Μια ιστορία από τη μέρα που κατέβηκε η σβάστικα από το Λευκό Πύργο
Μια ιστορική στιγμή για την πόλη πριν από 80 χρόνια
Μία από τις πρώτες ενέργειες της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ, μόλις οι Γερμανοί έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη, ύστερα από τις σκληρές μάχες για την απελευθέρωσή της, ήταν να στείλει μία μικρή ομάδα ανταρτών στο Λευκό Πύργο, για να κατεβάσουν τη μισητή χιτλερική σημαία με τη σβάστικα, που ανέμιζε ακόμη στην κορυφή του και να υψώσουν βουρκωμένοι, μετά από 3,5 χρόνια σκλαβιάς την ελληνική σημαία.
Ο Σπύρος Κουζινόπουλος καταγράφει μέσα από το προσωπικό του blog.
Τη μεγάλη χαρά και τιμή, να είναι ο επικεφαλής του αντάρτικου τμήματος που ύψωσε τη γαλανόλευκη στον ιστό του Λευκού Πύργου, έζησε ο Καπετάνιος του 2ου Εφεδρικού Συντάγματος του ΕΛΑΣ Θεσσαλονίκης, Στρατής Αναστασιάδης που περιέγραψε αργότερα εκείνες τις συγκλονιστικές ιστορικές στιγμές:
«… Ήμασταν καλά προετοιμασμένοι για την τελευταία εξόρμηση. Από την ταράτσα του Αρχηγείου μας στην Πορτάρα, μπορούσαμε να παρακολουθούμε με τα κιάλια την κίνηση στην Εγνατία, ως το Βαρδάρη.
Στις 29 Οκτωβρίου, παρατηρούσαμε από το πρωί ότι μεγάλες γερμανικές φάλαγγες κατευθύνονταν προς το Σιδηροδρομικό Σταθμό. Αμέσως καταλάβαμε ότι οι κατακτητές αποσύρονταν από τη Θεσσαλονίκη. Η χαρά μας ήταν απερίγραπτη.
Κηρύξαμε αμέσως συναγερμό στο Σύνταγμα, ώστε να είναι όλοι έτοιμοι. Όταν κατά το μεσημέρι έφτασε η τελευταία γερμανική φάλαγγα στο Βαρδάρη, δώσαμε το σύνθημα της εξόρμησης. Πήρα αμέσως μια μεγάλη ελληνική σημαία, ανέβηκα στο τζιπ με πέντε παλικάρια, οπλισμένοι όλοι με αυτόματα και κατευθυνθήκαμε στο Λευκό Πύργο για να κατεβάσουμε τη μισητή χιτλερική σημαία που τη βλέπαμε να κυματίζει ακόμη στην κορυφή του. Ταυτόχρονα κορνάραμε συνεχώς και ο κόσμος έβγαινε στα μπαλκόνια των σπιτιών και στους δρόμους και μας χειροκροτούσε με ενθουσιασμό. Μερικοί έκλαιγαν από συγκίνηση.
Μπροστά στο Λευκό Πύργο είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος. Σταμάτησα το τζιπ μπροστά στην πόρτα του Λευκού Πύργου, όπου φύλαγε ακόμα σαν φρουρός ένας χωροφύλακας που τα είχε χάσει κυριολεκτικά. Κατέβηκα με το αυτόματο στο χέρι, τον πλησίασα και τον χαστούκισα.
«Τράβα στο σπίτι σου», του είπα έξαλλος «γιατί θα σε περιλάβω με τις κλωτσιές». Του πήρα το όπλο από τα χέρια και ο χωροφύλακας το έβαλε στα πόδια.
Αμέσως ανεβήκαμε στο Λευκό Πύργο, κατεβάσαμε τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό και αναρτήσαμε τη γαλανόλευκη της πατρίδας μας.
Ο κόσμος από κάτω χειροκροτούσε και ζητωκραύγαζε…
…Γυρίσαμε αμέσως στο αρχηγείο μας στην Πορτάρα. Εκεί, με ανυπομονησία με περίμενε ο στρατιωτικός διοικητής του Συντάγματος, απόστρατος Συνταγματάρχης Σιγανός, με αγκάλιασε με δάκρυα στα μάτια και με φίλησε…»