Η Αγορά Μοδιάνο ως καταλύτης της αστικής αναγέννησης
Η προοπτική πώλησης από το ελληνικό δημόσιο και το ΤΑΙΠΕΔ του ποσοστού συμμετοχής του στην ιστορική αγορά Μοδιάνο στο Δήμο Θεσσαλονίκης ή σε άλλους επενδυτές ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μία σειρά χαμένων ευκαιριών αποκατάστασης και ανάδειξης ενός μοναδικού τοπόσημου και χώρου κοινωνικών συναθροίσεων της Θεσσαλονίκης.
Του Νίκου Καλογήρου – Προέδρου του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Π.Σ. Α.Π.Θ.
- Το πρόβλημα και οι προοπτικές
Η προοπτική πώλησης από το ελληνικό δημόσιο και το ΤΑΙΠΕΔ του ποσοστού συμμετοχής του στην ιστορική αγορά Μοδιάνο στο Δήμο Θεσσαλονίκης ή σε άλλους επενδυτές ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μία σειρά χαμένων ευκαιριών αποκατάστασης και ανάδειξης ενός μοναδικού τοπόσημου και χώρου κοινωνικών συναθροίσεων της Θεσσαλονίκης. Η Κεντρική Στοά Τροφίμων αποτελεί ένα σημαντικό δείγμα μεγάλης στεγασμένης αγοράς, κατασκευασμένης σύμφωνα με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά πρότυπα, που συνδέθηκε με τη σημαντικότερη περίοδο εκσυγχρονισμού της Θεσσαλονίκης στο μεσοπόλεμο. Ο τύπος της εγκάρσιας εμπορικής στοάς ήταν γνωστός στην πόλη ήδη από την πρώτη περίοδο του οθωμανικού εκσυγχρονισμού πριν από το 1912 και σηματοδότησε τη σταδιακή μετάβαση από τα παζάρια της ανατολής προς τα σύγχρονα εμπορικά κέντρα αποτελώντας κατά κάποιο τρόπο τον πρόδρομο των σημερινών mall.
Είναι γεγονός ότι η σημερινή λειτουργία της αγοράς Μοδιάνο είναι προβληματική καθώς δεν ανταποκρίνεται στα απαιτούμενα πρότυπα υγιεινής και λειτουργικότητας. Ωστόσο ο χώρος παραμένει εγγεγραμμένος στην ιστορική μνήμη ως τόπος αγοράς και διαθέτει ισχυρότατο δυναμικό αναβίωσης και αξιοποίησης, παρά τις δυσκολίες που σχετίζονται με το σύνθετο ιδιοκτησιακό ζήτημα και το δημόσιο ή ιδιωτικό χαρακτήρα του εγχειρήματος της αποκατάστασης και επανάχρησης.
Αντίστοιχα δείγματα ανάδειξης ιστορικών αγορών με διατήρηση ή και μεταβολή της αρχικής χρήσης υπήρξαν ιδιαίτερα επιτυχή και αποτέλεσαν αφορμές για την ανάπλαση ευρύτερων περιοχών των ιστορικών κέντρων σε ευρωπαϊκές πόλεις. Αναφέρω ενδεικτικά πόλεις όπως το Λονδίνο, τη Φλωρεντία, τη Βαρκελώνη και τη Λισσαβώνα που επισκέφθηκα σχετικά πρόσφατα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η αξιοποίηση αντίστοιχων ιστορικών αγορών λειτούργησε ως καταλύτης της αστικής αναγέννησης και υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής. Είναι λοιπόν μία πρόκληση για τη Θεσσαλονίκη να αξιοποιήσει αυτόν τον μοναδικό τόπο αγοράς και συγκέντρωσης ως προπομπό της ανανέωσης του ιστορικού κέντρου, το οποίο παρά την κρίση παραμένει ζωντανό και εμπεριέχει τις δυνατότητες περισσότερο σύνθετων λειτουργιών. Σε μια κατ’ εξοχήν μεταπρατική πόλη, η κεντρική αγορά μπορεί να γίνει πόλος για τις τουριστικές επισκέψεις και όχι μόνο. Αρκεί να μην αναλωθούμε σε στείρες συζητήσεις για το φορέα και τις διαδικασίες υλοποίησης. Αντίθετα πρέπει να διασφαλίσουμε την άριστη αρχιτεκτονική διευθέτηση χωρίς την αισθητική «εκπόρνευση» του κτιρίου, με μία χρήση συμβατή και κυρίως βιώσιμη.
Εκτιμώ ότι η προσεκτική ανάγνωση και η αντίληψη της ιστορικής αρχιτεκτονικής και του αντίστοιχου αστικού σχεδιασμού είναι προϋπόθεση για την σύγχρονη επέμβαση είτε αυτή κινείται στην κατεύθυνση της συνέχειας είτε στη μερική ή ολική ανατροπή. Για το λόγο αυτό θα επιχειρήσω μία σχετικά ολοκληρωμένη ανάλυση για την αγορά Μοδιάνο.
- Σύντομο ιστορικό
Tο 1922, σε οικόπεδο όπου αρχικά υπήρχε χάνι της οικογένειας Μοδιάνο, ο πολιτικός μηχανικός Ελί Μοδιάνο, κύριος και μηχανικός του έργου, μαζί με τον αρχιτέκτονα Ζακ Ολιφάν, ζήτησαν άδεια για την ανέγερση της «Κεντρικής Στοάς Τροφίμων», γνωστής σήμερα με το όνομα «Αγορά Μοδιάνο». Στο αρχείο της πολεοδομίας διασώζονται οι αρχικές προτάσεις για τη δημιουργία ενός διώροφου κτιρίου και τα τελικά σχέδια, τα οποία υλοποιήθηκαν με μικρές τροποποιήσεις έως τον Μάρτιο του 1925 που έγιναν τα εγκαίνια της Κεντρικής Αγοράς. Η συνολική ενότητα απαρτίζεται από την αρχική κεντρική στοά, την πρόσθετη στοά της οδού Κομνηνών και τη Νέα Αγορά που προστέθηκε αργότερα (αρχική μελέτη Δ. Φυλλίζης, 1952 – υλοποιημένη μελέτη Λ. Νάτσινας, 1954). Καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του οικοδομικού τετραγώνου 9 του Α´ τομέα της πυρίκαυστης ζώνης Θεσσαλονίκης που ορίζεται από τις οδούς Αριστοτέλους, Ερμού, Κομνηνών, Β. Ηρακλείου. Αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ολοκληρωμένα κτίρια στοών στην περιοχή όπου, σύμφωνα με το σχέδιο Εμπράρ, χωροθετούνταν οι αγορές της Θεσσαλονίκης. Το κεντρικό συγκρότημα ακολουθεί την ιστορική τυπολογία κτιρίου κλειστής αγοράς – στοάς ευρωπαϊκού τύπου του 19ου αιώνα. Tαυτίζεται με την οικονομική και εμπορευματική δραστηριότητα της πόλης και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη ζωή και λειτουργία του εμπορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης, ενώ εξακολουθεί να παρουσιάζει ιδιαίτερο πολεοδομικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
- Ο αρχιτεκτονικός χαρακτήρας
Αυτό ενισχύεται από τον υβριδικό χαρακτήρα του συνόλου το οποίο εξωτερικά υιοθετεί μία ιστορική μορφολογία, ενώ τυπολογικά ακολουθεί μία μοντέρνα για την εποχή του ορθολογική οργάνωση. Σε επίπεδο κατασκευής αξιοποιήθηκαν σύμμεικτες τεχνολογίες δόμησης όπως το οπλισμένο σκυρόδεμα, η φέρουσα τοιχοποιία από λιθοδομή ή πλινθοδομή, τα πλινθόκτιστα δάπεδα με καμάρες και σιδηροδοκούς και η μεταλλική κατασκευή της στέγης. Οι διακοσμημένες τοιχοποιίες από οπτόπλινθους προσδίδουν μία εκσυγχρονισμένη μνημειακή πρόσοψη στις νεοκλασικές προσόψεις με τα μεγάλα ανοίγματα που έχουν ιδιαίτερα τονισμένη την κατακόρυφη διάσταση. Το κτίριο της κεντρικής αγοράς ακολουθεί την τυπολογία της βασιλικής με όψεις στους δύο παράλληλους δρόμους. Έχει ορθογωνική κάτοψη που εμφανίζει απόλυτη συμμετρία με αναλογίες 1 προς 2 (70μ. μήκος προς 35,4μ. πλάτος). Περιλαμβάνει τρία κλίτη/διαδρόμους που συνδέουν τις οδούς Ερμού και Β. Ηρακλείου και μία εγκάρσια προς αυτά στοά με μεγαλύτερο εύρος που οδηγεί σε πλευρική έξοδο προς την οδό Κομνηνών.
Διακρίνονται τρεις κύριες στάθμες: υπόγειο που επικοινωνεί με πλευρικές ράμπες από τις οποίες σώζεται μόνο αυτή που οδηγεί στην Ερμού, ισόγειο με τα καταστήματα, ενδιάμεσο όροφο στη στάθμη των εσωτερικών δωμάτων και των εξωστών και χώρους μεγάλου ύψους επάνω από τους εσωτερικούς «δρόμους».
Εντός της αγοράς τα καταστήματα οργανώνονται κατά μήκος των εσωτερικών διόδων ώστε να δημιουργούνται μέτωπα σε γραμμική διάταξη που διακόπτονται από τον κεντρικό εγκάρσιο διάδρομο και άλλους δύο παράλληλους σε αυτόν. Έτσι προκύπτουν τέσσερις κεντρικές νησίδες στις οποίες αντιστοιχούν δύο σειρές καταστημάτων. Αυτές περιβάλλονται από τις συστοιχίες των περιμετρικών καταστημάτων που διακόπτονται μόνο στα σημεία εισόδων. Στα μέτωπα των οδών Ερμού και Β. Ηρακλείου διαμορφώνονται εσωτερικοί εξώστες πλάτους 4 μ. με κλειστούς χώρους στις τέσσερις γωνίες του κτιρίου. Η δικλινής μεταλλική στέγη έχει μέγιστο ύψος κατά μήκος του κεντρικού άξονα 14 μ. και συνδυάζεται με χαμηλότερες μονοκλινείς στέγες στα πλάγια τμήματα. Στην κεντρική στέγη υπάρχουν τρεις διακριτοί φεγγίτες/υαλοστάσια που επιτρέπουν το φυσικό φωτισμό και αερισμό.
Στις προσόψεις η εικόνα της βασιλικής εκφράζεται με το κεντρικό τρίκλιτο τμήμα και τους δύο πλευρικούς «πύργους». Η «νεοκλασική» διευθέτηση με τα επιβλητικά αετώματα εμπλουτίζεται με τον εκλεκτικιστικό διάκοσμο των στοιχείων από οπλισμένο σκυρόδεμα, ο οποίος κατά την εφαρμογή του έργου μεταβλήθηκε σε σχέση με την αρχική μελέτη του Ζακ Ολιφάν. Ευδιάκριτη είναι η προβολή των «κιόνων» που αντιστοιχούν στον κατασκευαστικό κάνναβο, η οριζόντια οργάνωση με βάση κορμό και στέψη, καθώς και οι κατακόρυφοι άξονες που ορίζουν και ορίζονται από τα κενά και τα πλήρη. Η συμμετρία που εμφανίζεται στη διάταξη των χώρων, χαρακτηρίζει και τις όψεις που εμφανίζονται όμοιες και στις δύο οδούς. Στο ισόγειο λειτουργικοί λόγοι οδηγούν στον τριμερισμό των όψεων, καθώς υπάρχουν οι είσοδοι των στοών και οι όψεις των καταστημάτων. Ο τριμερισμός συνεχίζεται και στον κορμό όπου το κεντρικό τμήμα υπερυψώνεται, ενώ τα πλευρικά χαρακτηρίζονται από την κλίση των αντίστοιχων τμημάτων της επιστέγασης. Το κεντρικό τμήμα υποδιαιρείται επίσης σε τρία μέρη με πεσσούς και υαλοστάσια και στέφεται με αέτωμα που έχει έντονα διακοσμητικά στοιχεία και την αρχικά φωτεινή επιγραφή «ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΤΟΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ». Στο τύμπανο του αετώματος υπάρχει κυκλικό υαλοστάσιο. Οι υψομετρικές εναλλαγές στα στοιχεία των όψεων καταλήγουν σε πυργόσχημες κατασκευές και διαφορετικά επίπεδα στέγασης που διευκολύνουν το φωτισμό του εσωτερικού. Ενδιαφέροντα είναι τα διαφανή επίπεδα δώματα των καταστημάτων που επιτρέπουν το ζενιθιακό φωτισμό τους.
- Η σημερινή εικόνα
Η σημερινή εικόνα παρακμής της στοάς, αν και διατηρεί τις μνήμες μιας άλλης Θεσσαλονίκης από την περίοδο της ανοικοδόμησης, απέχει αρκετά από την αρχική εικόνα του μεσοπολέμου. Με την πάροδο των χρόνων, οι επεμβάσεις και αυθαίρετες προσθήκες στις όψεις και στο εσωτερικό, η εγκατάλειψη των περισσότερων καταστημάτων, καθώς και η κυριαρχία νέων χρήσεων εστίασης και ψυχαγωγίας, αλλοίωσαν τη φυσιογνωμία του συνόλου, ενώ η ελλιπής συντήρηση επέφερε σοβαρά προβλήματα στο φέροντα οργανισμό. Οι όψεις παραμένουν παραμελημένες υποβαθμίζοντάς την εικόνα της αγοράς ως σημείου αναφοράς στην κεντρική πόλη, ενώ η ευρύτερη περιοχή αντιμετωπίζει προβλήματα δυσοσμίας και καθαριότητας.
Οι προτάσεις και εργασίες αποκατάστασης που προγραμματίστηκαν από τη ΔΕΠΟΣ με την ευκαιρία της πολιτιστικής πρωτεύουσας δεν υλοποιήθηκαν με συνέπεια να παραμένει επιτακτική η αναγκαιότητα για ανακαίνιση, η οποία σύμφωνα με την άποψη της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων προϋποθέτει και τη διατήρηση της ιστορικής χρήσης ως αγοράς
info: Το Ελληνικό Δημόσιο μέσω του ΤΑΙΠΕΔ κατέχει το 43,64% εξ αδιαιρέτου της κυριότητας αυτού του ιστορικού ακινήτου, ενώ υπάρχουν ακόμη 59 συνιδιοκτήτες. Στην πλειονότητά του το ακίνητο παραμένει κενό, ενώ υφίστανται και 32 μισθώσεις που υπο-εξυπηρετούνται.
Η Αγορά Μοδιάνο απαρτίζεται από 144 καταστήματα με μέση επιφάνεια από 5τμ-30τμ το καθένα, 2 περίπτερα, 2 υπόγεια και έναν εξώστη. Στο ισόγειο υπάρχουν εμπορικά καταστήματα πώλησης τροφίμων, τα οποία την τελευταία εικοσαετία χρησιμοποιούνται και ως χώροι εστίασης και διασκέδασης.
Ολοκληρώθηκε ο διαγωνισμός για την αξιοποίηση του ποσοστού συμμετοχής που διαθέτει το ΤΑΙΠΕΔ στην Αγορά Μοδιάνο στην Θεσσαλονίκη. Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ κατά την συνεδρίασή του στις 17 Οκτωβρίου 2016 ανακήρυξε την One Outlet AE ως Προτιμητέο Επενδυτή με συνολική οικονομική προσφορά 1,9 εκατ. ευρώ έναντι αποτίμησης 1,750 εκατ. ευρώ.
Αναφορές
- «Αγορά Μοδιάνο και Νέα Αγορά: αποκατάσταση», στο Λ. Παπαδόπουλος (επ.), Μετασχηματισμοί του αστικού τοπίου, Α.Α Λιβάνη, 2001, σελ. 250-251
- Αν. Βλαστάρης, Γ. Κακές, Φ. Καραγιώργοs, Ν.Κορώνη, Κ. Μπόλη, Κ. Σταματοπούλου, Μ. Χατζή, «Στοά Μοδιάνο. Προστασία και ανάδειξη», Θεσσαλονικέων Πόλις, 12/2011, σ. 30-41
- Α. Γερόλυμπου, «Μηχανισμός εμπορίου: αγορές Θεσσαλονίκης», Τεύχος, 12-13/1993, σ. 106-112
- Α. Παπαδοπούλου, «Θεσσαλονίκη: Οικοδομικό τετράγωνο αριθμός 9», Το Αίθριον, Επιστημονική Επετηρίδα Πολυτεχνικής Σχολής, τ. ΙΗ’ (2001-2002), σ.2-13
.