Στην πιο παλιά εκκλησία στα δυτικά
Είναι ο παλαιότερος μεταβυζαντινός ναός της Δυτικής Θεσσαλονίκης.
Είναι ο παλαιότερος μεταβυζαντινός ναός της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Ο ναός του Αγίου Αθανασίου είναι το σύμβολο του Ευόσμου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Έχει ανακηρυχθεί με υπουργική απόφαση ιστορικό διατηρητέο μνημείο και στο τέμπλο του βρίσκονται μερικές από τις πιο παλιές εικόνες που χρονολογούνται όλες από το έτος 1819.
Χαρμάνκιοϊ – Κουκλουτζάς – Εύοσμος – Ελευθέριο Κορδελιό*
Ο δήμος Ελευθερίου – Κορδελιου περιλάμβανε τρεις οικισμούς: το Νέο Κορδελιό, που το ίδρυσαν πρόσφυγες από τη Σμύρνη, το Χαρμάνκιοϊ (χωριό με αλώνια – το σημερινό Ελευθέριο), όπου αρχικά εγκαταστάθηκαν Μικρασιάτες και Ποντιοι πρσσφυγες και τον μικρό οικισμό της Διαλογής. Τα πρώτα χρονια της ίδρυσής τους οι τρεις αυτοί οικισμοί συναποτέλεσαν την κοινότητα του Σταθμού, το 1929 όμως εντάχθηκαν, όπως και οι περισσότερες προσφυγικές συνοικίες, στο δήμο Θεσσαλονίκης. Σε όλη αυτή την περιοχή υπήρχε ένας μόνον οικισμός, 60 ως 70 χριστιανικών οικογενειών, χρονολογούμενος προ του 1818 και τοποθετείται στο χώρο γυρω από την εκκλησία τον Αγίου Αθανασίου Ευόσμου.
Το Χαρμανκιόι χωρίστηκε σε δυο περιοχές. Το νέο Χαρμανκιόι (Ελευθέριο) και το Παλαιό Χαρμάνκιοϊ (Εύοσμος) γύρω από το ναό του Αγίου Αθανασίου. Σε αυτό εγκαταστάθηκαν 266 προσφυγικές οικογένειες από την περιοχή της Σμύρνης και ιδιαίτερα από τον Κουκλουτζά (προάστιο της Σμύρνης). Ακόμη 10 οικογένειες από τον Πόντο και 2 από την Ανατολική Θράκη. Το 1926 ο οικισμός άλλαξε όνομα και ονομάσθηκε Νέος Κουκλουτζάς. Το 1934, ιδρυθηκε η κοινότητα Νέου Κορδελιού, στην οποία εντάχθηκαν και οι οικισμοί του Χαρμάνκιοϊ και του Κουκλουτζά. Το 1952, ο Κουκλουτζάς αποσπάστηκε από το Νέο Κορδελιό και έγινε χωριστή κοινότητα με τη νέα πλέον ονομασία Εύοσμος, ενώ το Χαρμάνκιοϊ μετονομάστηκε, προς τιμήν του Ελενθερίου Βενιζέλου, σε Ελευθέριο. Τον επόμενο χρόνο, η κοινότητα Ν. Κορδελιου μετονομάστηκε και αυτή σε Ελευθέριο. Το Ελευθέριο-Κορδελιό ήταν ανεξάρτητος Δήμος μέχρι το 2011. Τότε ενώθηκε με το Δήμο Ευόσμου και τώρα αποτελούν έναν ενιαίο Δήμο, τον Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου.
Η ανέγερση του ναού
Ήταν στις αρχές του 19ου αιώνα που για άγνωστους λόγους μνημονεύεται ο εξισλαμισμός του ενήλικου γιου του Γεωργίου (Τραγιανού), ο οποίος πήρε το όνομα Αλής και τέθηκε υπό την καθοδήγηση του Αράπ Χατζή Μεχμέτ. Πιθανότατα ο εξισλαμισθείς έλαβε ως κτήμα του μεγάλο τμήμα από το τσιφλίκι. Το πρόσωπο αυτό συνδέεται άμεσα με την ανέγερση του ναού του Αγίου Αθανασίου.
Η τοπική παράδοση διασώζει την πληροφορία ότι κατόπιν θαυμαστού οράματος ο Αλής αποφασίζει να παραχωρήσει σημαντική έκταση, για να κτίσουν οι χριστιανοί κάτοικοι της περιοχής ένα ναό προς τιμήν του εμφανισθέντος Αγίου Αθανασίου. Ο ναός άρχισε να οικοδομείται το 1817 –σύμφωνα με άλλη εκδοχή το 1812- και αποπερατώθηκε το 1819, όπως προκύπτει από την κτιτορική επιγραφή στο τέμπλο του. Ο τύπος του ναού του Αγίου Αθανασίου είναι τρίκλιτη βασιλική με ξύλινη δίρριχτη στέγη και ξύλινο περίστωο, τύπος ευρέως διαδεδομένος στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Η ανέγερση ολοκληρώνεται με την προσωπική εργασία των κατοίκων το επόμενο έτος, σε χώρο όπου παλαιότερα υπήρχαν στάβλοι, οι οποίοι βεβαίως γκρεμίσθηκαν. Η ανθεκτικότητα και η γραφικότητα του κτίσματος (είναι το παλαιότερο σωζόμενο σε όλη την εκτός των τειχών δυτική Θεσσαλονίκη) φανερώνουν την ευσέβεια, την τέχνη και την επιμέλεια των κτητόρων του ναού σε όλες τις μετέπειτα γενιές των χριστιανών της περιοχής μας. Η συμβολή του παραχωρήσαντος την έκταση, του εξισλαμισθέντος Αλή, φαίνεται ότι ήταν πολύ μεγάλη, διότι και χρήματα προσέφερε, αλλά και φρόντισε με σωζόμενο κιτάπι να «προικοδοτήσει» το ναό με σημαντική πέριξ αυτού έκταση.
Η παράδοση μάλιστα εμμένει στην πληροφορία ότι πήγαινε ο ίδιος κρυφά τις νύκτες εκεί για να προσευχηθεί. Επομένως η όλη ιστορία του αποτελεί μία ακόμη περίπτωση κρυπτοχριστιανού, ο οποίος με τη φαινομενική του αλλαξοπιστία πέτυχε να εξασφαλίσει ναό για τις λατρευτικές ανάγκες των χριστιανών του τσιφλικιού.
Ο ναός αποτελούσε το επίκεντρο της θρησκευτικής ζωής των κατοίκων της περιοχής. Δεν μπορούσε να είναι άλλωστε διαφορετικά, αφού το Χαρμάνκοϊ αρχικά και στη συνέχεια ο Κουκλουτζάς και ο Εύοσμος μέχρι το 1970 είχαν μόνο το μικρό αυτό ναό για τη χριστιανική πίστη και για την τέλεση των μυστηρίων.
Στο ναό του Αγίου Αθανασίου τελέσθηκαν από τους γηγενείς και τους πρόσφυγες όλες οι Θείες Λειτουργίες, οι κατανυκτικές ακολουθίες του Πάσχα, τα απόδειπνα, οι εσπερινοί, τα μνημόσυνα και οι δοξολογίες στις θρησκευτικές εορτές και εθνικές επετείους. Στη ταπεινή αυτή εκκλησία εκκλησιάζονταν οι μαθητές υποχρεωτικά κάθε Κυριακή και ο Άγιος υπήρξε προστάτης των κατοίκων.
Η μαρτυρία των παλαιότερων εικόνων
Απόδειξη της γενναίας οικονομικής συμβολής του κτίτορος «Αλή» αποτελεί και η συλλογή των δέκα παλαιότερων εικόνων του ναού, οι οποίες χρονολογούνται όλες το έτος 1819. Πρόκειται για εικόνες της επαρχιακής μακεδονίτικης αγιογραφίας του 19ου αιώνα, οι οποίες πρέπει να αποδοθούν πιθανότατα στον αγιογράφο Μαργαρίτη Λάμπου από την Κολακιά (Πύργος, Χαλάστρα), χωριό με πλούσια παράδοση αγιογράφων που άφησαν έργα τους στις περιοχές Θεσσαλονίκης, Ημαθίας, Πιερίας, Κιλκίς και Χαλκιδικής. Οι εικόνες του ναού φανερώνουν υψηλή τέχνη. Το γεγονός μάλιστα ότι είναι δέκα και φιλοτεχνήθηκαν με τη χρήση και φύλλων χρυσού αποκαλύπτει εμμέσως πλην σαφώς το χορηγό, που κάλεσε και φιλοξένησε επί μακρόν τον αγιογράφο μέχρις ότου τελειώσει το θεάρεστο έργο του. Οι εικόνες αυτές είναι τοποθετημένες όλες στο τέμπλο, το οποίο έχει και μέρη ξυλόγλυπτα.
Σε πέντε από τις εικόνες αυτές διαβάζουμε και ονόματα χριστιανών δωρητών τους, όπως: Γεώργιος Τραγιανός και Κιρανό Στεργίου, Πέτρος Τραγιανός, Αναστάσιος Νικολάου Καπίλας, Νικόλαος Τάσιου και Δημητράκης Αποστόλου. (Πηγή: http://www.katakomvi.gr/)
Στο σήμερα
Ο Ναός αναπαλαιώθηκε υποδειγματικά το 2013. Έτσι φανερώθηκε η πέτρα στους τοίχους αφού αφαιρέθηκαν τα πολλαπλά στρώματα σοβά. Ο υπεύθυνος ιερέας, Γεώργιος Μίλκας, καθηγητής θεολόγος, είναι ένας επικοινωνιακός και δραστήριος άνθρωπος που ενισχύει το πολύπλευρο έργο της ενορίας. Οι δράσεις για τους φτωχούς & άστεγους λειτουργούν εδώ και χρόνια και έχει αναλάβει την διανομή του συσσιτίου στην αυλή του Ναού για 400-450 άτομα που προσφέρεται καθημερινά από τους ανθρώπους του ναού με την βοήθεια και των εθελόντριων κυριών του Ευόσμου.
Συγχρόνως πλησίον του ναού κτίστηκε το 2004, ένας ξενώνας γνωστός και ως Σπίτι των Αγγέλων. Η ιδέα του ξενώνα φιλοξενίας είχε πραγματοποιηθεί παλαιότερα σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα στον Εύοσμο. Η ανάγκη όμως να φιλοξενούνται ταυτόχρονα πολλά άτομα, που είναι είτε ασθενείς, είτε συγγενείς και οικείοι ασθενών που νοσηλεύονται στα μεγάλα Νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης έδωσε ώθηση στη δημιουργία ενός Ενοριακού Ξενώνα Φιλοξενίας. Ο ξενώνας αποτελείται από οκτώ μικρά διαμερίσματα και το καθένα έχει τη δική του κουζίνα και μπάνιο, πέρα από τα κρεβάτια.
*Τα δυτικά περίχωρα της Θεσσαλονίκης, δηλαδή η περιοχή από το Βαρδάρι ως το Δερβένι, κατά το μεγαλύτερο διάστημα της Τουρκοκρατίας περιελάμβαναν βοσκοτόπια, κτήματα, κήπους, χειμάρρους και έλη. Την περίοδο της τουρκοκρατίας, έως και μερικά χρόνια μετά το 1922, Χαρμάνκιοϊ ονομαζοταν μία ευρυτατη αγροτική έκταση, βορειοδυτικά της Θεσσαλονίκης, η οποία περιελάμβανε τους σημερινους Δήμους Ελευθερίου-Κορδελιου,Ευοσμου, Αμπελοκήπων, Μενεμένης, Σταυρουπολης και το Δυτικό τμήμα τον Δήμου Θεσσαλονίκης. Το 1771 σε τουρκικό τεφτέρι σημειώνονται τρία τσιφλίκια, μεταξύ των οποίων το μεγαλύτερο είναι το Χαρμάν-Κιοΐ (τσιφλίκι). Τα τσιφλίκια αυτά καταγράφονται ως χριστιανικά με κατοίκους ασχολούμενους κυρίως με την παραγωγή ξυλοκάρβουνου. Οι υποχρεώσεις τους περιελάμβαναν καταβολή φόρου και ορισμένης ποσότητας από ξυλοκάρβουνα στους Τούρκους. Μετά την απελευθέρωση και κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, η περιοχή χρησιμοποιήθηκε σαν στρατόπεδο αγγλογαλλικών στρατευμάτων. Όταν τα στρατεύματα αποχώρησαν, τα ξυλινα παραπήγματά του περιήλθαν στη δικαιοδοσία της Πρόνοιας, και το 1920 χρησιμοποιήθηκαν για την προσωρινή στέγαση Ποντίων προσφύγων από τη Ρωσία και μετά την Μικρασιατική καταστροφή για τους πρόσφυγες από την Σμύρνη. Σταδιακά, οι Χαρμανκιότες εγκαταστάθηκαν σε σπίτια τα οποία πήραν τη Θέση των παραπηγμάτων. Αυτή η εγκατάσταση έγινε σε διάφορα στάδια, από τα τέλη της δεκαετίας τον ’20 μέχρι τη δεκαετία τον ’60. Αλλα σπίτια τα κατασκευασε το κράτος και άλλα οι ίδιοι οι κάτοικοι με κρατική χρηματοδότηση. Οι κάτοικοι στην πλειοψηφία τους τώρα είναι κεραμοποιοί, καθώς στην περιοχή, λόγω της καταλληλότητας του χώματος, λειτουργουσαν κεραμοποιεία απο την εποχή της ανοικοδόμησης της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά τον 1917.