Θεσσαλονίκη

Η ατυχία να είσαι παγκόσμιο μνημείο στη Θεσσαλονίκη

Πόσο πιο άσχημα μπορεί να φερθεί μια πόλη στα μνημεία της; Πόσο μεγαλύτερη εγκατάλειψη μπορούν να γνωρίσουν;

Parallaxi
η-ατυχία-να-είσαι-παγκόσμιο-μνημείο-στ-935896
Parallaxi

Τα Βυζαντινά τείχη της Θεσσαλονίκης έχουν σήμερα μήκος περίπου 4 χιλιομέτρων, αλλά η αρχική περίμετρος που κάλυπταν ήταν 8 χιλιόμετρα και το ύψος τους ήταν 10-12 μέτρα. Το τείχος για πολλούς αιώνες περιέβαλλε την πόλη, περιλαμβάνοντας στη νοτιοδυτική πλευρά προς το Θερμαϊκό κόλπο παραθαλάσσια τείχη, τα οποία όμως σήμερα δεν υπάρχουν. Στη βορειοανατολική πλευρά ανεβαίνει προς τα υψώματα, περιλαμβάνοντας ακρόπολη, μέσα στην οποία βρίσκεται και το αμυντικό σύμπλεγμα του Επταπυργίου.

Βυζαντινά επάλληλα πλίνθινα τόξα (9ος-10ος αιώνας μ.Χ.), Δυτικό Τείχος, Οδός Κλαυδιανού, Θεσσαλονίκη Στο δυτικό και ανατολικό τείχος υπάρχουν τριγωνικοί πρόβολοι, ενώ στα πιο ψηλά σημεία και ιδίως στο τμήμα που χωρίζει την ακρόπολη από την πόλη υπάρχουν ορθογώνιοι πύργοι. Το χτίσιμο τους περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες σειρές τούβλων και πετρωμάτων διακοσμημένες με χριστιανικά (σταυρούς) και αρχαιοελληνικά σύμβολα (απεικονίσεις του ήλιου, ρόμβους). Επίσης, στο δυτικό τμήμα, στην οδό Κλαυδιανού υπάρχουν πολλά επάλληλα πλίνθινα τόξα.

Εικονα: Γεώργιος Γκουτσίδης

Στα τείχη υπάρχουν σήμερα περίπου 50 πύργοι. Μεταξύ αυτών οι κυριότεροι, βυζαντινής περιόδου, είναι: στα δυτικά ο Πύργος του Κλαυδιανού, στα νότια ο Πύργος του Αναγλύφου, στα ανατολικά ο Πύργος του Ορμίσδα (5ος μ.Χ. αιώνας) και στα βόρεια τείχη ο Πύργος του Ανδρόνικου Λαπαρδά και ο Πύργος του Μανουήλ Παλαιολόγου. Επίσης, κατά την οθωμανική περίοδο κατασκευάζονται κυλινδρικού σχήματος πύργοι όπως στο νοτιοανατολικό άκρο ο Λευκός Πύργος και στο βορειοανατολικό άκρο ο Πύργος της Αλύσεως ή Πύργος του Τριγωνίου (15ος αι.) και στο νοτιοδυτικό άκρο των τειχών στο Φρούριο Βαρδαρίου ο πολυγωνικός Πύργος του Τοπ Χανέ.Παρόμοιας τεχνοτροπίας είναι και τα βυζαντινά τείχη που σώζονται στην Κωνσταντινούπολη.

Η Θεσσαλονίκη, όπως προκύπτει από ιστορικές μαρτυρίες, περιτειχίστηκε αμέσως μετά την ίδρυσή της από το βασιλιά της Μακεδονίας Κάσσανδρο, το 315 π.Χ. Ο βασιλιάς Αντίγονος διάλεξε τη Θεσσαλονίκη ως τον πιο ασφαλή τόπο για να αντιμετωπίσει τον επιδρομέα βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο (285 π.Χ.). Αργότερα, το 279 π.Χ., έξω από τα τείχη της πόλης συντρίφτηκε φοβερή επίθεση Κελτών επιδρομέων. Μάλιστα, στη μάχη αυτή, σκοτώθηκε και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Πτολεμαίος ο Κεραυνός, υπερασπιζόμενος τη Θεσσαλονίκη.

Τα τείχη έσωσαν τη Θεσσαλονίκη τον 1ο π.Χ. αιώνα, όταν βάρβαρα Θρακικά φύλα πολιόρκησαν την πόλη, σύμφωνα με μαρτυρίες του Ρωμαίου ρήτορα Κικέρωνα, που το 58 π.Χ. βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη εξόριστος από τη Ρώμη. Για να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος εκείνος, αναγκάσθηκαν οι Θεσσαλονικείς να κατασκευάσουν γρήγορα διάφορα οχυρωματικά έργα στην Ακρόπολη της σημερινής Άνω Πόλης και να επισκευάσουν σε πολλά τμήματα τα τείχη. Τα ασφαλή τείχη της πόλης έκαναν επίσης τους οπαδούς του Πομπήιου και άλλους συγκλητικούς, στην εποχή του εμφύλιου πολέμου των Ρωμαίων (49-48 π.Χ.), να καταφύγουν για προστασία στην πόλη που ήταν φύσει και τέχνη οχυρή.

Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο δεν έγιναν σοβαρά έργα στα τείχη της πόλης παρά μόνο συμπληρώσεις και συντηρήσεις των τειχών της Ελληνιστικής περιόδου. Ίσως μόνο γύρω στη Χρυσή Πύλη (σημερινή πλατεία Δημοκρατίας) να ανασκευάσθηκε το τείχος, καθώς το 42 π.Χ. τοποθετήθηκε εκεί τιμητική αψίδα για την υποδοχή των νικητών της μάχης των Φιλίππων Αντωνίου και Οκταβίου. Παρόμοιες επεμβάσεις έγιναν, στον ίδιο χώρο, τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ενώ στα ανατολικά τείχη, στην περιοχή Κάμπος (Campos), πιστεύεται πως ο καίσαρας Γαλέριος διεύρυνε τον περιτειχισμένο χώρο της πόλης, για να δημιουργήσει το μεγάλο κτιριακό συγκρότημα των ανακτόρων του (αρχές 4ου μ.Χ. αιώνα).

Οι οχυρώσεις της Θεσσαλονίκης συμπληρώθηκαν αργότερα με σοβαρά έργα, κυρίως στο παραθαλάσσιο τμήμα, την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, όταν αυτός έκανε την πόλη βάση πολεμική κατά του γαμπρού του Λικιννίου (324 μ.Χ.). Τον ίδιο αιώνα επισκευάστηκαν τα τείχη της Θεσσαλονίκης με εντολή του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη, για να αντιμετωπισθούν οι κίνδυνοι από τις συχνές επιδρομές των βαρβάρων.

Τα κυριότερα όμως οχυρωματικά έργα στη Θεσσαλονίκη έγιναν επί αυτοκράτορα Μ. Θεοδοσίου (379-395 μ.Χ.). Για μία ακόμη φορά τότε, η Θεσσαλονίκη έγινε προσωρινή έδρα του αυτοκράτορα, γιατί προσφερόταν γεωγραφικά και επιχειρησιακά στον πόλεμο κατά των επιδρομέων Γότθων. Επιγραφή που σώζεται στα ανατολικά τείχη αναφέρεται στη δραστηριότητα αυτή του Θεοδοσίου, ο οποίος ανάθεσε όλο το έργο στον ειδικό για οχυρώσεις πόλεων Πέρση Ορμίσδα: “….τείχεσιν αρρήκτοις Ορμίσδας εξετέλεσε την δε πόλι(ν)….”

Αξιόλογες εργασίες στα τείχη της Θεσσαλονίκης έγιναν και επί βυζαντινών αυτοκρατόρων Ζήνωνα (474-491), Αναστασίου Α΄ (491-518) και Λέοντα του Σοφού (886-912). Μετά την άλωση της πόλης από τους Σαρακηνούς Άραβες, το 904, που μπήκαν στη Θεσσαλονίκη από τα χαμηλά παραθαλάσσια τέιχη της, επί Ρωμανού Λεκαπηνού (919-945), υψώθηκαν τα τείχη της θάλασσας και η πόλη έγινε πιο ασφαλής.

Όταν ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος (976-1025) έκανε τη Θεσσαλονίκη βάση στους πολέμους του κατά των Βουλγάρων, πραγματοποίησε πολλές συμπληρώσεις και επισκευές στα τείχη της πόλης. Ένα όμως τμήμα των ανατολικών τειχών, συνέχιζε να μένει σχετικά αδύναμο, παρόλο ότι στο σημείο αυτό χτυπούσαν οι επιδρομείς που έφταναν από τη θάλασσα. Αυτή την αδυναμία εκμεταλλεύτηκαν οι Νορμανδοί, για να μπουν στη Θεσσαλονίκη το 1185.

Γύρω στα 1230-1232 έγιναν νέες εργασίες στα βόρεια τείχη, στην Ακρόπολη. Τότε κτίζεται ο γνωστός πύργος του όπου υπάρχει η επιγραφή: “Σθέν(ε)ι Μανουήλ του κρατίστου δεσπότου Ήγειρε τόνδε πύργον (αυ). (σύν) τω τειχίω Γεώργιος δουξ απόκαυκος εκ βάθρων Σθέν(ει) Μανουήλ του κρατίστου (δεσπότου)”.

Αργότερα, το 14ο αιώνα, καθώς η πόλη απειλείται από τους Καταλανούς, τους Σέρβους και τους Τούρκους, συμπληρώνονται τα παραθαλάσσια τείχη από το στρατιωτικό “λογοθέτη” της πόλης Υαλέο (1316), ενώ η λαϊκή κυβέρνηση των Ζηλωτών (1342-1349) φρόντισε και αυτή για την οχύρωση της πόλης.

Με την πτώση των Ζηλωτών, έρχεται στη Θεσσαλονίκη η αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα, που επιμελείται την κατασκευή νέων οχυρωματικών έργων στα ανατολικά τείχη ανοίγοντας και δύο νέες πύλες προς την Ακρόπολη. Στην πύλη που βρίσκεται κοντά στον πύργο του Τριγωνίου (ή της Αλύσεως) υπάρχει η επιγραφή: “Ανηγέρθη η παρούσα πύλη ορισμώ της κραταιάς και αγίας ημών κυρίας και δεσποίνης κυράς Άννης της Παλαιολογίνης υπηρετήσαντος καστροφύλακος Ιωάννου Χαμαετού… τω ςωξγ ινδικτιώνος Θ.” (=1355).

Κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας στην πόλη (1423-1430), έγιναν προσπάθειες για να ενισχυθεί η άμυνα της Θεσσαλονίκης με την εκτέλεση νέων έργων στα τείχη, καθώς οι Τούρκοι στένευαν τον αποκλεισμό της πόλης. Στην εποχή αυτή, κατά μία άποψη, ανάγονται οι δύο πύργοι που σώζονται στην πόλη σήμερα, ο Λευκός Πύργος κοντά στη θάλασσα και ο πύργος του Τριγωνίου στην Άνω Πόλη. Παρόμοιοι πύργοι, πιο μικροί σε μέγεθος, υπήρχαν κατά τη βυζαντινή περίοδο σε όλη την περίμετρο των τειχών. Οι πύργοι αυτοί, που ονομάζονταν πρόβολοι, με σχήμα κάτοψης τετράγωνο, πολύγωνο, κυκλικό ή ημικυκλικό, έφταναν τους 70 όταν υπήρχαν όλα τα τείχη της πόλης. ]

Τα τείχη της Θεσσαλονίκης σχημάτιζαν ένα τετράπλευρο με δύο κάθετες προς τη θάλασσα πλευρές (ανατολικό και δυτικό τείχος) και δύο παράλληλες (παραθαλάσσιο τείχος και τείχος της Ακρόπολης, στο λόφο). Είχαν ύψος, κατά μέσο όρο, 10-12 μ. και ανάπτυγμα 8 περίπου χιλιόμετρα. Στο μεγαλύτερο μέρος τους υπήρχε, προς τα έξω, ένα άλλο τείχος, το έξω τείχος, ή έξω διατείχισμα, ή περίτειχον ή προτείχισμα, όπως το ονόμαζαν οι βυζαντινοί. Τα δύο τείχη είχαν σκοπό να δημιουργούν γραμμές άμυνας κατά των επιδρομέων, ενώ έξω από αυτά, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, υπήρχε μία τάφρος που γέμιζε με θαλασσινό νερό και είχε ξύλινες γέφυρες που καταστρέφονταν κατά τις εμπόλεμες περιόδους.

Τα τείχη, με φάρδος 10 περίπου πήχεις (4,60 μ.), είναι κατασκευασμένα με πέτρες και τούβλα -“ζωνάρια”- κάθε 2-3 μ., που πολλές φορές γίνονται και τόξα. Κοντά στις πύλες η κατασκευή των τειχών ήταν πιο επιμελημένη και χρησιμοποιούνταν πέτρινα και μαρμάρινα αγκωνάρια ή οπτοπλινθοδομές. Ακόμα, σε πολλά σημεία εντοιχίζονταν σπασμένα αγάλματα και αρχιτεκτονικά μέλη από ελληνικά κτίσματα, βωμούς και επιτύμβιες στήλες.

Γνωστές πύλες των τειχών της Θεσσαλονίκης ήταν: η πύλη της Ρώμης (κοντά στο Λευκό Πύργο), η Κασσανδρεωτική πύλη (στη σημερινή πλατεία Συντριβανίου), η Ληταία πύλη (στο δυτικό άκρο της οδού Αγίου Δημητρίου), η Ψευδόχρυση ή Νέα Χρυσή πύλη (στο ανατολικό άκρο της οδού Αγίου Δημητρίου), η Χρυσή πύλη (στη σημερινή πλατεία Δημοκρατίας ή Βαρδαρίου), η πύλη του Γιαλού (κοντά στη θάλασσα). Ακόμα γνωστή πύλη ήταν και αυτή της Άννας Παλαιολογίνας, που σώζεται και σήμερα στην Άνω Πόλη, κοντά στον πύργο του Τριγωνίου.

Πάνω στην Ακρόπολη, όπου στρατοπέδευε η φρουρά της πόλης, υπήρχαν 14 μικρές πύλες που λέγονταν παραπύλια ή παραπόρτια και χρησίμευαν για στρατιωτικούς -κύρια- λόγους. Παρόμοιες μικρές πύλες υπήρχαν και στο παραθαλάσσιο τείχος.

Μέχρι το 1869 η Θεσσαλονίκη περιβαλλόταν από τα βυζαντινά της τείχη. Αμέσως μετά ένα μεγάλο τμήμα των τειχών κατεδαφίστηκε από τους Τούρκους στην προσπάθειά τους να εξωραΐσουν την πόλη

Σήμερα αποτελούν ιδιαίτερο και αξιόλογο μνημείο της Θεσσαλονίκης καθώς και ένα εκ των τοποσήμων αυτής, ενώ έχουν χαρακτηριστεί επίσημα ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτισμικής Κληρονομιάς από την ΟΥΝΕΣΚΟ.

Τα Δυτικά Τείχη είναι συνυφασμένα με την ιστορία της πόλης, καθώς παρουσιάζουν εμφανή απομεινάρια διαφορετικών ιστορικών περιόδων, πολιτισμών και θρησκειών. Διανύοντάς τα βήμα προς βήμα, θα έχουμε την ευκαιρία να ανακαλύψουμε τα επιμέρους τμήματα των τειχών –να αναγνωρίσουμε τα τμήματα ενός διασωθέντα πύργου, να ανακαλύψουμε δύο σημαντικές πύλες σε στρατηγικά σημεία-αρτηρίες στον άξονα της πόλης κ.ά– αλλά και να δουμε τη συνύπαρξή τους με τα εναπομείναντα προσφυγικά οικήματα επί αυτών και τη σύνδεσή τους με άλλα δείγματα βυζαντινής αρχιτεκτονικής, όπως τους ναούς της Αγίας Αικατερίνης και των Αγίων Αποστόλων. Πρόκειται για μια διαδρομή στον χρόνο και την ιστορία της εξέλιξης της ζωής και της αρχιτεκτονικής της πόλης, που ξεδιπλώνεται κατα μήκος των Τειχών.

Στόχος της διαδρομής είναι να γνωρίσουν οι επισκέπτες την οχύρωση-οριοθέτηση στα δυτικά της πόλης, όπως αυτή δομήθηκε από τη ρωμαϊκή εποχή μέχρι και σήμερα, καθώς και να ιχνηλατήσουν τα πέριξ των τειχών. Παράλληλα, να αντιληφθούν τη θέση των Δυτικών Τειχών μέσα στον σύγχρονο πολεοδομικό ιστό και τη σχέση τους με σύγχρονα τοπωνύμια: από πού ξεκινούσε και που τελείωνε η οχύρωση της πόλης, ποια μέρη από όσα διασχίζουμε καθημερινά βρίσκονταν άλλοτε εντός ή εκτός των τειχών.

Αυτή είναι η Ιστορία. Το σήμερα;

Ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της πόλης, το κομμάτι του Δυτικού της τείχους που εκτείνεται από την Πλατεία Δημοκρατίας μέχρι τη Φράγκων και την Πύλη Αξιού μοιάζει σήμερα σε απόλυτη εγκατάλειψη.

Παρκαρισμένα αυτοκίνητα, μουτζουρωμένα σημεία, σκουπιδότοπος παντού, δημόσια ουρητήρια, υπαίθριοι κοιτώνες αστέγων που αφήνουν εδώ τη μέρα τα πράγματα τους, απόλυτη αδιαφορία.

Ένας μαγικός τόπος που θα μπορούσε να είναι πεζοδρομημένος και μοναδική τουριστική ατραξιόν βουλιάζει στην εγκατάλειψη, την παρακμή, το σκοτάδι τις νύχτες. Με κλειστά όλα τα γειτονικά καταστήματα στην οδό Κωστή Μοσκώφ, μισογκρεμισμένα παλιά βιοτεχνικά και αστικά κτίρια, θλίψη.

Για το δήμο Θεσσαλονίκης αυτή η ένδοξη γωνιά της πόλης μοιάζει εντελώς άγνωστη. Εκτός κάθε λογικής και κάθε σχεδιασμού. Κάθε ενδιαφέροντος.

Ιχνηλατώντας την πέριξ των Δυτικών Τειχών Θεσσαλονίκη

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα