Θεσσαλονίκη

Η πιο γλυκιά ιστορία της πόλης

του Γιάννη Βήκα Όσοι είναι λάτρεις του καλού και παραδοσιακού γλυκού, σίγουρα θα έχουν γευτεί τις συνταγές «Παπαγεωργίου». Περνώντας έξω από το μαγαζί της Αγίου Μηνά, στον αριθμό 11 δεν υπάρχει περίπτωση να μη σε πάρουν οι μυρωδιές και να μη θελήσεις να μπεις και να ζητήσεις να σου βάλουν μερικά μαλακά και φρέσκα λουκουμάκια, […]

Γιάννης Βήκας
η-πιο-γλυκιά-ιστορία-της-πόλης-39300
Γιάννης Βήκας
dscn7642.jpg

του Γιάννη Βήκα

Όσοι είναι λάτρεις του καλού και παραδοσιακού γλυκού, σίγουρα θα έχουν γευτεί τις συνταγές «Παπαγεωργίου». Περνώντας έξω από το μαγαζί της Αγίου Μηνά, στον αριθμό 11 δεν υπάρχει περίπτωση να μη σε πάρουν οι μυρωδιές και να μη θελήσεις να μπεις και να ζητήσεις να σου βάλουν μερικά μαλακά και φρέσκα λουκουμάκια, πλούσια γλυκά του κουταλιού ή φρουτώδεις μαρμελάδες.

Η ιστορία της πιο γλυκιάς ιστορίας της πόλης ξεκινάει τη δεκαετία του ‘30, οπότε και ο Λάζαρος Παπαγεωργίου, ο γηραιότερος, πήρε 1.000 δρχ από τον πατέρα του, τον Παπα-Γιώργη, έφυγε από τη Γαλατινή Κοζάνης, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε και αναζήτησε την τύχη του στη Θεσσαλονίκη σε ηλικία μόλις 22 ετών.

Μαθαίνοντας την τέχνη και χτίζοντας ένα όνομα «καλού τεχνίτη», αποφάσισε το ’26 ν’ ανοίξει το δικό του εργαστήριο-κατάστημα στο κέντρο της πόλης, στην Αγίου Μηνά 7, λίγα μέτρα πιο κάτω από το σημερινό κατάστημα. Το 1936, λόγω της υψηλής ζήτησης, ανοίγει άλλο ένα κατάστημα στη Μοναστηρίου, στον αριθμό 30, το οποίο άντεξε καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, ξεπερνώντας αμέτρητες κακουχίες.

Όταν ο παππούς Λάζαρος φεύγει από τη ζωή το 1962, η επιχείρηση περνάει στα χέρια των δύο γιών του, τον Γιώργο και τον Παναγιώτη, 27 και 32 χρονών αντίστοιχα. Ως απόφοιτοι της Εμπορικής Σχολής και ως γιοί ενός έμπειρου τεχνίτη, καταφέρνουν να εκτινάξουν τη φήμη της επιχείρησης και ύστερα από τρία χρόνια, το 1965, σε μια χρονιά ορόσημο για την επιχείρηση, τ’ αδέρφια Παπαγεωργίου καταφέρνουν και κατακτούν  το χρυσό μετάλλιο, στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στην 30η ΔΕΘ «δια τα παρ’ αυτών εκτεθέντα εξαίρετα βιοτεχνικά προϊόντα γλυκά – μαρμελάδες».

Πέντε χρόνια ύστερα από τη «νέα σελίδα» της επιχείρησης, όλη η διαδικασία παραγωγής μεταφέρεται σε νέες ιδιόκτητες εγκαταστάσεις, σε χώρο 11 στρεμμάτων, στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, πράγμα που σήμαινε πως πλέον θα μπορούσαν να στραφούν και στη μεγαλύτερη παραγωγή αλλά και την εξαγωγή του εκλεκτού τους προϊόντος. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 λοιπόν, ξεκινούν οι εξαγωγές σε χώρες όπου κυρίως βρίσκονταν ομογενείς, όπως Γερμανία, Βέλγιο, Ελβετία, Κύπρος, Αυστρία, ΗΠΑ, Ιταλία, Βουλγαρία και άλλες.

Αυτό που ξεχωρίζει τους Παπαγεωργίου στο πέρασμα των χρόνων, είναι η προσωπική ενασχόληση των ίδιων αλλά και η προσκόλληση στη διατήρηση της παλιάς παραδοσιακής συνταγής, που κάνει τα γλυκά και τις μαρμελάδες τους να κλέβουν τις καρδιές όσων τις δοκιμάζουν, φέρνοντας τα γλυκά δημιουργήματα της οικογένειας στην κορυφή των προτιμήσεων στη Β. Ελλάδα. Σύμφωνα και με τον κ. Παπαγεωργίου Λάζαρο, τον νεότερο, οι εργαζόμενοι της επιχείρησης είναι δεμένοι με το έργο τους, ενώ παραμένουν στη δουλειά αυτή έως το τέλος της εργασιακής τους ζωής, γεγονός που φανερώνει τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ εργοδοτών κι εργαζομένων.Οι άνθρωποι που συνεχίζουν σήμερα την παράδοση στην εταιρεία είναι ο Λάζαρος και ο Δημήτρης, δύο άνθρωποι που διάλεξαν να συνεχίσουν το έργο που ξεκίνησε ο παππούς τους και συνέχισαν οι γονείς τους.

Φτάνοντας στο σήμερα λοιπόν, περνώντας κανείς από την Αγ. Μηνά μπορεί να διαλέξει ανάμεσα σε 17 είδη γλυκών του κουταλιού, 15 είδη μαρμελάδων αλλά και μια τεράστια ποικιλία λουκουμιών, με τις βανίλιες, τις μαστίχες και την παραδοσιακή βυσσινάδα να συμπληρώνουν την γευστική πανδαισία και να αναμιγνύονται με τις υπόλοιπες μυρωδιές, θυμίζοντας στους παλιούς αλλά και γοητεύοντας τους νέους Θεσσαλονικείς.  Για όσους όμως δεν έχουν την ευκαιρία να περάσουν από το πρατήριο της οικογένειας, μπορείτε να βρείτε τις υπέροχες «γλυκές αλχημείες» και σε καταστήματα με ζαχαρωτά και γλυκά αλλά και στα σούπερ μάρκετς.

Αυτό που μας εξηγεί ο Λάζαρος Παπαγεωργίου είναι πως ο κόσμος σταθερά συνεχίζει να επιλέγει αυτού του τύπου τα γλυκίσματα, παρόλη την εισαγωγή πολλών ειδών γλυκών από το εξωτερικό, καθώς είναι μια γεύση και μυρωδιά που μας συνδέει άρρηκτα με τις ρίζες μας και τη γευστική μας κουλτούρα. Επίσης, πέραν της αξεπέραστης γεύσης, τα γλυκά του κουταλιού είναι και τα μόνα γλυκά που συνίστανται σε ισορροπημένες διατροφές και δίαιτες.

Ρωτώντας τον εγγονό του ιδρυτή της επιχείρησης ποια γλυκά «φεύγουν» περισσότερο, ο ίδιος μας εξηγεί πως το βύσσινο, το κεράσι, το σύκο, το πορτοκάλι και το ντολμά (κολοκύθι τριφτό με γεύση περγαμόντου) είναι τα πλέον δημοφιλή, με τις υπόλοιπες γεύσεις όμως να διατηρούν κι αυτές σταθερούς «θαυμαστές».

Εάν λοιπόν δεν έχετε δοκιμάσει τις συνταγές των Παπαγεωργίου –λίγο απίθανο-, περάστε από το πρατήριο της Αγίου Μηνά, για να τύχετε και της εξυπηρέτησης του κ. Γιώργου, ο οποίος με ιδιαίτερη φροντίδα προσέχει τον κάθε πελάτη ξεχωριστά, ώστε κανείς να μη φεύγει με παράπονο. Ειδάλλως, εάν δεν σας ενδιαφέρει τόσο η προσωπική επαφή, τα ράφια των σούπερ μάρκετς είναι γεμάτα!

Αυτό που καταλάβαμε από αυτήν την ιστορία είναι πως ο προσωπικός μόχθος, που ξεκινάει από το 1926 και συνεχίζει μέχρι σήμερα, τυγχάνει τεράστιας ανταπόκρισης από το κοινό, πράγμα που σημαίνει πως η σκληρή δουλειά και η προσήλωση στην παράδοση των γεύσεων ανταμείβεται.

Αριστερά, ο νέος, τότε, Λάζαρος Παπαγεωργίου μαζί με υπάλληλο του εργαστηρίου

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα