Θεσσαλονίκη

ΑΣΤΕΓΟΙ: Οι «αόρατοι» άνθρωποι στους δρόμους της Θεσσαλονίκης

«Όλοι μας είμαστε εν δυνάμει άστεγοι» - Το φαινόμενο της αστεγίας στην πόλη σήμερα

Χρυσάνθη Αρχοντίδου
αστεγοι-οι-αόρατοι-άνθρωποι-στους-δ-1093002
Χρυσάνθη Αρχοντίδου

Εικόνες: Γιώργος Νιάκας

Τις νύχτες του χειμώνα, στα παγωμένα πεζοδρόμια, σε αυτοσχέδια κρεβάτια από χαρτόνια και παλέτες. Με κουβέρτες που δεν είναι ποτέ αρκετές. Τα χέρια τους “περικυκλώνουν” τα γόνατα τους, το σώμα τους είναι λυγισμένο, βρίσκουν μία στάση για να ζεσταθούν, δίπλα τους ότι μαζεύουν από τους κάδους. Μία φωτογραφία από την οικογένεια τους, ένα δεύτερο ζευγάρι παπούτσια, ένα σκισμένο μπουφάν. Η περιουσία τους. 

Ο Δεκέμβρης έχει μπει για τα καλά, το κρύο μουδιάζει τα δάχτυλα και ο κόσμος κάνει βόλτες στο στολισμένο κέντρο της Θεσσαλονίκης, ενώ δίπλα του κοιμούνται άστεγοι άνθρωποι, που συνεχώς πληθαίνουν.

Τους συναντάς στα πιο κεντρικά σημεία της πόλης, δίπλα από αστυνομικά τμήματα, έξω από εκκλησίες, σε πυλωτές από πολυκατοικίες, στις εισόδους μεγάλων κτιρίων αλλά και σε γειτονιές, δυτικά και ανατολικά. Όπου νιώθουν ασφάλεια.

Τους βλέπεις, ξέρεις ότι είναι εκεί, αισθάνεσαι την παρουσία τους δίπλα σου. Διστάζεις να μιλήσεις, ίσως φοβάσαι, τους προσπερνάς και συνεχίζεις την μέρα σου, με την σκέψη των προβλημάτων της δικιάς σου καθημερινότητας.

Το κοινωνικό πρόβλημα της αστεγίας είναι χρόνιο και σύμφωνα με τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Εθνικών Οργανισμών για την αστεγία, FEANTSA, οι άστεγοι στην Ελλάδα είναι κατά προσέγγιση 40.000, με ιδιαίτερη έμφαση στο «κατά προσέγγιση», καθώς ένας πολύ μεγάλος αριθμός παραμένει ακατάγραφος. 

Η Νένα Λιόντα, Κοινωνική Επιστήμονας στο πεδίο της αστεγίας και εργαζομένη στην Κοινωνική Υπηρεσία, τονίζει ότι ο αριθμός των αστέγων δεν μπορεί να είναι ποτέ συγκεκριμένος: 

«Η καταγραφή των αστέγων είναι πάντα ετήσια και οι άνθρωποι κάθε χρόνο ολοένα και αυξάνονται. Σύμφωνα με την ΑΡΣΙΣ – Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης νέων, στη Θεσσαλονίκη για τα έτη 2021 και 2022, η κοινωνική υπηρεσία εντόπισε 1.633 αστέγους, οι οποίοι είτε ζουν στον δρόμο, είτε είναι άνθρωποι οι οποίοι ζουν κάτω από επισφαλείς συνθήκες, δηλαδή υπό την απειλή έξωσης, χωρίς ρεύμα και νερό και γενικότερα κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι 1.443 από αυτούς έλαβαν βοήθεια από τα προγράμματα και τις δομές που υπάρχουν. Ωστόσο, οι αριθμοί αυτοί διαρκώς αλλάζουν».

Σύμφωνα με την Αντιγόνη Γκοράση, Κοινωνική Λειτουργός στους Γιατρούς του Κόσμου, οι άστεγοι άνθρωποι πολλές φορές δεν γνωρίζουν πού να απευθυνθούν και αυτό συμβάλλει στον μεγάλο ακατάγραφο αριθμό: 

«Οι άνθρωποι οι οποίοι αντιμετωπίζουν είτε αστεγία είτε βρίσκονται σε επισφαλείς συνθήκες στέγασης, λόγω της απουσίας υποστηρικτικών δικτύων, της έντονης μη κοινωνικοποίησης ή της απουσίας χώρων εργασίας, πολιτισμού και εκπαίδευσης, δεν έχουν τη γνώση για το πού να απευθυνθούν. Ή μπορεί να είναι άνθρωποι που βρίσκονται σε καθεστώς μετανάστευσης και λόγω απουσίας εγγράφων, να μην μπορούν ζητήσουν βοήθεια, γιατί υπάρχει κίνδυνος. Σαν αποτέλεσμα, στους πολύ ευάλωτους πληθυσμούς, τα νούμερα πάντα είναι κατά προσέγγιση και ένας μεγάλος αριθμός μένει ακατάγραφος. Συνήθως οι άστεγοι είναι περισσότεροι από αυτούς που καταγράφονται».

Η Parallaxi περπάτησε τους κεντρικότερους δρόμους της πόλης είδε άστεγους ανθρώπους, τους μίλησε, τους γνώρισε. 

Τους περισσότερους σε σημεία της Αριστοτέλους, στα πεζοδρόμια της Τσιμισκή, έξω από πολυκατοικίες στην Αγγελάκη και την Ίωνος Δραγούμη. Έχουν βρει ένα μέρος και έχουν ακουμπήσει τα χαρτόνια και τις κουβέρτες τους, εκεί είναι το σταθερό τους, το σπίτι τους.

Η Μαρία «ζει» σε μία γωνία στην πιο κεντρική πλατεία της πόλης, έξω από ένα ακριβό κατάστημα με παπούτσια. Καθόταν μόνη της, πάνω σε ένα χαρτόνι, με τα πόδια σταυρωμένα, τα χέρια της μαζεμένα και ένα σεντόνι ριγμένο στους ώμους της. Τα πόδια της γυμνά. Την ρωτήσαμε αν είναι καλά, αν χρειάζεται κάτι. «Φαγητό και νερό», μας απάντησε. Φάγαμε μαζί της μία τυρόπιτα κι έπειτα ήπιαμε λίγο νερό.

Επικοινωνήσαμε με δυσκολία μαζί της. Είχε έρθει από την Ουκρανία, ως πρόσφυγας με τον πόλεμο, δε μιλούσε τη γλώσσα μας. Ήταν μόνη της στην Ελλάδα, χωρίς οικογένεια, χωρίς παιδιά. Όταν τη ρωτήσαμε την ηλικία της, μας έδειξε απλά 4 δάχτυλα, εννοώντας 40 χρονών.

Σε ένα πεζοδρόμιο στην Αγγελάκη, συναντήσαμε ένα ζευγάρι, τον Δημήτρη και τη γυναίκα του. Μας είπαν ότι μένουν στο δρόμο περίπου 10 χρόνια:  

«Πριν από τη Θεσσαλονίκη μέναμε στην Αθήνα για πολλά χρόνια, όπου τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Ήμασταν στο Λιμάνι του Πειραιά, εμείς και άλλοι πολλοί. Οι άνθρωποι εκεί βοηθούσαν πολύ περισσότερο, έρχονταν συχνά πολλές εθελοντικές ομάδες και μας έφερναν φαγητό. Ήταν άλλο το κλίμα. Εδώ πέρα κανένας δεν δίνει σημασία, ο κόσμος αδιαφορεί. 

Στη Θεσσαλονίκη μένουμε με τη γυναίκα μου σε αυτό το πεζοδρόμιο στην Αγγελάκη, απέναντι από την ΕΡΤ, για πολλά χρόνια. Το συγκεκριμένο σημείο είναι πολύ πιο ασφαλές από άλλα κεντρικά μέρη, όπως η Καμάρα ή η Τσιμισκή, ειδικά τα βράδια. Υπάρχει μεγάλος φόβος να σε κλέψουν ή να γίνει κανένα περιστατικό το βράδυ με μεθυσμένους που κυκλοφορούν. Ένας άλλος άστεγος που γνωρίζουμε, έμενε στη Ροτόντα και πριν λίγες μέρες τον έκλεψαν και αναγκάστηκε να φύγει από εκεί. Με τους περισσότερους αστέγους γνωριζόμαστε μεταξύ μας και υπάρχει υποστήριξη. Με μερικούς κοιμόμαστε και ο ένας δίπλα στον άλλον πολλές φορές.

Στο υπνωτήριο των αστέγων δεν πηγαίνουμε. Ξέρουμε ότι στις 9 το πρωί και με χιόνια και με βροχές, θα χρειαστεί να φύγουμε, οπότε δεν βρίσκουμε λόγο στο να πάμε μόνο για να κοιμηθούμε το βράδυ».

Η. Ε. είναι 70 χρονών, καταγόταν από μία πλούσια οικογένεια της Θεσσαλονίκης, ξαφνικά επί κρίσης και με τον θάνατο του αδερφού της, βρέθηκε χρεωμένη και με μία έξωση στο χέρι. Καλοστεκούμενη, με τα χρυσαφικά της και τα μαζεμένα της μαλλιά, στέκεται επί της Ερμού, με ένα καρότσι το οποίο έχει μέσα τις φωτογραφίες της οικογένειας της και τα όσα ρούχα της έχουν μείνει:

«Είμαι στον δρόμο από το 2013, το δύσκολο είναι όταν έρχεται ο χειμώνας, στέκομαι εδώ δίπλα στο βιβλιοπωλείο, η γειτονιά με ξέρει, έρχονται και μου προσφέρουν νερό, καφέ και φαγητό. Μαγειρεύω εξαιρετικά, μου λείπει πολύ μία όμορφη κουζίνα, και τα οικογενειακά τραπέζια που συνηθίζαμε να κάνουμε όταν ήμουν παιδί. Ο πατέρα μου ήταν χρυσοχόος, ντρέπομαι πολύ για την κατάληξη μου, όταν φαλιρίσαμε, με έκαναν όλοι πέρα, δεν με βοήθησε κανένας, δεν ήξερα που να πάω. Έτσι βρέθηκα εδώ, η Ερμού πια, η είσοδος αυτής της πολυκατοικίας είναι το σπίτι μου, ξυπνάω το πρωί και κάθομαι στην στάση του λεωφορείου, καμία φορά οι άνθρωποι μου μιλούν μερικοί με αγνοούν ή με στραβοκοιτούν.

Το καλοκαίρι τα πράγματα είναι δύσκολα, η άσφαλτος καίει, προσπαθώ να στέκομαι μπροστά σε καταστήματα για να κλέβω λίγο από την δροσιά του ερκοντίσιον.  Δεν ξέρω πόσο θα αντέξω, είμαι και άρρωστη, γέρασα πολύ, δεν βλέπω καλά. Ένα σπίτι ήθελα ένα μικρό σπίτι με μία κουζίνα να μαγειρεύω, τίποτε άλλο. Η ζωή μου πια είναι δύσκολη. Θυμάμαι πέρσι τα Χριστούγεννα ήρθε ένα κορίτσι με το αγόρι της, γύρω στις 3 το πρωί. Με πλησίασαν κι εγώ φοβήθηκα, εκείνη μου χάρισε το κασκόλ της και κάθισε να μιλήσουμε κι εκείνος πήγε να μου πάρει ένα ζεστό τσάι κι ένα πεϊνιρλί. Ήταν τα πιο όμορφα χριστούγεννα που έκανα. Τα παιδιά ήρθαν αρκετές φορές ακόμη, κυρίως βράδυ. Μετά έφυγαν στο εξωτερικό δεν τους ξανάδα».

Όμως οι άνθρωποι χωρίς στέγη δεν είναι μονάχα αυτοί. Ο όρος αστεγία είναι πολύ ευρύτερος.

«Όλοι μας είμαστε εν δυνάμει άστεγοι. Ποτέ δεν ξέρεις πώς θα στα φέρει η ζωή και από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να βρεθείς στον δρόμο», εξηγεί χαρακτηριστικά η Γαβριέλλα Σαμψωνίδου, Κοινωνιολόγος σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες:

«Άστεγος δεν είναι μόνο αυτός που θα βρεθεί στον δρόμο αλλά και όλοι όσοι ζουν κάτω από επισφαλείς συνθήκες. Αυτό σημαίνει αν κάποιος μένει σε ένα ακατάλληλο σπίτι, με υγρασία, μούχλα, σπασμένα παράθυρα και σοβάδες να πέφτουν και δεν μπορεί να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, όπως το φαγητό και τα ρούχα. Ή αν κάποιος χρειάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι του, λόγω ενδοοικογενειακής βίας ή οικονομικών προβλημάτων. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ζούνε υπό τα όρια της φτώχειας, καθώς από εκεί ξεκινούν όλα και δεν κατανοούν ούτε οι ίδιοι τις επισφαλείς συνθήκες μέσα στις οποίες βρίσκονται. Η συνειδητοποίηση αυτή δεν υπάρχει φυσικά ούτε από τον ευρύτερο κόσμο, ότι δηλαδή τέτοιες καταστάσεις συμπεριλαμβάνονται στην κατηγορία των αστέγων».

«Η αστεγία είναι η κορυφή στο παγόβουνο», λέει χαρακτηριστικά η κ. Γκοράση, καθώς εξηγεί τις αιτίες του φαινομένου: 

«Στις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούμε, με την ακρίβεια, τους χαμηλούς μισθούς και τα ολοένα και αυξανόμενα ενοίκια, είναι πολύ πιθανό κάποιος να αντιμετωπίσει σοβαρές κοινωνικές κρίσεις. Όταν όμως δεν υπάρχει ένα ευρύτερο κοινωνικό δίκτυο αλλά και οι κατάλληλες κοινωνικές πολιτικές,  για να πλαισιωθεί και υποστηριχθεί αυτός ο άνθρωπος, όχι παρωδικά αλλά ολιστικά, τότε μπορεί πολύ γρήγορα να χάσει τα πάντα. Πίσω από την αστεγία υπάρχει η κοινωνική περιθωριοποίηση, η ακραία και μακροχρόνια φτώχεια, η ανεργία αλλά και η ψυχική υγεία, που είναι και η μεγαλύτερη πρόκληση. Να μην ξεχνάμε ότι βασική προϋπόθεση για ένταξη σε φορείς, όπως υπνωτήρια, είναι η συμβίωση, άρα οι άνθρωποι οι οποίοι παρουσιάζουν σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα, πρακτικά βρίσκονται στο κενό».

«Στη Θεσσαλονίκη υπάρχουν δομές και προγράμματα που υλοποιούνται για την βοήθεια των αστέγων αλλά και για την γενικότερη καταπολέμηση του φαινομένου», όπως λέει η κ. Γκοράση:

«Υπάρχουν φυσικά οι παροχές του δήμου, που συμπεριλαμβάνουν το υπνωτήριο και το ανοιχτό κέντρο ημέρας αστέγων. Υπάρχει ακόμη το υπνωτήριο ΟΚΑΝΑ, που αφορά εξαρτημένους. Ακόμη, υπάρχουν και δομές οι οποίες αφορούν περισσότερο την καταπολέμηση της φτώχειας σε κατά τόπους δήμους, με συσσίτια, κοινωνικά φαρμακεία, παντοπωλεία, κομμωτήρια, τα οποία είναι καθοριστικά. Είναι πάρα πολύ σημαντικό για έναν άστεγο να μπορεί να περιποιηθεί τον εαυτό του και είναι κάτι το οποίο συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό και στην ψυχολογία του».

Η Ιωάννα Κοσμοπούλου, Αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολιτικής, αναλύει τις παροχές που προσφέρει ο Δήμος Θεσσαλονίκης στους αστέγους:

«Ο δήμος Θεσσαλονίκης παρέχει το υπνωτήριο και το ανοιχτό κέντρο ημέρας αστέγων. Στο υπνωτήριο φιλοξενούνται σε τακτική βάση περίπου 70 άτομα και είναι το μοναδικό στη Βόρεια Ελλάδα. Το ανοιχτό κέντρο ημέρας είναι μία δομή που παρέχει ημερήσια φροντίδα, όπως μπάνιο και πλυντήριο ρούχων στους ανθρώπους χωρίς στέγη και είναι ανοιχτό από τις 9:00 έως τις 17:00. Εκεί οι άστεγοι μπορούν να απολαύσουν ένα σνακ, ένα ζεστό ρόφημα και γενικότερα να έχουν έναν χώρο για να ζεσταίνονται τον χειμώνα και να δροσίζονται το καλοκαίρι.

Τέλος, υπάρχει το πρόγραμμα “Στέγαση και Εργασία”, που χρηματοδοτεί το Υπουργείο Οικογένειας και Κοινωνικής Συνοχής και το διαχειρίζεται ο Δήμος Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με τις ΜΚΟ Άρσις και Πράξις. Μέσα από αυτό, 38 άτομα έχουν βρει στέγη. Το πρόγραμμα δίνει τη δυνατότητα σε αστέγους να μείνουν σε μισθωμένο διαμέρισμα για 2 χρόνια, υπό τον όρο να βρουν εργασία. Αν βρουν εργασία, η διαμονή τους μπορεί να παραταθεί για ακόμα δύο χρόνια με κάποιες μειούμενες παροχές». 

Οι προϋποθέσεις που χρειάζεται να πληρούνται για να μείνει κάποιος στις δομές είναι η έλλειψη στέγης και το χαμηλό εισόδημα, σύμφωνα με την κ. Κοσμοπούλου: 

«Οι άνθρωποι περνούν από συνεντεύξεις με κοινωνικούς λειτουργούς και υπόκεινται σε δερματολογικές και ψυχιατρικές εξετάσεις. Βασική προϋπόθεση είναι να είναι αυτοεξυπηρετούμενοι, χωρίς δηλαδή σοβαρά κινητικά προβλήματα ή με βαριά νοσήματα που χρήζουν συνεχή φροντίδα. Και στις δύο δομές υπάρχουν φυσικά κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγος, γιατρός, νοσηλευτές, εργασιακοί σύμβουλοι. Ανήλικοι και οικογένειες δεν μπορούν να προσέλθουν στις δομές, ένα ζευγάρι σαφώς μπορεί, αλλά δυστυχώς όχι ολόκληρη οικογένεια με παιδιά.

Στο υπνωτήριο έχουν δικαίωμα να παραμείνουν μέχρι 6 μήνες και υπό συνθήκες μπορούν να ανανεώσουν την παραμονή τους. Στο κέντρο ημέρας έχουμε ένα πλήθος εγγεγραμμένων ανθρώπων, οι οποίοι εναλλάσσονται σε τακτική βάση. Έρχονται συνήθως όποτε είναι να κάνουν το μπάνιο τους ή να πλύνουν τα ρούχα τους. Τους πιο πολλούς τους γνωρίζουμε χρόνια με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο». 

Το προφίλ των ανθρώπων που μένουν στις δομές μπορεί να χαρακτηριστεί συνήθως ως «άτομα στους οποίους ανέκυψε μια “ατυχία”»: 

«Για παράδειγμα ένα ζευγάρι, όπου και οι δύο πρόσφατα έχασαν τη δουλειά τους, τους έκλεψαν τα πράγματα από το αυτοκίνητο και έμειναν χωρίς στέγη, οπότε έσπευσαν να δεχτούν τη φροντίδα των δομών μας. Από την άλλη, οι άνθρωποι που είναι πάρα πολύ καιρό στον δρόμο έχουν επιβαρυμένη ψυχολογία και τείνουν να έχουν αποκοινωνικοποιηθεί. Η αστεγία είναι ένα βίωμα και όταν κάποιος είναι πολύ καιρό σε αυτήν την κατάσταση, είναι δύσκολο να αποδεχτεί κάτι διαφορετικό».

Η κ. Λιόντα, εξηγεί ότι πολλές φορές για τους αστέγους που βρίσκονται στον δρόμο, οι προσωρινές λύσεις δεν τους είναι αρκετές: 

«Δυστυχώς πολλοί από αυτούς που κοιμούνται στον δρόμο δεν θέλουν να πάνε στο υπνωτήριο, γιατί δεν τους ταιριάζει σαν στεγαστική λύση. Αν γνωρίζουν ότι πρόκειται για κάτι προσωρινό, το αποφεύγουν γιατί ψάχνουν κάτι μόνιμο. Από την άλλη, μερικοί μπορεί να χρειάζονται λίγο παραπάνω «σπρώξιμο» και ανθρώπους που δουλεύουν σε τέτοιες δομές για να εμπιστευτούν. Το υπνωτήριο απαιτεί  και τη συμβίωση με άλλα άτομα, κάτι που επίσης μπορεί να μην θέλουν. Πολλές φορές όταν οι άνθρωποι βρίσκονται στην κατάσταση της αστεγίας, τείνουν να απομονώνονται, τους είναι δύσκολο να βρεθούν σε έναν χώρο που θα επικοινωνούν με άλλους». 

Οι ημέρες του χειμώνα είναι δύσκολες για τους ανθρώπους στο δρόμο. Το βαρύ ψύχος σε συνδυασμό με το εορταστικό κλίμα των Χριστουγέννων, καθιστά αυτές τις μέρες «επώδυνες», οπότε ο Δήμος μεριμνά σε τέτοιες περιπτώσεις, σύμφωνα με την κ. Κοσμοπούλου: 

«Στις γιορτές θα κάνουμε μία ιδιαίτερη μέριμνα με γιορταστικά γεύματα και γιορτινή εκδήλωση στο ανοιχτό κέντρο ημέρας. Για όλες τις γιορτινές ημέρες, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα, θα έχουμε γεύματα και στο ανοιχτό κέντρο ημέρας και στο υπνωτήριο. Φυσικά σε μέρες μεγάλου ψύχους ή καύσωνα, λειτουργούμε με διευρυμένο ωράριο. Το υπνωτήριο, το οποίο κανονικά ανοίγει στις 19:00, σε τέτοιες περιπτώσεις ανοίγει από τις 17:00. Οπότε 17:00 κλείνει το κέντρο ημέρας και την ίδια ώρα ανοίγει το υπνωτήριο, έτσι ώστε ένας μεγάλος αριθμός αστέγων να μην μένει εκτός. Πέρσι στο μεγάλο ψύχος είχαμε λειτουργήσει το ανοιχτό κέντρο ημέρας και τις βραδινές ώρες, όπου προσήλθαν 30 με 35 άτομα επιπλέον».

Η κ. Λιόντη, εξηγεί πως οι ανάγκες των άστεγων ανθρώπων την περίοδο του χειμώνα διαρκώς πληθαίνουν και τα αιτήματα είναι πάντα περισσότερα λόγω των συνθηκών: 

«Υπάρχει μεγάλη αύξηση των ανθρώπων που αναζητούν βοήθεια τις κρύες μέρες. Τα περισσότερα από τα αιτήματα αφορούν κουβέρτες και χειμωνιάτικα ρούχα. Όταν βρέχει έχουμε μεγάλο πρόβλημα και σε είδη υπόδησης, καθώς τα παπούτσια δεν είναι σε καλή κατάσταση, βρέχονται και χαλάνε».

Πώς μπορεί αντιμετωπιστεί ένα φαινόμενο με τόσο τεράστιες διαστάσεις;

Τι μπορεί να κάνει ένας απλός πολίτης εκτός από το να δώσει μία κουβέρτα και να αγοράσει φαγητό σε κάποιον που βλέπει στον δρόμο; 

Η κ. Σαμψωνίδου εξηγεί ότι τα πάντα ξεκινάνε από την πρόληψη: 

« Το συγκεκριμένο φαινόμενο προέρχεται από την κοινωνική ανισότητα και την φτώχεια και κρίνεται από πολλούς παράγοντες, όπως τα ψυχιατρικά προβλήματα, οι εξαρτήσεις, οι κακές οικονομικές συνθήκες. Συνήθως στην Ελλάδα ό,τι γίνεται για την αστεγία, γίνεται «πυροσβεστικά», αφορά δηλαδή αφορά την αντιμετώπιση. Το σημαντικότερο είναι η πρόληψη. Χρειαζόμαστε ένα ενισχυμένο κράτος πρόνοιας, το οποίο θα μπορεί να προσφέρει υπηρεσίες, δομές και μία ολιστική προσέγγιση όταν οι άνθρωποι φτάνουν σε καταστάσεις κρίσης.

Σε έναν μεγάλο βαθμό πρέπει να αλλάξει και η προσέγγιση αντιμετώπισης του φαινομένου. Μέχρι στιγμής προσπαθούμε, μέσα από τα προγράμματα, ο άστεγος να ενταχθεί εργασιακά και κοινωνικά, μέσα από εύρεση εργασίας και ψυχολογική βοήθεια. Όταν όμως ένας άνθρωπος ζει σε επισφάλεια, είναι πολύ σημαντικό να βρεθεί πρώτα το σπίτι όπου θα μείνει, για να μπορεί στη συνέχεια να αντιμετωπίσει τις υπόλοιπες προκλήσεις. Χρειάζεται να δοθεί έμφαση σε αυτήν την προσέγγιση και να μπορέσει να γίνει με μακροχρόνια προγράμματα, έτσι ώστε να μπορέσουν αυτοί οι άνθρωποι να ορθοποδήσουν».

Ένα ακόμα μεγάλο εμπόδιο είναι ότι ένας άστεγος συχνά δεν ξέρει πού να απευθυνθεί. Γι’ αυτό υπάρχει το Street Work, δηλαδή η κοινωνική δράση στον δρόμο, όπου ειδικές εκπαιδευμένες ομάδες προσεγγίζουν τους αστέγους και καταγράφουν τις ανάγκες τους, όπως εξηγεί η κ. Γκοράση: 

«Το να προσφέρουμε κάτι σε ανθρώπους που βλέπουμε ότι βρίσκονται σε ανάγκη, ως πολίτες και ως επαγγελματίες, είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε. Από τα πιο βασικά εργαλεία για να γίνει η καταγραφή των αστέγων είναι η κοινωνική εργασία στον δρόμο, δηλαδή το street work. Το να φτάσει στο σημείο ένας άστεγος άνθρωπος να σε εμπιστευτεί και να σε ακούσει, απαιτεί ένα χτίσιμο σχέσης, το οποίο κατακτιέται. Αυτό θα γίνει αρχικά με το να χαιρετήσεις έναν άστεγο, να καταλάβει ποιος είσαι, να έχεις σταθερή παρουσία σε συγκεκριμένα σημεία και πρόσωπα, έτσι ώστε να μπορέσει να σε εμπιστευτεί. Από εκεί και πέρα, οι υπεύθυνοι φορείς πλαισιώνουν τον άστεγο βήμα – βήμα, με την παροχή φαγητού, στέγης και ρουχισμού».

Σημαντική είναι η εκπαίδευση όχι μόνο των επαγγελματιών κοινωνικής εργασίας, αλλά και των ίδιων των ωφελούμενων, σύμφωνα με την κ. Σαμψωνίδου: 

«Χρειάζονται εκπαιδευτικά προγράμματα για τους επιστήμονες που ασχολούνται και δουλεύουν σε δομές και προγράμματα, αλλά και για τους ίδιους τους άστεγους. Διότι προκειμένου οι άστεγοι να βρουν δουλειά, χρειάζονται εκπαιδεύσεις, καταρτίσεις αλλά και ψυχολογική ενδυνάμωση. Είναι πολύ σημαντικό η προσέγγιση να γίνεται από εκπαιδευμένους street workers και φορείς, γιατί χρειάζεται η σωστή επικοινωνία και ο σεβασμός προς τον άστεγο και τον χώρο του. Ιδιαίτερα για τους αστέγους που έχουν συγκεκριμένα σημεία στον δρόμο είναι πολύ σημαντικό να σεβαστείς τον χώρο τους, άσχετα αν αυτός είναι μία γωνία ανάμεσα σε δύο πολυκατοικίες στο πεζοδρόμιο».

Η ενημέρωση είναι το κλειδί. Η ενημέρωση των απλών πολιτών και των αστέγων. 

Η κ. Γκοράση εξηγεί ότι οι ενεργοί πολίτες που είναι αρωγοί είναι πολύ σημαντικοί για τις κοινωνικές υπηρεσίες: 

«Ζούμε σε μία ανθρωποκεντρική κοινωνία, όπου ο καθένας περπατάει στον δρόμο και σκέφτεται τα προβλήματά του. Δεν βλέπει τον άνθρωπο που κοιμάται στο δρόμο ή τον βλέπει και πλέον είναι τόσο εξοικειωμένος με αυτήν την εικόνα που δεν τον παρατηρεί. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ευαισθητοποιημένους και ενημερωμένους πολίτες.

Ο απλός πολίτης μπορεί να νιώθει ανασφάλεια να προσεγγίσει έναν άστεγο. Να μην μπορεί να πάει να του μιλήσει ή ακόμα και αν πάει, να μην είναι ικανός να διαχειριστεί αυτό που θα ακούσει. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε αλληλέγγυους και ενεργούς πολίτες, οι οποίοι είναι ενημερωμένοι για τις παροχές που υπάρχουν στην πόλη και στρέφονται στους ειδικούς φορείς, που ξέρουν πώς να προσεγγίσουν και να πλαισιώσουν τον άστεγο».

Πληροφορίες για παροχές αστέγων:

*Υπνωτήριο αστέγων δήμου Θεσσαλονίκης: Ανδρέου Γεωργίου 5, Ώρες λειτουργίας: Καθημερινά 19:00 – 9:00, (Check in 19:00-21:00 / Check out 9:00), Τηλ: 2310 528811

*Ανοιχτό Κέντρο Ημέρας Αστέγων δήμου Θεσσαλονίκης: Μοναστηρίου 62, Ώρες Λειτουργίας: Καθημερινά 9:00 – 17:00, Τηλ: 231331-6611,

Υπηρεσίες: Ψυχο-κοινωνική υποστήριξη, Πρωτοβάθμια υγειονομική φροντίδα, Ατομική φροντίδα & υγιεινή, Διασύνδεση με υπηρεσίες στέγασης, σίτισης, Κοινωνική & εργασιακή επανένταξη, Νομική συνδρομή, Συμβουλευτική Υγεία & πρόνοια

*Κοινωνική Υπηρεσία της Άρσις: Μοναστηρίου 12, Ώρες Λειτουργίας: 9:00 – 17:00, Καθημερινά, Τηλ: 2310534652

*Κέντρο Ημέρας – Υπηρεσίες Βραχείας Φιλοξενίας ΟΚΑΝΑ: Κωστή Παλαμά 7, 24ωρη λειτουργία – 7 μέρες την εβδομάδα, Τηλ: 2310516809

*Ανοιχτό Κέντρο Ημέρας ΟΚΑΝΑ (Μενεμένη): Μοναστηρίου 265, Ώρες λειτουργίας: 08:00 – 16:00, Δευτέρα – Παρασκευή, Τηλ: 2310543496

*Ανοιχτό Κέντρο Ημέρας ΟΚΑΝΑ (Βαρδάρης): Μοναστηρίου 4, Ώρες λειτουργίας: 08:00 -16:00, Δευτέρα – Παρασκευή, Τηλ: 2310566136-137

*Πολυϊατρείο Γιατροί του Κόσμου: Πτολεμαίων 29Α (εντός στοάς), Ώρες λειτουργίας: 8:30 – 16:30, Δευτέρα – Παρασκευή, Τηλ: 2310.56.66.41

*Γιατροί του Κόσμου: Street Work – Βοήθεια στον άστεγο πληθυσμό:  Αν εντοπίσετε άτομο στη Θεσσαλονίκη που διαμένει στον δρόμο ή σε επισφαλείς συνθήκες στέγασης, μπορείτε να καλέσετε στο 2310566641, Δευτέρα με Παρασκευή, 08:00 – 15:00, ή να στείλετε γραπτή ενημέρωση στο [email protected]. Οι Γιατροί του Κόσμου θα προγραμματίσουν παρέμβαση με σκοπό την παροχή πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και την διασύνδεση με το Κοινωνικό Πολυϊατρείο των ΓτΚ στη Θεσσαλονίκη. 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα