Ανακάλυψε τα γλυπτά της πόλης: «Γεώργιος Βιζυηνός» του Αθανάσιου Αλεξιάδη
Η Θεσσαλονίκη τιμά τον συγγραφέα με έναν εντυπωσιακό, ρεαλιστικό ανδριάντα, που είναι τοποθετημένος στη συμβολή της Αγίου Δημητρίου με την οδό Βιζυηνού, που φέρει το όνομά του.
Στέκουν δίπλα μας, τα προσπερνάμε, πολλές φορές μπορεί να μην παρατηρούμε καν την ύπαρξη τους. Είναι τα αγάλματα, οι προτομές και οι εικαστικές συνθέσεις της πόλης και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της. Πολλά από αυτά είναι τόσο γνωστά που έγιναν σήμα κατατεθέν της Θεσσαλονίκης, όπως το άγαλμα του Βενιζέλου, οι Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου, το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κάποια είναι πιο σύγχρονα, κάποια λιγότερο γνωστά, μερικά είναι πολυφωτογραφημένα, άλλα έχουν αφεθεί και παρακμάζουν. Στέκουν δίπλα σε μεγάλους δρόμους και πλατείες, ακίνητα, και μας διηγούνται ιστορίες από την πόλη.
Ο Γεώργιος Βιζυηνός (φιλολογικό ψευδώνυμο του Γεώργιου Μιχαήλ Σύρμα), γεννήθηκε στη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης, στις 8 Μαρτίου του 1849. Ορφανός από μικρή ηλικία, προέρχονταν από πολύ φτωχή οικογένεια και είχε δύο αδέλφια και δύο αδελφές. Ο ένας, ο Χρηστάκης, είναι και ο ήρωας του μετέπειτα βιβλίου του «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου».
Σε ηλικία 10 ετών, οι παππούδες του τον έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη κοντά σε έναν θείο του για να μάθει ραπτική. Παρέμεινε εκεί μέχρι την ηλικία των 18, προστατευόμενος από τον Κύπριο έμπορο Γιάγκο Γεωργιάδη, και αργότερα προστατευόμενος του αρχιεπισκόπου Κύπρου, Σωφρονίου Β΄.
Το 1874, ξεκινάει τις σπουδές του στην Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών αλλά και στην Γερμανία. Εκλέγεται υφηγητής στην έδρα της Ιστορίας της Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και γράφει βιβλία.
Τα έργα του «Το αμάρτημα της μητρός μου» και «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου», γνώρισαν μεγάλη συγγραφική επιτυχία.
Το 1892, καταλήγει στο Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο, όπου ύστερα από τέσσερα χρόνια εγκλεισμού πεθαίνει, στις 15 Απριλίου 1896, σε ηλικία 47 ετών.
Η Θεσσαλονίκη τιμά τον συγγραφέα με έναν εντυπωσιακό, ρεαλιστικό ανδριάντα, που είναι τοποθετημένος στη συμβολή της Αγίου Δημητρίου με την οδό Βιζυηνού, που φέρει το όνομά του, απέναντι από το νεκροταφείο της Ευαγγελίστριας, πολύ κοντά στα πανεπιστήμια. Είναι έργο του γλύπτη Θανάση Αλεξιάδη και είναι φτιαγμένο από μάρμαρο. Ο Βιζυηνός παρουσιάζεται να φοράει καπέλο και κοστούμι, ενώ στο ένα του χέρι κρατάει ένα βιβλίο, το οποίο φέρει τον τίτλο της ποιητικής του συλλογής «Ατθίδες αύραι».
Στη μαρμάρινη βάση αναγράφεται το όνομά του, ο τόπος καταγωγής και η ημερομηνία γεννήσεως και θανάτου του, καθώς και τα λόγια:
«Της Θράκης τα χωριά πολλά, σαν τη Βυζώ κανένα».
Και από κάτω:
«Έτσ’ ανθούν και χλωμιάζουν στην ξένη την γη τα φτωχά της καρδιάς μου λουλούδια και μονάχ’ αντηχούνε στην μαύρη σιγή, τα πικρά, τα πικρά μου τραγούδια».