Αυτό ήταν το Masterclass του Αλμπέρ Σέρα στο 60ο ΦΚΘ

Ο καταλανός σκηνοθέτης και καλλιτέχνης Αλμπέρ Σέρα, καλεσμένος του 60ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, παρέδωσε masterclass σήμερα.

Parallaxi
αυτό-ήταν-το-masterclass-του-αλμπέρ-σέρα-στο-60ο-φκ-509036
Parallaxi

Εικόνες: Βασίλης Βερβερίδης, Motionteam

Ο καταλανός σκηνοθέτης και καλλιτέχνης Αλμπέρ Σέρα, καλεσμένος του 60ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, παρέδωσε masterclass τη Δευτέρα 4 Νοεμβρίου, στην αίθουσα «Παύλος Ζάννας», στο οποίο ανέτρεξε στις σημαντικότερες στιγμές της καριέρας του και μοιράστηκε με το κοινό τις απόψεις του για την τέχνη, την ιστορία και τη ζωή.

Αρχικά, ο συντονιστής της συζήτησης και υπεύθυνος του διεθνούς προγράμματος του Φεστιβάλ, Γιώργος Κρασσακόπουλος, καλωσόρισε τον σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ, τονίζοντας στο κοινό ότι πρόκειται για έναν δημιουργό με στέρεο και συμπαγές όραμα για την τέχνη του σινεμά, το οποίο είχε διαφανεί ήδη από την πρώτη του ταινία Ένας πραγματικός καλλιτέχνης (2003). «Ένας αληθινός ποιητής της εικόνας» πρόσθεσε, δίνοντας αμέσως το βήμα στον καταλανό σκηνοθέτη.

Ο Αλμπέρ Σέρα τόνισε ότι σε αυτό το masterclass θα προσπαθήσει να εξηγήσει εν συντομία τη μεθοδολογία του, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ψηφιακή επανάσταση που ανανέωσε τις μεθόδους και τον τρόπο κινηματογράφησης. «Ο τρόπος που σκηνοθετώ, που γυρίζω ταινίες, είναι συνδεδεμένος με την προσωπικότητά μου. Δεν προσπαθώ να υπηρετήσω τις ιδέες του σινεμά, αλλά του μη σινεμά. Του πώς δηλαδή θα μπορούσε να εντυπωθεί η ίδια η ζωή μέσα από το σινεμά. Όταν αποφασίζεις να γυρίσεις μια ταινία, τότε αποφασίζεις να ζήσεις και σε έναν καινούριο κόσμο. Όλα είναι διαφορετικά και οι κανόνες αλλάζουν. Τα πάντα γίνονται πιο έντονα, πιο συμπιεσμένα, πιο στιλπνά. Ζεις τη ζωή και τα γεγονότα ταχύτερα», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Ανατρέχοντας στο παρελθόν, ο κ. Σέρα ανέφερε ότι δεν σπούδασε σινεμά, αλλά λογοτεχνία, εξηγώντας παράλληλα ότι επηρεάστηκε κυρίως από την αμερικανική μουσική του 1960 και του 1970 αλλά και από τα αβάν-γκαρντ καλλιτεχνικά ρεύματα των αρχών του 20ού αιώνα. Επιπλέον, ανέφερε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα μικρό χωριό πολύ κοντά στην πόλη όπου μεγάλωσε και μεγαλούργησε ο Σαλβαντόρ Νταλί, ένας καλλιτέχνης που «έζησε κάθε στιγμή τη ζωής του τελείως διαφορετικά από αυτές των υπόλοιπων ανθρώπων. Ένας καλλιτέχνης που έσπαγε μόνιμα τους κανόνες. Ποτέ μου δεν αντίκρυσα ξανά κάποιον σαν αυτόν», επεσήμανε.

Επιστρέφοντας στην κινηματογραφική του μέθοδο, και αφού πρώτα τόνισε ότι στη ζωή του δεν είχε ποτέ πραγματική επαφή με κάποιον μεγάλο καλλιτέχνη, έθεσε τη χαρά του κινηματογραφικού παιχνιδιού ως το κεντρικό σημείο της τεχνικής του. Ο βασικός του στόχος, η εμμονή του, είναι το παιχνίδι, συνοδευμένο και από άλλες τεχνικές. Για παράδειγμα, η μη προετοιμασία πριν τα γυρίσματα. «Γιατί να μην περιμένω τους τεχνικούς να στήσουν τον φωτισμό; Γιατί είναι βαρετό. Γιατί να μην γυρίζω “αστικές” ταινίες μέσα σε ένα αστικό πλέγμα εργασίας; Γιατί είναι βαρετό. Ο ψευτο-επαγγελματισμός είναι αυτός που σκοτώνει τελικά την παιχνιδιάρικη διάσταση της κινηματογράφησης. Σήμερα σχεδόν όλες οι ταινίες ελέγχονται από τον επαγγελματισμό. Αυτό τελικά καθιστά τη διαδικασία πολύ βαρετή και ακαδημαϊκή. Με την άφιξη της ψηφιακής τεχνολογίας, όμως, αρκετά άλλαξαν. Τώρα έχουμε τη δυνατότητα να κινηματογραφούμε πιο εύκολα και με διαφορετικό τρόπο. Εγώ προσωπικά γυρίζω τις σκηνές μου με 3 κάμερες ταυτόχρονα χωρίς να ενημερώνω τους ηθοποιούς μου πού να κοιτάξουν ή να εστιάσουν. Δεν τους ζητώ να “ταιριάξουν” στο σώμα και στην ουσία του χαρακτήρα που υποδύονται. Δεν θέλω να γνωρίζουν τίποτε, απλώς να παίζουν μπροστά στον φακό. Δεν θέλω ο επαγγελματισμός να σκοτώνει την ελευθερία, γιατί έτσι τελικά σκοτώνεται και η έμπνευση», συμπλήρωσε. 

Συνεχίζοντας να μιλά για την κινηματογραφική του τακτική, ο κ. Σέρα είπε ότι προφανώς η μέθοδος αυτή χρειάζεται χρόνο. Δήλωσε εμμονικός με αυτό αλλά, κατά τη γνώμη του, μόνο με αυτόν τον τρόπο γεννιέται η έμπνευση. Ο φακός της κάμερας απαθανατίζει πολλά και πολλές φορές συλλαμβάνει τελείως διαφορετικά πράγματα από το ανθρώπινο μάτι. «Πολλές φορές, όταν κάτι μοιάζει αόρατο, η κάμερα μπορεί να το αιχμαλωτίσει. Ο στόχος μου είναι να ταιριάξω απόλυτα το ανθρώπινο μάτι με το “μάτι” της κάμερας. Γι’ αυτό πάντοτε χρησιμοποιώ φακούς που ζουμάρουν. Ελάχιστες φορές έχω κάποιον βοηθό στην εστίαση της εικόνας. Φανταστείτε λοιπόν την αυτονομία που μου προσφέρουν 3 ψηφιακές κάμερες που δουλεύουν ταυτόχρονα, όλες με φακούς αυτού του τύπου. Η ενέργεια που αναδύεται από τις λήψεις είναι φανταστική», σημείωσε. Αφού τόνισε ότι πολλές φορές ακόμη και οι κακές κριτικές μπορούν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης γι’ αυτόν, συνέχισε λέγοντας ότι οι διευθυντές φωτογραφίας συναντούν πολλές δυσκολίες στο να ασπασθούν πλήρως τη μέθοδό του. «Προσπαθώ να διδάξω στους χειριστές της κάμερας να μην κάνουν ποτέ συμβατικές κινήσεις. Η κάμερα πρέπει απλώς να βρίσκεται εκεί, να καταγράφει και να αφήσει την έμπνευση να έρθει. Σαν κάποιου είδους επιφοίτηση. Για παράδειγμα, πρέπει να καταγράφει έναν άνθρωπο να σκέφτεται, χωρίς να γνωρίζει τι πραγματικά έχει μέσα στο μυαλό του. Γι’ αυτό το λόγο τρέφω πολύ μεγάλο σεβασμό στους κάμεραμεν. Προσωπικά, δεν έχω χρησιμοποιήσει κάμερα σχεδόν ποτέ μου, αλλά πάντοτε επιλέγω εγώ τις κάμερες με τις οποίες θα γυριστούν οι σκηνές από τις ταινίες μου. Επίσης, δεν θέλω να παρεμβαίνω καθόλου ως προς το τι ακριβώς θα υπάρχει μπροστά από την κάμερα. Να μην επικοινωνώ με τους ηθοποιούς και τους τεχνικούς. Δεν θέλω να είμαι μέσα στα πράγματα και τελικά δεν έχω ποτέ ολόκληρη εικόνα του τι ακριβώς συμβαίνει. Δεν μου αρέσει να συνθέτω τα πλάνα. Η αποστολή μου είναι απλώς να προκαλώ πράγματα να συμβούν. Να φέρνω σε αρμονία τις τρεις λήψεις από τις τρεις κάμερες. Και να επιλέγω στη συνέχεια ό,τι καλύτερο έχει καταγράψει η κάμερα μέσω της διαδικασίας του μοντάζ», εξήγησε.

Αναφερόμενος στη διαδικασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας, ο Αλμπέρ Σέρα υπογράμμισε ότι η μαγικότερη στιγμή είναι αυτή της έμπνευσης, η οποία ουσιαστικά ενώνει τη ζωή με την τέχνη, δημιουργώντας κάτι και μετασχηματίζοντας κάτι άλλο. Αυτή η επιπρόσθετη αξία που δημιουργείται όταν η τέχνη διασταυρώνεται με τη ζωή. «Είναι κάτι μαγικό. Σου δημιουργεί μια αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε έναν άλλο κόσμο. Εκεί βρίσκεται και η αγνότητα του σινεμά, η αθωότητά του αν θέλετε. Γι’ αυτό κι εγώ προσπαθώ να μην επικοινωνώ με τους ηθοποιούς, να μην κάνω πρόβες, να χρησιμοποιώ μια εντελώς διαφορετική μεθοδολογία στο μοντάζ. Να αφήνω τα πάντα να επιπλέουν», είπε χαρακτηριστικά.

Στη συνέχεια, ο καταλανός σκηνοθέτης πρόσθεσε ότι μόνο σε δύο στιγμές της παραγωγής δεν εμπιστεύεται κανέναν, παρά μόνο το ένστικτό του. Στο καστ, δηλαδή στην επιλογή των ηθοποιών. Αλλά και στα πολύ αρχικά στάδια της διαδικασίας του μοντάζ, όταν ο ίδιος εξετάζει με κριτική ματιά τα πλάνα του. «Το μοντάζ ξεκινά στο χαρτί και όχι στο κομπιούτερ και εκεί βλέπω τυχαία σκηνές χωρίς καμιά χρονική ή αφηγηματική συνέχεια. Απλώς επιλέγω ό,τι μου αρέσει, ακόμη κι αν δεν έχει συνοχή. Με αυτή τη μέθοδο γνωρίζω ότι δεν μπορώ να κάνω το τέλειο αφηγηματικό φιλμ, αλλά δεν με ενδιαφέρει. Πολλοί από τους μοντέρ μου δεν το αντέχουν αυτό και φεύγουν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας», συμπλήρωσε χαμογελώντας.

Στο τελευταίο μέρος του πολύ ενδιαφέροντος masterclass, ο Αλμπέρ Σέρα αναφέρθηκε στην τελευταία ταινία του με τίτλο Ελευθερία και τις γυμνές της σκηνές, λέγοντας ότι από τη στιγμή που υπάρχει γυμνό, όλα αλλάζουν. Πολλοί επαγγελματίες ηθοποιοί αρνούνται να γυρίσουν γυμνές σκηνές, παρότι είναι η δουλειά τους. «Γιατί άραγε; Η γύμνια είναι κομμάτι της ίδιας της ζωής. Γιατί λοιπόν αρνούνται; Γιατί είναι εκτεθειμένοι. Το γυμνό γεννά αμεσότητα. Όλη η ματαιοδοξία χάνεται και ο ηθοποιός εκτίθεται. Εκτίθεται στον πόθο. Έναν πόθο που μπορεί να πάει προς το καλό, αλλά και προς το κακό, το σκοτεινό. Αυτό τελικά δημιουργεί τεράστια ένταση. Ο πόθος είναι εκεί και ο έλεγχος χάνεται. Ο ηθοποιός δεν μπορεί να ελέγξει εντελώς τι αναδίδει το ίδιο του το σώμα. Η αμεσότητα φέρνει και μεγάλη ένταση. Άρα, με ποιόν τρόπο μπορεί κανείς να το ξεπεράσει αυτό; Με την πίεση. Με τον αυταρχισμό. Εκεί είναι λοιπόν που εγώ πιέζω τους ηθοποιούς μου ακόμη περισσότερο. Κάνοντάς τους να δεχτούν το απαράδεκτο, το προσβλητικό. Όταν τελικά φτάνεις στα όρια, συμβαίνουν πράγματα. Όχι πάντοτε, αλλά συνήθως κάτι συμβαίνει. Γι’ αυτό ο ρόλος του σκηνοθέτη είναι, όχι να χρησιμοποιεί, αλλά να κάνει κατάχρηση των ηθοποιών. Και αυτό γιατί υπάρχει ξεκάθαρος καλλιτεχνικός στόχος πίσω από την όλη διαδικασία. Ο μόνος τρόπος για να τους κάνω να καταλάβουν είναι να τους κακομεταχειρισθώ. Να φτάσουν στα άκρα», ολοκλήρωσε.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα