Θεσσαλονίκη

Λουτρά Θέρμης: Ένας ιαματικός παράδεισος σε αναμονή – Η ιστορία, η παρακμή, το σχέδιο αναγέννησης

Ένας φυσικός «θησαυρός» με μακραίωνη ιστορία που μετατράπηκε σε ανοιχτή πληγή

Parallaxi
λουτρά-θέρμης-ένας-ιαματικός-παράδει-1347486
Parallaxi

Μια ανοιχτή πληγή για τη Θεσσαλονίκη αποτελούν τα λουτρά Θέρμης που τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν βαθιά εγκατάλειψη, με τις εγκαταστάσεις να γίνονται έρμαιο φθορών, λεηλασιών και βανδαλισμών.

Τα κτίρια με τρούλους και μαρμάρινες λουτήρες έμειναν ανενεργά, τα νερά αχρησιμοποίητα, και η περιοχή ένα εγκαταλελειμμένο στολίδι.

Πριν από έναν μήνα, ο Δήμος Θεσσαλονίκης δημοσίευσε δημόσια πρόσκληση για επενδυτικές προτάσεις, καλώντας ενδιαφερόμενους να υποβάλουν φακέλους εντός δύο μηνών.

Το σχέδιο περιλαμβάνει:

Κέντρο ιαματικής θεραπείας και spa

Ξενοδοχείο

Συνεδριακό και αθλητικό κέντρο

Πολιτιστικές χρήσεις και αναπαλαίωση των διατηρητέων κτιρίων

Το συνολικό εκτιμώμενο κόστος ανέρχεται στα 33,5 εκατ. €.

Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, η συγκέντρωση των προτάσεων αναμένεται να ολοκληρωθεί στις αρχές Αυγούστου, ώστε οι υπηρεσίες του δήμου να τις αξιολογήσουν και να προχωρήσουν από τον Σεπτέμβριο στην τυπική διαδικασία, όπως προβλέπει η νομοθεσία με όλες τις δικλείδες διαφάνειας και ασφάλειας.

Παράλληλα, εδώ και λίγους μήνες πραγματοποιούνται γεωτρήσεις για να διερευνηθεί η παροχή θερμών υδάτων. Ήδη έχει διαπιστωθεί θερμοκρασία περίπου 37 °C, με στόχο την επιβεβαίωση της βιωσιμότητας του ιαματικού πόρου.

Περιμένοντας τα λουτρά Θέρμης να περάσουν -επιτέλους- στη νέα τους εποχή, κάνουμε μια ιστορική αναδρομή στην πορεία τους όλα αυτά τα χρόνια, βασιζόμενοι στην ερευνητική διπλωματική εργασία «Aquaes: Οι λουτρικές εγκαταστάσεις στην Ελλάδα του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Οι περιπτώσεις του Καϊάφα, της Αιδηψού και της Θέρμης» των φοιτητριών Μελιοπούλου Ολυμπία και Σωτηροπούλου Άννα Μαρία, του τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ.

Ιστορική ανάλυση της περιοχής

Τα Λουτρά Θέρμης (ή Λουτρά Σεδών) εντοπίζονται 20 χλμ νοτιοανατολικά της Θεσσαλονίκης, στο 16ο χλμ της εθνικής οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου, αμέσως μετά τον οικισμό της Νέας Ραιδεστού, σε μια πευκόφυτη έκταση 500 στρεμμάτων (106).

Παρά το γεγονός ότι βρίσκονται στα όρια του Δήμου Θέρμης, ανήκουν στη δικαιοδοσία του Δήμου Θεσσαλονίκης και περιλαμβάνουν 4 ιαματικές θειούχες πηγές

Από τα προϊστορικά χρόνια, στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης υφίσταντο μικροί οικισμοί -Τούμπα, Καραμπουρνάκι, ιστορικό κέντρο, Σέδες κ.ά.-, οι οποίοι περί τον 11ο με 10ο αι. π.Χ. συγκροτούσαν ένα ενιαίο οικιστικό σύνολο (πόλισμα), την επονομαζόμενη Θέρμη (107).

Αυτή οφείλει την ονομασία της, κατά την επικρατέστερη εκδοχή, στην ανάβλυση θερμών υδάτων τόσο πλησίον αυτής (Σέδες) όσο και στην περιοχή του Λαγκαδά και της Απολλωνίας και, όπως επιβεβαιώνει και ο Ηρόδοτος (108), έδωσε το όνομά της στον Θερμαϊκό κόλπο.

Μάλιστα, ευρήματα στην τούμπα Θέρμη Α μαρτυρούν την αδιάκοπη ανθρώπινη παρουσία από την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο έως το Βυζάντιο (109).

Βάσει πληροφοριών, τα λουτρά της Θέρμης χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα, ενώ προτιμώνται ιδιαίτερα κατά τα ρωμαϊκά χρόνια. Αργότερα, αναφέρεται η ύπαρξη οδού που οδηγεί στα Θερμά (110), γεγονός που αποδεικνύει τη χρήση των λουτρών από τη βυζαντινή περίοδο. Σύμφωνα με τον Ηλία Κολοβό, το οθωμανικό τοπωνύμιο Ilı ca, που αποδίδεται ως θερμή πηγή, πιθανώς ταυτίζεται με τα βυζαντινά Θερμά (111). Στις οθωμανικές φορολογικές καταστιχώσεις του 16ου αι. δεν σημειώνεται φόρος σχετικός με τη λειτουργία λουτρώνων.

Αν εξαιρέσουμε την πιθανότητα αυτά να τελούσαν υπό το καθεστώς ευαγούς ιδρύματος (βακουφίου), οπότε και θα συμπεριλαμβάνονταν σε άλλου είδους απογραφικές πηγές, η απουσία καταγραφής σχετικού φόρου στα τιμαριωτικά κατάστιχα συνιστά ένδειξη ότι δεν λειτουργούσαν κατά τον 16ο αι.

Ωστόσο, οι λουτρικές υποδομές που εντοπίζονται σήμερα στη θερμαλιστική περιοχή πιθανόν να μην έχουν κατασκευαστεί νωρίτερα από τον 17ο ή 18ο αι. (112)

Η πρώτη μαρτυρία για κατοίκηση μουσουλμάνων στα Λουτρά Σεδών (Ilıca), αν γίνει δεκτή η πρόταση ταύτισης του Κολοβού, εντοπίζεται στο οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο ΤΤ70 (1519) (113) και με την κατοίκιση αυτή συνδέεται η ύπαρξη τζαμιού.

Το 1726, ο μοναχός Basile Barskij (114) σε κείμενά του δηλώνει την ύπαρξη τριών ιαματικών πηγών κοντά στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο Au gust Grisebach με την επίσκεψη του το 1839 αντίκρισε δύο λουτρικές δομές να παρακμάζουν.

Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει πως «στον ανοιχτό κάμπο ανάμεσα στα Βασιλικά και το Σέδες υπάρχουν δύο λουτρώνες, που ονομάζονται Θέρμες από όπου ίσως να προέρχεται το αρχαίο όνομα της Θεσσαλονίκης.

Είναι ακατοίκητοι και αποτελούνται μόνο από μια βρώμικη δεξαμενή γεμάτη αμφίβια, που έχει για στέγη έναν πέτρινο τρούλλο» (115).

Κατά την ύστερη οθωμανοκρατία κατασκευάστηκε και τέταρτο λουτρικό κτίριο γύρω από πηγή, με αποτέλεσμα μέχρι και σήμερα στην περιοχή να εντοπίζονται τέσσερις πηγές με τους αντίστοιχους μονόχωρους τρουλαίους λουτήρες τους (kaplıca).

Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, και συγκεκριμένα τον Αύγουστο το 1903, σε άρθρο της εφημερίδας «Journal de Salonique»116, έγινε εκτενής αναφορά στην ελλιπή οργάνωση και γενική ερειπιώδη κατάσταση που επικρατούσε στα Λουτρά Σεδών, παρά τη μεγάλη αξία των θεραπευτικών ιδιοτήτων των υδάτων τους.

Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα, όπως μαρτυρούν φωτογραφικά τεκμήρια, το 1916, κατά τη στρατοπέδευση της Armée d’ Orient στην περιοχή των λουτρών, τόσο οι υδροθεραπευτικές όσο και οι ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις φαίνεται να έχουν εμπλουτιστεί. Επιπλέον, σημαντικές πληροφορίες αντλούνται από τον Αλέξανδρο Παπαμάρκου και σύμφωνα με αυτές, τα λουτρά ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή στους κατοίκους της Θεσσαλονίκης, ο οποίοι κατέφταναν «δι’ ἀμαξιτοῦ ὁδοῦ διατηρουμένης ἐν ἀρίστῃ καταστάσει», ενώ δεν διέμεναν μόνιμοι κάτοικοι, παρά μόνο οι εργαζόμενοι σε αυτά.

Επιπλέον, σημειώνει πως «Αι πηγαί, εξ ων προέρχονται τα ύδατα, εύρηνται κανονικώς διατεταγμέναι παραλλήλως της δημοσίας οδού και απέχουσιν αλλήλων περι τα 60 μέτρα εκάστη, η θερμοτέρα δε τούτων είναι η τρίτη κατά σειράν» και καταλήγει πως «Ο λουτρότοπος ούτος […] δύναται να καταστή αληθής λουτρόπολις ομοία των ευρωπαϊκών, εάν ανακαινισθή από απόψεως υδροθεραπευτικής και εγκαταστάσεων προς άνετον διαμονήν» (117).

Το 1926 το Σέδες μετονομάστηκε επίσημα σε Θέρμη και το 1928 τα Λουτρά Σεδών σε Λουτρά Θέρμης118, τα οποία βάσει στατιστικών στοιχείων, γνώρισαν μεγάλη επισκεψιμότητα την περίοδο του Μεσοπολέμου, ξεπερνώντας, κατά τη δεκαετία 1931-1940, τον αριθμό λουομένων των λουτρών Καϊάφα (119).

Μάλιστα, τότε πιθανολογείται η ανέγερση λουτρικού καταστήματος με ατομικούς μαρμάρινους λουτήρες, σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά πρότυπα της εποχής.

Κατά τη διάρκεια του 20ού αι. πραγματοποιήθηκαν αρκετές επεμβάσεις, με κυριότερες τις προσθήκες προκτισμάτων ατομικών λουτήρων στους προγενέστερους οθωμανικούς και το 1960 κατατάχθηκαν στην κατηγορία πηγών τοπικής σημασίας. Την περίοδο 2008-2009 έπαψε η λειτουργία τους.

Ιστορική ανάλυση υδροθεραπευτηρίου

Το υπό μελέτη υδροθεραπευτήριο των Λουτρών Θέρμης είναι το οκταγωνικού σχήματος τρουλαίο κτίσμα, τρίτο κατά σειρά, για το οποίο η ακριβής ημερομηνία ανέγερσης είναι άγνωστη, αλλά τοποθετείται χρονικά στην Ύστερη Οθωμανική περίοδο.

Σύμφωνα με πηγές, επισκευάστηκε το 1870 από τον Hamdi Bey και πρόκειται για ένα μονόχωρο ομαδικό μαρμάρινο λουτήρα με 8 κίονες που στηρίζουν τον θόλο (φάση Α’).

Αργότερα, το 1916 σε κείμενο του Παπαμάρκου αναφέρεται ως νεόδμητος λουτήρας και προστέθηκαν σε αυτόν 21 δωμάτια-αποδυτήρια, με 6 από αυτά να προορίζονται για ατομικούς λουτήρες και χώρος αναμονής.

Η παραπάνω φάση του κτιρίου επιβεβαιώνεται και από φωτογραφικό υλικό του 1916 (φάση Β’). Τα επόμενα έτη προστέθηκε νοτιοανατολικά ορθογώνιος όγκος που έλαβε τη χρήση υποδοχής και κύριας εισόδου, καθαιρέθηκαν ορισμένοι διάκοσμοι και προστέθηκε κεραμοσκεπή, χωρίς όμως να είναι γνωστή η χρονική στιγμή των παραπάνω επεμβάσεων (φάση Γ’).

Αρχιτεκτονική ανάλυση

Για την αρχιτεκτονική ανάλυση μελετάται η μορφή του κτιρίου όπως απεικονίζεται στα φωτογραφικά αρχεία του 1916.

Πρόκειται για περίκεντρο, οκταγωνικό, ισόγειο κτίριο με ημισφαιρικό θόλο, με μία πλευρά να προεξέχει και να δημιουργεί ορθογωνικό όγκο, όπου βρίσκεται η είσοδος (Διάγραμμα 32).

Στο εσωτερικό εντοπίζονται τέσσερις ζώνες: ως πυρήνας του λουτρικού καταστήματος νοείται ο κυκλικός μαρμάρινος ομαδικός λουτήρας (πρώτη ζώνη), γύρω από τον οποίο αναπτύσσεται διάδρομος ελεύθερης κίνησης (δεύτερη ζώνη), ώστε να καταλήξει ο επισκέπτης στους χώρους των αποδυτηρίων και χώρων υγιεινής που ακολουθούν περίκεντρη διάταξη (τρίτη ζώνη).

Ως τέταρτη ζώνη θα μπορούσε να θεωρηθεί ο επιμήκης όγκος της εισόδου που λειτουργεί ως χώρος αναμονής (Διάγραμμα 33).

Η διάκριση των τριών κυρίων ζωνών δηλώνεται αφενός χάρη στους οκτώ κίονες που στηρίζουν τον θόλο και αφετέρου από τα κάθετα διαχωριστικά στοιχεία των αποδυτηρίων (Διάγραμμα 34).

Επιπλέον η διαφοροποιημένη επιστέγαση υποδεικνύει αυτή τη χωρική διαίρεση, καθώς ο θόλος βρίσκεται σε αντιστοιχία με τον κεντρικό λουτήρα και η επικλινής στέγη με τις υπόλοιπες χρήσεις (Διάγραμμα 35).

Ο επισκέπτης εισέρχεται από τη νοτιοανατολική είσοδο, μπορεί να κινηθεί μόνο στον διάδρομο και για να αποχωρήσει από το κτίριο επιστρέφει στο σημείο εκκίνησης (Διάγραμμα 36).

Όσον αφορά στα ανοίγματα του κτιρίου, εντοπίζονται τρία μικρά ορθογώνια παράθυρα σε κάθε πλευρά του οκταγώνου, με εξαίρεση αυτή της εισόδου, και το κάθε ένα από αυτά εξυπηρετεί έναν χώρο ατομικής χρήσης (αποδυτήριο WC) (Διάγραμμα 37).

Στην επικλινή στέγη βρίσκονται φεγγίτες σε εναλλασσόμενα μεγέθη, τετράγωνου ή κυκλικού σχήματος, ενώ στον θόλο υπάρχουν δώδεκα οπές, πιθανώς οθωμανικοί ομφαλοί, για φωτισμό (Διάγραμμα 38).

Η είσοδος τονίζεται από τοξωτή επιστέγαση και εκατέρωθεν αυτής είναι τοποθετημένα δύο μικρά ανοίγματα ακολουθώντας έτσι τη σχεδιαστική γραμμή των τριών ανοιγμάτων σε κάθε πλευρά, τα οποία με τη σειρά τους παρουσιάζουν ρυθμική επαναληπτικότητα (Διάγραμμα 39).

Όσον αφορά στον διάκοσμο του κτίσματος, τα κορνιζώματα των παραθύρων είναι λιτά, οι ακμές του οκταγώνου τονίζονται αφενός με ψευδοπεσσούς και αφετέρου με τοποθέτηση διακοσμητικών στοιχείων στις γωνίες της στέγης.

Επιπλέον στον θόλο εντοπίζονται αραβουργήματα στην εξωτερική του επιφάνεια, αποδοσμένα σε πατητή τσιμεντοκονία και μία διακοσμητική κορυφή οθωμανικού ύφους (alem) (Διάγραμμα 40).

Μάλιστα το ύψος του θόλου, η τοξωτή επιστέγαση της εισόδου και οι ψευδοπεσσοί ενισχύουν την καθετότητα του κτιρίου (Διάγραμμα 41).

Συνοδευτικές εγκαταστάσεις

Μέχρι και τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, στα Λουτρά των Θερμών υπήρχε μόνο ένα χάνι για την εξυπηρέτηση των λουομένων, το οποίο εντοπίζεται σε σκαρίφημα αρχείου του Δήμου Θεσσαλονίκης.

Πρόκειται για ένα περίκλειστο οικοδόμημα που διέθετε, σύμφωνα με άρθρο της «Journal de Sa lonique» (121) του 1903, μικρούς και συχνά ανεπαρκείς χώρους διαμονής, δεδομένου ότι το κάθε δωμάτιο αδυνατούσε να φιλοξενήσει πάνω από μία τετραμελή οικογένεια, με συνέπεια ορισμένοι επισκέπτες να αναγκάζονται να διανυκτερεύσουν στους στάβλους των λουτρών.

Σήμερα, εξαιτίας των φθορών που έχει υποστεί, είναι εμφανή το ξύλινο δικτύωμα και η πλίνθινη τοιχοποιία πλήρωσης, ο λεγόμενος τσατμάς, που αποτελεί δείγμα κατασκευαστικής πρακτικής πριν τον 20ό αι.

Μάλιστα, ο συγκεκριμένος τύπος καταλύματος δεν εντοπίζεται σε άλλη λουτρόπολη της βόρειας Ελλάδας και πλέον σώζονται μόνο δύο τμήματά του (122).

Στη δεκαετία του 1910 στις συνοδευτικές εγκαταστάσεις προστέθηκαν πέντε διώροφες δομές, σχήματος «Π» ή «Γ» για τις οποίες δεν υπάρχουν στοιχεία, καθώς καθαιρέθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ωστόσο, φωτογραφικά αρχεία του 1916, του 1933 και ορθοφωτογραφία του 1945 τεκμηριώνουν την ύπαρξή τους, ενώ σε κείμενο του Παπαμάρκου αναφέρεται πως «ὑπάρχουσιν ἐν αὐτῇ και ἀρκετά ενδιαιτήματα, δυνάμενα νa περιλάβωσι συγχρόνως περί τους 500 ἐπισκέπτας»

Επομένως, πιθανότατα μεταπολεμικά και ίσως μετά την ανάληψη της διαχείρισης των λουτρών από τον ΕΟΤ αντικαταστάθηκαν και ανεγέρθηκαν ισόγειοι, επιμήκεις λαϊκοί ξενώνες μεταξύ της δεύτερης και τρίτης πηγής και διώροφο ξενοδοχείο σχήματος «Γ» πάνω από την Εθνική Οδό που διέθεταν και τα δύο δωμάτια σε σειρά.

Το θερμαλιστικό πάρκο της Θέρμης συμπληρώνεται με καταστήματα εστίασης, λιανικού εμπορίου και ολοκληρώνεται με ένα πευκοδάσος 500 στρεμμάτων που συνορεύει με το ξενοδοχείο.

Σημερινή κατάσταση

Όσον αφορά την σημερινή κατάσταση των λουτρών της Θέρμης η διπλωματική εργασία καταγράφει:

Από τη στιγμή που έπαψε να λειτουργεί το υδροθεραπευτήριο μέχρι και σήμερα χρήζει συντήρησης, καθώς βρίσκεται σε ερειπιώδη κατάσταση.

Μετά την καθίζηση του εδάφους παρατηρείται έντονη δομική ρηγμάτωση κυρίως στην επικλινή στέγη, τον ημισφαιρικό θόλο, το δάπεδο αλλά και αποσάθρωση σκυροδέματος, πτώση και αλλοίωση επιχρίσματος.

Επιπλέον, λόγω της φύσης της κατασκευής και της σχέσης της με το υδάτινο στοιχείο είναι έντονη η παρουσία υγρασίας και η φθορά από βιολογικούς παράγοντες.

Γενικά, πρόκειται για ένα κτίσμα σε πλήρη εγκατάλειψη που μπορεί να θεωρηθεί επικίνδυνο για τον επισκέπτη.

Βιβλιογραφία – Παραπομπές

106 Σύνδεσμος Δήμων Ιαματικών Πηγών Ελλάδας. Ανακτήθηκε από: http://thermalsprings.gr/index.php/el/component/content/article/40-springs/kentrikis-makedonias/94-thermis#

107 Μιχάλης Τιβέριος, «Α. Θέρμη: Η προκάτοχος της Θεσσαλονίκης» στο Θεσσαλονίκη: Όψεις μιας αρχαίας μητρόπολης, Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2020, σ. 9

108 «Θέρμη δέ τή έν τω Θερμαίω κόλπω οίκημένη,άπ’ ής καί ό κόλπος ούτος την έπωνυμίαν έχει», Ηρόδοτος, Ιστορίαι VIII, 121, 3-5

109 Ε. Μαρκή, «Η βυζαντινή Θέρμη», Μακεδονικά, Τόμος 28 (1992), Θεσσαλονίκη, σ. 469, doi: https://doi.org/10.12681/makedonika.157

110 Οι ερευνητές Π. Θεοδωρίδης και J. Lefort ταυτίζουν τα βυζαντινά Θερμά με τα σύγχρονα Λουτρά Σεδών.

111 Ηλίας Κολοβός, Χωρικοί και μοναχοί στην οθωμανική Χαλκιδική, 15ος-16ος αιώνες. Τόμος 2. Τοπογραφία και πληθυσμός Θεσσαλονίκης, Σιδηροκαυσίων, Χαλκιδικής. Τα δεδομένα των οθωμανικών φορολογικών κατάστιχων, διδακτορική διατριβή (Θεσσαλονίκη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 1999), σσ. 62-63.

112 Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Δίκτυο αρχαιολογικών χώρων & μνημείων κεντρικής Μακεδονίας (νομοί Θεσσαλονίκης-Κιλκίς-Πιερίας): πρόσωπο και χαρακτήρας, Θεσσαλονίκη, Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης, 2007, σ. 61

113 Κολοβός 1999, σ. 63.

114 D. Hemmerdinger-Iliadou, “Thessalonique en 1726 : (La relation du moine Russe Basile Barskij)”, Balkan Studies, Τόμος 2, (1961), σσ. 296-297

115 Μετάφραση του γερμανικού χωρίου από τον Ενεπεκίδη 1985, σ. 160, στον οποίο παραπέμπει η Μελπομένη Περδικοπούλου, Οθωμανική αρχιτεκτονική του 15ου και 16ου αιώνα στην κεντρική Μακεδονία (διοικητικά όρια νομού Θεσσαλονίκης), μη δημοσιευμένη μεταπτυχιακή εργασία (Θεσσαλονίκη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2015), σ. 111.

116 Daout Saadi Levy, “Les bains de Sédès”, Journal de Salonique (6 Αυγούστου 1903), σ. 2

117 Αλέξανδρος Χαρ. Παπαμάρκου, Συνοπτική περιγραφή των ιαματικών υδάτων της Ελλάδος, Εν Αθήναις, Τυπογραφείον «Εστία», 1916, σσ. 79-80

118 Μετονομασίες των οικισμών της Ελλάδας, 19ος 21ος αιώνας, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2020, http://settlement-re names.eie.gr, (ημερομηνία πρόσβασης 07/01/2022).

119 Παπαγεωργίου, 2009, Παράρτημα 4ου Κεφαλαίου, σ. 34

121 Saadi Levy, 1903, σ. 2

122 Βελένης, Βόρη & Γαβρά, 1988, σ. 490

123 Παπαμάρκου, 1916, σ. 79

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα