«Κάποιοι ήθελαν να το μειώσουν»: Τι λέει ο πατέρας του αγνοούμενου 33χρονου γιατρού από τη Θεσσαλονίκη
«Δεν θέλω να πιστεύω το χειρότερο. Μπαίνει στο μυαλό μου, δυστυχώς, αλλά δεν θέλω να το δεχτώ»
Κορυφώνεtαι η αγωνία μέρα με τη μέρα για την τύχη του Αλέξη Τσικόπουλου, του γιατρού που αγνοείται από τις 7 Δεκεμβρίου.
Όσοι τον γνωρίζουν προσωπικά μιλούν για ένα νέο άνθρωπο, έναν επιστήμονας με ήθος και προσφορά, έναν ευγενικό και εσωστρεφή χαρακτήρα τα ίχνη του οποίου χάθηκαν ξαφνικά.
Ο πατέρας του 33χρονου γιατρού, Γιώργος Τσικόπουλος, μίλησε στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη «Φως στο Τούνελ» με φωνή που προδίδει την απόγνωση αλλά και την προσπάθεια να κρατηθεί από μία λεπτή κλωστή ελπίδας.
«Δεν θέλω να πιστεύω το χειρότερο. Μπαίνει στο μυαλό μου, δυστυχώς, αλλά δεν θέλω να το δεχτώ», λέει και περιγράφει τις τελευταίες στιγμές πριν χαθούν τα ίχνη του γιου του.
«Με πήρε τηλέφωνο την Κυριακή και μου είπε ότι δεν αισθανόταν καλά, ήθελε να πάω να τον βρω. Έκλεισα εισιτήριο και πήγα, αλλά όταν έφτασα είχε εξαφανιστεί. Το κινητό του έκλεισε την Κυριακή το βράδυ, στις οκτώ. Άνοιξε ξανά τη Δευτέρα το απόγευμα και μας είπαν ότι τον είδε κάποιος σε ένα χωριό που λέγεται Κυψέλη, είχε πάει να πάρει τσιγάρα. Αυτό ήταν. Μέχρι την Παρασκευή δούλευε στο νοσοκομείο και την Κυριακή έγινε αυτό».
Ο πατέρας μιλά με περηφάνια για τον γιο του.
«Η ξαδέρφη του Αρχιεπισκόπου είχε γράψει ευχαριστήριο για την ποιότητά του αλλά και για το πόσο καλά την περιποιήθηκε όταν είχε κάποιο πρόβλημα. Αυτό πυροδότησε αντιζηλίες μέσα στο περιβάλλον του, ήταν και ευαίσθητος, δεν το άντεξε και έγινε αυτό που έγινε. Μου εκμυστηρεύτηκε ότι κάποιοι του μίλησαν άσχημα στη δουλειά, ήθελαν να τον μειώσουν», λέει και ξεκαθαρίζει πως πίσω από την εξαφάνιση δεν κρύβεται κάποια πρόσφατη ερωτική απογοήτευση, όπως είπαν.
«Αυτό ήταν κάτι πολύ παλιότερο, όταν ήταν στην Σκιάθο αγροτικός και είχε περιθάλψει τον Γιώργο Παπανδρέου που είχε πέσει στα βράχια. Είχε μία πολύ καλή κοπέλα αλλά μετά χώρισαν οι δρόμοι τους. Αυτή είναι η μοναδική ερωτική απογοήτευση που γνωρίζω εγώ».
«Πλέον συνεργάζομαι μόνο με τους αστυνομικούς»
Η μητέρα του γιατρού βρίσκεται στην Κρήτη και συμμετέχει ενεργά στις έρευνες, συνδράμοντας όπου χρειάζεται. Με εμφανή συγκίνηση, εξήρε στο «Τούνελ» την τεράστια κινητοποίηση και την εξαιρετική δουλειά που, όπως τόνισε, έχει κάνει η Αστυνομία από την πρώτη στιγμή.
Παράλληλα, τοποθετήθηκε για τον ιδιώτη ερευνητή που συνελήφθη και ο οποίος ισχυριζόταν ότι μέσω «κβαντικής τεχνολογίας» και χρήσης δορυφόρων είχε εντοπίσει ίχνη του αγνοούμενου γιου της.
«Η Αστυνομία ψάχνει εδώ και μέρες με drone, με σκυλιά, με θερμικές κάμερες να τον εντοπίσει αλλά δεν τα έχουν καταφέρει. Στον ερευνητή δεν έδωσα χρήματα. Θα του έδινα στο τέλος της έρευνας αφού θα είχε ολοκληρώσει τη δουλειά. Συγκεκριμένα θα κατέθετα χρήματα στο ίδρυμά του, ήταν κάτι που δεν με έκανε να σκεφτώ αρνητικά», ανέφερε χαρακτηριστικά, διευκρινίζοντας πως όλα έχουν κατατεθεί στην Ασφάλεια.
Η ίδια παρέδωσε στον ερευνητή τρίχες του παιδιού, τις οποίες εκείνος ανέλυσε, ισχυριζόμενος στη συνέχεια ότι μπορούσε να εντοπίζει τη θέση του.
«Μου έλεγε πού είναι και τον κυνηγούσαμε από πίσω. Μαζί πηγαίναμε. Όλη τη Δευτέρα τριγυρνούσαμε και ψάχναμε να τον βρούμε. Εννοείται πως μου έδωσε ελπίδες. Ελπίδες μεγάλες και τώρα έχω πέσει» δήλωσε με φωνή που «λύγισε».
«Η Αστυνομία μάς είπε να μην ξανά ασχοληθούμε με το συγκεκριμένο θέμα και πλέον συνεργάζομαι μόνο με τους αστυνομικούς. Κάνω και έκκληση σε εθελοντές από όλη την Ελλάδα να συνεργαστούν με την Ασφάλεια. Η Αστυνομία κάνει αξιοθαύμαστη προσπάθεια και τους αξίζει ένα μπράβο».
“Τον αγαπούσαν όλοι”, λέει η σπιτονοικοκυρά του στο Ηράκλειο
Η σπιτονοικοκυρά του αγνοούμενου γιατρού, ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που είχε σχεδόν καθημερινή επαφή μαζί του και γνώριζε τις κινήσεις αλλά και τις συνήθειές του, μίλησε στο «Τούνελ» με εκτίμηση για τον νεαρό επιστήμονα και την στάση του απέναντι στους ανθρώπους.
«Έμενε στο σπίτι μου το παιδί. Ήταν πάρα πολύ καλός γιατρός, ωτορινολαρυγγολόγος, στο Βενιζέλειο νοσοκομείο, τον αγαπούσαν όλοι, εξυπηρετούσε τους ασθενείς με ευγένεια και αγάπη».
Φορτισμένη συναισθηματικά αναφέρεται στις πρώτες κινήσεις της οικογένειας μετά την εξαφάνιση.
«Ήρθε η μητέρα του, πήρε ρούχα για να τα μυρίσουν τα σκυλιά και πήγε στα Χανιά. Ψάξανε κοντά στο μοναστήρι στην Χρυσοπηγή αλλά δεν βρήκαν κάτι. Κάποιοι τον είδαν κοντά στο χωριό Φρες, στις καλύβες».
Η ίδια προσπαθεί να θυμηθεί τις τελευταίες εικόνες που έχει από εκείνον, λίγες ώρες πριν χαθεί αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ενημερώθηκε για την εξαφάνισή του.
«Τελευταία φορά τον είδαμε την Κυριακή στις 7 του μήνα, μίλησε με τον άνδρα μου για τον καιρό αλλά επειδή ήταν κλειστό παιδί, δεν ήθελε πολύ κουβέντα. Ήταν έτοιμος να πάει Θεσσαλονίκη τώρα τα Χριστούγεννα, είχε βγάλει και εισιτήριο. Εμένα μου τηλεφώνησε η μητέρα του Κυριακή βράδυ που επέστρεφα από μία εκδρομή και με ενημέρωσε ότι κάτι έχει συμβεί. Μπορεί να έφυγε και μεσημέρι».
Γεμάτη αγωνία και φόβο για το τι έχει συμβεί στον 33χρονο, περιγράφει την κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι του όταν το άνοιξαν με τη μητέρα του. Τίποτα δεν μαρτυρούσε φυγή.
«Πάνω στο κρεβάτι του είχε το λάπτοπ και τα βιβλία του, διάβαζε πάρα πολύ, είχε αφήσει το πορτοφόλι του με τις κάρτες και την ταυτότητά του, την οποία πήρε η μαμά του. Είχε αφήσει και το πλυντήριο ρούχων ανοιχτό. Το κλείσαμε εμείς. Διάβαζε πολύ, δεν έβγαινε, δεν είχε κάποια φίλη να έρχεται εδώ μαζί του στο διαμέρισμα. Έπαιρνε την τσαντούλα του και πήγαινε σε ένα καφέ στο λιμάνι για διάβασμα».
Πηγή: megatv.com

