Έτσι τεκμηριώνεται νομικά ότι τα αρχαία πρέπει να παραμείνουν στο Μετρό

Το νομικό οπλοστάσιο της Κίνησης Πολιτών.

Parallaxi
έτσι-τεκμηριώνεται-νομικά-ότι-τα-αρχα-526234
Parallaxi

Η νομική τεκμηρίωση της Κίνησης Πολιτών για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος, το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον έχουν αναχθεί σε αυτοτελώς προστατευόμενα αγαθά προκειμένου να εξασφαλιστεί στα όρια της Χώρας αφενός η οικολογική ισορροπία και η διαφύλαξη των φυσικών πόρων προς χάριν και των επόμενων γενεών και αφετέρου η διάσωση και προστασία των μνημείων και άλλων στοιχείων προερχόμενων από την ανθρώπινη δραστηριότητα που συνθέτουν την ιστορική, καλλιτεχνική, τεχνολογική και γενικώς την πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας και συμβάλλουν στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης. Η ύπαρξη βασικών έργων υποδομής, πρέπει να συμπορεύεται προς την υποχρέωση της Πολιτείας να μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται βιώσιμη ανάπτυξη, στην οποία απέβλεψε ο συντακτικός νομοθέτης. Ειδικότερα, ως προς τα στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς, από τις συνταγματικές αυτές διατάξεις συνάγεται ότι δεν επιτρέπονται επεμβάσεις, οι οποίες συνεπάγονται την καταστροφή, την αλλοίωση ή την με οποιονδήποτε τρόπο υποβάθμισή τους, και ότι καταρχήν επιβάλλεται να διατηρούνται τα στοιχεία αυτά, αναλόγως και προς το είδος και τον χαρακτήρα τους, στον τόπο στον οποίο βρίσκονται.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες επιβάλλεται η επίτευξη της ασφαλούς λειτουργίας έργου υποδομής, που ικανοποιεί ζωτικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, είναι δυνατό να επιτρέπονται τέτοιες επεμβάσεις στο μέτρο που καθίστανται απολύτως αναγκαίες για τους παραπάνω σκοπούς, ύστερα από στάθμιση της αξίας του μνημείου ως στοιχείου της πολιτιστικής κληρονομιάς, της σημασίας του επιδιωκόμενου σκοπού και της αναγκαιότητας να εκτελεστεί το έργο, εφόσον διαπιστωθεί, με βάση εμπεριστατωμένη έρευνα, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, με την οποία θα ήταν δυνατό να αποτραπεί η βλάβη του μνημείου.

Από τα άρθρα 1 και 5 της σύμβασης της Γρανάδας για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2039/1992 (Α΄61), δεν είναι καταρχήν επιτρεπτή η μετακίνηση και, κατά μείζονα λόγο, η καταστροφή κάθε κατασκευής, η οποία είναι ιδιαιτέρως σημαντική για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού ενδιαφέροντός της, εκτός αν επιτακτικοί λόγοι προστασίας του ίδιου του μνημείου επιβάλλουν την μετακίνησή του.

Ωστόσο, δεν αποκλείονται, κατά την έννοια των άρθρων αυτών της Σύμβασης, επεμβάσεις και στα προστατευόμενα μνημεία, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, προκειμένου να πραγματοποιηθούν μείζονα έργα, ιδιαιτέρως σημαντικά και αναγκαία για την ικανοποίηση ζωτικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, δεδομένου ότι η παρεμπόδιση τέτοιων έργων προδήλως δεν περιλαμβάνεται στη βούληση των συμβαλλόμενων μερών. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3378/2005 (Α΄203) και τέθηκε σε ισχύ ως προς την Ελλάδα την 11.1.2007, προβλέπει την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς ως πηγής της ευρωπαϊκής συλλογικής μνήμης και ως μέσου για την ιστορική και επιστημονική μελέτη. Στο πλαίσιο αυτό θεωρούνται ως στοιχεία της αρχαιολογικής κληρονομιάς όλα τα κατάλοιπα και αντικείμενα καθώς και άλλα ίχνη ανθρώπινης υπάρξεως από το παρελθόν, των οποίων συγχρόνως: i) η διαφύλαξη και η μελέτη επιτρέπει την ανάπλαση της ιστορίας των ανθρώπου και της σχέσεώς του με το φυσικό περιβάλλον, ii) οι κύριες πηγές πληροφορίας είναι οι ανασκαφές, οι ανακαλύψεις αλλά και κάθε άλλη μέθοδος έρευνας του ανθρώπινου γένους και του περιβάλλοντος του, και iii) η θέση εντοπίζεται σε οποιαδήποτε περιοχή εμπίπτει στην δικαιοδοσία των Συμβαλλομένων. Στην αρχαιολογική κληρονομιά περιλαμβάνονται κατασκευές, οικοδομήματα, αρχιτεκτονικά σύνολα, οργανωμένοι χώροι και τόποι, κινητά αντικείμενα, μνημεία πάσης φύσεως μαζί με το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται, είτε αυτά βρίσκονται στη γη είτε μέσα στο νερό.

Κάθε συμβαλλόμενος μέρος της ως άνω Ευρωπαϊκής Σύμβασης αναλαμβάνει την υποχρέωση να θεσμοθετήσει, με τα κατάλληλα για κάθε κράτος μέσα, ένα νομικό καθεστώς προστασίας της αρχαιολογικής κληρονομιάς, το οποίο να προβλέπει μεταξύ των άλλων εφαρμογή διαδικασιών ούτως ώστε να αποτρέπεται κάθε παράνομη ανασκαφή ή μετακίνηση στοιχείων της αρχαιολογικής κληρονομιάς.

Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, επίσης, αναλαμβάνει την υποχρέωση να λάβει μέτρα για τη φυσική προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς προβλέποντας, ανάλογα με τις περιστάσεις τη συντήρηση και τη διατήρηση της αρχαιολογικής κληρονομιάς κατά προτίμηση στη θέση εύρεσης και αναλαμβάνει την υποχρέωση να προβλέπει τη διατήρηση στη θέση εύρεσης, όπου είναι εφικτό, στοιχείων της αρχαιολογικής κληρονομιάς, όταν αυτά ανευρίσκονται κατά τη διάρκεια αναπτυξιακών έργων.

Η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος οργανώνεται και εξειδικεύεται, σε εναρμόνιση προς τις προπαρατεθείσες διατάξεις του Συντάγματος και των διεθνών συνθηκών, με τις διατάξεις του ν. 3028/2002 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (Α΄153). Ειδικότερα, στο άρθρο 42 του ανωτέρω ν. 3028/2002 ορίζεται ότι «1. Απαγορεύεται η μεταφορά ακινήτου μνημείου ή τμήματός του χωρίς άδεια του Υπουργού Πολιτισμού, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, εφόσον διασφαλίζονται οι απαραίτητες εγγυήσεις για τη μεταφορά και την επανατοποθέτησή του σε κατάλληλο μέρος. Προκειμένου για μνημεία ιδιαίτερης σημασίας, που χαρακτηρίζονται με απόφαση του Υπουργού μετά από γνώμη του Συμβουλίου, η άδεια μπορεί να χορηγηθεί κατ` εξαίρεση εάν κριθεί ότι η μετακίνησή τους είναι απολύτως αναγκαία για να διασωθούν από κίνδυνο εξαιτίας φυσικών φαινομένων ή λόγω εκτέλεσης μεγάλων τεχνικών έργων τα οποία είναι απαραίτητα για την εθνική άμυνα ή έχουν μείζονα σημασία για την εθνική οικονομία και ικανοποιούν ζωτικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου. Η μετακίνηση μνημείου λόγω τεχνικού έργου εξετάζεται μόνο όταν μετά από σχετικό επιστημονικό έλεγχο αποκλείεται κάθε δυνατότητα διατήρησής του στο περιβάλλον του.

ΑΠΟΦΑΣΗ 2611/2016 ΣτΕ

Με την υπ’ αριθμ. 2611/2016 απόφαση του ΣτΕ απορρίφθηκε αίτηση ακύρωσης του Δήμου Θεσσαλονίκης, διότι το Δικαστήριο έκρινε την υπόθεση βάσει των τότε δεδομένων του έτους 2014, που είχε προσκομίσει το Υπουργείο Πολιτισμού και ιδίως βάσει των τότε δεδομένων του 2014, που είχε προσκομίσει η Αττικό Μετρό. Σύμφωνα με την τότε μελέτη της Αττικό Μετρό «Διερεύνηση εναλλακτικών προτάσεων για το σταθμό Βενιζέλου λόγω των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν κατά την κατασκευή του», εξετάσθηκαν τα ζητήματα τα οποία αφορούσαν I) την κατάργηση του σταθμού, II) τη μετατόπιση του σταθμού σε άλλη θέση, III) τη διατήρηση των αρχαιοτήτων κατά χώραν (in situ) και την κατασκευή του σταθμού.

Απορρίφθηκαν και οι τρεις ως άνω εναλλακτικές λύσεις ως ασύμφορες, ιδίως δε η διατήρηση των αρχαιοτήτων κατά χώραν (in situ) και η κατασκευή του σταθμού, διότι τότε η Αττικό Μετρό στην προσπάθεια να ματαιωθεί η λύση αυτή είχε προβάλει με τη μελέτη της επιχειρήματα, αβάσιμα όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, ότι δήθεν για τη λύση αυτή θα απαιτούντο κατεδαφίσεις τριών πολυκατοικιών στην βόρεια πλευρά του σταθμού και άλλων τριών πιθανόν στη νότια. Σύμφωνα με την μελέτη αυτή, η όλη διαδικασία συνεπαγόταν μία χρονική διάρκεια γύρω στα 13 χρόνια, δηλαδή, πέντε έτη για την όλη διαδικασία απαλλοτρίωσης και ολοκλήρωσής της, ένα έτος για την καθαίρεση των κτηρίων και την παράκαμψη των δικτύων, τέσσερα έτη για τους νέους διαφραγματικούς τοίχους και τις υποθεμελιώσεις και τρία έτη για την εκσκαφή-κατασκευή υπόγειων και υπέργειων χώρων χωρίς να υπολογιστεί και ο χρόνος που θα απαιτείτο για τις αρχαιολογικές ανασκαφές στα προς απαλλοτρίωση γήπεδα και άλλες τυχόν νομικές εμπλοκές, όπως, επίσης και υποτιθέμενη επιβάρυνση του κόστους κατά 63 εκατομμύρια περίπου.

Έτσι απέμεινε ως λύση η απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων για τη κατασκευή του Σταθμού. Συμπεράσματα: Ι. Η υπόθεση συζητήθηκε με τα δεδομένα που τότε είχαν παρουσιαστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού και την Αττικό Μετρό Α.Ε. ΙΙ. Τα δεδομένα, όμως, άλλαξαν άρδην μεταγενέστερα, αφού αποδείχτηκε ότι είναι τεχνικά εφικτή η διατήρηση των αρχαιοτήτων κατά χώραν (in situ) και η κατασκευή του σταθμού και ουδόλως ισχύουν όσα είχε υποστηρίξει το 2014 με τη μελέτη της η Αττικό Μετρό και είχαν υιοθετηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού. Ως εκ τούτου εκδόθηκαν μετά από γνωμοδοτήσεις του ΚΑΣ και εισηγήσεις της Αττικό Μετρό, οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις και ειδικότερα, η από 6-10-2015 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Αριστείδη Μπαλτά, σύμφωνα με την οποία εγκρίθηκε η πρόταση του Δήμου Θεσσαλονίκης για την κατά χώρα διατήρηση των αρχαιοτήτων στην περιοχή του σταθμού «Βενιζέλου» στο πλαίσιο κατασκευής του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια η από 10-2-2017 απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λυδίας Κονιόρδου, με την οποία εγκρίθηκε η μελέτη κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου με κατά χώρα διατήρηση και ανάδειξη των αρχαιοτήτων. Κατά της πρώτης απόφασης (Μπαλτά) έξι φορείς της πόλης (ΤΕΕ/ΤΜ ΚΜ, Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης) και δύο φυσικά πρόσωπα άσκησαν αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ΣτΕ, από την οποία, όμως, στη συνέχεια παραιτήθηκαν και συνεπώς ουδέποτε εκδικάστηκε στο ΣτΕ, αφού προηγουμένως πείστηκαν ότι είναι και τεχνικά εφικτή και η πλέον ωφελιμότερη τόσο για τα αρχαία, όσο και για την ταχύτητα εξέλιξης του έργου η διατήρηση των αρχαιοτήτων κατά χώραν (in situ) και η κατασκευή του σταθμού.

ΙΙΙ. Κατά συνέπεια και δεδομένου ότι, όπως προέκυψε είναι τεχνικά εφικτή η κατασκευή του σταθμού, η Αττικό Μετρό με την υπ’ αριθμ. 1389(α)/29-6-2017 απόφασή της είχε εγκρίνει την εκπόνηση από τον Ανάδοχο των αναγκαίων Οριστικών Μελετών Επιπέδου 1 (στατικές, αρχιτεκτονικές) για τη κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου με κατά χώρα διατήρηση των αρχαιοτήτων. Εν συνεχεία με την υπ’ αριθμ. 1400(β)/16-10-2017 απόφασή της είχε εγκρίνει την εκπόνηση από τον Ανάδοχο της αναγκαίας Οριστικής Μελέτης Επιπέδου 1 (Η/Μ εγκαταστάσεων) καθώς, επίσης, την εκπόνηση όλων των αναγκαίων μελετών για το σύνολο των προπαρασκευαστικών εργασιών. Και με την υπ’ αριθμ. 1437(α)/29-8-2019 απόφασή της για τις Οριστικές Μελέτες επιπέδου 1 (στατικές, αρχιτεκτονικές και ηλεκτρομηχανολογικές) για την διάνοιξη της σήραγγας εγκρίθηκε η καταβολή πληρωμής 829.918.65 ευρώ και συνεπώς οι Οριστικές Μελέτες επιπέδου 1 (στατικές – αρχιτεκτονικές – ηλεκτρομηχανολογικές), που καθορίζουν μεταξύ άλλων τον τρόπο που θα γίνει η σήραγγα κάτω από τα αρχαία, υπάρχουν και έχουν γίνει αποδεκτές, ενώ και για την εκπόνηση μελετών παράκαμψης δικτύων και προκαταρκτικών εργασιών διαμόρφωσης εργοταξιακών χώρων εγκρίθηκε η καταβολή πληρωμής 528.602,70 ευρώ.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα