Η δολοφονία του Βασιλιά Γεώργιου από τον Αλέξανδρο Σχινά

Το πρώτο γεγονός που συγκλόνισε την Θεσσαλονίκη μετά την απελευθέρωση.

Στάθης Τσιράς
η-δολοφονία-του-βασιλιά-γεώργιου-από-τ-1072350
Στάθης Τσιράς

Στις 29 Οκτωβρίου 1912, με το παλιό ημερολόγιο, ο Βασιλιάς των Ελλήνων Γεώργιος Α’ μπήκε θριαμβευτικά στην Θεσσαλονίκη. Τον συνόδευε, έφιππος ,ο γιος του – διάδοχος και αρχιστράτηγος – Κωνσταντίνος. Ο Ελληνικός Στρατός είχε μόλις εισέλθει, πριν τρεις ημέρες, στην πόλη.  Ο Γεώργιος ήταν εξήντα επτά ετών και κυβερνούσε την χώρα για σχεδόν πενήντα χρόνια, ο μακροβιότερος μονάρχης της. Σύμφωνα με τον Δανό βιογράφο του, Walter Christmas, θα παρέδιδε το θρόνο στον Κωνσταντίνο κατά το χρυσό του Ιωβηλαίο, την πεντηκοστή επέτειο της ενθρόνισης του, τον Ιούνιο του 1913. Ο Christmas αναφέρει ότι αυτό το είχε πει ενώπιον του πρίγκιπά Νικολάου που είχε διορίσει Διοικητή της πόλης. Δεν ξέρουμε αν ο Κωνσταντίνος το ήξερε.

Η τελετή θα γινόταν στη Θεσσαλονίκη και θα σφράγιζε τον ελληνικό χαρακτήρα της πολυεθνικής – τότε – πόλης. Για να καταλάβουμε την σημασία της Θεσσαλονίκης αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την απογραφή, που έκανε ο πολίτικός Διοικητής της Πόλης Κωνσταντίνος Ρακτιβάν τον Απρίλιο του 1913, πόλη είχε τότε 157.889 κατοίκους ενώ η Αθήνα είχε 150.000, το Βελιγράδι 100.000 και η Σόφια μόλις 70.000. Από αυτές τις εκατό πενήντα επτά χιλιάδες μόνο σχεδόν 39.956 δήλωναν Έλληνες ενώ οι Ισραηλίτες ήταν 61.439.

Ο πόλεμος εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συνεχιζόταν και πήγαινε περίφημα για την συμμαχία των βαλκανικών εθνών. Στις αρχές Νοεμβρίου οι Βούλγαροι θα νικούσαν στο Λουλέ Μπουργκάς της Θράκης και προέλαυναν προς την Τσατάλτζα ενώ οι Σέρβοι νικούσαν στο Πρίλεπ και προχωρούσαν νότια προς το Μοναστήρι. Την ίδια στιγμή όπου ο Ελληνικός Στόλος απέκλειε τα Δαρδανέλια και στερούσε κάθε ελπίδα ενισχύσεων στις οθωμανικές δυνάμεις δυτικά της Κωνσταντινούπολης. Οι προστριβές όμως με τους Βούλγαρους που είχαν σηκώσει το κύριο βάρος της αντίστασης των Οθωμανών ήταν στην καθημερινή ατζέντα καθώς ήδη από την επόμενη της εισόδου του Ελληνικού Στρατού στην Θεσσαλονίκη, ένα βουλγαρικό σύνταγμα, με σχεδόν χίλιους πεντακόσιους άντρες, είχε μπει και  είχε στρατοπεδεύσει σε καμιά δεκαριά κτίρια στην πόλη.

Κατά τα άλλα , αν κρίνουμε από τα φύλλα της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ εκείνης της περιόδου, η ζωή στην πόλη κυλούσε περίφημα. Ενθουσιασμένοι οι Ισραηλίτες από την νέα Διοίκηση της πόλης μας πληροφορεί στο πρωτοσέλιδο της Κυριακάτικης έκδοσης της 28ης Νοεμβρίου 1912 ενώ υπάρχει και επιστολή του Μητροπολίτη Γεννάδιου προς τον πρόεδρο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Σαμουελ Μοδιάνο για να τον ευχαριστήσει για τα καλά του λόγια. Δίπλα στην είδηση για την έναρξη της πολιορκίας των Ιωαννίνων διαβάζουμε για την «βασιλική εκδρομή»  του Γεωργίου και της Όλγας μέχρι το Καραμπουρνάκι από όπου επέστρεψαν με αυτοκίνητο μάλιστα.

Το Γενάρη ο Βενιζέλος επισκέπτεται την πόλη. Στις  σελίδες της εφημερίδας οι διαφημίσεις αυξάνονται. Το εμπόριο φανερά επανέρχεται μετά την «όποια κρίση του πολέμου». Η ζωή κυλάει ήρεμα αν και ίσως όχι τόσο ήρεμα για τον Τεφικ Αλή, ο οποίος αναγκάστηκε με επιστολή του στη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ να διαψεύσει τα δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι Κρήτες Χωροφύλακες τον εκβίασαν για να του πάρουν έξι τούρκικες λίρες. Στο σινέ Ολύμπια παίζεται το «πολυαναμενόμενον θαυμάσιον δράμα, Η Μεγαλοφυία του Κακού»! Όλα αυτά θα ανατρέπονταν στις αρχές Μαρτίου 1913.

Η 5η Μαρτίου 1913 ήταν μια Τρίτη με ωραίο ανοιξιάτικο καιρό. Οι εφημερίδες ακόμα μιλούσαν για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων ενώ εξακολουθούσαν οι παραινέσεις να σταματήσουν οι άσκοποι επινίκιοι πυροβολισμοί που είχαν τραυματίσει δύο Άγγλους ναύτες του καταδρομικού Yarmouth που είχε δέσει στην πόλη. Στη Βουλή η συζήτηση είχε ανάψει για την διανομή των εδαφών των νικητών, ο δεύτερος Βαλκανικός ήταν στον αέρα και ας μην είχε τελειώσει ακόμα ο πρώτος.

Μετά το μεσημέρι ο Γεώργιος αποφάσισε να κάνει έναν περίπατο στην παραλία του Λευκού Πύργου για να επισκεφθεί το Γερμανικό θωρηκτό Goeben που είχε και αυτό δέσει στο λιμάνι. Ο Βαλκανικός Πόλεμος είχε ωθήσει και τις δύο ναυτικές δυνάμεις να στείλουν πλοία στο Αιγαίο. Τον Βασιλιά συνόδευε ο υπασπιστής του Ταγματάρχης Φραγκάκης και δύο Κρήτες Χωροφύλακες που ακολουθούσαν στα είκοσι μέτρα καθώς ο Γεώργιος δεν ήθελε να δείχνει ότι χρειάζεται ένοπλη συνοδεία. Τρομερή αφέλεια όπως έδειξε η ιστορία.

Πέντε και μισή το απόγευμα. Στην γωνία των οδών Πύργων και Αγίας Τριάδος υπήρχε το καφενείο του Κερέμ. Εκεί καθόταν μόνος του ένας περίεργος χαρακτήρας, λούμπεν και ημίτρελος, ο Αλέξανδρος Σχινάς από το Βόλο. Μόλις φάνηκε ο Βασιλιάς με το Ταγματάρχη Φραγκάκη, καθώς επέστρεφαν από το Goeben στην Βασιλική Κατοικία που ήταν το μέγαρο Χατζηλαζάρου στη σημερινή γωνία Συνδίκα με Όλγας, ο Σχινάς σηκώθηκε και τους ακολούθησε, έχοντας τους Χωροφύλακες πίσω του καμιά δεκαριά μέτρα. Μόλις πέρασε την γωνία της Αγίας Τριάδος επιτάχυνε το βήμα του και έβγαλε ένα μικρό περίστροφό και πυροβόλησε μία φορά. Η σφαίρα άνοιξε το στέρνο του Γεώργιου και πέθανε πριν να τον μεταφέρουν στο Παπάφειο Νοσοκομείο. Ο ταγματάρχης Φραγκάκης όρμησε στο Σχινά ο οποίος έστρεψε το πιστόλι πάνω του αλλά δεν πρόλαβε να τραβήξει δεύτερη φορά τη σκανδάλη και ο Υπασπιστής του Γεώργιου τον αφόπλισε και τον συνέλαβε.

Η πόλη έζησε έναν πανικό και μια μεγάλη αναταραχή. Ο Πρίγκηπας Νικόλαος, σαν στρατιωτικός διοικητής της πόλης με την σύμφωνη γνώμη του Ρακτιβάν που ήταν εν ενεργεία Υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησης, έσπευσε να ανακοινώσει ότι ο δολοφόνος ήταν Έλληνας πριν καν ενημερώσει τον Βενιζέλο στην Αθήνα και τον αδερφό του Κωνσταντίνο που ήταν επικεφαλής του στρατού στα Γιάννενα. Φοβόταν ότι ο λαός αλλά και οι στρατιωτικές δυνάμεις που ήταν στην πόλη θα υποπτευόντουσαν τους Βούλγαρους και θα γινόντουσαν ταραχές. Δεν είχε άδικο. Το πλήθος μάλλον πρέπει να ηρέμησε όταν έμαθε την είδηση ότι ο δολοφόνος ήταν ένας, ο Αλέξανδρος Σχινάς. Την ίδια στιγμή σε μια προσπάθεια να βρουν τα κίνητρα της δολοφονίας, άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι τα κίνητρα ήταν προσωπικά. Ο Σχινάς ζητούσε βασιλική ακρόαση για να εκθέσει το θέμα της προίκας της κόρης του και ο Βασιλιάς είχε αρνηθεί και αυτός ήταν ο λόγος που ο «τρελός» Σχινάς τον δολοφόνησε. Μια θεωρία μοναχικού εκτελεστή ακριβώς πενήντα χρόνια πριν την δολοφονία του JFK στο Ντάλας!

Τις επόμενες ημέρες η Βασίλισσα Όλγα ζήτησε να τον δει και τον επισκέφθηκε δύο ή τρεις φορές στο κελί του, βγαίνοντας σε άσχημη κατάσταση. Η Όλγα, λέγεται, ότι μίλησε μόνο στον Πρίγκηπα Ανδρέα, τον παππού του Καρόλου του Ηνωμένου Βασιλείου. Αξιωματικοί που υπηρετούσαν στη Μεραρχία του κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία, έλεγαν ότι τον άκουσαν να κατηγορεί τους Αυστριακούς ως τους ενορχηστρωτές της δολοφονίας.

Αρκετοί ήταν εκείνοι που αναφέρουν ως συνεργό του Σχινά ή πραγματικό εκτελεστή έναν μυστηριώδη Αυστριακό Αξιωματικό ονόματι Schinazy που ήταν εκείνη την εποχή στην πόλη. Η Αυστρία ήταν εξαιρετικά εχθρική προς τη Σερβία λόγω της προσάρτησης της Βοσνίας Ερζεγοβίνης το 1908 και για αυτό το λόγο η διαφαινόμενη νίκη των Βαλκανικών Κρατών ήταν για την Αυστροουγγαρία ένας εφιάλτης, ειδικά με την προσέγγιση Ελλάδας και Σερβίας.

Η προσέγγιση Ελλάδας και Σερβίας, άλλωστε, θα ήταν στόχος της πολιτικής των Κεντρικών Δυνάμεων και στην αρχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και πέτρα του σκανδάλου της σύγκρουσης Βενιζέλου και Κωνσταντίνου. Αν ο Γεώργιος ζούσε ενδεχομένως τα πράγματα που οδήγησαν στον Εθνικό Διχασμό θα ήταν διαφορετικά. Ξέρουμε από τα Γερμανικά και Αυστριακά αρχεία ότι θεωρούσαν το Γεώργιο δεμένο στην Αγγλική πολιτική ενώ ήθελαν διακαώς τον Κωνσταντίνο που είχε σπουδάσει στην Γερμανική Στρατιωτική Ακαδημία και ήταν παντρεμένος με τη Σοφία, την αδερφή του Γερμανού Αυτοκράτορα.

Αυτή φαίνεται να είναι και η επικρατέστερη θεωρία αφού την θεωρία του μοναχικού τρελού δολοφόνου φαίνεται να ενστερνίζονται λιγοστοί ιστορικοί. Οι περισσότεροι βλέπουν ξένο δάκτυλο. Είτε τους Βούλγαρους, καθώς ο Σχινάς συναντιόταν συχνά με τον Βούλγαρο πρώην κομιτατζή. Ο Σχινάς ήταν όντως μια περίεργη φυσιογνωμία με ένα παρελθόν άγνωστο. Το σίγουρο είναι ότι ξεκίνησε να σπουδάζει ιατρική στην Αθήνα αλλά μάλλον τα παράτησε και ταξίδεψε αρκετά στο εξωτερικό. Λέγεται ότι κατά την ανάκριση ομολόγησε διάφορες ομοφυλοφιλικές σχέσεις ακόμα και με το Ταγματάρχη Φραγκίδη. Ένα μήνα μετά την δολοφονία – στις 22 Απριλίου –  έπεσε από το παράθυρο του τρίτου ορόφου του Διοικητηρίου στο οποίο κρατούνταν. Η επίσημη εκδοχή ήταν ότι αυτοκτόνησε.

Μετά τον θάνατο του Σχινά, το τελευταίο στοιχείο που θα έριχνε φως στην υπόθεση, το ανακριτικό υλικό, καταστράφηκε. Ακούγεται απίστευτο αλλά οι φάκελοι κάηκαν το 1914, όταν εκδηλώθηκε πυρκαϊά στο ατμόπλοιο «Ελευθερία» με το οποίο είχαν σταλεί στην Αθήνα.  Τυχαίο; Ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα πάνω από εκατό χρόνια μετά. Ενδεχομένως ο Βενιζέλος ή ο Κωνσταντίνος να ήθελε να κλείσει για πάντα την υπόθεση.  Ο αυτόπτης μάρτυρας Φραγκούδης, στάλθηκε σχεδόν αμέσως ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Ελληνική Πρεσβεία της Ουάσινγκτον, όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του από ηλεκτροπληξία το 1916, δεν μίλησε ποτέ για την υπόθεση που θα μείνει ανεξιχνίαστη. Ο πρωτοδίκης Β. Κανταρές που έκανε την ανάκριση έδειχνε σε διάφορες περιστάσεις – χρόνια αργότερα – τους Αυστριακούς και τους Γερμανούς ως υπαίτιους. Δεν θα μάθουμε πότε.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα