Θεσσαλονίκη

Η έως εσχάτων παραμέληση της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Πολυτεχνική Σχολή - 2 καθηγήτριες και μία φοιτήτρια μιλάνε

Χρυσάνθη Αρχοντίδου
η-έως-εσχάτων-παραμέληση-της-πολυτεχν-622298
Χρυσάνθη Αρχοντίδου

Η Πολυτεχνική Σχολή ιδρύθηκε το 1955 στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, με τη λειτουργία του Τμήματος των Πολιτικών Μηχανικών. 

Έκτοτε, οι αλλαγές και οι συντηρήσεις που έχουν γίνει στα κτίρια του Πολυτεχνείου είναι περιορισμένες. 

Τα προβλήματα της σχολής είναι πολυάριθμα και κρατάνε χρόνια. Πλημμύρες, διαρροές και κομμάτια από τα ταβάνια να πέφτουν στους διαδρόμους αποτελούν μερικά από αυτά. Οι υποδομές είναι σε χείριστη κατάσταση, οι αίθουσες είναι απαρχαιωμένες, τα εργαστήρια δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένα και το διδακτικό προσωπικό είναι ελλιπές.

Σε συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στη Βουλή, αναφέρθηκε από τον τομεάρχη Περιβάλλοντος και Ενέργειας και βουλευτή Β’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτη Φάμελλο, η παραμέληση της Πολυτεχνικής Σχολής από την Πρυτανική Αρχή του Α.Π.Θ. και το Υπουργείο Παιδείας και η πολύμηνη ταλαιπωρία που υποβλήθηκαν οι νέοι ερευνητές, καθηγητές, αλλά και φοιτητές όλων των βαθμίδων των πολυτεχνικών τμημάτων που λειτουργούν στο καινούριο κτίριο της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ.

Όπως ανέφερε, μετά την έντονη βροχόπτωση της 5ης Σεπτεμβρίου του 2022 αλλά και από παλιότερες βροχοπτώσεις, πλημμύρισαν τα δύο υπόγεια του νέου κτιρίου της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, με νερό και λάσπη. Προκλήθηκαν προβλήματα ηλεκτροδότησης, πτώσεις τάσης για τουλάχιστον τρεις μήνες, μεγάλα προβλήματα στις εκπαιδευτικές, ερευνητικές και διοικητικές λειτουργίες τεσσάρων τμημάτων, σοβαρό πρόβλημα υγρασίας, ολική βλάβη στο σύστημα ψύξης και θέρμανσης, καταστροφή του υπολογιστικού κέντρου του Τμήματος Χημικών Μηχανικών, αφόρητες συνθήκες εργασίας για τους εμπλεκόμενους και απώλεια ερευνητικών έργων λόγω διατάραξης των απαιτούμενων εργαστηριακών συνθηκών. Η μη επίλυση αυτών των προβλημάτων είναι ενδεικτική της αδιαφορίας τόσο του Υπουργείου Παιδείας, όσο και της Πρυτανείας του ΑΠΘ για τη δημόσια παιδεία και έρευνα.

Ο Σ. Φάμελλος ανέδειξε την προσπάθεια υποβάθμισης των σπουδών που επιχειρείται από Υπουργείο και Πρυτανεία, με την Πολυτεχνική σχολή να μην επισκευάζεται και να μην λειτουργούν εργαστήρια και υπολογιστικό κέντρο ενώ, η άδικη τροπολογία της κ. Κεραμέως υποχρεώνει το ΤΕΕ να εγγράφει τους αποφοίτους κολλεγίων χωρίς να έχουν ισότιμες σπουδές, αλλά αποκτούν ίδια δικαιώματα όπως οι μηχανικοί απόφοιτοι Πολυτεχνικών σχολών. Παράλληλα, για ένα χρόνο υπάρχει το σίριαλ της βιβλιοθήκης στο Βιολογικό που δεν κατασκευάζεται, αλλά αποτελεί πρόσχημα για την είσοδο των ΜΑΤ μέσα στο Πανεπιστήμιο και την ύπαρξη αυταρχισμού εις βάρος των φοιτητών. Ενώ την ίδια στιγμή η υπόλοιπη Θεσσαλονίκη στερείται της ασφάλειας της περιουσίας και της ζωής λόγω έλλειψης στελέχωσης των αστυνομικών υπηρεσιών της πόλης.

«Αυτό είναι το κλείσιμο μιας καταστροφικής τετραετίας για την παιδεία, καταστροφικής για την Ελλάδα. Γιατί όταν θίγεται η γνώση και η έρευνα, όπως κάνει η Κυβέρνησή σας, η Ελλάδα ζημιώνεται. Θα πρέπει να καλύψουμε τώρα όλοι μαζί, χωρίς εσάς όμως, αυτό το έλλειμμα στην ελληνική κοινωνία», είπε κλείνοντας ο Σ. Φάμελλος απευθυνόμενος προς την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας.

Η κα. Μαρία Δούση, καθηγήτρια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών στην Πολυτεχνική Σχολή, μιλάει για το πώς επηρεάζει τους καθηγητές και φοιτητές η έλλειψη διδακτικού προσωπικού:

«Το βασικότερο πρόβλημα κατά τη γνώμη μου είναι ότι έχουμε μείνει πολύ λίγοι διδάσκοντες σε σχέση με τον αριθμό των φοιτητών που πρέπει να εκπαιδεύσουμε. Χαρακτηριστικά, πριν την κρίση η σχολή είχε κατά μέσο όρο γύρω στους 80 με 100 διδάσκοντες. Έγιναν συνταξιοδοτήσεις, τις οποίες όμως δεν ακολούθησε εισροή νέων διδασκόντων. Και άλλες σχολές του ΑΠΘ είναι αποδεκατισμένες, αλλά σε καλύτερη μοίρα. Οι συνθήκες εργασίας είναι πάρα πολύ δύσκολες, γιατί οι φοιτητές θέλουν και χρειάζονται μία δια ζώσης και προσωπική διδασκαλία, καθώς δεν κάνουμε απλά διάλεξη σε ένα αμφιθέατρο αλλά εργαστηριακά μαθήματα που γίνονται στο σχεδιαστήριο. Επειδή είναι πολύ μεγάλος ο όγκος των φοιτητών και εμείς είμαστε λίγοι, μας έχουν βοηθήσει κάποιοι συμβασιούχοι διδάσκοντες. Ωστόσο, αυτό δεν είναι μόνιμη λύση στο πρόβλημα. Οι φοιτητές κάνουν τις πτυχιακές και διπλωματικές εργασίες τους, που αναθέτονται σε εμάς και καταλήγουμε να μην μας φτάνουν οι ώρες της ημέρας. Μέχρι στιγμής, ανταποκρινόμαστε σε αυτές τις συνθήκες με υπερβάλλοντα ζήλο, όμως αυτό δεν μπορεί να διαρκέσει γιατί περιοριζόμαστε πάρα πολύ. Στερούμαστε μεγάλο κεφάλαιο εργασιακών ωρών που θα μπορούσε να διοχετευθεί σε παρακολούθηση συνεδρίων ή σε διεξαγωγή ερευνών, πράγματα που βοηθάνε όχι μόνο εμάς σαν καθηγητές να γίνουμε καλύτεροι αλλά συμβάλλουν και στην προσφορά του διδακτικού έργου». 

Η κα. Εύη Αθανασίου, καθηγήτρια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής σχολής, σχολιάζει από την πλευρά της, τις επιπτώσεις που έχει η συρρίκνωση των μελών Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού: 

«Αρχικά, το έργο της Πολυτεχνικής Σχολής είναι κατά κύριο λόγο να εκπαιδεύει μηχανικούς διαφορετικών ειδικοτήτων, και να παράγει νέα γνώση μέσω της έρευνας. Μέσω της διαρκούς συρρίκνωσης του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) γίνεται υπονόμευση αυτού του έργου. Συγκεκριμένα, τα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών είναι σήμερα 26 καθηγητές των τριών βαθμίδων, ενώ το 2010 ήταν 56 και το 2015, 33. Και ενώ τα μέλη ΔΕΠ έχουν αποδεκατιστεί, ο αριθμός των φοιτητών και φοιτητριών που εισάγονται στο Τμήμα μέσω των πανελλαδικών παραμένει σταθερός ή αυξάνεται και προσαυξάνεται από τις μετεγγραφές για να φτάσει κάθε χρόνο περίπου τους 180 φοιτητές και φοιτήτριες. Στο μεταξύ, το πρόγραμμα σπουδών απαιτεί πολύωρη παρουσία και παραγωγικές συναντήσεις φοιτητών και καθηγητών στο εργαστήριο. Προφανώς, η συρρίκνωση αντανακλά περιορισμένη δυνατότητα άμεσης επαφής και αλληλεπίδρασης, που είναι θεμελιώδης συνθήκη για τις αρχιτεκτονικές σπουδές. Πέρα από το προφανές όμως, η συρρίκνωση αυτή, αποστεώνει την ποικιλία και την ευρύτητα που χαρακτήριζε το πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος στο παρελθόν, εξαφανίζει γνωστικά αντικείμενα με πλούσια ερευνητική παραγωγή, υπονομεύει τη βιωσιμότητα των μεταπτυχιακών προγραμμάτων που υποστηρίζονται από τα μέλη ΔΕΠ χωρίς καμία οικονομική απολαβή, αλλά και τη δυνατότητα του Τμήματος να παρεμβαίνει στα σημαντικά ζητήματα παραγωγής του χώρου στην πόλη, όπως έκανε πάντοτε».

Η Ερμιόνη, φοιτήτρια της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, λέει ότι οι αίθουσες των εργαστηρίων δεν είναι αρκετές για τον μεγάλο αριθμό των φοιτητών, με αποτέλεσμα να μην χωράνε τα παιδιά που πρέπει να παρακολουθήσουν τα μαθήματα: 

«Πριν κάποια χρόνια, είχε πέσει κομμάτι από το ταβάνι στο τμήμα των μηχανολόγων μηχανικών. Σε κάποια εργαστηριακά μαθήματα κυρίως, τα οποία παρακολουθούν πολλοί φοιτητές, δεν χωράνε στις αίθουσες. Eπειδή πρόκειται για σχολές μηχανικών υπάρχουν πάρα πολλά εργαστηριακά μαθήματα, τα οποία χρειάζονται ειδικές αίθουσες και αυτές είναι μετρημένες στα δάχτυλα. Συγκεκριμένα το τμήμα μηχανικών χωροταξίας, στο οποίο φοιτώ εγώ, παρέχει μόνο δύο μικρές αίθουσες διδασκαλίας και μία αίθουσα υπολογιστών. Αυτές οι δύο αίθουσες δεν μπορούν να καλύψουν σε καμία περίπτωση τις ανάγκες του τμήματος. Επίσης δεν υπάρχει καμία αίθουσα που να καλύπτει τις προδιαγραφές των εργαστηριακών μαθημάτων, όπως μεγάλα τραπέζια και ευρύχωρες αίθουσες. Έτσι το τμήμα αναγκάζεται να δανείζεται αίθουσες από άλλα τμήματα».

Η Ερμιόνη επίσης μιλάει για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι φοιτητές με την έλλειψη εξοπλισμού που υπάρχει στα υποχρεωτικά εργαστήρια της σχολής:

«Οι φοιτητές του Πολυτεχνείου χρειάζεται να ξοδεύουν πολλά χρήματα σε εξοπλισμό, ο οποίος δεν καλύπτεται από τη σχολή και λόγω υποδομής και λόγω χρηματοδότησης. Για παράδειγμα, οι φοιτητές της χωροταξίας ξοδεύουν χρήματα για να εκτυπώνουν τους χάρτες τους. Είναι δεδομένο ότι αν είσαι φοιτητής του Πολυτεχνείου πρέπει να αγοράσεις σίγουρα ένα καλό και ακριβό laptop ή υπολογιστή διότι χρησιμοποιούμε πολύ “βαριά” προγράμματα, οπότε ένας απλός υπολογιστής δεν μπορεί να μας καλύψει. Αυτό ήταν ένα παράπονο που το άκουγα πολύ τα πρώτα χρόνια που μπήκα στη σχολή καθώς όλοι έπρεπε να δώσουν μπορεί μέχρι και 1000 ευρώ για να αγοράσουν ένα laptop και δεν υπήρχε κάποια επιδότηση. Το συγκεκριμένο πρόβλημα συνδέεται και με την υποδομή διότι οι υπολογιστές στις αίθουσες υπολογιστών είναι λίγοι και πολλές φορές οι καθηγητές είτε μας χωρίζουν σε τμήματα, είτε μας λένε να φέρουμε το δικό μας laptop».

Η κα. Αθανασίου, μιλάει για την έλλειψη συντήρησης στις υποδομές των κτιρίων και τα προβλήματα που δημιουργούνται:

«Το κεντρικό κτίριο της Πολυτεχνικής Σχολής, αποτελεί αξιόλογο δείγμα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του ελληνικού μεταπολεμικού μοντερνισμού, έργο σημαντικών εκπροσώπων της εγχώριας έκφρασης του κινήματος, όμως παρουσιάζει σήμερα σοβαρές ελλείψεις σε επίπεδο συντήρησης, παθητικής πυροπροστασίας και ενεργειακής απόδοσης. Η έλλειψη συντήρησης κάποιες φορές ευθύνεται για σοβαρές φθορές, που απαιτούν μεγάλο κόστος και χρονοβόρες διαδικασίες για να αποκατασταθούν, δημιουργώντας δυσμενείς συνθήκες για την πολυπληθή κοινότητα που κατοικεί τη Σχολή καθημερινά, από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Πέρα όμως από τις κακές συνθήκες, που κάποιες φορές παρεμποδίζουν και την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία, το ζήτημα της διαχείρισης των κτιρίων της Πολυτεχνικής και της κεντρικής Πανεπιστημιούπολης του ΑΠΘ, είναι και ένα ζήτημα διαχείρισης και ανάδειξης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του μοντέρνου κινήματος στη Θεσσαλονίκη».

Τέλος, η Ερμιόνη σχολιάζει την καταστροφή ενός εξωτερικού χώρου, το “Τρίγωνο του Πολυτεχνείου, όπου συνήθιζαν να συχνάζουν οι φοιτητές:

«Μέχρι πριν δύο χρόνια υπήρχε το λεγόμενο “τρίγωνο του Πολυτεχνείου”, στο πιο κεντρικό σημείο του κτιρίου. Αυτό ήταν ένας όμορφος κοινόχρηστος ανοιχτός χώρος, με παγκάκια, που τον χρησιμοποιούσαν οι φοιτητές είτε για να πιούν καφέ στα διαλείμματα των μαθημάτων τους και να κοινωνικοποιηθούν, είτε για να κάνουν συνελεύσεις. Πριν δύο χρόνια αυτόν τον χώρο τον κατέστρεψαν με πρόσχημα να τον κάνουν αίθουσα προηγμένης τεχνολογίας για το τμήμα της αρχιτεκτονικής και νομίζω και της χωροταξίας. Αυτό δεν έγινε ποτέ και ο χώρος εδώ και δύο χρόνια παραμένει ανεκμετάλλευτος και σε άσχημη κατάσταση, ενώ παράλληλα οι φοιτητές έχασαν το “στέκι” τους».

Τις τελευταίες μέρες στο Πολυτεχνείο η εξεταστική και οι εξετάσεις διεξάγονται χωρίς καλοριφέρ. Χαρακτηριστική είναι η ανάρτηση του καθηγητή Διονύση Λατινόπουλου σήμερα το πρωί:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα