Μια βόλτα κουκούλι
Εικόνες της Δυτικής Θεσσαλονίκης που έγιναν η έμπνευση χαρακτών και ζωγράφων.
Λέξεις: Σπύρος Λαζαρίδης
Τη διετία 2000-2001 είχα την ευθύνη μιας σειράς εκθέσεων και εκδόσεων του (τότε) Δήμου Σταυρούπολης, με τον τίτλο Ιστορικό Αρχείο Σταυρούπολης.
Για τις ανάγκες μιας από τις εκθέσεις εκείνες, ξεκίνησα τον Αύγουστο του 2001 μια βόλτα κατά μήκος της Λαγκαδά, με δυο εικαστικούς καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης. Τους ήξερα από την Μικρή Πινακοθήκη της Διαγωνίου του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Με τον ζωγράφο Ντίνο Παπασπύρου περπατήσαμε, πραγματικά, την οδό Λαγκαδά από την πύλη του στρατοπέδου Παύλου Μελά στο ύψος της οδού Κολοκοτρώνη (οδηγεί στη Μονή Λαζαριστών) μέχρι την τούμπα του Λεμπέτ στην περιφερειακή οδό.
Μιλούσαμε και βγάζαμε φωτογραφίες. Το στρατόπεδο τότε δεν είχε την εικόνα της εγκατάλειψης που έχει τώρα. Η οδός Λαγκαδά δεν είχε διευρυνθεί στα 40 τόσα μέτρα που είναι τώρα. Ήταν ένας απλός δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Επτά μήνες αργότερα 11 πίνακες ζωγραφικής ήταν έτοιμοι και στη διάθεσή μου.
Με τον χαράκτη Νίκο Νικολαΐδη δεν περπατήσαμε. Η βόλτα έγινε νοητικά. Του έστειλα φωτογραφίες και μου παρέδωσε ξυλογραφίες. Είχα και κάποιες δικές του παλιότερες που έκανε με αφορμή ποιήματα του Ντίνου Χριστιανόπουλου.
Οι πίνακες του Παπασπύρου και οι ξυλογραφίες του Νικολαΐδη συνόδεψαν λογοτεχνικά, κυρίως, κείμενα που συγκροτούσαν το σώμα της έκθεσης «Η Σταυρούπολη στη λογοτεχνία».
Στο περιοδικό Εντευκτήριο (αρ. 95, Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2011), δημοσίευσα το κείμενο Τσαϊράδα στα δυτικά, για το αφιέρωμα του περιοδικού στον Ντίνο Χριστιανόπουλο. Εκεί καταγράφονται κάποιες σκέψεις που με ώθησαν στη βόλτα του 2001 και λίγα παραπάνω λόγια για μια από τις ξυλογραφίες του Νικολαΐδη.
Εδώ θα επιχειρήσω μια δικτυακή ξενάγηση στην άγονη περιοχή της οδού Λαγκαδά, με τις εικόνες του 2001 και λίγο παλιότερες. Έτσι συμπληρώνεται ένας κύκλος που ξεκίνησε από το 2013 με περισσότερες από 10 ξεναγήσεις, πραγματικές εκείνες με τρίωρη πεζοπορία, από τα Νεκροταφεία της Αγίας Παρασκευής μέχρι το στρατόπεδο Παύλου Μελά (εδώ η τελευταία του 2013, και η πρώτη του 2014).
Η πύλη του στρατοπέδου Παύλου Μελά βρισκόταν στο νοτιοδυτικό άκρο του χώρου των 360 στρεμμάτων ο οποίος ακόμα δεν έχει αποδοθεί στην τοπική κοινωνία. Στη δεκαετία του 1950, απέναντι σχεδόν από την πύλη βρισκόταν το εστιατόριο του Πλαγάκου κι από εκεί ξεκινούσε η μεγάλη βόλτα και το νυφοπάζαρο της οδού Λαγκαδά που περιγράφει ο Ντίνος Χριστιανόπουλος σε συνέντευξή του (Περιοδικό «Δημότης», αρ. 8, Σταυρούπολη, Δεκέμβριος 1994. Υπάρχει και στο βιβλίο του «Θεσσαλονίκην, ού μ’ εθέσπισεν», εκδ. Ιανός, 1999). Η βόλτα εκείνη έφτανε μέχρι και το γηροκομείο μετά το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης.
Η ατμόσφαιρα αποτυπώνεται εν μέρει στο τραγούδι του Ντίνου Χριστιανόπουλου «Ο φωτογράφος» (εδώ μπορείτε να το ακούσετε και σε μουσική Σταύρου Κουγιουμτζή αλλά και σε μουσική του ίδιου του Ντίνου Χριστιανόπουλου: http://www.ogdoo.gr/diskografia/stigmes/paralliles-istories-toy-koygioymtzi-kai).
Ανηφορίζοντας τη Λαγκαδά προς το βορρά, τώρα βλέπουμε τα αποκαΐδια ενός ακρωτηριασμένου κτιρίου του στρατοπέδου. Ακρωτηριάστηκε το 2005 για τις ανάγκες διεύρυνσης της οδού Λαγκαδά. Το 2001 ήταν ακέραιο.
Ακόμα και ακρωτηριασμένο όμως με κάτι σίδερα να χάσκουν πάνω από την τερατώδη πια οδό Λαγκαδά αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για ομάδα φοιτητών που κατέθεσαν τις ιδέες τους για αποκατάσταση του κτιρίου στην Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής BRAU2. (8η από τις 62 φωτογραφίες της έκθεσης: http://brau.cicop.it/en/component/content/article/208).
Ακόμη πιο βόρεια βρίσκονται τα πιο φωτογραφημένα μακρόστενα κτίρια του στρατοπέδου ως προπομποί για το ταπεινό τζαμί. Πρόκειται για το μοναδικό, εκτός των τειχών της δυτικής Θεσσαλονίκης, τζαμί.
Το τζαμί αυτό είναι το μοναδικό κτίριο του στρατοπέδου που έτυχε ιδιαίτερης φροντίδας. Μεταφέρθηκε πάνω σε ράγες κατά 25 μέτρα ανατολικά και έτσι επέτρεψε την άσφαλτο της Λαγκαδά να επεκταθεί ανενόχλητη.
Το τζαμί διακρίνεται στο βάθος της επόμενης εικόνας.
Το πράσινο της φωτογραφίας δεν υπάρχει πια, θύμα της γνωστής διαπλάτυνσης. Κι αυτό όμως με τη σειρά του είχε αντικαταστήσει μιαν παλαιότερη πραγματικότητα. Αυτής των δεκαετιών 1950 και 1960 με τα γνωστά στους Σταυρουπολίτες «θαλάματα».
Το νεότευκτο στη δεκαετία του 1950 εργοστάσιο «ΑΓΝΟ» στο βάθος της φωτογραφίας προσδιορίζει με ακόμα μεγαλύτερη σαφήνεια το τοπίο. Θαλάματα λέγανε οι πρόσφυγες τα σπίτια που τους υποδέχτηκαν στις δύο προσφυγιές τους. Η πρώτη το 1914 και η δεύτερη το 1922. Ο οικισμός τους από την πρώτη στιγμή ονομάστηκε «Λεμπέτ». Δύο είναι οι παρανοήσεις σχετικά με αυτόν τον οικισμό και το όνομά του. Η πρώτη είναι πως οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στους σταύλους των γαλλικών στρατευμάτων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η δεύτερη πως εξ αιτίας του γαλλικού les bêtes (τα κτήνη) πήρε την ονομασία του ο οικισμός. Η αλήθεια είναι πως οι πρόσφυγες ήρθαν το 1914 πριν τους Γάλλους που ήρθαν το 1915 όταν ο οικισμός Λεμπέτ είχε ήδη κατασκευαστεί. Και ακόμη χειρότερα για όσους συνεχίζουν να αναπαράγουν αυτό το λάθος, ακόμη βορειότερα, στη σημερινή Νέα Ευκαρπία υπήρχε και είναι καταγεγραμμένο από το 1696 το τσιφλίκι Λεμπέτ. Για το μυστήριο αυτό όνομα και την μετοικεσία του από την Ευκαρπία μέχρι τη Σταυρούπολη και την τελική του ταύτιση με το δημόσιο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης μπορεί κανείς να βρει αρκετές πληροφορίες σε βιβλία μου (1) Λεμπέτ, έκδοση της Άλλης Πλευράς, 1993. 2) Η μοναξιά του Ζέιτενλικ, εκδ. Ζήτρος, 2012. 3) Εκείθεν της Αγίας Παρασκευής, εκδ. University Studio Press, 2015).
Σ’ αυτά λοιπόν τα θαλάματα πρέπει να εγκαταστάθηκε για λίγο και συγγενική οικογένεια του ζωγράφου Ντίνου Παπασπύρου, πράγμα που θυμήθηκε όταν είδε το όνομά της στην πρώτη έκθεση «Δι’ εγκαταστάσεως 1914» και φιλοτέχνησε ένα ακόμη έργο.
Αμέσως μετά το σημερινό Κέντρο Πολιτισμού Χρήστος Τσακίρης ήταν η δεύτερη γειτονιά των προσφυγικών θαλαμάτων που έφτανε μέχρι τον κινηματογράφο Σταυρουπόλ. Εκεί άπλωνε τα νήματά του ο Δικαίος Σαμιώτης και εκεί κάπου έκανε τις τσαϊράδες του ο Ντίνος Χριστιανόπουλος κι έβλεπε τα ωραία πράγματα που αποτύπωσε αυτός στο ποίημά του «Τσαϊράδα» και ο Νίκος Νικολαΐδης στην εκπληκτική του ξυλογραφία (βλ. το πρώτο link αυτού του κειμένου).
Εργασία-θάνατος-ζωή είναι το τρίπτυχο των Σταυρουπολιτών που αποτυπώνεται σ’ αυτό το τμήμα της οδού Λαγκαδά. Στο αριστερό χέρι του Δικαίου της προηγούμενης φωτογραφίας και πίσω από τα κτίρια που φαίνονται και αφού περάσουμε την οδό Λαγκαδά, μετά το κεντρικό κτίριο του ΨΝΘ θα δούμε μεν το ταπεινό απομεινάρι του βυζαντινού ή οθωμανικού Υδραγωγείου του Λεμπέτ αλλά στη ζωγραφική του αποτύπωση θα έχουμε μνεία του πρώτου νεκροταφείου της Σταυρούπολης με τους λευκούς σταυρούς ανάμεσα στους θάμνους.
Το νεκροταφείο αυτό το επεσήμανε σε γραπτά του και ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης και το αναφέρει σε ποίημά του ο Γιώργος Θέμελης, μεγάλες μορφές της λογοτεχνίας της Θεσσαλονίκης.
Η ζωή και η χαρά τρυπώνουν στην πραγματική εικόνα του κινηματογράφου «Σταυρουπόλ» και στην ονειρική απόδοση του ποιήματος αιώνιο παράπονο από τον Νίκο Νικολαΐδη.
Η φανταστική πεζοπορία μας καταλήγει στη διασταύρωση της οδού Λαγκαδά με την περιφερειακή οδό της Θεσσαλονίκης. Εκεί υψώνεται η περίφημη Τούμπα Λεμπέτ που σχηματίστηκε (όπως και η γειτονική της Τράπεζα Λεμπέτ) από αλλεπάλληλα ερείπια προϊστορικών οικισμών. Η τομή στην κορυφή της υπενθυμίζει τις –άκαρπες-προσπάθειες του αρχαιολόγου Μακρίδη-Μπέη να εντοπίσει μακεδονικό τάφο στα 1910.
Ξεχωριστή όμως εμπειρία είναι να επιχειρήσεις να την ανέβεις αυτήν την τούμπα περνώντας από αυλές σπιτιών τα οποία αναρριχώνται στην ανατολική πλευρά της μέχρι ένα υπολογίσιμο ύψος. Από εκεί ψηλά φαντάστηκε ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης τον τσάρο των Βούλγαρων Ιωαννίτζη ή Σκυλογιάννη να ατενίζει την Θεσσαλονίκη που ήθελε να καταλάβει στα 1206-7. Από το ίδιο σημείο κι εμείς, ο ζωγράφος Ντίνος Παπασπύρου κι εγώ ατενίζουμε το τοπίο προς τα βόρεια
και τ’ ανατολικά.