Ανακάλυψε τα γλυπτά της πόλης: «Πουλιά» των Σταύρου Παναγιωτάκη και Κυριακής Ουδατζή
Ένα έργο που αποτελεί μια από τις πιο ζωντανές κυψέλες εφήβων στην πόλη.
Στέκουν δίπλα μας, τα προσπερνάμε, πολλές φορές μπορεί να μην παρατηρούμε καν την ύπαρξη τους. Είναι τα αγάλματα, οι προτομές και οι εικαστικές συνθέσεις της πόλης και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της. Πολλά από αυτά είναι τόσο γνωστά που έγιναν σήμα κατατεθέν της Θεσσαλονίκης, όπως το άγαλμα του Βενιζέλου, οι Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου, το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κάποια είναι πιο σύγχρονα, κάποια λιγότερο γνωστά, μερικά είναι πολυφωτογραφημένα, άλλα έχουν αφεθεί και παρακμάζουν. Στέκουν δίπλα σε μεγάλους δρόμους και πλατείες, ακίνητα, και μας διηγούνται ιστορίες από την πόλη.
Μπορεί για τους περισσότερους να παραπέμπει σε γέφυρα, σε μια υπαίθρια μουσική σκηνή ή σε μια μεγάλη κατασκευή για ανάπαυλα. Παρόλα αυτά, το έργο «Πουλιά», που βρίσκεται εντός του λιμανιού, δίπλα στην Αποθήκη Γ, είναι ένα γλυπτό-σιντριβάνι από σίδερο και πλεξιγκλάς, που κατασκεύασε ο γλύπτης Σταύρος Παναγιωτάκης με την βοήθεια της αρχιτεκτόνισσας Κυριακή Ουδατζή το 2011, μετά από παραγγελία του ΟΛΘ, και είναι ένα έργο τέχνης που συνδυάζει και όλες αυτές τις ιδιότητες.
Είναι φτιαγμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να οργανωθεί μια υπαίθρια εκδήλωση, αλλά και να εξυπηρετεί αυτούς που κάνουν περίπατο στο λιμάνι για να ξεκουραστούν και παρέες για να περάσουν την ώρα τους μιλώντας, γελώντας, ακούγοντας μουσική. Είναι ένα ωραίο σημείο συνάντησης κατά την διάρκεια του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου, όπου μπορεί κάποιος να κάτσει για να συζητήσει για την ταινία που είδε, να πιει καφέ, να κάνει ένα τσιγάρο, να δει το πρόγραμμα και να διαβάσει την περίληψη μιας άλλης ταινίας. Ένα από τα λίγα γλυπτά που εξυπηρετεί με την συστηματική του χρήση τους πολίτες, οι οποίοι έκαναν και την δική τους εικαστική παρέμβαση στο γλυπτό, μιας και σε όλα τα σημεία από την μια άκρη ως την άλλη υπάρχουν γραμμένα συνθήματα και στιχάκια με μαρκαδόρο.
Στα διάφανα σημεία από πλεξιγκλάς, το νερό δίνει μια ιδιαίτερα πρωτότυπη μορφή σιντριβανιού, αλλά με τις συχνές παρεμβάσεις το έργο έχει χάσει κατά πολύ την καλλιτεχνική του σημασία έναντι της χρηστικής. Το σιντριβάνι είναι και φωτιζόμενο. Το βράδυ, τα σημεία όπου βλέπουμε το μπλε και το κίτρινο νερό κάνουν το δικό τους παιχνίδισμα, μιάς και διαθέτουν εσωτερικό φωτισμό. Το έργο αποτελεί μια από τις πιο ζωντανές κυψέλες εφήβων στην πόλη.
Ο Σταύρος Παναγιωτάκης γεννήθηκε το 1963 στα Χανιά. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Βερολίνου. Υπήρξε πρόεδρος του Συλλόγου Καλλιτεχνών Εικαστικών Τεχνών Βόρειας Ελλάδας (Σ.Κ.Ε.Τ.Β.Ε.). Έχει συμμετάσχει με τα έργα του σε πολλές εκθέσεις, ενώ υπαίθρια έργα του στην πόλη βρίσκονται στο Δήμο Αγίου Παύλου, στην Πυλαία στο Α.Π.Θ, στην είσοδο του Μουσείου Αθλητισμού, καθώς και στην Χαλκιδική.