Μια αλλιώτικη νύχτα στο Μέγαρο Μουσικής με τον Νίκο Πορτοκάλογλου

Όλα τα μεγάλα του τραγούδια μαζί με τα Μουσικά Σχολεία της πόλης.

Στέλλα Παϊσανίδη
μια-αλλιώτικη-νύχτα-στο-μέγαρο-μουσικ-294153
Στέλλα Παϊσανίδη

Πέρασαν μόλις μερικές μέρες από τη συναυλία του Νίκου Πορτοκάλογλου και πασχίζω να βρω έναν τίτλο για τούτο το κείμενο που να συμπυκνώνει όλα εκείνα τα συναισθήματα που μετέδωσε την Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου ο σπουδαίος τραγουδοποιός στο Μέγαρο Μουσικής, στα 60α γενέθλιά του.

«Τι γλύκας και τι σεμνός», ακούω δύο πενηντάρες να ψιθυρίζουν κατά τη διάρκεια του διαλείμματος η μία στην άλλη. Τελικώς, αυτός ο τίτλος είναι μάλλον ο πιο ταιριαστός, δοσμένος από αυτές τις δυο γυναίκες που βρέθηκαν στο χώρο για να απολαύσουν το δικό τους μουσικό είδωλο.

Μια μελωδία ηχεί και τα παιδιά από το Μουσικό Σχολείο Θεσσαλονίκης με κάνουν επιεικώς να ντρέπομαι που ποτέ ως τώρα δεν κατάφερα να μάθω μουσική. Αυτά τα παιδιά είναι το μέλλον και ο Πορτοκάλογλου, με δική του πρωτοβουλία, τους έδωσε δικαίως ένα μεγάλο βήμα. Οι συνενωμένες αυτές παιδικές φωνούλες ήταν ένα νέο δώρο στη μουσική κοινότητα αλλά και στην κοινωνία γενικότερα.

«Εδώ είναι το ταξίδι» φωνάζουν τα παιδιά, οι σκέψεις μου παγώνουν για λίγο και ο Νίκος εμφανίζεται στη σκηνή. Είναι ο Νίκος, ο απλός, ο ταπεινός. Με την πιο λιτή εμφάνιση έχει ξορκίσει με κάθε τρόπο το σταριλίκι και έχει απλώς έρθει να επικοινωνήσει το ταξίδι του.

«Μην ψάχνεις πια αλλού» σιγοτραγουδάει και «το ταξίδι» έχει μόλις ξεκινήσει. Στην παρέα του η εξαιρετική μπάντα «Ευγενείς Αλήτες».

«Σήμερα είμαστε εδώ 50 άνθρωποι με διαφορετικότητα. Η μουσική, όμως, μας κάνει όλους συνομήλικους. Στόχος μας να φύγουμε όλοι με ένα χαμόγελο και μια ελπίδα» λέει και παρουσιάζει το νέο του τραγούδι «Μαζί».

Και από το «Μαζί» στο τραγούδι «Πού ήσουνα φως μου». Είναι αλήθεια πως ήδη μετά από αυτήν την πρώτη εναλλαγή ήμουν πεπεισμένη ότι ο Πορτοκάλογλου παίζει εντέχνως με τα συναισθήματα του κοινού. Από το «Δε σε συγχωρώ», την κρυφή και ατέλειωτη «Δίψα», το «Κλείσε τα μάτια σου», το «Να με προσέχεις», το «Θάλασσά μου σκοτεινή» στα ρυθμικά και αφυπνιστικά βαλκανιζατέρ του «Χωρίς Αμορτισέρ», το ολοκαίνουριο «Εισιτήριο», το «Δε μένω πια εδώ», το «Κλείνω και έρχομαι».

Μια συναισθηματική περιήγηση στη μοναξιά, τον έρωτα, τη νοσταλγία, τη χαρά και τη λύπη. Ένα σεργιάνι σε κάθε είδους αναζήτηση που ηθελημένα ή αθέλητα μπαίνει ένας άνθρωπος σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα που λέγεται ζωή. Ο Πορτοκάλογλου αποδεικνύει χωρίς ίχνος προσπάθειας πως η ζωή είναι ένα ατέλειωτο ταξίδι που πάντα θα πρέπει να βλέπουμε με αισιοδοξία.

Στα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματά μου φαίνεται να παίζουν καθοριστικό ρόλο τα μουσικά όργανα. Θυμάμαι μια κιθάρα, ένα μπάσο, ένα κλαρίνο, αρμόνιο, βιολί, ντραμς, γκάϊντα, τύμπανα για μόλις έξι ή επτά μουσικούς. Σχεδόν όλοι χειρίζονται αβίαστα παραπάνω από ένα μουσικό όργανο. Ο Πορτοκάλογλου κάνει το δικό του πάρτι επί σκηνής. Ο ίδιος πλαισιώνεται από τρεις διαφορετικές κιθάρες, μία κλασική και δύο ηλεκτρικές. Όταν κρίνει πως είναι σκόπιμο παρατά τη μία και πιάνει εκείνη που θα ταίριαζε ακουστικά στο τραγούδι που ερμηνεύει. Ξεφεύγει από το πρόγραμμα, σολάρει και σχηματίζει αδιάκοπους μουσικούς μονολόγους στην λευκή ηλεκτρική του κιθάρα. Δε διστάζει να πιάσει το ντέφι και να γλεντήσει με την ψυχή του σαν μικρό παιδί.

Στα τραγούδια χαράς και λύπης, ο ερμηνευτής εντάσσει και τα τραγούδια- τοποθετήσεις ή αλλιώς τα τραγούδια καταγγελίας. «Δεν συμπαθούσα ποτέ τα τραγούδια καταγγελίας. Αργότερα κατάλαβα ότι σε αυτά πάντα φταίει ο άλλος. Στη ροκ φταίει το σύστημα, στα λαϊκά η γκόμενα» λέει και θεωρεί αναγκαίο να ακολουθήσει ένα τραγούδι αυτοκριτικής, το αγαπημένο και γνωστό σε όλους «Τι λάθος κάνω».

Κλείνοντας ο ίδιος απέτισε με μια μικρή προσωπική ιστορία φόρο τιμής σε όλα τα μουσικά σχολεία της πόλης. «Γύρω στα είκοσι προσπάθησα να τα βρω με τους γονείς μου που δεν ήθελαν να γίνω μουσικός. Πήγα Βρυξέλλες για να σπουδάσω. Με φιλοξένησε ο θείος μου. Ένα πρωί βρήκα σε ένα ράφι δίσκο με Τσιτσάνη και Βαμβακάρη. Μέχρι τότε ήμουν ροκάς. Στην ξενιτιά όμως άρχισα να ακούω το ”Σαν Απόκληρος γυρίζω”. Προσπάθησα να συνδυάσω τους δύο κόσμους. Και όμως αυτό το μαθαίνουν στα παιδιά ήδη από το μουσικό σχολείο».

Με αυτά τα λόγια ξεκινά να τραγουδά το «Κλείσε τα μάτια σου», ένα από τα λαϊκά κομμάτια που έγραψε κατά τη διάρκεια της καριέρας του για την ταινία «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη, το «Σαν Απόκληρος Γυρίζω» αλλά και το «Πριν το Χάραμα».

Το κλίμα αλλάζει για μία ακόμα φορά με τα παιδιά να εισέρχονται ξανά στη σκηνή και να ερμηνεύουν «Το καλοκαιράκι» των Φατμέ, του συγκροτήματος με το οποίο έκανε τα πρώτα βήματα ο τραγουδιστής.

Από τότε θυμάμαι τον κόσμο όρθιο στο Μέγαρο να δίνει την εντύπωση πως βρίσκεται σε καλοκαιρινή συναυλία και τον Πορτοκάλογλου να βροντοφωνάζει μαζί με τα παιδιά «Μετρώ τις μέρες, τις ώρες, τα βήματα».

Στην ουρά προς την έξοδο, νιώθω μια ατέλειωτη χαρά μέσα μου. Ο Νίκος Πορτοκάλογλου είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης και πράγματι σεμνός, όπως ψιθύριζαν εκείνες οι κυρίες.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα