Γιάννης Ζεύγος: Η δολοφονία του στη Θεσσαλονίκη, ένα κατά παραγγελία έγκλημα

Ποιος ήταν ο πολιτικός άνδρας που δολοφονήθηκε στις 20 Μαρτίου 1947, στην καρδιά της πόλης;

Parallaxi
γιάννης-ζεύγος-η-δολοφονία-του-στη-θεσ-1135363
Parallaxi

Συμπληρώθηκαν 77 χρόνια από ένα στυγερό πολιτικό έγκλημα που είχε διαπραχθεί στη Θεσσαλονίκη, συνταράσσοντας την κοινή γνώμη και ρίχνοντας προσανάμματα στη φωτιά του εμφυλίου πολέμου: Επρόκειτο για την εν ψυχρώ εκτέλεση, μέρα μεσημέρι, στην οδό Αγίας Σοφίας, του δασκάλου, δημοσιογράφου και ιστορικού, Γιάννη Ζεύγου, μέλους του πολιτικού γραφείου του ΚΚΕ, ηγετικού στελέχους του ΕΑΜ, υπουργού Γεωργίας στην υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου κυβέρνηση εθνικής ενότητας.

Η δολοφονία του μετριοπαθούς και διαλλακτικού όπως χαρακτηρίζονταν Ζεύγου, που είχε διατελέσει υπουργός Γεωργίας στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Καϊρου, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, ήταν μία ακόμη από τις σοβαρές αιτίες, που έκαναν την αριστερά να θεωρήσει ότι βρίσκεται υπό συστηματικό διωγμό. Έναν διωγμό, από κρατικές αρχές και παρακρατικές συμμορίες, που είχε σπρώξει χιλιάδες διωκόμενα μέλη και στελέχη της να βγουν στο βουνό, συγκροτώντας ένοπλα τμήματα.

Ποιος ήταν όμως ο πολιτικός εκείνος άνδρας που δολοφονήθηκε στις 20 Μαρτίου 1947 στην καρδιά της Θεσσαλονίκης όπου βρισκόταν για να παρακολουθήσει το έργο μίας επιτροπής του ΟΗΕ, η οποία ερευνούσε τις καταγγελίες για τη δράση παρακρατικών συμμοριών στην ελληνική ύπαιθρο μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας;

Η ζωή και το έργο του

O Γιάννης Ζεύγος, που ο παππούς του ήταν αγωνιστής του 1821, γεννήθηκε το 1897 στο χωριό Δόριζα της Αρκαδίας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Ταλαγάνης. Όμως αρθρογραφώντας στον αριστερό τύπο της εποχής με το ψευδώνυμο Ζεύγος ή Ζέβγος για συνωμοτικούς λόγους, τελικά καθιερώθηκε με το επώνυμο αυτό.

Τέλειωσε το Δημοτικό σχολείο στη Δόριζα και το Γυμνάσιο στην Τρίπολη. Το 1919, ενώ υπηρετούσε τη θητεία του ως στρατιώτης, έγινε μέλος του ΚΚΕ, και το 1922, στο Μικρασιατικό Μέτωπο όπου βρέθηκε, ανέπτυξε έντονη αντιπολεμική δραστηριότητα. Η δικτατορία του στρατηγού Θ. Πάγκαλου, τον εξόρισε για την κομμουνιστική του δραστηριότητα στη Φολέγανδρο.

Το 1928, στάλθηκε από το ΚΚΕ να φοιτήσει στη σχολή κομματικών στελεχών στη Μόσχα, όπου έμεινε έως το 1933. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έγινε μέλος της Επιτροπής Πόλης της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας και υπεύθυνος του εκδοτικού οίκου του ΚΚΕ Λαϊκό Βιβλιοπωλείο. Το 1934 ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού του ΚΚΕ Κομμουνιστική Επιθεώρηση. Θεωρείται ένας από τους συντελεστές της Απόφασης της 6ης Ολομέλειας του 1934 με την οποία το ΚΚΕ επιχείρησε μια ολοκληρωμένη μαρξιστική ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας. Την ίδια επίσης εποχή αρθρογραφούσε στον Ριζοσπάστη, καθώς και στα περιοδικά Αναγέννηση και Πρωτοπόροι.

Στη διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά, συνελήφθη και οδηγήθηκε στις φυλακές αρχικά της Αίγινας και αργότερα της Κέρκυρας, ενώ με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, μεταφέρθηκε στην Ακροναυπλία. Εκεί στις φυλακές, έγραψε σειρά μαθημάτων φιλοσοφίας για τους συγκρατουμένους του και μία ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, το έργο όμως αυτό χάθηκε. Αργότερα έγραψε μια επιτομή της ελληνικής ιστορίας που εκδόθηκε με τον τίτλο Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας. Μπόρεσε να δραπετεύσει το 1943, κατά τη μεταφορά του σε νοσοκομείο της Αθήνας, κι αμέσως μπήκε στον αγώνα κατά των κατακτητών για να αναδειχθεί σύντομα σε μέλος της γραμματείας του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ και κορυφαίο στέλεχος του ΕΑΜ.

Λίγο πριν την απελευθέρωση της Ελλάδας, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1944 διορίστηκε υπουργός Γεωργίας στην κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου η οποία είχε συγκροτηθεί στο Κάϊρο, και ως εκπρόσωπος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ συμμετείχε στη Συμφωνία της Καζέρτας (Ιταλία), που υπογράφτηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1944. Αμέσως μετά την απελευθέρωση και μέχρι το 1946 ο Γιάννης Ζέβγος είχε την καθοδήγηση της οργάνωσης σ΄ όλη την Πελοπόννησο. Παράλληλα, ασχολούταν με την τρέχουσα πολιτική αρθρογραφία που δημοσιευόταν στον Ριζοσπάστη και στην «ΚΟΜΕΠ».

Ως αναπληρωματικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ το Φεβρουάριο του 1947 έφτασε στη Θεσσαλονίκη για να καταθέσει στην Επιτροπή του ΟΗΕ που είχε εγκατασταθεί στην πόλη και διερευνούσε τις καταγγελίες για τρομοκρατία στην ελληνική ύπαιθρο μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας. Εδώ δολοφονήθηκε

Το πλαίσιο της δολοφονίας: Η τρομοκρατία

Μετά τις συμφωνίες της Βάρκιζας και της Καζέρτας, αλλά κυρίως το ολέθριο σφάλμα της αποχής από τις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946, οι κρατικές αρχές, συνεπικουρούμενες από παρακρατικές οργανώσεις, εξαπέλυσαν ένα ανελέητο κυνηγητό εναντίον των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Οι δολοφονίες ήταν στην ημερήσια διάταξη, το ίδιο οι λεηλασίες, οι βιασμοί, οι άγριες κακοποιήσεις πολιτών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που είχε δημοσιεύσει το δημοσιογραφικό όργανο του ΚΚΕ, στον ένα χρόνο μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, είχαν σημειωθεί 1.192 δολοφονίες, 6.413 τραυματισμοί, 31.640 βασανισμοί-κακοποιήσεις, 73.091 συλλήψεις, 159 βιασμοί, 873 κουρέματα-διαπομπεύσεις, 6.567 ληστείες-καταστροφές και 551 επιδρομές-ανατινάξεις γραφείων και τυπογραφείων.

Η τρομοκρατία των παρακρατικών οργανώσεων, κατά κύριο λόγο, και στη συνέχεια η υποταγή στα κελεύσματα των «συμμάχων», αλλά και η έλλειψη σωφροσύνης του πολιτικού κόσμου της εποχής, ήταν που οδήγησαν βαθμιαία τη χώρα στον Εμφύλιο. Και όπως σημείωνε ο στρατηγός Δημήτριος Ζαφειρόπουλος:

«Κατά την εποχή αυτή… η Ελλάδα αντιμετώπιζε πολλά ζητήματα, τόσο για την εσωτερική ανασυγκρότησή της όσο και για την εθνική της ασφάλεια. Είχε την ανάγκη ειρήνης, ησυχίας και ελευθερίας για να ανασυγκροτηθεί και να επουλώσει τις «πληγές» της. Αλλά η χώρα δεν μπορούσε να απαλλαγεί από τη μάστιγα των παρακρατικών οργανώσεων της δεξιάς και των ένοπλων ομάδων του συμμοριτισμού». Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του στρατού, οι επιθέσεις των ανταρτών και κυρίως, η ανεξέλεγκτη δράση των ακροδεξιών συμμοριών, είχαν ως αποτέλεσμα την τεράστιας έκτασης πληθυσμιακή μετακίνηση που σημειώθηκε στα χρόνια της εμφύλιας σύγκρουσης. Οι εσωτερικοί πρόσφυγες που εγκατέλειψαν τα χωριά τους και συγκεντρώθηκαν στις πόλεις, έφτασαν τις 700.000 ανθρώπους, αριθμός που αντιστοιχούσε στο 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Σε κάποιες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, που ήταν το βασικότερο θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων, ο αριθμός των προσφύγων έφτανε και το 33%, όπως συνέβη με το νομό Κιλκίς ή το 23% των κατοίκων του νομού Κοζάνης.

Ένα προφητικό άρθρο του Ζεύγου: «Όχι άλλο αίμα»

Τέλη Φεβρουαρίου του 1947 φτάνει στη Θεσσαλονίκη ο Γιάννης Ζεύγος, για να παρακολουθήσει εκ μέρους του ΚΚΕ και του ΕΑΜ τις εργασίες της Ερευνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ και να καταθέσει σ΄αυτή στοιχεία για τη δράση των παρακρατικών συμμοριών. Δεν θα προλάβει. Και προφητικά ίσως, σε ένα από τα τελευταία του άρθρα που δημοσιεύει στην κομμουνιστική εφημερίδα της Θεσσαλονίκης

Αγωνιστής, υπό τον χαρακτηριστικό τίτλο «Όχι άλλο αίμα», σημειώνει στον επίλογο: Να σταματήσει η αιματοχυσία για τα συμφέροντα των ξένων «προστατών» και μιάς ασυνείδητης κλίκας πρακτόρων τους. Όχι άλλο αίμα. Όχι άλλοι τάφοι. Ενότητα. Ομαλότητα. Ελευθερία και ανεξαρτησία.

H δολοφονία

H είδηση για τη δολοφονία του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ Γιάννη Ζεύγου, μόλις κυκλοφόρησε νωρίς το απόγευμα της 20ης Μαρτίου 1947, συγκλόνισε την κοινή γνώμη και προκάλεσε σοκ, δέος και έντονη ανησυχία σε όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης. Κι αυτό διότι και με την αποτρόπαιη εκείνη ενέργεια, φαινόταν πως δεν μπορούσε πλέον με τίποτα να ανακοπεί ο ολισθηρός δρόμος που οδηγούσε προς τον καταστροφικό Εμφύλιο Πόλεμο.

Ήταν λίγο πριν το μεσημέρι εκείνης της ημέρας και ο Ζεύγος κατέβαινε την οδό Αγίας Σοφίας για να μεταβεί στο ξενοδοχείο «Αστόρια», στη γωνία Τσιμισκή και Αγ. Σοφίας όπου διέμενε. Μόλις πέρασε την οδό Γεωργίου Σταύρου, μπροστά στην τότε κλινική Εξηντάρη, τον πλησίασε ξαφνικά ένας κοντόσωμος τύπος, κραδαίνοντας περίστροφο. Το έστρεψε κατά πάνω του και πυροβόλησε τρεις φορές πισώπλατα. Οι διερχόμενοι πολίτες είδαν έντρομοι τον Ζεύγο να πέφτει αιμόφυρτος. Ο δολοφόνος τον πλησίασε, ρίχνοντας άλλη μία σφαίρα για να τον αποτελειώσει και στη συνέχεια προσπάθησε να διαφύγει από την οδό Γεωργίου Σταύρου και μετά από τη Βασιλέως Ηρακλείου. Τον καταδίωξαν όμως και τον συνέλαβαν πολίτες και ένας χωροφύλακας στη διασταύρωση Αριστοτέλους με Τσιμισκή.

Η εφημερίδα Μακεδονία, περιέγραφε ως εξής την δολοφονική επίθεση:

Ο Ζεύγος περί την 11ην π.μ., μετέβη εις τα γραφεία της κομμουνιστικής εφημερίδος «Αγωνιστής», όπου συνέταξεν επιστολήν προς την ενταύθα ευρισκομένην Επιτροπήν Ερεύνης του ΟΗΕ, ως εκπρόσωπος της Κ.Ε. του ΕΑΜ, αναφερομένην εις τας τελευταίας γενομένας εν τη πόλει μας συλλήψεις εαμικών στελεχών, καθώς και τα αιματηρά γεγονότα της Τούμπας. Μετά τούτο, αφού αφήκε την επιστολήν δια να μεταφρασθή εις την γαλλικήν υπό τινος συντάκτου της εν λόγω εφημερίδος, προκειμένου να την υποβάλει εις την Επιτροπήν Ερεύνης, μετέβη εκείθεν εις τι γαλακτοπωλείον της πλατείας Αγίας Σοφίας, όπου εγευμάτισεν.

Την 1ην μεταμεσημβρινήν, εξήλθε του γαλακτοπωλείου και δια της οδού Αγίας Σοφίας κατήρχετο προς την οδόν Τσιμισκή, δια να μεταβή εις το ξενοδοχείον «Αστόρια» όπου διέμενεν. Είχεν ήδη διαβή την οδόν Γεωργίου Σταύρου και ευρίσκετο σχεδόν προ του παντοπωλείου του κ. Κεραμέως, όταν εν άτομον ηλικίας περίπου 30 ετών, εύσωμον, μέσης κοινωνικής τάξεως- ως επρόδιδεν η περιβολή του-,εξαγαγόν περίστροφον επυροβόλησε κατ΄αυτού εξ εγγυτάτης αποστάσεως, σχεδόν εξ επαφής.

Ο Ζεύγος πληγείς, προσεπάθησε να αποφύγη τον δολοφόνον, φεύγων. Αλλά είχεν πληγεί καιρίως και μόλις επρόφθασε να κάμη δύο ή τρία βήματα. Εταλαντεύθη ολίγον και εσωριάσθη εις το πεζοδρόμιον κεραυνόπληκτος.

Το Μπούλκες, η … «εκπόρνευση» και η ΕΣΑ

Όπως ανακοίνωνε λίγο αργότερα ο αστυνομικός διευθυντής Θεσσαλονίκης, συνταγματάρχης της χωροφυλακής Ξανθόπουλος, δράστης ήταν ο 32χρονος Σερραίος κρεοπώλης, Χρήστος Βλάχος. Προσθέτοντας ότι «ως αιτία δια την πράξιν του, επικαλείται ούτος την αγανάκτησίν του δια όσα υπέφερεν εις το στρατόπεδον του Μπούλκες, εγκάθειρκτος ων επί εξάμηνον, ως και δια την τακτικήν του κομμουνιστικού κόμματος έναντι της πατρίδος». Ταυτόχρονα, το υπουργείο Τύπου στην Αθήνα, διοχέτευε σε όλες τις εφημερίδες της εποχής ένα κείμενο, σύμφωνα με το οποίο το έγκλημα δεν ήταν πολιτικό, αλλά έγινε για λόγους… τιμής, καθώς ο Ζεύγος και άλλα γνωστά στελέχη του ΚΚΕ είχαν…. εκπορνεύσει τη σύζυγο του δράστη!

Την ίδια ημέρα, 21 Μαρτίου 1947, η ΕΑΜική απογευματινή εφημερίδα της Θεσσαλονίκης Ανεξαρτησία, αποκάλυπτε ότι ο Βλάχος τις τελευταίες σαράντα ημέρες διέμενε ως «φιλοξενούμενος» στο κτίριο της ΕΣΑ, διατυμπανίζοντας παράλληλα ότι διέθετε «μπόλικα ψιλά» και εκπαιδεύονταν κατάλληλα για να χρησιμοποιηθεί ως εκτελεστικό όργανο. Ενώ μερικές μέρες αργότερα, δύο άνδρες της ΕΣΑ, με επιστολή στον τύπο, αποκάλυψαν ότι μετείχαν σε ομάδα εκτελεστών που είχαν συγκροτήσει οι αρχές, με στόχο τη δολοφονία επιφανών στελεχών της Αριστεράς στη Θεσσαλονίκη, μεταξύ των οποίων ο δικηγόρος Αλέξανδρος Σακελλαρόπουλος, κατοπινός πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, ο μηχανικός της αλευροβιομηχανίας «Αλλατίνι» Νίκος Δηλαβέρης, που ήταν γραμματέας του ΕΑΜ Μακεδονίας-Θράκης και ο σοσιαλιστής γιατρός Γιάννης Πασαλίδης, μετέπειτα πρόεδρος της ΕΔΑ. Μάλιστα, για τις δολοφονίες αυτές πραγματοποιούνταν και… «πρόβες» στο Ε΄ αστυνομικό τμήμα !

Δίκη-παρωδία και φυγάδευση στην Αργεντινή

Ένα χρόνο μετά το έγκλημα, στις 28 Μαϊου 1948, ο Βλάχος παραπέμφθηκε να δικαστεί στο κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης σε δίκη-παρωδία, όπου του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 ετών. Βγήκε όμως πολύ νωρίτερα από τη φυλακή και φυγαδεύτηκε στο Μπουένος Άϊρες της Αργεντινής, προορισμό που είχαν επιλέξει ως τόπο κατοικίας και όλοι οι καταζητούμενοι για εγκλήματα πολέμου αξιωματούχοι του χιτλερισμού. Επέστρεψε μετά από χρόνια και καθώς τον απαρνήθηκαν οι συγγενείς του, περιφέρονταν ρεμάλι στη Θεσσαλονίκη και στις Σέρρες.

Γρήγορα οι τύψεις οδήγησαν τον δολοφόνο του Γιάννη Ζεύγου στα όρια της τρέλας και κατέληξε στα αζήτητα του ψυχιατρείου της Λέρου, όπου έμεινε κλεισμένος για πολλά χρόνια. Λίγο πριν τον θάνατό του, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Ακρόπολις, στις 20 Σεπτεμβρίου του 1981, ο Βλάχος, γκρεμίζοντας το σενάριο που είχε κατασκευαστεί για να καλύψει τη δολοφονία του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, με τα περί «εκπόρνευσης», «Μπούλκες» και «οικογενειακής υπόθεσης», παραδέχθηκε ότι δούλευε για την Ασφάλεια και ότι σκότωσε το Ζέβγο εκτελώντας σχετική εντολή των ανωτέρων του.

*Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου: Οι μεγάλες πολιτικές δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη του 20ου αιώνα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΙΑΝΟΣ»

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα