Κτίρια προς διάθεση αλλά και διάσωση στην πόλη μας
Η εικόνα των δημόσιων κτιρίων και χώρων που ζουν τη δεύτερη φάση παρακμής τους λόγω της μη αξιοποίησής τους είναι απαράδεκτη. Και απόδειξη της ανικανότητας μας να τα διαχειρισθούμε.
Του Κωνσταντίνου Ζέρβα, kzervas@otenet.gr Εικόνα: Άγγελος Ζυμάρας
Στη χώρα, στην πόλη μας κάπου μετά τον πόλεμο ο οίστρος για ένα αστικό μοντέλο ανάπτυξης και για άναρχη και «αδίστακτη» ανοικοδόμηση οδήγησε στην καταστροφή ολόκληρων γειτονιών (που η μνήμη και οι φωτογραφίες τους προκαλούν θαυμασμό) και στην οικοδόμηση νέων (που η εικόνα τους προκαλεί αποστροφή). Η ανάγκη λοιπόν για τη διατήρηση των διατηρητέων (έστω και μη χαρακτηρισμένων) κτιρίων και του αξιόλογου, από διάφορες απόψεις, κτιριακού αποθέματος της Θεσσαλονίκης είναι αδήριτη.
Υποχρέωση όλων μας, της Πολιτείας και των δημοτικών αρχών, όσο και των πολιτών, είναι να αποκατασταθούν όλα τα δείγματα της αρχιτεκτονικής, ιστορικής και βιομηχανικής κληρονομιάς στην πόλη.
Τα κονδύλια που απαιτούνται για την ανάπλαση είναι τεράστια και βαρύνουν εμμέσως τις τσέπες είτε των πολιτών όλης της χώρας (φορολογούμενοι), είτε των δημοτών της Θεσσαλονίκης. Η σωτηρία τους είναι όμως μόνο το πρώτο βήμα. Εξίσου σημαντικό είναι και το επόμενο: Η χρήση, η συντήρηση δηλαδή η αξιοποίηση τους.
Όταν τέτοια έργα γίνονται από ιδιώτες ή από συγκεκριμένα ιδρύματα αμέσως μετά την ανάπλαση τους απολαμβάνουμε την κοινόχρηστη αξιοποίηση των κτιρίων ως πολιτιστικών ή επαγγελματικών χώρων. Και συγχρόνως τη συνεχή συντήρηση τους, που είναι εξαιρετικά σημαντική για τη διατήρηση και βιωσιμότητα τους. Ένα παράδειγμα, που είναι όμως ενδεικτικό, είναι της βίλας Καπαντζή (το παλιό 5ο Γυμνάσιο στην Βασ. Ολγας), που εκμεταλλεύεται το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας. Το επισκέπτεσαι συχνά, το χαίρεσαι!
Όταν όμως αυτό γίνεται σε κτίρια και χώρους που η ανάπλαση, η ιδιοκτησία και συνεπώς η αξιοποίηση βρίσκεται στα χέρια κρατικών φορέων ή Δήμων ποια είναι η αντίστοιχη εικόνα; Έξοδα, υπερβάσεις, καθυστερήσεις, λαμπρά εγκαίνια και μετά… κλείσιμο και ρημαδιό!
Οι χώροι αυτοί δεν είναι τα σαλόνια που κάποτε κρατούσαν κλειστά για εορτές, χαρές και πανήγυρεις. Δεν αρκεί να βλέπουμε μόνο από έξω τη Βίλα Μπιάνκα, το διατηρητέο της Αναγεννήσεως ή τα παλαιά σφαγεία. Οφείλουμε, πέρα από την εικόνα, να δώσουμε και περιεχόμενο στα έργα μας.
Δεν αρκεί που ολοκληρώθηκε η ανάπλαση της νέας παραλίας (με κονδύλια του ΕΣΠΑ). Απαιτείται και η διατήρηση της. Η συντήρηση των σιντριβανιών, των ειδικών χώρων (πισίνες, γλυπτά) απαιτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, κόστος και φύλαξη. Άλλωστε, η εικόνα είναι τόσο ευάλωτη. Και έχουμε πρόσφατα παραδείγματα βανδαλισμών και κακοποίησης!
Η Βίλα Μπιάνκα προτάθηκε πρόσφατα να αξιοποιηθεί από πολιτιστικό και κοινωνικό φορέα της πόλης. Χωρίς αποτέλεσμα, διότι κολλήσαμε σε κοντόφθαλμες και φοβικές λογικές, χωρίς ουσιαστικό πλάνο αξιοποίησης και χρήσης.
Το Maison Crystal με το όποιο αμαρτωλό παρελθόν του, αλλά και την ιδιαιτέρως περίοπτη θέση του περιμένει αξιοποίηση. Οδεύει κι αυτό να καταλήξει άλλος ένας «πολιτιστικός χώρος» ή μια απαξιωμένη έκταση στο ωραιότερο κομμάτι της πόλης.
Πόσα ακόμη μουσεία θα αποκτήσουμε στη Θεσσαλονίκη; Πόσους ακόμη πολιτιστικούς χώρους; Παντού… «πολιτισμός»; Ένας ατελείωτος «πολιτισμός», που παράγεται και δεν καταναλώνεται! Που όταν σβήνουν τα φώτα, δε μένει τίποτα.
Βρήκαμε ένα μοντέλο και επιμένουμε σ’ αυτό. Δεν υπάρχουν άλλες ιδέες, άλλες χρήσεις; Οι αθλητικές για παράδειγμα; Τα σφαγεία δε λειτουργούσαν παλαιότερα με τέτοια χρήση; Ως ένας χώρος πολυάθλησης. Γιατί δεν μπορούν να λειτουργήσουν έτσι και σήμερα; Η πόλη έχει εξαιρετική ανάγκη από χώρους άθλησης, ιδιαίτερα τώρα στην περίοδο της κρίσης.
Ποιος δε χαίρεται για την αναπαλαίωση του κτιρίου στην Αναγεννήσεως, για τη Βίλα Μπιάνκα, το Επταπύργιο, το Μπέη Χαμάμ, το Αλατζά Ιμαρέτ, το Γενί Τζαμί, τη Βίλα Μορντώχ, το Αλκαζάρ για τόσα και τόσα κτίρια; Η εικόνα όμως να ζουν τη δεύτερη φάση παρακμής τους από τη μη αξιοποίηση τους είναι απαράδεκτη. Και απόδειξη της ανικανότητας μας να τα διαχειρισθούμε. Να δουλέψουμε με το χθες για το αύριο.
Και βέβαια πρέπει να σώσουμε και τα υπόλοιπα διατηρητέα, να δεσμεύσουμε χώρους. Να σκεφτούμε όμως και τη χρήση τους. Να παράγουμε ιδέες στη βάση της λογικής, στη βάση και της ανταποδοτικότητας. Να δούμε τη μαζικότητα της χρήσης, να τα βάλουμε στην καθημερινότητα του πολίτη.
Ο Δήμος και η Πολιτεία οφείλει να προκαλέσει τη χρήση των κτιρίων κι όχι να πληρώνει από πάνω γι’ αυτή. Να λειτουργήσει με γνώμονα και ένα μίνιμουμ κέρδους, ώστε να καλύπτονται τουλάχιστον τα έξοδα της συντήρησης και να αποκτήσει ένα πλάνο αξιοποίησης για το καθένα.
Δεν υποστηρίζω να δούμε τα διατηρητέα μας σαν… νομισματοκοπεία. Δεν επιθυμώ να μετατραπούν σε κλαμπ. Προτείνω να βάλουμε κάτω ένα σχέδιο. Να δούμε ποια κτίρια μπορούν να αξιοποιηθούν για χρήσεις που θα έχουν ανταποδοτικότητα.
Δεν επιθυμώ κράτος και αυτοδιοίκηση να μετατραπούν ξαφνικά σε γκαλερίστες, ούτε να μπουν στον ανταγωνισμό με τον ιδιωτικό τομέα. Ας κάνουμε τη Θεσσαλονίκη την άτυπη Πρωτεύουσα του πολιτισμού της καθημερινότητας. Τέτοιος πολιτισμός είναι και ο αθλητισμός (και ιδιαίτερα ο ναυταθλητισμός!) και έχει γοητεία γιατί έχει μαζικότητα. Είναι κάθε δράση, κάθε υποδομή που προάγει την ποιότητα ζωής και ελκυστικότητα της πόλης. Ας αξιοποιήσουμε τα έργα μας επιτέλους κι ας σταματήσουμε να παρακαλούμε (και να πληρώνουμε από πάνω) εκεί που έπρεπε να μας παρακαλούν.
* Ο Κωνσταντίνος Ζέρβας είναι Πολιτικός Μηχανικός και Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου Θεσσαλονίκης