Η Ανάσταση του Λαζάρου-Τα γενέθλια του Άκη
Χθες βράδυ στη Θεσσαλονίκη οι φίλοι του Άκη Σακελλαρίου τον καλοσώρισαν ξανά. Ξορκίζοντας το κακό με ένα μεγάλο γλέντι. Η parallaxi ήταν εκεί.
Εικόνες: Γιάννης Τριανταφυλλόπουλος
H πρόσκληση ήταν ξεκάθαρη. Οι φίλοι του θα γιόρταζαν τα γενέθλια του Άκη Σακελλαρίου, στον τόπο του, την Θεσσαλονίκη. Ο Σοφοκλής Πενλίδης εξηγεί το νόημα της βραδιάς που εμπνεύστηκε εκείνος.
Πήγε η ψυχή μας στην κούλουρη με την περιπέτεια του Άκη και γιαυτό αποφασίσαμε να το γιορτάσουμε. Ξεκινήσαμε να κάνουμε παρέα το 1973 και έκτοτε δεν χωριστήκαμε ποτέ. Μάλιστα πέντε από μας, εγώ, ο Τόλης Βεϊζαδές, ο Βασίλης Καμάς και ο Γιώργος Παππούλης μαζί με τον Άκη συνδεόμαστε με μια ιδιότυπη κουμπαριά.
Δεν θα ήταν ένα τυπικό γενέθλιο βράδυ. Επειδή οι τύποι αυτοί έχουν και χιούμορ το ονόμασαν η Ανάσταση του Λαζάρου. Γιατί; Γιατί ο Άκης το καλοκαίρι είχε μια μεγάλη περιπέτεια υγείας με τη Νόσο των Λεγεωνάριων, που ουσιαστικά τον έστειλε στον άλλο κόσμο και από κει επέστρεψε δυνατότερος και σοφότερος. Αυτή την επιστροφή βάλθηκαν να γιορτάσουν. Το ραντεβού δόθηκε στην Βεντέτα, βράδυ Πέμπτης. Στην πόρτα υποδέχονταν Σοφοκλής Πενλίδης, ως οικοδεσπότης και συμπαραστάτης στις δημόσιες σχέσεις ο Τόλης Βεϊζαδές. Ο Άκης καθιστός στο σκαμπό του μπαρ, σε ένα σκαμπό που αγαπά να κάθεται όταν έρχεται στην Θεσσαλονίκη απολαμβάνοντας το Χρήστο Μητρέντζη χαμογελούσε και καλοσώριζε τους εντιμότατους φίλους του.
Ο Τάκης Χατζηδιάκος, θρυλική μορφή των μαγαζιών της πόλης τα είχε ετοιμάσει όλα όπως έπρεπε για μια τέτοια βραδιά!
Η πόρτα της Βεντέτας ανοιγοκλείνει διαρκώς. Συμμαθητές αγαπημένοι από τα χρόνια των Μακεδονικών Εκπαιδευτηρίων και του κολεγίου Ανατόλια, συμφοιτητές στη Νομική, συγγενείς και φίλοι μπαίνουν ο ένας μετά τον άλλον. Γεννημένοι όλοι το 1961, συναντήθηκαν στα θρανία, τις παρέες των καφέ και των μπαρ της Θεσσαλονίκης, τις κοινές πορείες της ζωής τους. Έγιναν αχώριστοι. Αγαπημένοι. Φίλοι μιας ζωής. Αγόρια και κορίτσια που γκριζάρισαν, που ο χρόνος τους φέρθηκε γενναιόδωρα και απόψε είναι όλοι σε αυτά τα τραπέζια, όπως τότε στα εφηβικά τους πάρτι. Για να καλοσωρίσουν το φίλο τους και να του ευχηθούν σε άλλα τόσα χρόνια ζωής, ξορκίζοντας το κακό.
Ο Άκης γελάει ευτυχισμένος. Περίμενα λίγους και εδώ ήρθαν όλοι! Όλη μου η ζωή της Θεσσαλονίκης. Δεν χωράει τόση αγάπη…Αισθάνομαι τόσο τυχερός. Όχι μόνο που τη γλίτωσα αλλά που έχω όλον αυτόν τον κόσμο πλάι μου. Σκέψου ότι ο ίδιος κόσμος θα ερχόταν παρά λίγο στην κηδεία μου, λέει και χτυπά ξύλο. Ανοίγει το κινητό και μου δείχνει ένα σπαρταριστό βίντεο τραβηγμένο μέσα στην εντατική. Βαριόμουν τρομερά μέσα εκεί, με τα καλώδια και τα μηχανήματα. Ήθελα να τα βγάλω όλα, με το ζόρι με κρατούσαν. Είχα άγνοια κινδύνου. Εκ των υστέρων κατάλαβα πόσο κινδύνεψα, από τις ιστορίες των άλλων, τα βλέμματα.
Ο Άκης κινδύνεψε πραγματικά πολύ, τον είχαν σχεδόν ξεγραμμένο, επικρατούσε η βουβαμάρα της αναχώρησης. Τα κατάφερε όμως μια χαρά να γραπωθεί από τη ζωή, να επιστρέψει. Τι του έμεινε από την περιπέτεια; Η ανάγκη να ζήσεις, να αρπαχτείς από την ημέρα, την κάθε μέρα, να σκέφτεσαι τους φίλους και όσους αγαπάς, όσα πρέπει να εκτιμάς και το τρέξιμο μας κάνει να ξεχνάμε. Όταν σου λένε πήγες και ήρθες ιεραρχείς πια αλλιώς τα πράγματα. Το κουβαλούσα καιρό μάλλον το μικρόβιο, ένοιωθα εξαντλημένος στην περιοδεία αλλά δεν έδινα σημασία, μέχρι που κατέρρευσα. Η ίαση ήταν πολύ δύσκολη. Η στιγμή που κατάλαβα ότι επανέρχομαι είναι όταν έκανα έναν περίπατο μέσα στο νοσοκομείο και οι γιατροί μου είπαν ακολούθα τη λευκή γραμμή να βγεις στην καντίνα. Εκεί συνειδητοποίησα ότι είχα επιστρέψει!
Η υποδοχή τελειώνει σιγά σιγά, η Βεντέτα γέμισε ασφυκτικά φίλοι πολλοί, χρόνων, συνοδοιπόροι ζωής, γελάνε δυνατά, τον αγκαλιάζουν, τον φιλάνε, λάμπουν με την επιστροφή του. Ο Μητρέντζης και ο Καρακότας τραγουδάνε κεφάτα τραγούδια το κέφι ανάβει. Ο Άκης ρίχνει μια γυροβολιά, έρχεται η ώρα της τούρτας, τα κεράκια που σβήνουν πιο συμβολικά από ποτέ, οι ευχές, η ευτυχία του μαζί. Η μικρή τούρτα κόκκινη καρδούλα μοιράστηκε σε όλους από το ίδιο κουτάλι. Κουταλιά, κουταλιά. Σαν κοινωνία. Άκη σε αγαπάμε.