Αγριολούλουδα των Τειχών της Θεσσαλονίκης
Πολλά απ' αυτά ίσως φύτρωναν από τα βυζαντινά χρόνια, άλλα είναι ζιζάνια, άλλα μας ήρθαν απ' αλλού (ξενικά), σημασία έχει ότι ομορφαίνουν την πόλη και τα μάτια μας.
Πάνω και γύρω από τα Τείχη, την Ακρόπολη, καθώς και το Επταπύργιο της Θεσσαλονίκης, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, φυτρώνουν χωρίς καμία φροντίδα αγριολούλουδα.
Πολλά απ’ αυτά ίσως φύτρωναν από τα βυζαντινά χρόνια, άλλα είναι ζιζάνια, άλλα μας ήρθαν απ’ αλλού (ξενικά), σημασία έχει ότι ομορφαίνουν την πόλη και τα μάτια μας.
Απαιτούν βέβαια από μας τον δέοντα σεβασμό, για αυτό αρκεί να τα παρατηρήσουμε, να τα αναγνωρίσουμε, να τα φωτογραφίσουμε, ώστε να μπορούν κι άλλοι να τα θαυμάσουν, ειδικά την άνοιξη όταν γεμίζουν χρώματα κι αρώματα τα ιστορικά Τείχη και την Ακρόπολη της πόλης μας.
Ας τα γνωρίσουμε λοιπόν:
(1) Το Mούσκαρι το παραμελημένο (Muscari neglectum), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 02-04-2022
Το Mούσκαρι το παραμελημένο (επιστ. ονομ. Muscari neglectum), ανήκει στην οικογένεια Λιλιίδες (LILIACEAE) και κατανέμεται στην Ευρώπη, Δυτική Ασία και Β. Αφρική, καθώς και σ’ όλη την Ελλάδα (υπάρχουν συνολικά 15 είδη του γένους Muscari στην Ελλάδα). Αποτελεί είδος βολβώδες κοινό, που το συναντάμε σε βραχώδεις τοποθεσίες, ακαλλιέργητα εδάφη, σε υψόμετρο μέχρι 2450 μ. Ο βλαστός φτάνει σε ύψος 4-30 εκατοστά και τα φύλλα είναι 3-6 γραμμοειδή ή αυλακοειδή. Τα εύοσμα άνθη του αναπτύσσονται σε βότρυ ο οποίος φέρει μελανοκυανά γόνιμα άνθη με οδοντωτό λευκό χείλος στο κάτω μέρος και έως 20 άγονα άνθη μικρότερα και ανοιχτότερου χρώματος στο άνω μέρος. Ανθίζει από τα τέλη Μαρτίου μέχρι τα τέλη Ιουνίου.
(2) Το λαγόχορτο (Tragopogon porrifolius), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 15-4-2021
Ο Τραγοπώγων ο πρασόφυλλος (επιστ. ονομ. Tragopogon porrifolius=Tragopogon sinuatus), με κοινή ονομασία λαγόχορτο, ανήκει στην οικογένεια Σύνθετα ή Αστεροειδή (COMPOSITAE ή ASTERACEAE). Είναι είδος κοινό σ’ όλη την Ελλάδα που συναντάται σε άγονες, χέρσες εκτάσεις, στις παρυφές δρόμων έως τα 1000 μ. υψόμετρο. Χαρακτηρίζεται από κεφάλια με πολλά ανθίδια ρόδινα ή ιώδη που περιβάλλονται από οκτώ βράκτια ισομήκη ή μακρύτερα από τα περιφερειακά ανθίδια. Τα άνθη παραμένουν ανοικτά μόνο τις πρωινές ώρες και κλείνουν το μεσημέρι. Ανθίζει Μάιο-Ιούνιο.
(3) Η τσουκνίδα (Urtica pilulifera), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 21-04-2019
Το είδος Ούρτικα η σφαιριδιοφόρος (επιστ. ονομ. Urtica pilulifera), ανήκει στην οικογένεια Ουρτικίδες (URTICACEAE), οικογένεια που περιλαμβάνει τις τσουκνίδες, οι οποίες είναι γνωστές για τον ερεθισμό που προκαλούν όταν έρθουμε σε επαφή. Συγκεκριμένα, οι τρίχες της τσουκνίδας, παρουσιάζουν οξύ άκρο μ’ ένα μικρό εύθραυστο σφαιρίδιο που όταν έρχεται σε επαφή με το δέρμα εισχωρεί και αδειάζει το καυστικό του περιεχόμενο (ισταμίνη και ακετυλοχολίνη) προκαλώντας τον γνωστό ερεθισμό. Στην Ελλάδα απαντούν τέσσερα είδη τσουκνίδας, του γένους Urtica. Ειδικότερα, το είδος Urtica pilulifera διακρίνεται από τα χαρακτηριστικά σφαιροειδή κεφάλια από θηλυκά άνθη. Κατανέμεται σχεδόν σ΄όλη την Ελλάδα και αποτελεί κοινό φυτό στις άκρες των δρόμων, κοντά σε τοίχους, χαλάσματα, σκουπιδότοπους, περιοχές που βοσκούν ζώα, καλλιεργούμενους αγρούς, από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 700μ. Ανθίζει από Μάρτιο μέχρι Μάιο.
(4) Ο Ασφόδελος ο κοίλος (Asphodelus fistulosus), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 21-04-2019
Ο Ασφόδελος ο κοίλος (επιστ. ονομ. Asphodelus fistulosus), ανήκει στην οικογένεια Λιλιίδες (LILIACEAE) και κατανέμεται σ’ όλη την περιοχή της Μεσογείου, καθώς και σ’ όλη σχεδόν την Ελλάδα (απουσιάζει μόνο στο ΒΔ τμήμα). Είναι ετήσιο φυτό, σπάνια πολυετές, με πολλούς λεπτούς, κοίλους βλαστούς που συναντάται σε χέρσες, πετρώδεις τοποθεσίες, μέχρι 800μ. Τα άνθη είναι λευκά ή ελαφρώς ρόδινα με μια επιμήκη καφετιά νεύρωση στη μέση. Ανθίζει από Μάρτιο μέχρι Μάιο.
(5) To Λιθόσπερμο των αγρών (Lithospermum arvense), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 06-04-2021
Το Λιθόσπερμο των αγρών (επιστ. ονομ. Lithospermum arvense) ή Βουγλωσσοειδές το αρουραίο (Buglossoides arvensis) ανήκει στην οικογένεια των Βοραγινίδων (Boraginaceae) και κατανέμεται σ’ όλη την Ευρώπη, βορειοδυτική Αφρική και Δυτική Ασία. Απαντά σ’ όλη την Ελλάδα και συναντάται σε χέρσους αγρούς, στις άκρες των δρόμων, μεταξύ 0-1800μ. Οι λοβοί του κάλυκα γραμμικώς λογχοειδείς είναι περίπου 4 mm, ενώ η στεφάνη περίπου 5-9 mm, λευκή. Ανθίζει από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούνιο.
(6) Η Ευφορβία η ηλιοσκόπια (Euphorbia helioscopia), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 02-04-2022
Η Ευφορβία η ηλιοσκόπια (επιστ. ονομ. Euphorbia helioscopia), ανήκει στην οικογένεια των Ευφορβιοειδών (Euphorbiaceae), με κύριο χαρακτηριστικό της οικογένειας την ταξιανθία που ονομάζεται κυάθιο (αρχαία ελλ. κύπελλο), η οποία αποτελείται από πολλά άρρενα άνθη που έχουν από έναν μόνο στήμονα και ένα θήλυ άνθος που αποτελείται από έναν ύπερο και μία τρίχωρη ωοθήκη. Το όνομα του γένους Ευφορβία (Euphorbia) προέρχεται από τον Έλληνα γιατρό Εὔφορβο, ο οποίος – σύμφωνα με τον Πλίνιο – ανακάλυψε τις φαρμακευτικές αρετές του φυτού, ενώ το όνομα του είδους ηλιοσκόπια (helioscopia) έχει δοθεί από τον Διοσκορίδη λόγω της ιδιότητας του φυτού να στρέφεται προς τον ήλιο. Η Ευφορβία η ηλιοσκόπια κατανέμεται σχεδόν σ’ όλη την Ευρώπη, Βόρεια Αφρική και Μέση Ανατολή, ενώ έχει επίσης εισαχθεί και σε άλλες ηπείρους. Είναι κοινή σ’ όλη την Ελλάδα και συναντάται σε διαταραγμένους βιότοπους, στις άκρες των δρόμων, κήπους, κοντά σε τοίχους, χαλάσματα, χέρσους αγρούς, χώρους απορριμμάτων από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 1200 μ.. Είναι φυτό μονοετές, 10-50 εκ. με βλαστό κοκκινωπό, φύλλα επαλλάσσοντα, κιτρινοπράσινα, αντωοειδή-σπατουλοειδή (μέγιστο πλάτος προς το άκρο), στρογγυλεμένα, σεγαριστά στην κορυφή, κατώτερα 6-12 mm, τα ανώτερα μεγαλύτερα κατά το διπλάσιο. Σκιάδια με 5 ακτίνες και βράκτια παρόμοια με τα φύλλα. Αδένες ωοειδείς. Η ανθοφορία διαρκεί από τον Ιανουάριο μέχρι τον Νοέμβριο. Η Euphorbia helioscopia εμφανίζει γαλακτώδη χυμό ο οποίος είναι ιδιαίτερα δηλητηριώδης, χαρακτηριστικό που παρατηρείται επίσης στα περισσότερα είδη του γένους Ευφορβία.
(7) Η μολόχα η άγρια (Malva sylvestris), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 21-04-2019
Η Μολόχα ή Μαλάχη η άγρια (επιστ. ονομ. Malva sylvestris), ανήκει στην οικογένεια Μαλβίδες ή Μαλαχίδες (MALVACEAE), οικογένεια που χαρακτηρίζεται από άνθη με πεντάλοβο κάλυκα, πέντε πέταλα και στήμονες πολλούς ενωμένους σε μια δέσμη (στήλη). Η μολόχα η άγρια αποτελεί πιθανώς ιθαγενές είδος στην Ν. Ευρώπη και ΝΔ Ασία αλλά που σήμερα είναι σχεδόν κοσμοπολίτικο. Είναι κοινή σ’ όλη την Ελλάδα και συναντάται σε διαταραγμένους βιότοπους, στις άκρες των δρόμων, κοντά σε τοίχους, χαλάσματα, σε χέρσους αγρούς, από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 1000μ. Διακρίνεται από τα υπόλοιπα είδη από τα πέταλα μήκους 20-30mm, 3-4 φορές μακρύτερα από τον κάλυκα, καθώς και από τους πολύ στενούς λοβούς του κάλυκα. Ανθίζει από Φεβρουάριο μέχρι Αύγουστο. Η Malva sylvestris αποτελεί την πιο κοινή από τις μολόχες και αυτήν που κατά κύριο λόγο συλλέγεται για φαρμακευτικούς σκοπούς.
(8) Λάμιο το περίβλαστο (Lamium amplexicaule), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 02-04-2022
To Λάμιο το περίβλαστο (επιστ. ονομ. Lamium amplexicaule), με κοινή ονομασία πετειναράκι ή δωδεκάνθι, ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών (Labiatae), που χαρακτηρίζεται από τα δίχειλα άνθη, καθώς και από το γεγονός ότι τα περισσότερα είδη είναι πλούσια σε αιθέρια έλαια και για αυτό χρησιμοποιούνται ως φαρμακευτικά, αρωματικά, αρτυματικά κλπ. Αναφορικά με τo Λάμιο το περίβλαστο, οφείλει το όνομα του είδους «amplexicaule» από τα λατινικά amplector= αγκαλιάζω και caulis=στέλεχος, εξαιτίας της παρουσίας στοιχείων (συνήθως φύλλων) που αγκαλιάζουν το στέλεχος. Είναι ευρασιατικό είδος, κοινό σ΄όλη την Ελλάδα, σε κήπους, αμπελώνες, παρυφές δρόμων, καλλιεργημένους αγρούς, από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 1500m. Είναι μονοετής πόα με βλαστό όρθιο και φύλλα νεφροειδή, οδοντωτά. Τα κατώτερα φύλλα έμμισχα, ενώ τα ανώτερα άμισχα, τριχωτά και περίβλαστα. Άνθη λευκορόδινα με ευθύ, μακρύ, στενό, πορφυρό και τριχωτό σωλήνα και κάλυκα χνουδωτό μήκους 1/3 ή 1/4 της στεφάνης. Κάτω χείλος δίλοβο με έντονες μωβ κηλίδες. Περίοδος ανθοφορίας από Δεκέμβριο μέχρι Μάιο. Είναι μελισσοτροφικό φυτό, ιδίως το χειμώνα που δεν υπάρχουν πολλά άνθη.
(9) To σκαρολάχανο (Mercurialis annua), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 02-04-2022
Η Μερκουριάλις η μονοετής (επιστ. ονομ. Mercurialis annua), με κοινό όνομα σκαρόχορτο ή σκαρολάχανο ανήκει στην οικογένεια των Ευφορβιοειδών (Euphorbiaceae). Είναι μονοετές ζιζάνιο που κατανέμεται στην Ευρώπη, Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή, ενώ έχει εισαχθεί και σε άλλες ηπείρους. Κοινό επίσης σ΄όλη την Ελλάδα σε καλλιέργειες, χέρσες τοποθεσίες, κήπους, πιο σπάνια σε μπάζα, σχισμές βράχων, ρωγμές τοίχων από το ύψος της θάλασσας μέχρι τα 1300 μ. περίπου. Είναι φυτό με κιτρινοπράσινο χρώμα, ύψους 20 έως 50, συνήθως περίπου 30 εκατοστά με φύλλα λογχοειδή οδοντωτά από τη βάση του βλαστού. Τα αρσενικά και θηλυκά άνθη βρίσκονται σε διαφορετικό άτομο (δίοικο). Τα αρσενικά άνθη είναι συνήθως διατεταγμένα σε στάχυ, ενώ τα θηλυκά είναι μονήρη και επιφυή. Ανθίζει σχεδόν όλο το έτος, κυρίως από Μάιο μέχρι Δεκέμβριο. Είναι φυτό δηλητηριώδες με άσχημη οσμή και πολύ πικρή και δυσάρεστη γεύση.
(10) Το Ερώδιον το πελαργόμορφο (Erodium ciconium), Ακρόπολη Τειχών, Θεσσαλονίκη, 02-04-2022
Το Ερώδιον το πελαργόμορφο (επιστημονική ονομασία Erodium ciconium), ανήκει στην οικογένεια Γερανιίδες (Geraniaceae). Το όνομα του γένους Ερώδιον (Erodium), προέρχεται από τα ελληνικά, λόγω του σχήματος του καρπού, του οποίου η μακριά άκρη θυμίζει το ράμφος του ερωδιού, ενώ το όνομα του είδους πελαργόμορφο (ciconium) προέρχεται από το λατινικό «ciconia» ή «cicogna» που σημαίνει πελαργός, λόγω της μακριάς άκρης του καρπού που θυμίζει το ράμφος του. Είδος με μεσογειακή κατανομή που απαντά σ’ όλη την Ελλάδα και συναντάται σε ξηρά, αμμώδη ή διαταραγμένα εδάφη από το επίπεδο της θάλασσας έως τα 1300 μ.. Φυτό αδενωδώς χνουδωτό με φύλλα ωοειδή ή προμήκη, πτεροσχιδή ή πτερότμητα. Πέταλα περίπου 8 χιλ. ανοικτό κυανό. Σέπαλα 12-15 χιλ. αθερόληκτα. Ταξιανθία σκιάδιο με 3-10 άνθη. Περίοδος ανθοφορίας από Μάρτιο μέχρι Ιούνιο. Ο καρπός με μακρύ ράμφος, με μήκος 7-9 εκ.
Πηγές
Αξιώτης Μ. & Αξιώτης Β. 2012, Τα φυτά της Ελλάδας, Η έρευνα στη Λέσβο, Εντελέχεια
Καββαδάς Σ. 1956, Εικονογραφημένον Βοτανικόν – Φυτολογικόν Λεξικόν, Εκδόσεις Πελεκάνος
Παπιομύτογλου Β. 2006, Αγριολούλουδα της Ελλάδας, Mediterraneo Editions
Φυτολογία 2006, ΕκδοτικήΑθηνών.
Krigas, N., Lagiou, E., Hanlidou, E. & Kokkini, S., 1999: The vascular flora of the Byzantine Walls of Thessaloniki (N Greece), Willdenowia 29: 77–94
Strid A. 1980, Φυτά του Ολύμπου, Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
Strid, A. Tan, Kit, 1997: Flora Hellenica, vol. 1. Gymnospermae to Caryophyllaceae. – Koenigstein: Koeltz Sientific Books
Strid, A. Tan, Kit, 2003: Flora Hellenica, vol. 2. Nymphaeaceae to Platanaceae. – Ruggell: A.R.G. Ganter Verlag
Lafranchis T. & Sfikas G. 2001, Flowers of Greece, Diatheo
Pignatti S. 1982, Flora d’ Italia (Vol. I-III), Edagricole, Bologna
Tutin et al. 2005, Flora Europaea Vol (2- 5), Cambridge University Press
https://www.greekflora.gr/
https://portal.cybertaxonomy.org/flora-greece/
https://www.tela-botanica.org/
https://www.actaplantarum.org/
https://euromed.luomus.fi/euromed_map.php?taxon=476091&size=medium
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CF%8D%CE%BB%CE%B7:%CE%9A%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%B1