Γειτονιές της πόλης: Οικισμός “Πύλη Αξιού”
Ξηροκρήνη. Εξωτική τοποθεσία τόσο κοντά μα τόσο μακριά από το ιστορικό κέντρο της πόλης.
Λέξεις: Κύα Τζήμου, Γιώργος Καρκαλέτσης Εικόνες: Ορχάν Τσολάκ
Θυμάμαι όταν πριν 30 χρόνια έφτασα στη Θεσσαλονίκη φοιτήτρια, οι δυο δωδεκαόροφες επί της οδού Λαγκαδά 58, ήταν για μένα το πιο αναγνωρίσιμο σημείο της πόλης. Οι δίδυμοι πύργοι της πόλης (ο χαρακτηρισμός δεν είναι δικός μου, τους ονόμαζαν κι έτσι οι κάτοικοι, τουλάχιστον μέχρι την 11η Σεπτεμβρίου). Στο ισόγειό τους στεγάζονταν τότε τα ΚΤΕΛ Καβάλας, Σερρών, Δράμας.
Η Λαγκαδά ήταν η είσοδος της πόλης για τους νομούς της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Μαζί με τα ΚΤΕΛ ανθούσαν και 5-6 ψιλικατζίδικα, μπουγατσατζίδικα. Στο σημείο δεν έστρεφες καν το βλέμμα. Επιβίβαση αποβίβαση μια ματιά στο παρκάκι πίσω από τις οικοδομές προς την κατεύθυνση του οικισμού με τις χαμηλότερες εργατικές κατοικίες και μετά όπου φύγει φύγει για το κέντρο, την Παραλία, τον «πολιτισμό». Αυτά μέχρι που τα ΚΤΕΛ μεταφέρθηκαν στον μεγάλο Σταθμό στη Μενεμένη, στα όρια της πόλης. Μετά η κίνηση εκεί έμεινε στον χαρακτηρισμό τοπική.
Ξηροκρήνη. Εξωτική τοποθεσία τόσο κοντά μα τόσο μακριά από το ιστορικό κέντρο της πόλης. Η περιοχή πήρε το όνομα της από την ομώνυμη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, καθώς πρόσφυγες από την Πόλη, τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Ρωμυλία και την Ανατολική Θράκη αποτέλεσαν τους πρώτους κατοίκους της περιοχής μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923-24 αλλά και τα Σεπτεμβριανά του 1955.
Η περιοχή πολεοδομικά ορίζεται βόρεια από τη Λεωφόρο Καλλιθέας, νότια από το οικοδομικό τετράγωνο του κτιρίου του Νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού και την οδό Μοναστηρίου και τέλος από τις οδούς Λαγκαδά, Μιχαήλ Καλού και Δραγουμάνου. Ακόμα πυκνότερα κατοικήθηκε μετά το κύμα αστυφιλίας που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’60 και του ’70. (πηγή: Ένωση Μικρασιατών φοιτητών). Στην περιοχή συναντάς μάντρες και συνεργεία, αντιπροσωπείες αυτοκινήτων, καταστήματα με ανταλλακτικά, οξυγονοκολλήσεις, καταστήματα και φυσικά το μπλοκ των εργατικών κατοικιών.
Ο οικισμός “Πύλης Αξιού” της Ξηροκρήνης, όπως είναι γνωστός, ανήκει στη 2η Δημοτική Κοινότητα, αποτελεί το βορειοδυτικό άκρο του Δήμου Θεσσαλονίκης και διοικητικό του όριο με το Δήμο Αμπελοκήπων.
Είναι κτισμένος στην έκταση μεταξύ των οδών Στ. Δραγουμάνου- Γρ. Κολωνιάρη- Λαγκαδά η οποία είχε καθοριστεί ως χώρος ανέγερσης εργατικών κατοικιών και προ τεσσαρακονταετίας κατασκευάστηκαν 49 συγκροτήματα οικοδομών από τον Ο.Ε.Κ. και οι 4 δωδεκαόροφες πολυκατοικίες στις οδούς Αγ. Πάντων, Παπαδήμα και Λαγκαδά. 40 διαμερίσματα έκαστος, τρία διαμερίσματα σε κάθε όροφο των 110 τ.μ., 140 τ.μ. και 85 τ.μ., εκτός του ημιώροφου, όπου υπήρχαν δύο διαμερίσματα, δυο ασανσέρ, σκάλες κινδύνου, δύο φωταγωγοί σε μία (μία οικοδομή μπορεί να θεωρηθεί αφού παρά το κενό ανάμεσά τους τα θεμέλια είναι κοινά) από τις καλύτερες κατασκευές της εποχής από θέμα δομικής ασφάλειας.
Χαρακτηριστικό είναι ότι μετά τον σεισμό του 78, όταν οι μηχανικοί του δημοσίου έλεγξαν όλα τα κτίρια της πόλης, οι δωδεκαόροφες πήραν την πράσινη βούλα και χαρακτηρίστηκαν ως οι πιο ασφαλείς οικοδομές της πόλης σε μελλοντικό σεισμό.
Ο οικισμός ακολουθεί τους δικούς του ρυθμούς σχεδόν σε όλα τα επίπεδα. Σε όρους διάρθρωσης του κτισμένου περιβάλλοντος, οδικού δικτύου, αρχιτεκτονικής χρήσεων κτιρίων. Συγκεκριμένα αποτελεί μια απ’ τις ελάχιστες περιπτώσεις σχεδιασμένης και όχι άναρχης πολεοδομικής ανάπτυξης στην πόλη.
Επίσης το ποσοστό ελεύθερων χώρων και χώρων πρασίνου που αντιστοιχεί ανά κάτοικο είναι αρκετά υψηλό, πράγμα εντυπωσιακό για δημότες Θεσσαλονίκης. Οι ελεύθεροι χώροι στάθμευσης, τα πλατιά πεζοδρόμια, οι πεζόδρομοι, οι πλατείες τα παρτέρια ανά συγκρότημα δεν αποτελούν διεκδικήσεις για τους κατοίκους του οικισμού καθώς τα διαθέτουν 40 και πλέον χρόνια. Τέλος οι χρήσεις που συναντάμε είναι αμιγούς κοινωνικής κατοικίας και κοινωφελών λειτουργιών.
Η προσωπική ορολογία που χρησιμοποιώ για το δίκτυο κοινωφελών λειτουργιών που διασχίζει τον οικισμό των εργατικών κατοικιών απ’ το ύψος της Λαγκαδά έως τη Γ. Κολωνιάρη και καταλήγει στο Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό, είναι «ζώνη πολιτισμού». Σ’ αυτή τη ζώνη υπάρχουν 2 σχολικά συγκροτήματα, ένας βρεφονηπιακός σταθμός που αποτελεί πρότυπο για τους υπόλοιπους καθώς διαθέτει αυλή πλούσια σε πράσινο, είδος προς εξαφάνιση για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς των αστικών κέντρων.
Επίσης μέσα στα όρια του οικισμού εδρεύουν το Κέντρο Στήριξης Κακοποιημένων Γυναικών και ο Ναός Αγίου Νικολάου. Τέλος απ’ τη κάτω πλευρά του οικισμού συναντά κανείς ένα ακόμη σχολικό συγκρότημα, πλατεία, παιδική χαρά και γήπεδο basket.
Σας ακούγεται ιδανικό; Θα μπορούσε να είναι… και σ’ αυτό το σημείο ξεκινούν τα αν! Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη περιοχή περισώθηκε απ’ του ελληνικό κατασκευαστικό θαύμα που προέκυψε απ’ την αύξηση των συντελεστών δόμησης, με αποτέλεσμα να διαθέτει χώρους και χρήσεις που συνθέτουν ένα όμορφο περιβάλλον, δε παρουσιάζει την εικόνα που θα έπρεπε. Τα κτίρια των εργατικών κατοικιών χρήζουν άμεσης ανακαίνισης και συντήρησης των εξωτερικών τους όψεων.
Πέραν ελάχιστων εξαιρέσεων τα κτίσματα του οικισμού μοιάζουν να είναι παραμελημένα, η κύρια αιτία είναι οικονομικές δυσκολίες και συμπληρωματικά έρχεται η αδιαφορία, άσχημο χαρακτηριστικό των κατοίκων των μεγαλουπόλεων για οτιδήποτε βρίσκεται εκτός των 4 τοίχων του διαμερίσματός μας.
Ακόμη οι πλακόστρωτοι χώροι (κίνησης- διέλευσης-στάσης) καθώς και οι χώροι πρασίνου (χαμηλής βλάστησης κυρίως) πέριξ των οικοδομών, απαιτούν γενική αισθητική αναβάθμιση και βελτίωση. Τέλος το ίδιο ισχύει και για τον αστικό εξοπλισμό, ο οποίος σε αρκετά σημεία είναι ανεπαρκής.
Στην περιοχή, η τελευταία δημόσια παρέμβαση έγινε στο πλαίσιο της 15ης Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Ευρώπης και της Μεσογείου, με θέμα το ερώτημα «Συμβίωση; / Symbiosis?», που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβρη και Νοέμβρη του 2011 στη Θεσσαλονίκη, η ομάδα Carpe Diem (και συγκεκριμένα οι καλλιτέχνες Woozy και Kez) ένταξε στο project δημοσίων τοιχογραφιών- face art που πραγματοποίησε και κτήρια του οικισμού.
Επίσης οι εργατικές κατοικίες ήταν προτεινόμενη περιοχή μελέτης στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό «Θεσσαλονίκη Χ4», του ΥΠΕΚΑ και του Δήμου Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιήθηκε το 2012 και έδωσε κατευθύνσεις σχετικά με τις απαιτήσεις των νέων για τη πόλη τους. Μια από τις μελέτες που αφορούσαν στον οικισμό ήταν αυτή του αρχιτεκτονικού γραφείου TM Architects (στη φωτογραφία η μακέτα της μελέτης τους).
Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι η πόλη μας χαρακτηρίζεται πρωταθλήτρια στην προκύρηξη διαγωνισμών και εκπόνηση μελετών (πράγμα που δεν είναι κακό βέβαια) που ακολούθως ξεχνιούνται και στιβάζονται σε ντουλάπια και συρτάρια (πράγμα που μηδενίζει τις όποιες καλές προθέσεις της εκάστοτε δημοτικής αρχής). Δεδομένων δε και των παρούσων οικονομικών συνθηκών, οποιαδήποτε βελτίωση, παρέμβαση, αναβάθμιση της αισθητικής στη συγκεκριμένη περιοχή θα συνεχίσει να αποτελεί μακρινό όνειρο των κατοίκων της περιοχής.