Θεσσαλονίκη

Άγιος Γεώργιος Χορτιάτη: Έντονες αντιδράσεις για τις εργασίες αναστήλωσης του ιστορικού ναού

Οι κάτοικοι μιλούν για ακατάλληλες παρεμβάσεις που αλλοιώνουν την ιστορικότητα. Με τη βούλα του ΚΑΣ και πλήρως μελετημένες οι εργασίες, τονίζει η Εφορεία Αρχαιοτήτων

Κωστής Κοτσώνης
άγιος-γεώργιος-χορτιάτη-έντονες-αντι-1378263
Κωστής Κοτσώνης

Οι εργασίες αποκατάστασης ενός ιστορικού ναού στο Χορτιάτη, ηλικίας 200 ετών, έχουν προκαλέσει αντιδράσεις. Ο λόγος για το ναό του Αγίου Γεωργίου, που ανεγέρθηκε το 1837, όπως μαρτυρεί εντοιχισμένη επιγραφή, και χτίστηκε πάνω στο «ίχνος» ενός παλαιότερου ναού.

Συγκεκριμένα, η Κίνηση Πολιτών Χορτιάτη καταγγέλλει ακατάλληλες και αχρείαστες επεμβάσεις στο σώμα του κτιρίου, οι οποίες αλλοιώνουν την αυθεντικότητα και την ιστορικότητά του.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου, το ζήτημα πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις, μετά από δημοσίευμα σε τοπική εφημερίδα και μία ερώτηση που υπέβαλε στη Βουλή η βουλεύτρια Χαλκιδικής με το Κίνημα Δημοκρατίας, Κυριακή Μάλαμα.

Το έργο, με προϋπολογισμό 596.232€ από το ΕΣΠΑ, βασίζεται σε μελέτη εγκεκριμένη από το ΚΑΣ. Ξεκίνησε να υλοποιείται τον περασμένο Απρίλιο και έχει ως ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2027.

Ο ναός, όπως τον κατέγραψε μία έμπειρη αναστηλώτρια

Ο Μπάμπης Νανακούδης, υπεύθυνος έκδοσης της τοπικής εφημερίδας Χορτιάτης 570, υπέγραψε δημοσίευμα στο τελευταίο φύλλο της για το ζήτημα, εκπροσωπώντας και την Κίνηση Πολιτών. 

Στο δημοσίευμά του, ο κ. Νανακούδης μεταφέρει τα όσα κατέγραψε για το ναό η Ξανθή Σαββοπούλου-Κατσίκη, αρχιτέκτονας και ενεργό στέλεχος της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. Μεταξύ των πολλών αναστηλωτικών μελετών που συνέταξε ήταν μία και για τον Άγιο Γεώργιο. Η δημοσίευσή της έγινε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 στον συλλογικό τόμο «Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την άλωση» του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονταν στη μελέτη της κ. Ξανθοπούλου, όπως τις μεταφέρει και το δημοσίευμα, είναι οι εξής:

«“Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης, ψιλόστεγης βασιλικής, που είναι πολύ διαδεδομένος κατά τους τελευταίους αιώνες της τουρκοκρατίας, σε πανελλήνια σχεδόν κλίμακα και ιδιαίτερα στον χώρο της Μακεδονίας”.

Το μέγεθός της, 22×13,6 μέτρα, αποτελεί δείγμα της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης του οικισμού την εποχή αυτή.

Επτά ζεύγη κολώνων χωρίζουν το ναό σε τρία κλίτη. Το μεσαίο είναι υψηλότερο και πλατύτερο.

Η Αψίδα του Ιερού κοσμείται στην εξωτερική της πλευρά με εννέα τυφλά αψιδώματα στοιχεία της Βυζαντινής Αρχιτεκτονικής. Τα ανοίγματα των εισόδων, νότιας και δυτικής, είναι χαμηλά και τα παράθυρα λιγοστά, όπως συμβαίνει σε όλες τις μεταβυζαντινές εκκλησίες του Μακεδονικού χώρου. Τα μαρμάρινα υπέρθυρα είναι βυζαντινά γλυπτά σε δεύτερη χρήση, καθώς επίσης και οι παραστάδες της δυτικής εισόδου.

(Μπάμπης Νανακούδης)

Βυζαντινά θυρώματα σε δεύτερη χρήση διαμορφώνουν επίσης τις ποδιές των παραθύρων της νότιας πλευράς.

Στη δυτική πλευρά της Εκκλησίας υπάρχει γυναικωνίτης, απαραίτητο στοιχείο της Τουρκοκρατίας. Εξωτερικά οι τοιχοποιίες του ναού είναι αρμολογημένες, έτσι ώστε να φαίνονται εν μέρει οι δομημένες πέτρες. Ο τρόπος αυτός αρμολογήματος συναντάται στις μεταβυζαντινές εκκλησίες της Θεσσαλονίκης (Άγιος Αθανάσιος, Άγιος Αντώνιος, Υπαπαντή του Χριστού) αλλά και στον ευρύτερο μακεδονικό χώρο. Εδώ βέβαια η καλλιτεχνική διάθεση του τεχνίτη γίνεται φανερή, ιδιαίτερα στη νότια όψη, που είναι και η κύρια όψη του μνημείου, όπου διαμορφώνει με το μυστρί διάφορα γεωμετρικά σχήματα, ρόμβους και τρίγωνα.

Στη δυτική και νότια όψη έχουν εντοιχισθεί κομμάτια από γλυπτά ή αρχιτεκτονικά μέλη Παλαιοχριστιανικών και Βυζαντινών χρόνων, όπως τμήματα από πεσίσκους τέμπλου με αλυσοπλεκτή διακόσμηση και λυρόσχημη άκανθα με σταυρό, τμήμα κιονόκρανου και μαρμάρινου μέλους με κυμάτια (ίσως θυρώματος). Όλα αυτά πιθανόν να προέρχονται από τη μονή του Χορταΐτου.

Στη δυτική πλευρά της Εκκλησίας διαμορφώνεται ανοιχτή ξύλινη στοά “χαγιάτι”. Το “χαγιάτι” αποτελεί απαραίτητο στοιχείο στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της Μακεδονίας, όπου επικράτησε κυρίως λόγω των κλιματολογικών συνθηκών.

Τρεις από τις κολόνες που στηρίζουν τη μονόριχτη στέγη του είναι μαρμάρινες παλαιοχριστιανικών χρόνων. Στο πέτρινο πεζούλι της στοάς, (Σ.Σ. τόσο στο αρχικό όσο και σε αυτό που έγινε τα τελευταία χρόνια), χρησιμοποιήθηκαν επίσης παλαιοχριστιανικά μέλη. Διακρίνονται Θεοδοσιανό κιονόκρανο κάτω από τον πρώτο κίονα, σύνθετο ιωνικό στη θέση του δεύτερου και Θεοδοσιανό στον τέταρτο κίονα. Παλαιοχριστιανική είναι επίσης η βάση του τρίτου κίονα. Από τον εσωτερικό διάκοσμο της εκκλησίας σώζονται τα ξύλινα: το τριμερές τέμπλο, ο δεσποτικός θρόνος με ζεύγος δρακόντων στη βάση του, ο άμβωνας και ένααναλόγιο διακοσμημένο με ενθετική τεχνική από σεντέφι ε ξ α ι ρ ε τ ι κ ή ς τεχνικής. Στη μία πλευρά του διαβάζουμε τη χρονολογία κατασκευής του, το έτος 1729, και στις άλλες τα ονόματα ΧΡΥΣΤΟΜΑΤΗ ΠΑ (ΠΑ) ΜΑΝΩΛΗ ΙΕΡΕΩΣ: ΚΛΗΝΟΒΗΤΗ. Προφανώς προέρχεται από παλαιότερη εκκλησία.

Σημαντικό ρόλο στην εσωτερική διακόσμηση του ναού παίζουν επίσης τα ξύλινα ταβάνια, κυρίως του κεντρικού κλίτους, με τον πολυποίκιλτο διακοσμό τους. Στο τέμπλο, ανάμεσα στις δεσποτικές εικόνες, ξεχωρίζουν ο Χριστός του 1813, η Μεταμόρφωση του 1813 επίσης, και ο Άγιος Νικόλαος του 1840, έργα των αδελφών Μαργαρίτη και Κωνσταντίνου Λάμπου από την Καλιακιά, σημερινή Χαλάστρα, γνωστών ζωγράφων του πρώτου μισού του 19ου αιώνα. Έργο του Μαργαρίτη Λάμπου είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου στα Βημόθυρα με χρονολογία 1840. 

Από τις μικρές εικόνες του τέμπλου, αρκετές είναι έργα επίσης Κολακιωτών ζωγράφων των ετών 1812-1813, 1874-1879. Στην είσοδο της πρόθεσης εικονίζεται ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, που υπογράφεται από τον γνωστό ζωγράφο Χριστόδουλο, 1859. Στο ναό υπάρχουν ακόμα χειρόγραφα, από τα οποία δύο ανάγονται στον 14ο και ένα στον 15ο αιώνα, και έντυπα λειτουργικά βιβλία του 17ου-19ου αιώνα, με σημαντικές ενθυμήσεις. Οι ενθυμίσεις αυτές καταγράφουν διάφορα γεγονότα τοπικής ή ευρύτερης σημασίας. (Σωτήρης Κίσσας, “Ενθυμίσεις τα λειτουργικά βιβλία του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Χορτιάτη”) και χρονολογούνται από το 1665 μέχρι το 1947. 

Ενδιαφέροντα διακοσμητικά στοιχεία αποτελούν οι εντυπωμένες στη νότια και ανατολική όψη λιθανάγλυφες μαρμάρινες πλάκες. Στη μεγαλύτερη από αυτές υπάρχει στο κέντρο σταυρός με τρίφυλλες απολήξεις στα άκρα του και πεπλατισμένη βάση, στην οποία είναι σκαλισμένη η χρονολογία ανέγερσης του μνημείου, το έτος 1837.

Στιγμιότυπο από τον πραύλιο χώρο του ναού, όπου εκτελούνται εργασίες αναστήλωσης (Μπάμπης Νανακούδης).

Στις υπόλοιπες πλάκες απεικονίζονται ο σταυρός, κυπαρίσσια με γυρτές κορυφές, πουλιά και ρόδακες. Πάνω από τις λιθανάγλυπες πλάκες διαμορφώνονται τόξα, και που στο κέντρο των τυμπάνων τους υπάρχουν μαρμάρινα ανθρώπινα πορτρέτα. Τέτοια κεφάλια, που μοιάζουν με πέτρινες μάσκες, βρίσκονται σε διάφορα είδη οικοδομών: εκκλησίες, σπίτια, δημόσια κτίρια.

Στην Ελλάδα και σε χώρες της Βαλκανικής εμφανίζονται κυρίως τον 18ο και τον 19ο αιώνα.

“Συνδέονται με προσωπογραφίες μαστόρων ή κτητόρων. Ακόμη, τους αποδόθηκε φυλακτικός χαρακτήρας. Στην περίπτωση του Χορτιάτη, τα τέσσερα αυτά κεφάλια, τοποθετημένα πάνω από διακοσμημένες λιθανάγλυφες πλάκες, είναι πελεκημένα σε κομμάτια βυζαντινών πεσίσκων ή κιόνων… Εκφράστηκε η άποψη ότι πρόκειται για τις απεικονίσεις των μαστόρων που δούλεψαν στο χτίσιμο της Εκκλησίας”».

«Μη αναστρέψιμη ζημιά στη συλλογική μας μνήμη»

Μιλώντας στην Parallaxi, ο κ. Νανακούδης εκφράζει την πίκρα του για τη μορφή που έχει αρχίσει να παίρνει ο ναός, και ιδίως για την απώλεια του περίτεχνου αρμολογήματος που μπορούσε κανείς να αντικρίσει στην εξωτερική όψη του ναού. «Η καταστροφή έχει ολοκληρωθεί. Η εξωτερική μορφή του ναού έχει πλέον αλλάξει τελείως. Έφυγε το αρμολόγημα του 19ου αιώνα, που αντίστοιχο συναντάμε και σε άλλους ναούς στη Μακεδονία και στη Θεσσαλονίκη, όπως η Υπαπαντή, ο Άγιος Αθανάσιος, ο Άγιος Αντώνιος… Αντικαταστάθηκε, επίσης, η στέγη και τα παλιά στασίδια του ναού, που ήταν φτιαγμένα από ξύλο καστανιάς. Στο τέλος, θα προκύψει ένας άλλος ναός, που μπορεί να είναι εντυπωσιακός και “σενιαρισμένος”, αλλά δεν θα είναι ο Άγιος Γεώργιος που συντρόφευε τόσες γενιές Χορτιατινών, 200 χρόνια τώρα».

Σε ανάλογο ύφος, αναφέρει στο δημοσίευμά του:

«Η ζημιά στη συλλογική ιστορική μας μνήμη είναι δυστυχώς μη αναστρέψιμη, αφού καταστράφηκαν όλα τα περίτεχνα αρμολογήματα, ξηλώθηκαν και πετάχτηκαν στη χωματερή όλα τα χειροποίητα από καστανιά στασίδια, χωρίς καμιά προσπάθεια να επιβιώσουν όσα έπρεπε. Ξηλώθηκε όλο το πάτωμα με τα πλακάκια του Μεσοπολέμου και φάνηκαν οι πέτρινες πλάκες της αρχικής κατασκευής του Ναού, που, αν διατηρηθούν, θα είναι το μόνο σωστό. Αντικαταστάθηκε ολόκληρη η σκεπή.

Και βέβαια, δεν γνωρίζουμε ποιες άλλες παρεμβάσεις θα γίνουν, όπως βεβαίως και στο Καμπαναριό που ναι, χρειάζονται κάποιες μικρές επεμβάσεις στην πέτρινη σκεπή και σε μικρές εκτάσεις αρμολογήματα, αλλά ως εκεί. Δεν πρέπει να αλλάξει η μορφή και το καμπαναριό».

Οι προσπάθειες ανάδειξης του ζητήματος

Έναν μήνα μετά την έναρξη των εργασιών, τον περασμένο Μάιο, η Κίνηση Πολιτών κοινοποίησε επιστολή στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Περιφέρειας Θεσσαλονίκης, και προσωπικά στην προϊσταμένη Μαρία Τσιάπαλη, καθώς και στο δήμαρχο Πυλαίας-Χορτιάτη, Ιγνάτιο Καϊτεζίδη, και το Μητροπολίτη Νεαπόλεως-Σταυρουπόλεως, Βαρνάβα. Ωστόσο, δεν υπήρξε κάποια απάντηση.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου, η βουλεύτρια του Κινήματος Δημοκρατίας, Κυριακή Μάλαμα, κατέθεσε ερώτημα προς την Υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, με το οποίο ζητήθηκε όλος ο φάκελος του μνημείου, και ειδικά οι αναστηλωτικές μελέτες.

Ολόκληρη η ερώτηση της κ. Μάλαμα είναι διαθέσιμη εδώ.

Στιγμιότυπο από τον πραύλιο χώρο του ναού, όπου εκτελούνται εργασίες αναστήλωσης (Μπάμπης Νανακούδης).

Η Parallaxi επικοινώνησε με το γραφείο της κ. Μάλαμα. Μεταφέρει ότι ακόμα δεν έχει υπάρξει κάποια απάντηση στο κοινοβουλευτικό ερώτημα και ότι αναμένεται λογικά τέλη Σεπτεμβρίου-αρχές Οκτωβρίου.

Τι απαντά η Εφορεία Αρχαιοτήτων Περιφέρειας Θεσσαλονίκης

Επιπλέον, επικοινωνήσαμε με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Περιφέρειας Θεσσαλονίκης, ώστε να αναζητήσουμε κάποια δήλωση από την κ. Τσιάπαλη. Η Εφορεία μάς παρέπεμψε σε επίσημο έγγραφο που κοινοποιήθηκε στο Δήμο Πυλαίας-Χορτιάτη και που έχει αναρτηθεί και στην ιστοσελίδα του. Το έγγραφο φέρει την υπογραφή της κ. Τσιάπαλη.

Σε αυτό, οι κατηγορίες στο δημοσίευμα του κ. Νανακούδη χαρακτηρίζονται «παντελώς αβάσιμες» και τονίζεται πως «οι εργασίες που εκτελούνται βασίζονται στην εγκεκριμένη μελέτη, η οποία έχει λάβει την ομόφωνη γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (αρ. πρωτ. 584047/3-12-2023 Απόφαση)».

Η επιχειρηματολογία της Εφορείας συνοψίζεται στα εξής:

Για το δάπεδο

«Κατά την καθαίρεση του υφιστάμενου δαπέδου με τα πλακάκια του μεσοπολέμου, αποκαλύφθηκε το αρχικό πλακόστρωτο λίθινο δάπεδο, το οποίο βρίσκεται σε βάθος 20 εκατοστών και σώζεται σε ποσοστό περίπου 80%. Η ύπαρξη του αυθεντικού δαπέδου καθιστά την πρόταση για διατήρηση του νεότερου αντικειμενικά μη εφαρμόσιμη».

Για το αρμολόγημα

Η μελέτη διαπίστωσε ότι τα εξωτερικά έξεργα αρμολογήματα αποτελούν μεταγενέστερη επέμβαση και όχι τμήμα της αρχικής φάσης του ναού. Αποτελούνται από ανομοιογενή επισκευαστικά κονιάματα. Παρατηρείται υλική ασυμβατότητα μεταξύ της κύριας λιθοδομής και της εξωτερικής αρμολόγησης. Συγκεκριμένα:

  • Το συνδετικό κονίαμα της αρχικής λιθοδομής είναι πηλοκονίαμα.
  • Το έξεργο αρμολόγημα είναι ασβεστοκονίαμα με πρόσμιξη τσιμέντου.

Η χρήση ετερόκλητων υλικών στην ίδια κατασκευαστική φάση δεν είναι συμβατή με τις

παραδοσιακές οικοδομικές πρακτικές. Επιπλέον, η τεχνική του εξέργου αρμολογήματος είναι χαρακτηριστική των αρχών έως των μέσων του 20ού αιώνα, και συνδέεται με τον εξωραϊσμό των όψεων.

Το γεγονός ότι γίνεται χρήση της ίδιας τεχνικής και σε άλλα μνημεία της ΠΕ Θεσσαλονίκης, δεν τεκμηριώνει την παλαιότητά της και την χρονολόγησή της στην αρχική φάση του μνημείου.

Για τη στέγη

  • Κατά τη διερεύνηση της στέγης, διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί σημαντική στρέβλωση, η οποία δεν οφειλόταν σε αρχιτεκτονική πρόθεση, αλλά σε διαδοχικές φθορές και σε μια επέμβαση του 1983. Η επέμβαση εκείνη, αν και έγινε στο πλαίσιο εγκεκριμένης μελέτης από την πρώην 9η ΕΒΑ, αποκλίνει από αυτή. Συγκεκριμένα, δεν κατασκευάστηκε το προβλεπόμενο σενάζ από μπετόν, ούτε αντικαταστάθηκαν τα φθαρμένα ζευκτά. Αντ’ αυτού, εφαρμόστηκε μια προβληματική λύση, κατά την οποία τα φθαρμένα άκρα των αμειβόντων και των ελκυστήρων κόπηκαν και αντικαταστάθηκαν με νέα τμήματα. Αυτά τα νέα τμήματα συνδέθηκαν με τα υγιή μέρη μέσω μεταλλικών λαιμών, χωρίς καμία στατική μελέτη ή γνωμάτευση Την επίβλεψη των εργασιών του 1983 είχε η κ. Σαββοπούλου.
  • Σήμερα, τα άκρα των νέων αυτών τμημάτων, που είχαν εγκιβωτιστεί στο τσιμεντοκονίαμα το 1983, έχουν βρεθεί φθαρμένα σε μορφή κονιορτοποίησης. Η εικόνα στέγης που συναντήσαμε κατά το χρόνο σύνταξης της μελέτης ήταν αυτή της στρεβλής και βυθισμένης.
  •  Η επιλεγείσα λύση αποσκοπεί στην αποκατάσταση της γεωμετρικής και στατικής αρτιότητας της στέγης, επαναφέροντάς την στην ορθή μορφολογία που είχε κατά την αρχική της κατασκευή. Περιλαμβάνει την καθαίρεση και ανακατασκευή των φθαρμένων αμειβόντων και του πετσώματος.

Μεγάλο ποσοστό της υφιστάμενης ξυλείας, όπως οι υφιστάμενοι αρχικοί ελκυστήρες επί των οποίων είναι αναρτημένα τα ταβανώματα, ο κορφιάτης, οι ορθοστάτες, οι αντηρίδες παραμένουν στη θέση τους. Αντικαθίστανται τα υπάρχοντα κεραμίδια ρωμαϊκού τύπου με άλλα βυζαντινού τύπου σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη.

Για τα στασίδια

Η μελέτη δεν προβλέπει την αντικατάσταση των στασιδιών. Η αποσυναρμολόγηση και η προσωρινή τους απομάκρυνση ήταν απαραίτητη για τη διερεύνηση των υποκείμενων ξύλινων υποστυλωμάτων και τοίχων. Κατά τη διαδικασία αυτή, διαπιστώθηκε ότι τα στασίδια αποτελούσαν μεταγενέστερη ανακατασκευή και ότι η ξύλινη βάση τους ήταν εκτεταμένα φθαρμένη. Εξαιτίας της φθοράς, ένα μεγάλο τμήμα τους καταστράφηκε κατά την αποσυναρμολόγηση. Επίσης, διαπιστώθηκαν ίχνη υγρασίας στα τμήματα του βόρειου και νότιου τοίχου που ήταν καλυμμένα από τα στασίδια.

Παλιά στασίδια του ναού, αφημένα στον προαύλιο χώρο (Μπάμπης Νανακούδης).

Τα εν λόγω στασίδια, ως σύγχρονη ανακατασκευή, στερούνταν αρχικής αυθεντικότητας και πρωτοτυπίας. Η χαμηλή καλλιτεχνική και ιστορική τους αξία, σε συνδυασμό με την προχωρημένη φθορά των αφανών κυρίως τμημάτων τους, κατέστησε μη επιλέξιμη την διατήρησή τους. Δεν ήταν κατασκευασμένα από ξύλο καστανιάς, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, εξ ου και η κακή κατάσταση διατήρησής τους. Αναφέρονται επίσης ως χειροποίητα, κάτι που δεν ισχύει.

Η εκκλησιαστική επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του υλικού και τις λειτουργικές ανάγκες, ζήτησε την πλήρη απομάκρυνση και την οίκοθεν αντικατάστασή τους. Ο Δεσποτικός Θρόνος αποσυναρμολογήθηκε και αποθηκεύτηκε, ώστε να επανατοποθετηθεί μετά το πέρας των εργασιών. Σημειώνουμε ότι η χρήση των στασιδιών είναι συνυφασμένη μόνο με την λειτουργική πρακτική. Η παρουσία ή η απουσία τους δεν επηρεάζει τον αρχιτεκτονικό τύπο του μνημείου.

Η Υπηρεσία, έχοντας υπόψη τα παραπάνω και δεδομένου ότι η απομάκρυνση δεν είναι αναστρέψιμη και ότι το υλικό δεν αποτελεί αυθεντικό στοιχείο αρχικής φάσης, δεν παρενέβη στην απόφαση της εκκλησιαστικής επιτροπής.

Κλείνοντας, το δημοσίευμα αναφέρει:

Συμπερασματικά οι εργασίες που εκτελούνται βασίζονται στην εγκεκριμένη μελέτη και τους κανόνες της επιστήμης. Η μελέτη εκπονήθηκε από ομάδα ειδικών επιστημόνων που έλαβαν υπόψη τους όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και των ανησυχιών που αναφέρονται στο δημοσίευμα. 

Το δημοσίευμα εκφράζει μια απλοϊκή προσέγγιση, η οποία αγνοεί την εγκεκριμένη μελέτη. Επιχειρεί να υποκαταστήσει την επιστημονική κρίση των αρμόδιων οργάνων του Υπουργείου Πολιτισμού, εκφράζοντας απόψεις επί παντός επιστητού. 

Η κατηγορία περί ‘εγκλήματος επί μνημείου’ είναι αβάσιμη, καθώς η Υπηρεσία εφαρμόζει τις αρχές της σύγχρονης αποκατάστασης, λαμβάνοντας υπόψη ότι το συγκεκριμένο μνημείο δεν είναι απλώς ένα στατικό, ιστορικό-καλλιτεχνικό αντικείμενο μελέτης, αλλά ένας λειτουργικός χώρος για την τοπική κοινωνία.

[…]

Η επαναλαμβανόμενη και κατευθυνόμενη, κακόβουλη κριτική που επιχειρείται στο δημοσίευμα, η παρέμβαση στην εκτέλεση του έργου, οι προτάσεις με την μορφή εντολών και οι απειλές που εκτοξεύονται προς την Υπηρεσία, θεωρούμε ότι ξεπερνούν την δικαιοδοσία μιας εφημερίδας.

Προσπαθούν να πλήξουν το κύρος της Υπηρεσίας, η οποία επιτελεί το έργο της με συνέπεια, αφοσίωση και μοναδικό στόχο την προστασία και ανάδειξη των μνημείων αρμοδιότητάς της.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα