Εκεί που πεθαίνουν τα τρένα
Στο νεκροταφείο των τρένων στην άκρη της πόλης. Η ήττα απέναντι στη φθορά του χρόνου επικράτησε χωρίς να δοθεί καμιά μάχη.
Σπασμένα γυαλιά, θολοί καθρέφτες, σκουριά και σαπισμένα ξύλα, δέρματα που ξεθωριάζουν, πατώματα που τρίζουν, λογότυπα του οργανισμού που αλλάζουν όσο σκαρφαλώνεις και πηδάς από βαγόνι σε βαγόνι αποτυπώνοντας με τον τρόπο τους την διαχρονική εξέλιξη του μάρκετινγκ, τυπωμένες λέξεις που αρνήθηκαν να σβηστούν και προδίδουν ότι το πάλαι ποτέ lifestyle του πιο εμβληματικά διαχρονικού μέσου μεταφοράς αγαπούσε μέχρι και τον καπνό των καπνιστών. Εικόνες που σε βάζουν ετσιθελικά στη διαδικασία να φαντάζεσαι την ζωή πάνω στους συρμούς, όταν το τρένο ήταν το δημοφιλέστερο και μαζικότερο μέσο μεταφοράς, προσεγγίζοντας την αστική ζωή από την οπτική της αρτηρίας μέσα από την οποία έρρεαν εντός και εκτός συνόρων, πρόσωπα κουλτούρες και πολιτισμοί .
Μία αχανής έκταση περισσότερων από 1000 στρεμμάτων (από το ύψος των διυλιστηρίων έως την γέφυρα του Γαλλικού), ανάμεσα σε διακλαδώσεις, νεκρές σιδηροδρομικές γραμμές, γυρτά στοιβαγμένα βαγόνια παραδομένα στην άγρια φύση με ταπεραμέντο νταή αλλά και σε μία παράτυπη βιομηχανία αποδεκατισμού των μετάλλων στον βωμό του χάλυβα, εκτείνεται το μεγαλύτερο νεκροταφείο τραίνων στην Ελλάδα, στην περιοχή της Ιωνίας. Στο σημείο που πιθανολογείται (καθώς δεν υπάρχει σαφή εικόνα για το τροχαίο υλικό) πως έχουν αφεθεί παροπλισμένα βαγόνια του ΟΣΕ ακόμα και από το 1960-70, μέχρι και σήμερα κατευθύνονται για να «ταφούν» όσα οχήματα του οργανισμού ολοκληρώνουν τον κύκλο ζωής τους.
Ένας ατελείωτος καμβάς εξάσκησης για τους γκραφιτάδες αλλά και κρυφό σημείο συνάντησης φίλων των σιδηροδρόμων και νοσταλγών του σταθμάρχη, ιδανικό για μνημόσυνα ιστορίας και πάρτι ρετροργασμών.
Η «ψυχή του νεκροταφείου», ο κομβικός κατά το παρελθόν σταθμός των Λαχανόκηπων, ο οποίος παραδομένος στο σήμερα δεν θυμίζει σε τίποτα τις δόξες του παρελθόντος όπως λένε οι κάτοικοι της περιοχής καθώς κάποτε ήταν από τις μεγαλύτερες στάσεις δρομολογίων για γραμμές όπως Θεσσαλονίκη-Αλεξανδρούπολη και Θεσσαλονίκη-Κωνσταντινούπολη.
Στο νεκροταφείο των Λαχανόκηπων υπολογίζεται πως υπάρχουν αυτή την στιγμή περισσότερα από 1000 οχήματα λεηλατημένα ή μη, ανάμεσά τους και ιστορικά βαγόνια-μουσεία πριν από το 1900.
Παλιοί σιδηροδρομικοί, μέχρι και σήμερα κάνουν λόγο για την εγκατάλειψη γνωστών πολωνικών και εγγλέζικων βαγονιών με βεράντες και εστιατόρια που θάφτηκαν κυριολεκτικά στο νεκροταφείο όταν ήρθε η ώρα της απόσυρσής τους και παραδόθηκαν στον χρόνο και στην αδιαφορία των ανθρώπων. Η έκταση είναι αχανέστατη και πολύπλοκη, ενώ είναι χαρακτηριστική η απουσία φύλαξης από πλευράς οργανισμού αλλά και η επισκεψιμότητα του σημείου, κρίνοντας από τα μικρά πατημένα δρομάκια που ανακαλύπτεις συνεχώς ανάμεσα στις ράγες και τα ξερόχορτα .
Ο ρεαλισμός που πηγάζει από τις εικόνες εγκατάλειψης, η ανάγκη του ανθρώπου για φαντασμένες ιστορίες ταξιδιών μετανάστευσης και μίας αίγλης που δεν πρόλαβε να ζήσει, το τρένο που πάντα προκαλούσε συναισθήματα κινηματογραφικά και λογοτεχνικά, η μόδα του βίντατζ και των ρετρολάβερς αλλά και η μαρτυρία της παρακμής, κάνουν το νεκροταφείο των τρένων την πιο απτή μηχανή του χρόνου με την οποία μπορείς να αναμετρηθείς.