Ο άνθρωπος πίσω από τους κινηματογράφους της Θεσσαλονίκης

Ο Λάκης Ράππος σε μια εκ βαθέων κουβέντα.

Γιώργος Τσιτιρίδης
ο-άνθρωπος-πίσω-από-τους-κινηματογράφ-439660
Γιώργος Τσιτιρίδης
Εικόνα: Γιάννης Τριανταφυλλόπουλος

Εικόνες: Γιάννης Τριανταφυλλόπουλος

Η ιστορία των κινηματογράφων της Θεσσαλονίκης περνάει μέσα από την ζωή του Λάκη Ράππου. Στα 74 του χρόνια, γνωστός σε όλους τους σινεφίλ της πόλης και σε όσους ασχολούνται με τον κινηματογράφο, υπήρξε ο ιδιοκτήτης των περισσότερων αιθουσών θερινών και χειμερινών της πόλης και παρά την κρίση και τα σκαμπανεβάσματα που περνάει όλα αυτά τα χρόνια ο κινηματογράφος δεν το βάζει κάτω και είναι αποφασισμένος να συνεχίσει μέχρι το τέλος.

Πόσα χρόνια κλείνεις στα κινηματογραφικά δρώμενα της πόλης;

Πενήντα έξι χρόνια. Η αρχή έγινε όταν ήρθα από τα Στάγειρα, αφού τελείωσα το Γυμνάσιο στον Πολύγυρο να συνεχίσω τις σπουδές μου στη Θεσσαλονίκη, στον Ευκλείδη. Πήρα υποτροφία και με εκείνα τα χρήματα της υποτροφίας μαζί με τον γαμπρό μου και μετέπειτα συνεταίρο μου, τον Κοσμά Ζαφειρίου, πήραμε τον Ποσειδώνα το 1963 έναν κινηματογράφο κοντά στο Ποσειδώνιο. Το σινεμά ήταν εκεί που είναι η εκκλησία του Αγίου Φώτη. Τότε η θάλασσα ήταν μέχρι μέσα. Ο καντινιέρης ερχόταν από την Καλαμαριά με το βαρκάκι στον κινηματογράφο. Μετά τον Ποσειδώνα πήραμε την Αύρα το 1964 στην Χαριλάου, θερινός κινηματογράφος. Εγώ ήμουν τότε 18-19 ετών. Μετά το Αύρα πήραμε το Όσκαρ στην Παπαναστασίου. Από αυτά κανένα δεν υπάρχει πλέον.

Γιατί πήρατε κινηματογράφο με εκείνα τα χρήματα, γιατί τα επένδυσες εκεί;

Ήταν μηχανικός κινηματογράφου ο Κοσμάς. Εγώ στον Ευκλείδη σπούδαζα εργοδηγός δομικών έργων, κάτι με το οποίο δεν ασχολήθηκα ποτέ μου.

Εσύ έβλεπες κινηματογράφο, σου άρεσε;

Έβλεπα στο Θεμέλη, μου άρεσε από πάντα να βλέπω ταινίες. Θυμάμαι ότι η πρώτη ταινία που είχα δει ήταν το Ναργκίς στον Έσπερο όταν ήμουν 14 ετών. Ο γνωστός Έσπερος που ξέρουμε. Τότε στον εξώστη του γινότανε χαμός, στεκόντουσαν όρθιοι. Είχα έρθει τότε για να κάνω μια επέμβαση στη Θεσσαλονίκη και με πήγαν στον Έσπερο και είδαμε την ταινία όρθιοι στον εξώστη. Πού να φανταζόμουν τότε παιδάκι ότι θα διαχειριζόμασταν τον Έσπερο μετά από κάποια χρόνια.

Οι επόμενοι κινηματογράφοι που πήρατε ποιοι ήταν;

Το Ριβολί δούλεψα για κάποια χρόνια στην Παύλου Μελά 42, το πήραμε το 1974, μετά πήραμε το Κλειώ στην Εγνατία 128 απέναντι από το Ρίο, στον Άγιο Αθανάσιο. Το 1976 πήραμε την Αλέκα και το Λαϊκό. Δουλεύανε και τα δύο ως κινηματογράφοι. Φτάσαμε να έχουμε πάνω από 15 αίθουσες για ένα διάστημα. Είχαμε διαχειριστεί εγώ και ο Ζαφειρίου σχεδόν όλους τους κινηματογράφους της πόλης. Το Αλκυονίς στην Β. Όλγας με Καλλιδοπούλου, το Αμιράλ, το Ζέφυρο στην Πλατεία Αριστοτέλους, το Κλειώ στην Εγνατία, Ρεξ, Τιτάνια, Ελληνίς, Ράδιο σίτυ, Αθήναιον, Βακούρα, Έσπερος, Μακεδονικόν, Ιντεάλ, Αχίλλειον, Έυα, Άντα. Φτάσαμε να έχουμε ένα διάστημα 16 αίθουσες ταυτόχρονα. Έχω περάσει σχεδόν από όλους τους κινηματογράφους της πόλης, δεν έχω μετρήσει ποτέ πόσοι ήταν συνολικά.

Δεν ήταν ρίσκο να παίρνετε τόσους κινηματογράφους; Ήταν και είναι ένα πολύ ασταθές επάγγελμα με τα πολύ επάνω και τα πολύ κάτω του.

Ήταν ένα ασταθές επάγγελμα αλλά και εμείς ήμασταν πιτσιρικάδες τότε και εγώ και ο Ζαφειρίου, φιλόδοξοι, δεν σκεφτόμασταν το ρίσκο, τα μυαλά πετούσανε. Ο κινηματογράφος χτυπήθηκε πολλές φορές. Από το βίντεο, από την ιδιωτική τηλεόραση, από τα πειρατικά dvd, από τα multiplex και το διαδίκτυο. Τα multiplex στο μόνο που βοήθησαν ήταν στα θερινά σινεμά, που μέχρι τότε έπαιζαν επαναλήψεις του χειμώνα ενώ με τα μεγάλα πολυσινεμά βγαίνανε κανονικά όλες οι ταινίες και το καλοκαίρι, πρώτης προβολής και εμπορικές. Τα χειμερινά τα τσακίσανε, έπεσε πολύ η κίνηση.

Πώς νιώθεις όταν βλέπεις κινηματογράφους όπως πχ ο Έσπερος να έχουν γίνει σούπερ μάρκετ, πολυκαταστήματα και πάρκινγκ;

Πονάω αρκετά, κάθε φορά που έβλεπα έναν κινηματογράφο να αλλάζει χρήση ένιωθα πάρα πολύ άσχημα αλλά και τώρα ακόμα με στεναχωρεί. Ειδικά με τον Έσπερο που έγινε πάρκινγκ ζορίστηκα πάρα πολύ, μου στοίχισε.

Τι πιστεύεις ότι φταίει πέρα από τα προφανή για την πτώση του σινεμά;

Η διασκέδαση άλλαξε και αλλάζει με τα χρόνια. Στα θερινά επηρέασε η χρήση του αυτοκινήτου και οι εξορμήσεις, ο κόσμος φεύγει σε κοντινές ή μακρινές διακοπές. Παλιά δεν υπήρχε η παραθέριση, είναι μόδα των τελευταίων χρόνων. Ο κόσμος έμενε εδώ και πήγαινε πολύ στα θερινά για να ξεσκάσει. Στα χειμερινά που έχουν πτώση φταίει ο τρόπος διασκέδασης. Ειδικά οι άντρες δεν πάνε σινεμά, το ανδρικό κοινό λιγοστεύει χρόνο με το χρόνο. Η γενιά που μεγαλώνει μαθαίνει να βλέπει ταινίες σε υπολογιστή. Το κοινό μας είναι μεγάλες ηλικίες και οι γυναίκες. Η νεολαία σταμάτησε να μας προτιμάει. Παλιά το Μακεδονικό δούλευε μόνο με φοιτητές, ουρές από νεαρό κόσμο, τώρα πλέον δεν έρχονται.

Θα έχει ξανά άνοδο το σινεμά πιστεύεις;

Δεν ξέρω έτσι που πάει συνέχεια πάνω κάτω, πάτος, κορυφή πιστεύω πως κάποια στιγμή είναι πολύ πιθανό να ξανανέβει ραγδαία. Το θέμα όμως είναι πως δεν υπάρχουν και ταινίες. Οι παραγωγές δεν είναι αξιόλογες, δεν υπάρχουν καλά σενάρια, η βιομηχανία του σινεμά περνάει και αυτή μια κρίση. Τους έχει τσακίσει και το πειρατικό, τα on line, οπότε δεν πέφτουν καλές παραγωγές στο σινεμά. Έχουν όλα μεταφερθεί στα συνδρομητικά κανάλια, στις σειρές, σε άλλες παραγωγές. Η ταινία δεν προλαβαίνει να παιχτεί μια βδομάδα στο σινεμά και υπάρχει ήδη στο διαδίκτυο. Δεν προλαβαίνει να κάνει τον κύκλο της. Παλαιότερα η ταινία δημιουργούσε θέμα, υπήρχε συζήτηση για μήνες γύρω από αυτήν. Πουλούσε dvd, μπλουζάκια, αναμνηστικά, έκανε μεγάλο θόρυβο, ντόρο. Έπαιρναν αφίσες, κούπες, οτιδήποτε με θέμα την ταινία και τη μουσική της ταινίας φυσικά.

Εκτός από τα χειμερινά έχετε και τα θερινά σινεμά, το Ναταλί που βρισκόμαστε εμείς αυτή την στιγμή και το Απόλλων.

Το Ναταλί κλείνει φέτος 50 καλοκαίρια, το είχαμε από την πρώτη μέρα που ξεκίνησε. Μόνος μου το έσκαψα που λένε, από τα θεμέλια. Το Ναταλί πήρε το όνομα του από μια παράσταση που έπαιζε η Βουγιουκλάκη. Το χτίσαμε μόνοι μας με τον Κοσμά και γι’ αυτό το αγαπώ και το πονάω πολύ. Δε μπορώ να ξεκολλήσω από εδώ μέσα και δεν μπορώ να το αφήσω με τίποτα.

Εικόνα: Γιάννης Τριανταφυλλόπουλος

Ποια η διαφορά θερινού και χειμερινού σινεμά;

Είναι η ελευθερία του χώρου, ότι βλέπεις μια ταινία χωρίς κάτι να σε περιορίζει, δεν είσαι μέσα σε 4 τοίχους, κοιτάς τα αστέρια και τον ουρανό. Έχεις μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων.

Ποιο είναι πιο εύκολο στην λειτουργία του;

Το χειμερινό που είναι ξεκούραστο. Το θερινό έχει κλαδέματα, καθαρίσματα, έχει πολλά. Και υπάρχει και ο παράγοντας καιρός που μπορεί να σου προκαλέσει πολλές ζημιές που πρέπει να αντικαταστήσεις και φυσικά να μην πάει καλά γιατί λόγω καιρού δεν θα γίνονται οι προβολές ή δεν θα υπάρχει προσέλευση. Πέρσι δεν υπήρχαν και ταινίες, ήταν και πολύ άστατος ο καιρός συνέχεια έβρεχε, ήταν δύσκολο καλοκαίρι και δεν πήγαμε καθόλου καλά.

Νοσταλγείς τις καλές εποχές του σινεμά;

Πάντα τις νοσταλγώ και τα πολλά εισιτήρια και τον κόσμο και τις ωραίες και καλές ταινίες και τις γεμάτες ζωή αίθουσες, με φωνές, βαβούρα, ουρές από κόσμο να φτάνουν μέχρι το δρόμο… Αλλά αυτά ανήκουν πλέον στο παρελθόν.

Τι είναι το σινεμά για τον κόσμο;

Είναι μια έξοδο, μια διέξοδος, κοινωνικοποίηση. Όταν βγαίνουν από την ταινία συζητάνε, γνωρίζονται, πάνε και κάπου αλλού να πιουν ένα ποτό, βλέπει κάποιος ένα άτομο που είχε να το δει καιρό και ξαναβρίσκονται. Είναι μια διέξοδος από την μοναξιά, ένας τρόπος επικοινωνίας και μια άλλη ματιά στον κόσμο.

Έκανες κάτι άλλο ή όλη σου η ζωή ήταν το σινεμά;

Ολοκλήρωσα τις σπουδές μου το 1967 και πήγα φαντάρος 28 μήνες. Όταν γύρισα, δεν υπήρχε καθηγητής και συμμαθητής, έψαξα να βρω δουλειά, δεν υπήρχε κάτι και με μπλέξανε στον κινηματογράφο που έγινε δουλειά και τρόπος ζωής για μένα.

Τι σου έμαθε η δουλειά αυτή;

Υπομονή και γερά κότσια.

Μπορεί να υπολογίσεις πόσοι ήταν οι υπάλληλοι σου σε όλες αυτές τις αίθουσες όλα αυτά τα χρόνια;

Κάποτε ήταν 76 την ίδια περίοδο. Πόσοι πέρασαν, πόσοι έχουν φύγει, έχουν αλλάξει, έχουν πάρει σύνταξη, έχουν πεθάνει δεν μπορώ να το υπολογίσω.

Σε γνωρίζω 20 χρόνια και γνωρίζω και τους ανθρώπους μέσα στις αίθουσες. Είστε σαν μια μεγάλη οικογένεια όλοι σας.

Οικογένεια είμαστε. Καταρχήν εγώ και ο Κοσμάς που ξεκινήσαμε ήμασταν οικογένεια γιατί παντρεύτηκε την αδελφή μου, οπότε ήμασταν πραγματικά οικογένεια και μπλέχτηκαν οι οικογένειες μας στις επιχειρήσεις. Όμως και όλοι όσοι δούλεψαν και πέρασαν από εμάς τους αγαπάμε, μας νοιάζουν και μας ένοιαζαν πάντα. Δεν ήμουν ποτέ αδιάφορος με κανέναν και για κανέναν από όσους έχουν περάσει από τους κινηματογράφους. Δεν σκεφτόμασταν επιχειρηματικά αλλά συναισθηματικά. Δεν αφήναμε κανένα χωρίς εργασία, προσπαθώ να είναι όλοι ικανοποιημένοι. Στους ανθρώπους δεν κοιτάμε το επιχειρηματικό.

Ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχία σας όλα αυτά τα χρόνια;

Η σκληρή δουλειά και το μεράκι που είχαμε. Είχαμε όρεξη να κάνουμε πράγματα. Ήμασταν οι τελευταίοι κινηματογραφιστές της πόλης, προσπαθήσαμε να αναβιώσουμε αίθουσες, να κρατήσουμε χώρους, να κάνουμε αλλαγές. Όλοι οι άλλοι ήταν παλιοί και παραδοσιακοί αιθουσάρχες, εμείς ήμασταν νέοι, είχαμε μεράκι, θέλαμε να κάνουμε πρωτοπόρα πράγματα και να τα αλλάξουμε όλα. Ρίξαμε πολλά χρήματα στην δουλειά μας, επενδύσαμε σ αυτήν. Ακόμα και σήμερα όλα τα σινεμά τα κρατάω με νύχια και με δόντια για να μην κλείσουν. Κάνω ό,τι μπορώ για να μην χαθεί άλλη μια αίθουσα γιατί αν κλείσει σίγουρα δεν θα γίνει ξανά κινηματογράφος.

Τι ταινίες βλέπει σήμερα ο κόσμος;

Είναι απρόβλεπτο. Δεν μπορώ τα τελευταία χρόνια να πιάσω τον παλμό. Για τα εμπορικά πάνε στα multiplex, στα χειμερινά τα δικά μας έρχονται στις παραγωγές και τις ταινίες που δεν φέρνει κανείς άλλος. Αυτό που κάναμε εμείς ήταν να φέρνουμε ταινίες που δεν θα φέρει κανείς. Γιατί να βάλουμε εμπορικές ταινίες αφού παραδοσιακά πάνε και τις βλέπουν αλλού; Δεν είχαμε στις αίθουσες μας εμπορικές ταινίες. Αυτό που μας κράτησε ήταν αυτές οι μοναδικές πρώτης προβολής που φέρναμε σε αποκλειστικότητα.

Στην Ευρώπη, σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία υπάρχει μεγάλη παράδοση στον κινηματογράφο. Τι φταίει και στην Ελλάδα δεν είναι τόσο ανεπτυγμένος;

Το κράτος που δεν βοηθάει καθόλου ούτε τις αίθουσες ούτε τις ταινίες. Η ελληνική παραγωγή δεν υπάρχει, οι σκηνοθέτες κοιτάνε μόνο την δική τους εσωστρέφεια, γυρνάνε ταινίες για τον εαυτό τους και όχι για τον πολύ κόσμο και το κοινό δεν μπορεί να τις αγκαλιάσει. Αν βγει μια καλή ελληνική ταινία που θα μιλήσει στην καρδιά του κοινού τότε θα έχει επιτυχία και πολλά εισιτήρια. Στην Τουρκία, την Γαλλία, την Ιταλία οι τοπικές αγορές γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία, ο κόσμος κυνηγάει τις ταινίες και κάθε μια αποτελεί ένα μεγάλο γεγονός για την καλλιτεχνική ζωή. Εδώ θα κάνει ο Βούλγαρης μια ταινία, ο Σμαραγδής, οι Ρέππας Παπαθανασίου και κάποιοι άλλοι που θα γεμίσουν τις αίθουσες.

Τι θυμάσαι με νοσταλγία από εκείνες τις παλιές εποχές;

Εδώ στο Ναταλί που γίνονταν ουρές και τα πρώτα χρόνια τις Δευτέρες που κάθονταν όρθιοι. 1.500 εισιτήρια τώρα δεν τα κάνουμε ούτε σε μια εβδομάδα, τότε τα κάναμε σε μια μέρα. Η μεγαλύτερη επιτυχία του Ναταλί ήταν το «Σεισμός Στο Κρεβάτι Μου», που έκοψε 65.000 εισιτήρια. Μιλάμε για άλλες εποχές, άλλες συνήθειες. Τις μεταμεσονύχτιες προβολές που από το Μακεδονικό μεταφέρθηκαν στον Έσπερο λόγο πληθώρας κόσμου. Γινόταν χαμός, ουρές από κόσμο και ειδικά από φοιτητές. Αυτό ξέφτισε, τελείωσε, δεν υπάρχει πια. Βέβαια τώρα προβάλλονται ταινίες και μέσα στις σχολές, στις λέσχες στα πανεπιστήμια δωρεάν οπότε τρέχουν εκεί οι φοιτητές. Οι αναμνήσεις είναι που έμειναν. Βλέπω τα παλιά χαρτιά και τα συγκρίνω με τα τώρα και δεν υπάρχει καμία σύγκριση.

Δεν φταίει και η κρίση μαζί με όλα όσα αναφέραμε;

Η κρίση φταίει για όλα όσα συμβαίνουν, τα πάντα έχουν πέσει. Όμως το σινεμά δέχεται από παντού χτυπήματα όχι μόνο από την κρίση. Είναι πρωτοφανές αυτό. Διαδίκτυο, πειρατικά, προβολές σε αμφιθέατρα, δεν υπάρχει έλεγχος από κανέναν και πουθενά. Οι εταιρείες δεν ξέρουν πώς να λύσουν τα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετωπίζουν.

Αφήνεις σιγά σιγά την δουλειά στη νέα γενιά;

Στην κόρη μου την μικρή που ασχολείται, αυτή έχει μεράκι και όρεξη. Αυτή βγαίνει μπροστά, της αρέσει. Χάρη σ’ αυτήν έγινε το αφιέρωμα στο Ναταλί για τα 50 καλοκαίρια λειτουργίας του από το 1970. Γι’ αυτό και παίξαμε μια σειρά από γνωστές και αγαπημένες ταινίες από το 1970 μέχρι σήμερα.

Σκέφτεσαι να ξεκουραστείς, να αφήσεις τους κινηματογράφους;

Δεν μπορώ να φύγω. Ειδικά από το καλοκαιρινό, από το Ναταλί, δεν μπορώ να φύγω με τίποτα είμαι πολύ δεμένος, άρρωστος με το χώρο. Δεν γίνεται να το αφήσω.

Δεν μπορείς να καθίσεις σπίτι ή να πεις θα πάω μια βόλτα στο καφενείο;

Τώρα που έχασα και την γυναίκα μου, ποιο σπίτι; Με τίποτα. Στο καφενείο δεν έχω πάει ποτέ στην ζωή μου. Δεν έχω κάνει ποτέ διακοπές στην ζωή μου γιατί δεν μπορούσα να αφήσω το θερινό σινεμά. Όλη την ζωή μου εδώ μέσα την πέρασα. Δεν υπάρχει τίποτα, ο κινηματογράφος έμεινε. Όλη μου η ζωή ήταν και είναι το σινεμά.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα