23ο ΦΝΘ: Τρείς προτάσεις ενάντια στον καύσωνα
Η σινεγιορτή φέρνει στο προσκήνιο ιστορίες τεκμηρίωσης από ολόκληρο τον κόσμο, τρεις από τις οποίες προτείνουμε, ως καλλιτεχνικό αντίδοτο στον καύσωνα.
Το 23ο υβριδικό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, έχει ανοίξει τις πόρτες του στο κοινό από την Πέμπτη 24 Ιουνίου και ολοκληρώνεται την ερχόμενη Κυριακή 4 Ιουλίου, τόσο διαδικτυακά όσο και σε θερινούς κινηματογράφους της πόλης.
Η (καλοκαιρινή φέτος) σινεγιορτή φέρνει στο προσκήνιο ιστορίες τεκμηρίωσης από ολόκληρο τον κόσμο, τρεις από τις οποίες προτείνουμε, ως καλλιτεχνικό αντίδοτο στον καύσωνα των ημερών.
Lobster Soup των Pepe Andreu και Raphael Molés
Δύο αδέρφια, δουλεύοντας πολλά χρόνια ως ψαράδες σε κάποια απομονωμένη κοινότητα της Ισλανδίας, λίγο γιατί το φέρνει η τύχη, λίγο από ανάγκη, λίγο από βαρεμάρα, ανοίγουν κάτω από το σπίτι τους ένα μικρό καφέ για τους ντόπιους και ξαφνικά μετατρέπονται σε θεματοφύλακες της πλούσιας παράδοσης αλλά και της πολιτιστικής ζωής του μικρού τους χωριού. Ενός χωριού χτισμένου στους πρόποδες ηφαιστείων, με κρύους και ατέλειωτους χειμώνες, αλλά και με θερμές πηγές που κάποια στιγμή μετατρέπονται σε τουριστική ατραξιόν. Το πικρό χιούμορ και οι άβολες στιγμές που κυριολεκτικά θυμίζουν ταινία του Ρόι Άντερσον εναλλάσσονται με νοσταλγικές μνήμες χαμένης νεότητας, ανούσιες συζητήσεις, ευρυγώνια τοπία μοναδικής φυσικής ομορφιάς και μια ζεστή αίσθηση μιας μικρής κοινωνίας που μπορεί να έχει τις διαφορές της, μπορεί να αναζητά πολλές φορές διέξοδο από την ανία και την εγκατάλειψη, αλλά αποδεικνύεται πολύ δεμένη, πολύ αλληλέγγυα και γεμάτη συναίσθημα κάτω από τα παχιά μούσια, τις μεγάλες κοιλιές και τα βαριά ρούχα που σκεπάζουν τους κατοίκους του παγωμένου βορά.
Ιδιαίτερα ευαίσθητο ντοκιμαντέρ με προσοχή στη λεπτομέρεια και μεγάλη αίσθηση της ευθύνης απέναντι σε μια αυθεντική μικροκοινωνία που – όπως όλοι μας – αντιμετωπίζει ζητήματα ύπαρξης, φιλίας, οικογενειακής θαλπωρής, θανάτου και φθαρτότητας αλλά το κάνει με τεράστια αξιοπρέπεια, ίσως και λιγάκι παράξενα για εμάς τους νότιους. Ένα χαμηλότονο ντοκιμαντέρ με πολύ μεγάλη συναισθηματική πρόσκρουση που σε παρασέρνει στο ρυθμό του σε σημείο που νιώθεις κι εσύ θαμώνας αυτού του παράξενου καφέ, θυμίζοντας ένα λιγότερο cool αλλά πιο weird «coffee and cigarettes» του Τζιμ Τζάρμους.
From the wild sea της Robin Petré
Χωρίς πολλά λόγια, με την ανθρώπινη παρουσία κυριολεκτικά στο μπαγκράουντ και με τα τρομαγμένα πρόσωπα των ζώων και των θαλάσσιων πτηνών να γεμίζουν την οθόνη, το ιδιαίτερα ενδιαφέρον οικολογικό ντοκιμαντέρ της Robin Petré αφηγείται πολλές ιστορίες σε μία, και όλες έχουν να κάνουν με την επίδραση της ανθρώπινης παρουσίας στο περιβάλλον, με την ανθρώπινη σφραγίδα θαρρείς εντυπωμένη στο σώμα, στα μάτια και την ψυχή των ζώων της θάλασσας. Η κάμερα παρατηρεί τις προσπάθειες των μελών μιας οργάνωσης διάσωσης της θαλάσσιας ζωής στην Ιρλανδία να περιθάλψουν, να γιατρέψουν και τελικώς να αφήσουν ξανά στο φυσικό τους περιβάλλον θηλαστικά και πτηνά από τις βόρειες θάλασσες, κυρίως φώκιες, δελφίνια και κύκνους.
Διακριτικά αδιάκριτη κινηματογράφηση, αφήνει το θέαμα να μιλήσει από μόνο του αφού ο άνθρωπος, ικανός για το χειρότερο και το καλύτερο (ή μάλλον μόνο για το χειρότερο), αφήνει το αποτύπωμά του σε εκείνους τους οργανισμούς που ίσως να υπήρχαν και πολύ πριν από αυτόν, που δεν μπορούν να αντιδράσουν, που βγάζουν κραυγές πόνου ή ρουθουνίζουν από άγχος και περιμένουν ένα γεμάτο θαλπωρή χέρι για να τους βγάλει από τη δύσκολη θέση που ένας άλλος άνθρωπος τους έβαλε. Η ταινία αφήνεται στον αργό ρυθμό της (που όμως ποτέ δεν είναι ράθυμος) στις εκφραστικές εικόνες και τα λυρικά πλάνα του φυσικού τοπίου τα οποία εναλλάσσονται με τα εξαιρετικά κοντινά στα πρόσωπα των πληγωμένων, των άρρωστων ή ακόμη και των βουτηγμένων στα απόβλητα ζώων, καθώς οι λιγοστοί υπάλληλοι κάνουν κυριολεκτικά ό,τι περνά από το χέρι τους για να τα σώσουν. Δυστυχώς τις περισσότερες φορές το παραμύθι δεν έχει καλό τέλος. «Είναι πολύ αργά πια;» μοιάζει να αναρωτιέται το φιλμ. Ίσως να μην υπάρχει επιστροφή από την ανθρώπινη αλαζονεία. Ίσως πάλι αυτά τα νερά αγόρια και κορίτσια του φιλμ που με αυταπάρνηση βοηθούν όπως μπορούν, να είναι τελικά κάποια λύση.
Μέσα από το τζάμι, τρείς πράξεις του Χρήστου Μπάρμπα
Συνταρακτικό ντοκιμαντέρ που εξελίσσεται γύρω από την προσπάθεια ενός γεροντολόγου και μιας ομάδας νοσηλευτών που, κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας κατά της πανδημίας, αποφασίζουν να ζήσουν κλεισμένοι μαζί με τους υπερήλικες που φροντίζουν σε ένα γηροκομείο της Αθήνας, από τον φόβο να μην μεταδώσουν τον Κορονοϊό και οδηγήσουν τους γέρους ανθρώπους στον θάνατο. Η κάμερα καταγράφει την καθημερινότητα των γερόντων στην δομή, μιλά με τους φοβερά ευσυνείδητους νοσηλευτές και γιατρούς και ταυτόχρονα στοχάζεται γύρω από την έννοια του γήρατος, του θανάτου και της αξίας της ευτυχίας και της χαράς, ακόμη κι όταν όλοι και όλα μοιάζουν να σε έχουν εγκαταλείψει.
https://www.youtube.com/watch?v=We79BLtV-Js
Το ντοκιμαντέρ ακολουθεί μια κλασική δομή αλλά αποκτά ιδιαίτερο νόημα όταν αντιλαμβάνεσαι ότι ο γεροντολόγος και ιθύνων νους της δομής αφαίρεσε την ίδια του τη ζωή μερικούς μήνες αργότερα όταν ο ίδιος μολύνθηκε από Covid-19 και θεώρησε ότι έτσι διακινδύνεψε τόσο το αναπάντεχο κοινωνικό πείραμα όσο και τους ίδιους τους τρόφιμους της δομής. Συγκινητικό, σκληρό μέσα στον ρεαλισμό του αλλά και αναπάντεχα αισιόδοξο, με ένα ζευγάρι «κολλητών» υπερηλίκων να κλέβει την παράσταση.