Η ιστορία του μεγάρου που στέγασε δύο ιστορικά στέκια της πόλης
Λίγοι το ξέρουν με το όνομά του κι όμως έχει φιλοξενήσει δύο από τα πιο ιστορικά πλέον στέκια της πόλης,
Στο τετράγωνο της Τσιμισκή (10), Βενιζέλου και Ρογκότη, στέκει ένα επιβλητικό δις γωνιακό κτήριο, ένα από τα νεώτερα διατηρητέα του κέντρου της πόλης, από την δεκαετία του 1920. Λίγοι το ξέρουν με το όνομά του κι όμως έχει φιλοξενήσει δύο από τα πιο ιστορικά πλέον στέκια της πόλης, το φαρμακείο-εντευκτήριο λογοτεχνών “Ηλία Κατσόγιαννη” και το ιστορικό βιβλιοπωλείο “Μόλχο”, γράφοντας την δική του σελίδα. Ο λόγος για το Μέγαρο Κόφφα-Τσαννίδου.
Το κτήριο βρίσκεται σε πολύ σημαντική θέση στον ιστό της πόλης, στο άμεσο περιβάλλον πολλών διατηρητέων και αξιόλογων κτηρίων που αναπτύσσονται στους άξονες της οδού Βενιζέλου και της οδού Τσιμισκή και αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου συνόλου, που αναδεικνύει την εξέλιξη της ιστορίας της αρχιτεκτονικής της πόλης της Θεσσαλονίκης. Ας ανατρέξουμε στην ιστορία του.
Η αρχιτεκτονική του κτηρίου
Το κτίριο οικοδομήθηκε το 1925, σε σχέδια των Ι. Ζαχαριάδη-Κ. Κοκορόπουλου, με επιρροή από το ρεύμα Secession, την αυστρο-γερμανική παραλλαγή του art nouveau. Οι δυο αρχιτέκτονες-μηχανικοί μεταξύ 1924 και 1927 υπέγραψαν έναν μεγάλο αριθμό κτιρίων στο κέντρο της πόλης σε ρυθμό εκλεκτικιστικό και art nouveau. Ήταν η περίοδος που η πόλη ουσιαστικά ανοικοδομήθηκε, καθώς μεταξύ 1920-1927 ανεγέρθηκαν 1384 οικοδομές σε οικόπεδα 215.000 τ.μ. Η Θεσσαλονίκη μετά την πυρκαγιά άφησε πίσω της τον οθωμανικό χαρακτήρα για να μετατραπεί σε μια κοσμοπολίτικη πόλη με αριστουργηματικά κτίρια δυτικού τύπου, μα στοιχεία αναγεννησιακά, art nouveau και εδώ art deco.
Το Μέγαρο Κόφφα είναι ένα πενταώροφο κτίριο με ισόγειο με πατάρι, διαμορφωμένο για εμπορική χρήση. Το κτίριο έχει σχήμα Π και η κεντρική όψη του βρίσκεται επί της Τσιμισκή. Οι όψεις επί των οδών Βενιζέλου και Τσιμισκή χωρίζονται σε τρεις κάθετους άξονες και ο κεντρικός άξονας της κάθε όψης τονίζεται με την χρήση κάθετων διακοσμητικών ζωνών αλλά και με την ανισοϋψή απόληξή τους. Χαρακτηριστική είναι η απουσία εξωστών στο μεγαλύτερο μέρος του κτιρίου, αφού αυτοί παρατηρούνται μόνο στον τελευταίο όροφο και όχι στο κεντρικό άξονα. Τα ανοίγματα είναι συμμετρικά και τα πλαίσια τους διακοσμημένα γεωμετρικά. Στο εσωτερικό, το κλιμακοστάσιο φωτίζεται με υαλοσκέπαστο αίθριο.
Στο συγκεκριμένο κτίριο, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συνθετικές αρχές οργάνωσης των όψεων σε βάση – κορμό – στέψη με ταυτόχρονη διαμόρφωση κατακόρυφων ζωνών με τη χρήση δομικών και μορφολογικών στοιχείων, η δημιουργική χρήση της επανάληψης όμοιων στοιχείων, η χρήση της συμμετρίας, οι αναλογίες και τρόπος ομαδοποίησης των ανοιγμάτων, ο τονισμός επιμέρους τμημάτων για τη δημιουργία ενός αξιόλογου συνόλου. Χαρακτηριστική είναι η διακοσμητική χρήση των έντονα προεξεχόντων γραμμών στις όψεις, που λειτουργούν ενοποιητικά για επιμέρους στοιχεία και διαμορφώνουν το κεντρικό τμήμα των όψεων επί των οδών Τσιμισκή και Βενιζέλου και το ακριανό επί της οδού Ρογκότη. Οι διακοσμητικές αυτές γραμμές καταλήγουν στο άνω μέρος του κτηρίου σε κεντρικές κλιμακωτές απολήξεις. Το σύνολο του σχεδιασμού συμπληρώνεται με πλούσιο διάκοσμο με επιρροές art deco.
Στο εσωτερικό, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι κοινόχρηστοι χώροι με εξασφάλιση φυσικού φωτισμού από τα παράθυρα, τον πίσω ακάλυπτο χώρο και τους πλευρικούς φωταγωγούς του κτηρίου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο χώρος της κύριας εισόδου με προθάλαμο και ανεμοφράκτη. Επίσης το κλιμακοστάσιο με ξύλινη κουπαστή και γραμμικά κιγκλιδώματα, με ενδιαφέρουσα και εργονομική χάραξη, οι ξύλινες ταμπλαδωτές θύρες εισόδου στους χώρους γραφείων και τα γύψινα ανάγλυφα διακοσμητικά πλαίσια στις οροφές. Η οργάνωση των χώρων στο εσωτερικό και η λιτή αισθητική των υλικών βρίσκεται σε αρμονία με τον εξωτερικό σχεδιασμό των όψέων και τη συνολική αισθητική του κτηρίου.
Η ιστορία του κτηρίου
Το κτήριο υπήρξε από την αρχή κτήριο γραφείων, φιλοξενώντας δικηγόρους, συμβολαιογράφους και αρχιτέκτονες. Ένα από τα πρώτα ασανσέρ της Βορείου Ελλάδας εγκαταστάθηκε σε αυτό εδώ το κτήριο. Κατά την διάρκεια της Κατοχής επιτάχθηκε και στέγασε για λίγο την Γενική Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης-Αιγαίου. Στη συνέχεια η Διοίκηση μεταφέρθηκε στο Μέγαρο Κονιόρδου. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, μετά την απελευθέρωση, στο Μέγαρο Κόφφα στεγάστηκε για λίγο το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης.
Στα καταστήματα του ισογείου στεγάσθηκαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα το φαρμακείο-εντευκτήριο λογοτεχνών “Ηλία Κατσόγιαννη” (αριστερά της εισόδου του κτηρίου), το βιβλιοπωλείο “Μόλχο” (δεξιά), το παντοπωλείο “Αφών Τζαλαβρά” (παραπλεύρως του “Μόλχο”) και η ΔΕΗ ως εκθεσιακός χώρος (στο γωνιακό κατάστημα, αριστερά του φαρμακείου), όπου από το υπόγειο του καταστήματος γίνονταν οι δοκιμές για την μετάδοση του πρώτου πειραματικού τηλεοπτικού σήματος στην Ελλάδα, στα εγκαίνια της Έκθεσης Θεσσαλονίκης το 1961. Σήμερα, το κτίριο παραμένει σε λειτουργία, στεγάζοντας εμπορικά καταστήματα στο ισόγειό του, αλλά και δικηγορικά και δημιουργικά γραφεία στους ορόφους του.
Το ιστορικό βιβλιοπωλείο “Μόλχο”
Το ιστορικό εβραϊκό βιβλιοπωλείο Μόλχο ήταν το παλαιότερο βιβλιοπωλείο της πόλης και ως εκ τούτου αποτέλεσε ένα μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία της Θεσσαλονίκης. Στέγαστηκε στο ισόγειο του Μεγάρου Κόφφα, δεξιά της εισόδου του κτηρίου. Ήταν το μοναδικό βιβλιοπωλείο εκείνη την εποχή που διέθετε ξένα βιβλία και περιοδικά. Το βιβλιοπωλείο ξεκίνησε την πορεία του το 1888, όταν άνοιξε από τον Ισαάκ Μόλχο σε κτίριο της οδού Σαμπρή Πασά (σημερινή Βενιζέλου). Το κτίριο καταστράφηκε στην φωτιά του 1917 και μετά από κάποια χρόνια το Μόλχο μεταφέρθηκε στο Μέγαρο Κόφφα. Κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το βιβλιοπωλείο πουλήθηκε με εξαναγκασμό των Γερμανών και στην συνέχεια λεηλατήθηκε από συνεργάτες των Γερμανών. Τα μοναδικά μέλη της οικογένειας που κατάφεραν να δραπετεύσουν από την Θεσσαλονίκη ήταν ο Σόλων Μόλχο και η αδερφή του Βικτώρια με την οικογένειά της, οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο στην Γλώσσα Σκοπέλου. Με την λήξη του πολέμου ο Σόλων Μόλχο επέστρεψε στην Θεσσαλονίκη και διεκδίκησε το βιβλιοπωλείο του, το οποίο εν τω μεταξύ χρησιμοποιούσαν οι βρετανικές αρχές. Ο Σόλων παντρεύτηκε την Ρενέ Σαλτιέλ και αφιέρωσαν την ζωή τους στο βιβλιοπωλείο, που στο σύνολο της ιστορίας του έµεινε για τρεις γενιές στην ίδια οικογένεια, δικαιώνοντας τη εξαιρετική φήµη του στο αναγνωστικό κοινό. Σπάνια ξενόγλωσσα βιβλία, εφηµερίδες και ελληνική λογοτεχνία βρέθηκαν στα ράφια του. Ωστόσο, το βιβλιοπωλείο που επιβίωσε από την πυρκαγιά του ’17, το ναζιστικό διωγµό των Εβραίων της πόλης, το σεισµό του ’78, έπεσε θύµα της οικονοµικής κρίσης και έκλεισε το Μάιο του 2008, µετά από µια παράξενη και ατυχή σύµπραξη µε τον Παρατηρητή.
Δείτε το ενδιαφέρον βίντεο με την ιστορία του εδώ:
Το φαρμακείο-εντευκτήριο λογοτεχνών “Ηλία Κατσόγιαννη”
Το περίφημο φαρμακείο του ποιητή, Ηλία Κατσόγιαννη (του Μπαρμπαλιά, όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι του), έγραψε κι αυτό την ιστορία του στην Τσιμισκή 10, σαν τόπος συνάντησης λογοτεχνών της πόλης, κυρίως τις δεκαετίες του ’50 και ’60. Ένας χώρος του μαγαζιού είχε διαμορφωθεί έτσι ώστε να μπορούν να συνευρίσκονται οι επισκέπτες του και να συζητούν για θέματα λογοτεχνικά και μη. Ήταν, μαζί με το φαρμακείο του Πεντζίκη, σημείο συζητήσεων και ανταλλαγής απόψεων, ένα από τα δύο «καλλιτεχνικά φαρμακεία» της πόλης. Τακτικοί επισκέπτες του, όπως τους καταγράφει ο Τηλέμαχος Αλαβέρας στο βιβλίο του με τίτλο «Με τον Μπαρμπαλιά», ήταν Θεσσαλονικείς λογοτέχνες, όπως ο Γιώργος Θέμελης, ο Πέτρος Σπανδωνίδης, ο Γ. Θ. Βαφόπουλος, αλλά και αθηναίοι ομότεχνοί τους, όπως ο Στρατής Μυριβήλης, ο Σπύρος Μελάς, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, εκπαιδευτικοί, δημοσιογράφοι, ηθοποιοί, ο σκηνοθέτης Ορέστης Λάσκος, κι άλλοι Βορειοελλαδίτες και Μοραΐτες. «Το “Πρυτανείον” του φαρμακείου» σημειώνει ο Τηλέμαχος Αλαβέρας «ήταν ακόμη έδρα του παραρτήματος του “‘Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών”, μισοέδρα του “Ομίλου Συνεργατών και Υποστηρικτών του περιοδικού “Μορφές”, με επικεφαλής τον διευθυντή και εκδότη, Βασίλη Δεδούση, καθώς και των συνεργατών των “Μορφών”, Χρήστου Ντάλια, Μπάμπη Νίνια και Χρυσάνθης Ζιτσαία, χωρίς όμως, αυτό να εμποδίζει την ομάδα του περιοδικού “Κοχλίας” – τον Νίκο-Γαβριήλ Πεντζίκη, τον Γιώργο Κιτσόπουλο, τη Ζωή Καρέλλη – να συχνάζει εκεί, όπως και η παρέα των “Μακεδονικών Γραμμάτων”, πρόσωπα και πράγματα τριών δεκαετιών». Με τον θάνατο του Μπαρμπαλιά, το φαρμακείο έκλεισε.
Πηγές: 1912-2012, Η αρχιτεκτονική μιας εκατονταετίας, Β. Κολώνας Χρονικό της Κατοχής. Ο χειμώνας του 1941-42, Χ. Θεοδωρίδης Με τον Μπαρμπαλιά, Τηλέμαχος Αλαβέρας Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. 229/τ.Α.Α.Π./4-11-2016) www.thessarchitecture.wordpress.com / Βικιπαιδεία