθος χρόνου, από σχετικά πρόσφατα μέχρι και 12.000 χρόνια πριν, για γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκεί όπως και για αλλαγές στη φύση και στις ανθρώπινες συνήθειες. Είναι και οι βουδιστικοί ναοί και τα μοναστήρια, για την ακρίβεια ό,τι διασώθηκε από τις τρομερές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της δεκαετίας του 1930, επί εποχής Στάλιν και του ντόπιου Τσοϊμπάλσαν, όταν εκατοντάδες καταστράφηκαν και χιλιάδες μοναχοί και οι πνευματικοί ηγέτες τους (λάμα) σκοτώθηκαν. Είναι οι όρθιες παμπάλαιες στήλες που τραβούν το μάτι στην άδεια ανοιχτωσιά, με σκαλίσματα επάνω τους ελαφιών, αλόγων, του ήλιου, σπανιότερα ανθρώπων, που στέκουν για περίπου 3000 χρόνια και αποτελούν την παλαιότερη μορφή μνημειακής τέχνης στη Μογγολία. Είναι τα σαμανιστικά όβο, αυτοί οι σωροί από πέτρες που αφθονούν στη μογγολική ύπαιθρο και που όλοι σέβονται ανεξαρτήτως θρησκείας, προσθέτοντας τελετουργικά και το δικό τους λιθαράκι για την καλή τύχη. Είναι και τόσα άλλα που μας ξέφυγαν ή βρίσκονται μόνο σε μέρη που δεν πήγαμε.

Υπάρχουν πολύ καλά μουσεία, όχι μόνο στην Ουλανμπατόρ αλλά και στην υπόλοιπη χώρα που παρουσιάζουν με ελκυστικό τρόπο τα έργα και τις ημέρες των Μογγόλων και άλλων συγγενικών λαών της στέπας (μεταξύ των οποίων και τουρκικών φύλων), τον πολιτισμό τους και αρχαιολογικούς, γεωλογικούς και βιολογικούς θησαυρούς. Τα πιο σύγχρονα ανάμεσά τους, όπου η επίσκεψη αξίζει με το παραπάνω, είναι τo σπουδαίο Εθνικό Μουσείο Chinggis Khaan που άνοιξε το 2022 στην πρωτεύουσα και το ολοκαίνουριο (2025) Μουσείο Φύσης και Ιστορίας, με εξαιρετική συλλογή απολιθωμάτων δεινοσαύρων (από όπου και όλες οι σχετικές φωτογραφίες), στην πόλη Νταλανζαντγκάντ, την πρωτεύουσα της περιφέρειας της Νότιας Γκόμπι.

H Κρυφή Ιστορία των Μογγόλων είναι κάτι σαν το ιερό βιβλίο των Μογγόλων, ένα μίγμα ιστορικών μαρτυριών και επικής ποίησης που γράφτηκε μετά το θάνατο του Τσίνγκις Χαν (1227) και εξιστορεί τη ζωή και τα κατορθώματά του και την αρχή της Μογγολικής αυτοκρατορίας. Είναι το παλαιότερο γραμμένο κείμενο στη μογγολική γλώσσα. Εύκολα μπορεί να το βρει κανείς σήμερα.


Tips: Τέλη Ιουνίου με μέσα Ιουλίου είναι εξαιρετική εποχή για ταξίδι εκεί. Δεν βρέχει πολύ, δεν κάνει ζέστη πολύ, δεν κάνει κρύο -θα πετύχετε και το εθνικό νάανταμ στην πρωτεύουσα. Μόνο οι νύχτες θα είναι δροσερές, είτε στην έρημο είτε στη στέπα. Φυσικά στα βουνά θα είναι διαφορετικά. Εάν δεν θέλετε να πάτε μόνο στη Γκόμπι κι αν εμπιστεύεστε τα αγγλικά σας είναι προτιμότερο να οργανώσετε ιδιωτικά το ταξίδι σας. Ξεχάστε το πάω και νοικιάζω αυτοκίνητο. Λίγοι είναι οι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, οι υπόλοιποι καθόλου καλά σηματοδοτημένοι και καθώς περνούν από δύσβατα μέρη και σε πολλαπλές διαδρομές που κάνουν δύσκολη την επιλογή, κινδυνεύετε να μείνετε μόνοι κι αβοήθητοι εκεί στις ερημιές. Θα το νοικιάσετε μαζί με τον οδηγό του και ένα ξεναγό και θα περάσετε τις περισσότερες μέρες σας μαζί τους.
Βοήθησαν πολύ στην οργάνωση του ταξιδιού μας όπως και στην επιλογή των κατάλληλων ανθρώπων (από τους οποίους μείναμε τρισευχαριστημένοι) τα γραφεία στη Θεσσαλονίκη, Thea Travel και Beleon by Luxury Travel. Μόνο να ξέρετε πως κάθε τι έχει και το τίμημά του. Αν δεν είσαστε διατεθειμένοι να ζήσετε για λίγο χωρίς τις συνηθισμένες σας ανέσεις, το καθημερινό σας μπάνιο, την ωραία σας τουαλέτα, τις τροφές και τα ποτά που έχει μάθει ο ουρανίσκος σας, δεν θα μπορέσετε να νιώσετε την ομορφιά αυτής της χώρας. Αλλά πολλά αλλάζουν με ένα κλικ στο μυαλό μας. Αξίζει τον κόπο η προσπάθεια.
Υλικό: Πληροφορίες για το κείμενο αντλήθηκαν από έντυπες και ηλεκτρονικές πηγές αλλά και από τους ίδιους τους ανθρώπους της Μογγολίας, με τους οποίους είχαμε συνομιλίες μέσω μεταφραστή ή κατευθείαν (στα αγγλικά). Για τυχόν παρανοήσεις, η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική μας.
*Η Δέσποινα Βώκου είναι ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Βιολογίας ΑΠΘ / Ο John M Halley είναι καθηγητής στο Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων